Το φάντασμα της οδού Μυλλέρου

Το κτήριο του Μεταξουργείου στα μέσα του 19ου αιώνα





Η οδός Μυλλέρου διασχίζει κάθετα τη συνοικία του Μεταξουργείου από την Πειραιώς μέχρι σχεδόν τις γραμμές του τραίνου, στα νότια σύνορα του Κολωνού. Είναι ο κεντρικός δρόμος της συνοικίας, εκεί που κτίστηκε και λειτουργεί σήμερα ως Δημοτική Πινακοθήκη το «Μέγαρον Καντακουζηνού». Η ιστορία του είναι μεγάλη, όσο πολυκύμαντη είναι και η ιστορία των Αθηνών. Ας δούμε τα πράγματα με τη σειρά.
Πρώτα-πρώτα ο εξελληνισμός του Μύλλερ σε «Μύλλερο», και γενική «Μυλλέρου» (αγνώστων για την ώρα λοιπών στοιχείων), ενός από τους είκοσι πέντε γερμανόφωνους Μύλλερ που αναφέρει η Εγκυκλοπαίδεια του Ηλίου, δεν πρέπει να μας ξενίζει. Ήταν γενική τάση στον 19ο αιώνα στα οδωνύμια και τοπωνύμια. Πιο γνωστοί δρόμοι η Βερανζέρου (Béranger, 1780-1857), η Σατωβριάνδου (Chateaubriand, 1768-1848), η Διδότου (Didot, 1790-1876), η Δεριγνύ (Comte de Rigny, 1782-1835), η Εϋνάρδου (Eynard, 1775-1863). Αν είχαμε τον Σαίξπηρ, θα λέγαμε Σακεσπήρου, τον Σίλλερ Σχιλλέρου και τον Γκαίτε Γότθη. Μένει το ερώτημα, ποιο είναι αυτό το φάντασμα του «Μυλλέρου» που πλανάται πάνω απ’ το Μεταξουργείο;
Ας δούμε ορισμένες κρίσιμες ημερομηνίες και ιστορικές στιγμές. Στις 18 Σεπτεμβρίου 1834 η Αθήνα ανακηρύσσεται πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους και την 1η Δεκεμβρίου της ίδιας χρόνιας η βασιλική Αυλή, ο Όθων και η Αμαλία, εγκαθίστανται στην Αθήνα. Ο σχεδιασμός της νέας πόλης ανατίθεται στους αρχιτέκτονες Έντουαρντ Σάουμπερτ (1804-1860) και Σταμάτιο Κλεάνθη (1802-1862). Προτείνουν ένα κατά βάση ουτοπικό και εν μέρει μόνο υλοποιήσιμο πολεοδομικό σχέδιο, σύμφωνα με το οποίο ο μνημειώδης Παρθενώνας θα συνδεόταν άμεσα με το νέο ανάκτορο που θα οικοδομείτο στο κεντρικό σημείο της πόλης, στη σημερινή πλατεία Ομονοίας.
Η αναμενόμενη ανάπτυξη της ευρύτερης, γύρω από την πλατεία Ομονοίας, περιοχής προσείλκυσε το επενδυτικό ενδιαφέρον επιχειρηματιών. Ο εκ Ρουμανίας Φαναριώτης πρίγκιπας Γεώργιος Καντακουζηνός αγόρασε μια σειρά «γηπέδων» (οικοπέδων) στα σύνορα της νέας πόλης, όπου με σχέδια του Χάνσεν οικοδομήθηκε το «Μέγαρον» του Καντακουζηνού, επιβλητικό κτήριο και εμπορικό κέντρο (1833-1835). Στο μεταξύ, μετά από αντιδράσεις των Αθηναίων στην υλοποίηση του σχεδίου κλήθηκε ο Λέο φον Κλέντσε (Leo von Klenze, 1784-1864), ο οποίος τροποποίησε το αρχικό σχέδιο, μετατόπισε την οικοδόμηση του ανακτόρου πιο κοντά στον Παρθενώνα και επέφερε πλήθος αλλαγών από την άποψη του πλάτους των λεωφόρων και των παρακείμενων οδών. Όλες οι προσδοκίες του Καντακουζηνού για αναβάθμιση της περιοχής Ομονοίας γκρεμίστηκαν. Το Μέγαρο εγκαταλείφθηκε, χωρίς να ολοκληρωθεί η οικοδόμησή του, και η ανάπτυξη στον άξονα των δυτικών ορίων της πόλης ανεκόπη. Η εικόνα αυτή επικρατεί, σε γενικές γραμμές, μέχρι σήμερα.



Το 1852 το «Μέγαρον» πουλήθηκε σε λονδρέζικη εμπορική εταιρεία που το μετέτρεψε σε ατμοκίνητο εργοστάσιο επεξεργασίας μεταξιού. Έτσι γεννήθηκε το μεταξουργείο που έδωσε το όνομά του στην ευρύτερη περιοχή. Το εργοστάσιο άλλαξε γρήγορα χέρια (νέος ιδιοκτήτης ο Καλαρρυτινός Αθανάσιος Δουρούτης), άνθισε για δυο δεκαετίες (έφτασε να απασχολεί 300 εργάτριες, τις λεγόμενες αναπηνίστριες), μέχρι το 1875 που ανεστάλη οριστικά η λειτουργία του. Στο μεταξύ, στον συνοικισμό έχουν αναπτυχθεί πλήθος βιοτεχνίες και εργαστήρια, αμαξοποιεία (του Γαλλιάνη, του Ρώσση), σιδεράδικα, αρτοποιεία. Βοηθά σ’ αυτό το φτηνό εργατικό δυναμικό. Με ποιο τρόπο;
Στη γωνία Μυλλέρου και Πειραιώς ιδρύεται το 1856 το πρώτο ορφανοτροφείο των Αθηνών (δωρεά του ζεύγους Χατζηκώνστα). Φιλοξενεί αγόρια. Θα ριχτούν από νωρίς στη βιοπάλη. Τα μεγαλύτερα συναντιούνται ασφαλώς με τις νεαρές εργάτριες του μεταξουργείου. Είναι κι αυτές ορφανές ή γόνοι εσωτερικών μεταναστών. Θα γράφτηκαν ασφαλώς πολλές ιστορίες ανάμεσα σ’ αυτούς τους «μοιραίους» και τους «άθλιους» στα περίχωρα των Αθηνών. Εκεί τοποθετεί ο Χρηστομάνος το δράμα της Κερένιας κούκλας (1911). Στο χριστουγεννιάτικο διήγημά του «Φιλόστοργοι» (1895) ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης αναφέρεται στην περιοχή του Μεταξουργείου, όπου ο ήρωάς του, ο θείος Στέργιος Παρκιώτης, «<ε>ίχε πάρει από το Νηπιακόν Ορφανοτροφείον (ίσως είναι πολλοί όπου φοβούνται να διέλθωσιν έξωθεν του ιδρύματος εκείνου, και δεν ηξεύρουν πού των Αθηνών κείται), είχεν πάρει εν έκθετον κατ’ αρχάς, είτα δεύτερον, και τρίτον, είτα τέταρτον και πέμπτον». Από το ίδρυμα που λειτουργεί πλέον στη Λεωφόρο Κηφισίας 374, μένει σήμερα ο ωραίος ναΐσκος του Αγίου Γεωργίου, έργο του Τσίλλερ.
Το τρίτο σημαντικό κτίσμα επί της Μυλλέρου, με το οποίο συστήνεται μια άτυπη τριλογία, είναι η Villa Μπότσαρη (απογόνων του Μάρκου Μπότσαρη), γνωστή ως οικία Προβελέγγιου (του ποιητή Αριστομένη Προβελέγγιου, απογόνου επίσης των Μποτσαραίων), με τελευταίο ιδιοκτήτη τον συνονόματο εγγονό του ποιητή, γνωστόν αρχιτέκτονα (πέθανε το 1999). Βρίσκεται δίπλα στο κτήριο του Μεταξουργείου. Τα δύο ιστορικά κτίσματα έχουν περάσει σήμερα στα χέρια του Δήμου Αθηναίων.
Για την ιστορία, ο δρόμος που μας απασχολεί, σηκώνει μεγάλο ιστορικό βάρος. Στο αρχικό ρυμοτομικό σχέδιο των Σάουμπερτ-Κλεάνθη ονομάστηκε οδός Φειδίου. Αν προσέξουμε τον χάρτη, θα δούμε ότι αποτελούσε μέρος του αρχαίου «Δρόμου» που ξεκινούσε από το Δίπυλον του Κεραμεικού και οδηγούσε στην Ακαδημία του Πλάτωνος. Για τον λόγο αυτό μετονομάστηκε λίγο αργότερα σε οδό Κεραμεικού, μέχρι το 1884, όταν ο Νικόλαος Πολίτης πρότεινε τη μετατροπή σε οδό Μυλλέρου. Η ταυτότητα αυτού του φαντάσματος βρίσκεται στο βιβλίο Πρακτικών του εν λόγω δημοτικού συμβουλίου (φυλάσσεται στο Ιστορικό Μουσείο της πόλεως των Αθηνών). Εκεί ανατρέχοντας ο σημαντικός αθηναιογράφος, πολεοδόμος και λαογράφος Κωσταντίνος Μπίρης (1899-1980) δίνει την ταυτότητα του τιμώμενου προσώπου:

«Γουλιέλμος Μύλλερ (1794-1827). Γερμανός ποιητής φιλέλλην διεγείρας τον φιλελληνισμόν των συμπατριωτών. Αρ. πρωτοκόλου 266, 16 Ιανουαρίου 1884» (Τοπωνυμικά των Αθηνών, 1945).

Σύντομο σχόλιο: Η μετονομασία της Κεραμεικού ―με το τεράστιο ιστορικό της φορτίο― σε Μυλλέρου δείχνει την αναγνώριση και την ευγνωμοσύνη της πολιτείας στο πρόσωπο του εθνικού πλέον, κι αυτό ακόμη μπορούμε να πούμε, ποιητή. Ο υπόλοιπος κόσμος τον γνωρίζει από τη μουσική του Σούμπερτ στην Ωραία μυλωνού και το Χειμωνιάτικο ταξίδι. Για εμάς έχει την αξιοσύνη του βάρδου Φεραίου. Με την πέννα του προκάλεσε ένα τεράστιο φιλελληνικό κίνημα στην Κεντρική Ευρώπη. Ο Μπίρης και το βιβλίο των Πρακτικών του δήμου (που βρέθηκε τυχαία το 2004 σε εκκαθαριστικές εργασίες εν όψει των Ολυμπιακών Αγώνων) διασώζουν ένα ακριβό όνομα, όταν η μνήμη του 19ου αιώνα έχει αδυνατίσει επικίνδυνα στον 21ο.

Ποιος θυμάται σήμερα αυτόν τον «Μύλλερο», τον σπουδαιότερο βάρδο της ελληνικής επανάστασης, τον Γερμανό Μπάιρον, γνωστόν ακόμη και στη χώρα του ως «Έλληνα-Μύλλερ» ή «Μύλλερ των Ελλήνων» (και «Ελληνομύλλερ»); Στην καλύτερη περίπτωση συγχέεται με τον Κάρολο Μύλλερ (Karl Otfried Müller, 1797-1840), τον Γερμανό αρχαιολόγο, τακτικό καθηγητή στο πανεπιστήμιο του Γκαίττινγκεν (της γνωστής από την εποχή του Βιζυηνού Γοττίγγης), ο οποίος πέθανε το 1840 κατά τη διάρκεια ανασκαφών στους Δελφούς. Σύμφωνα με την επιθυμία του θάφτηκε στον Ίππιο Κολωνό. Το ταφικό του μνημείο, σήμερα πλάι στην ταφική υδρία (έργο του Μιχάλη Τόμπρου) του άλλου αρχαιολόγου, του Σαρλ Λενορμάν (1802-1859), κατασκευάστηκε από τον Δανό Χάνσεν το 1840 (Hans Christian Hansen, 1803-1883). Το όνομά του δόθηκε το 1924 στον δρόμο στη νότια πλευρά του λόφου Σκουζέ: «οδός Μύλλερ» (οι βίαιες ελληνοποιήσεις είχαν πλέον εκλείψει).
Έτσι, από τον αρχαίο Κεραμεικό μέχρι τον Ίππιο Κολωνό, εκεί που ο Παυσανίας αντίκρυζε τάφους επιφανών Αθηναίων, φιλοξενούνται τιμητικά από την ευγνώμονα Ελλάδα δύο σπουδαίοι φιλέλληνες, δύο «Μύλλερ», το πολυσύχναστο επώνυμο των οποίων κινδυνεύει να τους παραδώσει στη λήθη (αν δεν το έχει πετύχει ήδη). Για παράδειγμα, ο Αριστοτέλης Κουρτίδης, λόγιος της Αθηναϊκής Σχολής του 1880, έγραψε το 1928 στο έγκριτο περιοδικό Νέα Εστία:

Ως προς τον Μύλλερ η Ελλάς έπαθε την ψυχικήν νέκρωσιν της αμνησίας. Ο ψάλτης των Ελλήνων […], ο ποιητής του οποίου τα φλογερά τραγούδια έστειλαν τόσους εις την Ελλάδα διά την υπερτάτην θυσίαν […], δεν έγινε ακόμη άξιος όχι μιας πλατείας, όχι μιας λεωφόρου, όχι μιας οδού, αλλ’ ούτ’ ενός αδιέξοδου δρομίσκου.

Γενικότερα, σε καμία μονογραφία και αναφορά στην ιστορία του Μεταξουργείου και τη συγκεκριμένη οδό, πλην όσων αναφέρθηκαν, δεν εξηγείται ή τίθεται ως ερώτημα η προέλευση του οδωνυμίου, η ταυτότητα του λησμονημένου πλέον «Μυλλέρου».

Το Μεταξουργείο: Οδός Μυλλέρου και Γερμανικού



Τι πρέπει να γίνει λοιπόν; Ένας φρόνιμος νους θα πρότεινε την απλούστερη λύση: Να προστεθεί στην οδοσήμανση (έστω στις πινακίδες στην αρχή και στο τέλος του δρόμου) το μικρό όνομα του τιμώμενου με τη στοιχειώδη από κάτω πληροφόρηση: «Γερμανός φιλέλληνας ποιητής». Αυτό επιδίωξε και επιδιώκει ακόμη, δέκα χρόνια τώρα, η «Διεθνής Εταιρεία Γουλιέλμου Μύλλερ» («Internationale Gesellschaft Wilhelm Müller»), που εδρεύει στο Βερολίνο. Αιτήσεις επί αιτήσεων στο Τμήμα Πολιτιστικής Κληρονομιάς του δήμου Αθηναίων με την υπόδειξη της ακριβούς ονοματοδοσίας. Στο διάστημα αυτό θήτευσαν τρεις δημοτικοί άρχοντες, τρεις διευθυντές του αρμόδιου τμήματος, οι δύο εκ των οποίων έχουν συνταξιοδοτηθεί και δεκάδες υπάλληλοι (συντάξιμοι πλέον), χωρίς να καταστεί δυνατή η τοποθέτηση μιας τουλάχιστον διευκρινιστικής πινακίδας που θα εξάλειφε το φάντασμα του Μεταξουργείου. Ο Σατωμπριάν, ο Ουγκώ, ο Μπάιρον και οι λοιποί, μοναδικοί και ως προς το όνομα ανά τον κόσμο, δεν το χρειάζονται. Ο «Έλληνας-Μύλλερ» το χρειάζεται. Κι όμως, συνέβη ακριβώς το αντίθετο.

Η Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού (ΕΛΛΕΤ) ξεκίνησε ένα σημαντικό για το ιστορικό πρόσωπο της πόλης πρόγραμμα με τίτλο «Περπατώντας με τους φιλέλληνες»: Τοποθέτησε διευκρινιστικές επιγραφές, με συνοπτικά βιογραφικά και ιστορικά στοιχεία, στην αρχή και το τέλος αθηναϊκών δρόμων αφιερωμένων σε πρόσωπα συνδεδεμένα κυρίως με την ελληνική επανάσταση. Συμβολική αποπληρωμή ενός μεγάλου χρέους, αφού το ουσιώδες βρίσκεται στη μνήμη και τα έργα των πολιτών. Επεξηγήσεις των οδωνυμίων βλέπουμε άλλωστε σε όλες τις ευρωπαϊκές μητροπόλεις (κάποτε και σε πολίχνες). Στην περίπτωση της οδού Μυλλέρου ο μεταλλικός σκελετός είναι άδειος, ένα κενό φαντασιακό, σαν κακοδαιμονία ή σκοτεινή επενέργεια αοράτου χειρός. Ρωτήσαμε τι είχε συμβεί. Η ΕΛΛΕΤ δεν είχε πεισθεί ακόμη για την ταυτότητα του τιμωμένου. Προσκομίσαμε τα αδιάψευστα τεκμήρια (Νικόλαος Πολίτης, Πρακτικά του δήμου Αθηναίων, δημοσιεύματα του Κωνσταντίνου Μπίρη ―διά βίου ανώτερου υπαλλήλου του δήμου― και ανακοινώσεις σε διεθνή συνέδρια) ελπίζοντας στη συμπλήρωση του φαντασιακού κενού, όταν με το καλό επεκταθεί το πρόγραμμα. Ως προς τους λοιπούς δημοτικούς άρχοντες δεν τίθεται ζήτημα προγράμματος. Χρειάζονται ώτα. Και φρόνηση (η πιο πολυσύχναστη λέξη στην Αντιγόνη).*

Ως προς την ιστορία του δρόμου και της γύρω περιοχής η εικόνα έχει πλέον αλλάξει ριζικά. Από το 2004 στη ζοφερή ατμόσφαιρα διαλάμπει φως ορθρινό και ίσως, τη φορά αυτή, ανέσπερο. Το επί δεκαετίες εγκαταλελειμμένο κτήριο του μεταξουργείου ανακαινίζεται με πρωτοβουλία του Δήμου Αθηναίων και μετατρέπεται σε Δημοτική Πινακοθήκη. Στη νέα Πινακοθήκη ανήκουν 3.000 πίνακες Ελλήνων καλλιτεχνών των δύο τελευταίων εκατονταετιών, οι οποίοι εκπροσωπούν όλες τις ευρωπαϊκές τάσεις και «σχολές». Αναλόγως συνεισφέρει με το ανάλαφρο βάρος του ένα νεωτερικό κτηριακό συγκρότημα επί της οδού Μυλλέρου απέναντι από τον εξ ίσου ανάλαφρο ίσκιο του εκσυγχρονισμένου πρώην Μεγάρου Καντακουζηνού. Στη συνοικία ανοίγονται χώροι εκθεσιακοί, θέατρα, εστιατόρια, καφενεία, όλα με αξιώσεις ποιοτικής προσφοράς. Οι νέοι επισκέπτες είναι πάσης ηλικίας εραστές και θεράποντες της τέχνης. Οι αναπλασμένες πλατείες ανάμεσα στα ερειπωμένα σπίτια εναρμονίζουν τη σύγχρονη όψη με αυτήν του παρελθόντος, συνενώνουν την οδό Μυλλέρου με το ιστορικό κέντρο της πόλης, με τα κεντρικά και περιφερειακά μουσεία της, τις οδούς με τα ένδοξα ονόματα του παρελθόντος και των νεώτερων χρόνων, με αυτά που ο «Ελληνομύλλερ» διαλέγεται και θα διαλέγεται αιωνίως. Ο δρόμος, ωστόσο, για την ανάπλαση της συνοικίας είναι μακρύς.

Το κτήριο και ο δρόμος του ακολουθούν τα δύσκολα βήματα της πολύπλαγκτης πόλης στην απόκτηση ενός προσώπου ιστορικού, προσανατολισμένου ταυτόχρονα στο μέλλον, όπως είχε ευχηθεί, ελληνομνήμων και ελληνόφρων, ο Γουλιέλμος Μύλλερ.


________________
Το παρόν Σημείωμα αποτελεί συντόμευση της ανακοίνωσής μου στο Α’ Διεθνές Συνέδριο για τον ποιητή με θέμα Ο Γουλιέλμος Μύλλερ και ο Φιλελληνισμός (Βερολίνο, 22-23 Νοεμβρίου 2013). Τίτλος της ανακοίνωσης: «Η ιστορία της οδού Μυλλέρου στην Αθήνα» («Die Geschichte der Müller-Straße in Athen»). Δημοσιεύτηκε στα Πρακτικά του Συνεδρίου: Marco Hillemann – Tobias Roth (επιμ.), Wilhelm Müller und der Philhellenismus. Frank & Timme, Bερολίνο 2015, 237-251.
Η ελληνική εκδοχή της ανακοίνωσης βρίσκεται στον ιστότοπο: Στοιχεία για την ιστορία της οδού Μυλλέρου στην Αθήνα | Νέο Πλανόδιον (neoplanodion.gr)

Συμπληρωματικές πληροφορίες στο οδοιπορικό επί της Μυλλέρου με τον Γιάννη Πατίλη. Τίτλος: «Μοναστηράκι-Οδός Μυλλέρου-Ίππιος Κολωνός: ένα χειμωνιάτικο ταξίδι». Στον ιστότοπο: https://neoplanodion.gr/2022/03/28/monastiraki-odos-myllerou-ippioskolonos-ena-xeimoniatiko-taksidi




ΒΑΣΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Μηλιαράκης, Αντώνιος: «Αι προ πεντηκονταετίας μεγάλαι των Αθηνών οικίαι», περ. Εστία, τχ. 470, 1.1.1885.
Μνημεία της ιστορίας των Αθηνών, τόμος 3ος. Τυπογραφείο Π.Δ. Σακελλαρίου, Αθήναι 1892.
Καμπούρογλου, Δημήτριος Γ.: Παλαιαί Αθήναι. Βιβλιοπωλείον Γ.Ι. Βασιλείου, Αθήναι 1922.
Κουρτίδης, Αριστοτέλης: «Γουλιέλμος Μύλλερ. Ο ποιητής των τραγουδιών των Ελλήνων», περ. Νέα Εστία, 1928, τ. Α’, 14-28.
Κουρτίδης, Αριστοτέλης: «Γουλιέλμος Μύλλερ. Ο ποιητής των τραγουδιών των Ελλήνων», περ. Νέα Εστία, 1928, τ. Β’, 55-63.
Τραυλός, Ιωάννης: Πολεοδομική εξέλιξις των Αθηνών από των προϊστορικών χρόνων μέχρι του 19ου αιώνος. Αθήναι 1960 (εκδ. Καπόν 2005).
Μπίρης, Κωνσταντίνος Η.: Τα πρώτα σχέδια των Αθηνών. Αθήναι 1933.
Μπίρης, Κωνσταντίνος Η.: Αθηναϊκαί Μελέται. Αθήναι 1938.
Μπίρης, Κ. Η.: Τοπωνυμικά των Αθηνών. Έκδοσις «Αττικού», Αθήναι 1945.
Σιδέρης, Νικόλαος Γ.: Η ελληνική βιομηχανία: Βιομηχανική παραγωγή και αξία αυτής κατά τα έτη 1953 και 1954. Τυπογραφείον Σπυροπούλου, Αθήναι 1955.
Μπίρης, Κ. Η.: Για την σύγχρονη Αθήνα (1958)Μελέτες και αγώνες. Τόμοι Α’, Β’. Εκδόσεις Αστήρ 1958.
Matton, Lya et Raymont: Athènes et ses monuments du XVIIe siècle à nos jours. Αθήνα 1963.
Μπίρης, Κ. Η.: Αι Αθήναι από τον 19ον εις τον 20όν αιώνα (1830-1960). Μέλισσα 1966.
Μπίρης, Κ. Η.: Αι τοπωνυμίαι της πόλεως και των περιχώρων των Αθηνών. Χ.Π. Συνοδινός, Αθήναι 1971.
Τσιριμώκου, Λίζυ: Γραμματολογία της πόλης, λογοτεχνία της πόλης, πόλεις της λογοτεχνίας. Εκδόσεις Λωτός, Αθήνα χ.χ. [1987]
Παπαδιαμάντης, Αλέξανδρος: Άπαντα, τόμος τρίτος. Κριτική έκδοση Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος. Εκδόσεις Δόμος 1989. 
Αγγελίδης, Βασίλης: Μεταξουργείο-Κολωνός. Νοσταλγία και πραγματικότητα. Εκδόσεις Φιλιππότης 1992.
Αντωνοπούλου, Ζέττα: Τα γλυπτά της Αθήνας-Υπαίθρια Γλυπτική 1834-2004. Εκδόσεις Ποταμός 1993.

Αγριαντώνη, Χ.- Χατζηϊωάννου, Μ.Χ. (επιμ.): Το Μεταξουργείο της Αθήνας. Σύμμεικτος τόμος. Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, Αθήνα 1995.
Βουγιούκα, Μ.- Μεγαρίδης, Β.: Οδωνυμικά-Η σημασία των ονομάτων των οδών της Αθήνας. Τόμοι 3. Δήμος Αθηναίων Πολιτισμικός Οργανισμός, 1997.
Γεωργοπούλου, Ανδριανή: Το Μεταξουργείο… Εθνικὸ Μετσόβειο Πολυτεχνείο. Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών. Τομέας πολεοδομίας και χωροταξίας. Αθήνα 2007 [στον ιστότοπο: Georgopoulou_Parousiasi.pdf].

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: