Δανδελίων

Δανδελίων

Κουβάλησαν ως εκεί
τις θηριώδεις σκούπες.
«Θα σε καθαρίσουμε»
είπαν στο σκοτάδι
και σκόρπισαν
τους λαιμούς σαν ερπετά
αόμματα, ξεδοντιασμένα.
Ας τα ρουφήξουν όλα!


Να ‘σουν εκεί και να ‘βλεπες
πώς έκλαιγε που άρπαζαν τα σωθικά του!
Κρύσταλλοι βροχής — ή δακρύων
ρόζοι κορμών — ή δακτύλων
νεύρα φύλλων — ή σωμάτων.


Δίνη εκτόνωσης αέρα
απ’ την ουρά του βουητού στην άβυσσο
με σήκωσε
σαν χαλασμένη σβούρα
που πέταξε και βγήκε αργά
ονειροφαντασμένη και νωχελική
κρατώντας στα δάχτυλα
μια τούφα απ΄ τα μαλλιά μου.

Βαπτίζομαι εγώ, Δανδελίων!
Εις το όνομα της ανακωχής
Της γαλήνης
Και της λήθης.

Για τους μικρούς πρόσφυγες αυτού του κόσμου

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: