Μεταφράσεις για τέσσερα χέρια


Εάν είναι κοινός τόπος το ότι τα λογοτεχνικά κείμενα επιδέχονται πολλαπλές αναγνώσεις, από τις οποίες πηγάζουν πολλαπλές δυνατές ερμηνείες, έχει ενδιαφέρον το πώς η βαθιά αναγνωστικού χαρακτήρα πράξη της μετάφρασης, ακόμα και του ίδιου κειμένου, μπορεί να αποδώσει διαφορετικά αποτελέσματα, διαφορετικά μεταφράσματα. Έχοντας αυτό ως αφορμή, η Πρεσβεία της Βραζιλίας διοργάνωσε, σε συνεργασία με την Πανελλήνια Ένωση Επαγγελματιών Μεταφραστών Πτυχιούχων Ιονίου Πανεπιστημίου (ΠΕΕΜΠΙΠ), δύο Translation Slam, γνωστά και ως «Μεταφραστικοί Διαξιφισμοί».
Τα translation slam είναι εκδηλώσεις στις οποίες δύο μεταφραστές ή μεταφράστριες έχουν λάβει εκ των προτέρων ένα κείμενο, το οποίο μεταφράζουν, και στη συνέχεια τα δύο μεταφράσματα παρουσιάζονται στο κοινό, που συζητά με τους μεταφραστές, παρατηρεί τις διαφορές, εκφράζει απορίες και – γιατί όχι; – προτείνει κι άλλες δυνατές αποδόσεις. Δεν είναι σπάνιες οι φορές που το translation slam (αλλά και η ίδια η διαδικασία της μετάφρασης) έχει πλαισιωθεί ως «αναμέτρηση», πράγμα που υπονοεί ότι μέσα από αυτήν μπορούν να υπάρξουν νικητές ή ηττημένοι. Αυτό εξάλλου συνάγεται και από την απόδοση στα ελληνικά – «διαξιφισμοί». Παρόλα αυτά, στις δύο ως ώρας εκδηλώσεις βραζιλιάνικης θεματολογίας σκοπός δεν ήταν να κριθεί μία μετάφραση ως καλύτερη, αλλά να αναδειχθεί το γεγονός ότι πολλές είναι οι διαφορετικές προσεγγίσεις που μπορούν να οδηγήσουν σε εξίσου καλά μεταφράσματα. Αυτή η προσέγγιση στη μετάφραση συνάδει και με την πλαισίωση της ίδιας της πορτογαλικής γλώσσας ως πολυκεντρικής, όπως χαρακτηρίζονται οι γλώσσες με πολλαπλές κωδικοποιήσεις στις διαφορετικές χώρες όπου ομιλούνται.
Όλα τα μεταφράσματα των βραζιλιάνικων translation slam στέκονται αυτούσια ως ξεχωριστά κείμενα. Ωστόσο, το πλαίσιο στο οποίο δημιουργήθηκαν έχει κι αυτό ενδιαφέρον. Το πρώτο Translation Slam έγινε σε καιρό Μουντιάλ και, δεδομένης και της σύνδεσης της Βραζιλίας με το ποδόσφαιρο, το κείμενο που επελέγη ήταν, ως όφειλε, κι αυτό σχετικό. Ενώ λοιπόν εξελισσόταν ένα Παγκόσμιο Κύπελλο που είχε ξεσηκώσει αντιδράσεις και καλέσματα για μποϊκοτάζ, και παρόλο που την ίδια μέρα ήταν προγραμματισμένος ο αγώνας της Βραζιλίας με το Καμερούν, μακριά από τις οθόνες και τα ταρτάν η Αθηνά Ψυλλιά και ο Νίκος Πρατσίνης μετέφρασαν το χρονικό O Importuno, του Κάρλος Ντρουμόντ ντε Αντράντε, που περιγράφει μια σκηνή γραφειοκρατικής τρέλας πριν τον αγώνα Βραζιλίας και Βουλγαρίας στο Μουντιάλ του 1966. Ένας πολίτης που προσπαθεί να παραλάβει κάποιο έγγραφο την ημέρα του αγώνα «νουθετείται» από τον υπάλληλο, που του εξηγεί ότι μια τέτοια μέρα δεν είναι δυνατό να περιμένει εργασιακή αποδοτικότητα και συνέπεια. Οι μέρες αγώνα δεν είναι business as usual. Εκείνος επιμένει τόσο πολύ που φλερτάρει με το να τον χαρακτηρίσουν για εσχάτη προδοσία!




Ας διαβάσουμε το χρονικό στις δύο του εκδοχές:

[A]
Ο ΦΟΡΤΙΚΟΣ

― Τι κατάσταση είναι αυτή; Δεν υπάρχει κανείς να με εξυπηρετήσει;
Τον εξυπηρέτησαν, με μεγάλη δυσκολία, δηλαδή ομολόγησαν πως αδυνατούσαν να τον εξυπηρετήσουν, λόγω του παιχνιδιού με τη Βουλγαρία. - Mα τι σχέση έχω με το παιχνίδι με τη Βουλγαρία; Σας έχουν μήπως επιλέξει για να παίξετε στον αγώνα;
Πλησίασε ο τμηματάρχης, κατευναστικός:
― Συγνώμη κύριε, κάνετέ μου τη χάρη να περάσετε ξανά την Πέμπτη, στις 14 του μηνός. Την Πέμπτη δεν έχει παιχνίδι και θα έχουμε πιο πολλή ησυχία. - Μου είχαν υποσχεθεί όμως πως τα χαρτιά μου θα ήταν έτοιμα σήμερα, οπωσδήποτε. ― Ήταν λάθος του υπαλλήλου να υποσχεθεί κάτι τέτοιο. Δε θυμήθηκε τη Βουλγαρία. Η Βραζιλία παίζει με τη Βουλγαρία κι εσείς θέλετε το προσωπικό μας να έχει μυαλό για να συμπληρώνει χαρτιά;
― Συγνώμη, αλλά το παιχνίδι αρχίζει πολύ αργότερα, στις τρεις. Από τώρα αρχίσατε να κάνετε κερκίδα, από τις δώδεκα;
― Α, καλέ μου κύριε, μη μου κατηγορείτε τους άξιους συναδέλφους, που έκαναν τη θυσία να έρθουν για δουλειά στο γραφείο, ενώ θα μπορούσαν να είναι στο σπίτι τους ή έξω στο δρόμο, συμμετέχοντας στη συγκίνηση του λαού… ― Αφού ήρθαν για να δουλέψουν, γιατί δεν δουλεύουν;
― Γιατί δεν μπορούν, τι δεν καταλαβαίνετε; Έχετε αρχίσει να γίνεστε αναιδής. Εξάλλου, με το καλημέρα, είπατε πως δεν έχετε καμία σχέση με το παιχνίδι με τη Βουλγαρία! Η Βραζιλία πολεμάει στα πεδία της Ευρώπης – γιατί περί πραγματικού πολέμου πρόκειται, όπως επισημαίνουν οι εφημερίδες – κι έρχεστε εσείς, αδιάφορος, αμέτοχος, για να ρωτήσετε για κάτι χαρτιά γενικά κι αόριστα, για ένα μικρό προσωπικό ζήτημα, ασήμαντο σε σχέση με το συμφέρον της πατρίδος! ― Πολύ ωραία, πολύ ωραία! — κάποιοι υπάλληλοι χειροκροτούσαν.
― Μα, συγνώμη, εγώ, εγώ…
― Ναι, το ξέρω, θα ζητήσετε συγνώμη. Δεν είναι καιρός για διχόνοια. Η στιγμή απαιτεί εθνική ενότητα, ομοφωνία στα μυαλά και στις ψυχές. Οπότε, αξιότιμε κύριε, πάψτε να διαταράσσετε την πνευματική προετοιμασία των συναδέλφων μου, οι οποίοι αναλύουν τη σύνθεση της Εθνικής Βουλγαρίας και βρίσκουν τρόπους για να αποτραπεί το μαρκάρισμα του Πελέ. Συμφωνείτε με το 4-2-4 ή προτιμάτε 4-3-3;
― Καλά, εγώ, εγώ..
― Δε θέλετε να εκφέρετε γνώμη, σας καταλαβαίνω. Είναι μεγάλη η ευθύνη. Εξάλλου, εγώ δεν εκβιάζω τη γνώμη κανενός. Όλη αυτή η φασαρία που βλέπετε κύριε είναι το αποτέλεσμα της ελευθερίας με την οποία συζητιούνται οι γνώμες όλων σχετικά με το σχήμα με το οποίο θα εμφανιστεί η εθνική. Όλοι θέλουν να βοηθήσουν, για αυτό και έχει ο καθένας τη δική του άποψη, που δεν ταιριάζει με την άποψη του άλλου, το αποτέλεσμα όμως είναι αξιοθαύμαστο. Η ενότητα μέσα από τη διαφορετικότητα. Την ώρα της μάχης σχηματίζουμε ενιαίο μέτωπο. - Σωστά, όταν ξανάρθω όμως την Πέμπτη, θα είναι έτοιμα τα χαρτιά μου; ― Α, εσείς κύριε είστε φοβερός, ούτε και σε ώρες σαν και αυτές δεν ξεχνάτε τα χαρτάκια σας! Είπα εγώ την Πέμπτη; Ναι, σωστά, αφού δεν έχει αγώνα στο παγκόσμιο κύπελλο. Για σταθείτε όμως, με τέσσερεις αγώνες την Τετάρτη, και το ξόδεμα ενέργειας που σημαίνει κάτι τέτοιο, πώς μπορώ εγώ να εγγυηθώ για τα χαρτιά σας την Πέμπτη; Θέλετε να σας πω κάτι; Λογικευθείτε, φίλε μου, λογικευθείτε και προσπαθήστε να γίνεται συνεργάσιμος, προσπαθήστε να είστε καλός Βραζιλιάνος, ελάτε ξανά τον Αύγουστο, το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Αυγούστου καλύτερα, αφού θα έχουμε γιορτάσει την κατάκτηση του τρίτου μας κυπέλου. - Και… αν δεν το κατακτήσουμε;
― Μη λέτε τέτοιες βλακείες! Αρκετά, είναι γρουσουζιά! Πηγαίνετε, πριν χάσω την ψυχραιμία μου και…
Φωνές αγανάκτησης:
―Έξω! Έξω!
O κλητήρας ανεβαίνει στην καρέκλα και χοροστατεί:
 ― Βραζιλία! Βραζιλία! Βραζιλία!
Έχει σωθεί η τιμή της κερκίδας και ο φορτικός αποσύρεται εσπευσμένα.

(Μετάφραση: Νίκος Πρατσίνης)

Candido Portinari: Πορτρέτο του Carlos-Drummond de Andrade


[B]
Ο ΕΝΟΧΛΗΤΙΚΟΣ

―Τι τρέχει εδώ; Θα με εξυπηρετήσει κανείς;
Τον εξυπηρέτησαν με το ζόρι, ή μάλλον ομολόγησαν πως δεν μπορούσαν να τον εξυπηρετήσουν λόγω του παιχνιδιού με τη Βουλγαρία.
―Τι σχέση έχω εγώ με το παιχνίδι με τη Βουλγαρία, μου λέτε; Κι εσείς, κύριοι, λάβατε τάχα κλήση για να παίξετε;
Ο τμηματάρχης πλησίασε, κατευναστικός:
―Λυπούμαστε, φίλτατε. Περάστε αν θέλετε ξανά την Πέμπτη, στις 14 του μηνός. Την Πέμπτη δεν έχει παιχνίδι και θα είμαστε πιο χαλαροί.
―Μα μου είχατε υποσχεθεί πως το χαρτί μου θα ήταν έτοιμο σήμερα, οπωσδήποτε.
―Αβλεψία του υπαλλήλου που σας το υποσχέθηκε. Θα ξέχασε τη Βουλγαρία. Κύριε, η Βραζιλία αγωνίζεται με τη Βουλγαρία, κι εσείς περιμένετε να έχει το προσωπικό μας την ψυχραιμία να ενημερώνει χαρτιά;
―Συγγνώμη, αλλά το παιχνίδι είναι αργότερα, στις τρεις. Ακόμα είναι δώδεκα, από τώρα το ρίξατε στο οπαδιλίκι;
―Αχ, καλέ μου κύριε, μην κατακρίνετε τους θαρραλέους μας συντρόφους, που έκαναν τη θυσία να έρθουν στην υπηρεσία για να δουλέψουν, ενώ θα μπορούσαν να είχαν μείνει στο σπίτι ή να είχαν βγει στους δρόμους, συμμετέχοντας στη λαϊκή συγκίνηση…
―Κι αφού ήρθαν για δουλειά, γιατί δε δουλεύουν;
―Γιατί δεν μπορούν, ακούτε; Γιατί δεν μπορούν. Μην γίνεστε αναιδής, κύριε. Αμέσως να πείτε πως δεν έχετε καμία σχέση με το παιχνίδι με τη Βουλγαρία! Η Βραζιλία σε πόλεμο -γιατί περί αληθινού πολέμου πρόκειται, όπως εξάλλου υπογραμμίζουν οι εφημερίδες- στα γήπεδα της Ευρώπης, κι εσείς, κύριε, αδιάφορος και ξένος, να ρωτάτε για ένα αόριστο χαρτί, κάτι τόσο δα ατομικό κι ασήμαντο μπροστά στο συμφέρον της πατρίδος!
―Ναι! Μπράβο! – οι υπάλληλοι χειροκροτούσαν.
―Μα, συγγνώμη, εγώ… εγώ…
―Ξέρω, ξέρω, θα δικαιολογηθείτε. Δεν είναι όμως ώρα για διαφωνίες. Είναι ώρα για εθνική ενότητα, για ομόφωνα μυαλά και καρδιές. Ελάτε, φίλτατε, μη διαταράσσετε την πνευματική προετοιμασία των συναδέλφων μου, που αναλύουν τώρα την Εθνική Βουλγαρίας για να βρουν τρόπο να εμποδίσουν το μαρκάρισμα του Πελέ. Συμφωνείτε με το 4-2-2 ή προτιμάτε το 4-3-3;
―Ξέρω εγώ…
―Κατανοώ ότι δεν θέλετε να γνωμοδοτήσετε. Είναι μεγάλη ευθύνη. Εγώ, πάντως, δεν πιέζω κανέναν να πει τη γνώμη του. Το πανδαιμόνιο που βλέπετε είναι αποτέλεσμα της ευρείας ελευθερίας απόψεων στη διαπραγμάτευση για την σύνθεση της εθνικής. Όλοι θέλουν να βοηθήσουν, γι’ αυτό κι ο καθένας έχει την γνώμη του, που δεν ταιριάζει με τη γνώμη κανενός, το αποτέλεσμα, όμως, είναι αξιοθαύμαστο. Η ενότητα μέσα από τη διαφορετικότητα. Την ώρα της μάχης, σχηματίζουμε ενιαίο μέτωπο.
―Εντάξει, αλλά, αν περάσω ξανά την Πέμπτη, θα είναι όντως έτοιμο το χαρτί μου;
―Αχ κύριε, είστε τρομερός, ακόμη και σε μια τέτοια στιγμή, εσείς σκέφτεστε το χαρτάκι σας! Πέμπτη, σας είπα; Ναι, ασφαλώς, γιατί είναι ημέρα ξεκούρασης στο παγκόσμιο κύπελλο. Μισό λεπτό όμως, γιατί την Τετάρτη έχει τέσσερα παιχνίδια, με ό,τι δαπάνη ενέργειας αυτά ορίζουν, οπότε πώς μπορώ να σας εγγυηθώ το χαρτί σας για την Πέμπτη; Ξέρετε κάτι; Φερθείτε λογικά, φίλε μου, φανείτε συνεργάσιμος, σαν καλός Βραζιλιάνος, και περάστε ξανά τον Αύγουστο, ακόμη καλύτερα, τη δεύτερη εβδομάδα του Αυγούστου, μετά τους πανηγυρισμούς για την κατάκτηση του 3ου σερί παγκόσμιου πρωταθλήματος.
―Κι αν… δεν το κατακτήσουμε;
―Τι βλακείες είναι αυτές που λέτε! Φτου, γκαντεμιά! Φύγετε μη χάσω την ψυχραιμία μου και…
Αγανακτισμένες φωνές:
―Έξω! Έξω!
Ο κλητήρας ανεβαίνει στην καρέκλα και διευθύνει τη χορωδία:
―Μπρα-ζίλ! Μπρα-ζίλ! Μπρα-ζίλ!
H οπαδική τιμή σώθηκε, κι ο ενοχλητικός αποχωρεί άρον άρον.

(Μετάφραση: Αθηνά Ψυλλιά)

Και οι δύο μεταφράσεις είναι συνεπείς προς το πρωτότυπο. Τι αλλάζει, λοιπόν;
Παρατηρούμε, αρχικά, ότι η απόδοση του τίτλου διαφέρει: ο πρωταγωνιστής είναι «ενοχλητικός» στην απόδοση του Νίκου Πρατσίνη, «φορτικός» σε εκείνη της Αθηνάς Ψυλλιά. Και οι δύο λέξεις είναι δυνατές αποδόσεις του πορτογαλικού importuno, και σε αυτές μπορούμε να αναγνωρίσουμε το πρόσωπο του πρωταγωνιστή.
Ακόμα, βλέπουμε ότι οι δύο μεταφραστές κάνουν διαφορετικές επιλογές στη μετάφραση των διαλόγων – οι οποίες, πάντως, δεν παρουσιάζουν σημασιολογικές αποκλίσεις. Τόσο το «Καλά, εγώ, εγώ…» όσο και το «Ξέρω εγώ», ως απάντηση στο «Συμφωνείτε με το 4-2-2 ή προτιμάτε το 4-3-3;» (που αποδόθηκε σχεδόν ολόιδια και από τους δυο) φανερώνει το ίδιο κράμα απορίας, άγνοιας, αδιαφορίας και ίσως και λίγης απελπισίας. Παρατηρούμε έτσι την ευπλαστότητα του προφορικού λόγου που, ανάλογα με τον επιτονισμό που θα υιοθετήσουμε στην ανάγνωση, μπορεί να επιτρέψει πολλές ερμηνείες και μεταφράσεις.
Ενδιαφέρον έχουν οι αποδόσεις των αποσπασμάτων που παραλληλίζουν τον ποδοσφαιρικό αγώνα με μια μάχη. Ο Νίκος Πρατσίνης γράφει ότι «Η Βραζιλία παίζει με τη Βουλγαρία», και ότι «Η Βραζιλία πολεμάει στα πεδία της Ευρώπης», ενώ η Αθηνά Ψυλλιά αποδίδει τα ίδια αποσπάσματα ως «Η Βραζιλία αγωνίζεται με τη Βουλγαρία» και «Η Βραζιλία σε πόλεμο […] στα γήπεδα της Ευρώπης». Χρησιμοποιούν, δηλαδή, και όρους καθαρά ποδοσφαιρικούς και λέξεις που παραπέμπουν σε πόλεμο, μόνο που τυχαίνει να τις εναλλάσσουν σε διαφορετικά σημεία. Οι επιλογές αυτές προκύπτουν εύλογα από το πρωτότυπο, μα και από το γενικότερο κλίμα της εποχής, μιας και ο αγώνας είχε αποκτήσει, όπως συχνά συμβαίνει, έναν συμβολικά πολιτικό χαρακτήρα εθνικής κυριαρχίας. Διακυβεύονταν και θέματα κατασκευής μιας εθνικής τιμής: η Βραζιλία είχε προκριθεί στο Μουντιάλ ως προηγούμενη νικήτρια, και να γίνει για τρίτη φορά πρωταθλήτρια κόσμου ήταν ο μεγάλος «πατριωτικός» στόχος.
Οι ποδοσφαιρόφιλοι του κοινού παρατήρησαν ότι κάποιες αποδόσεις που σε πρώτη ανάγνωση μοιάζουν μεταξύ τους παραπέμπουν συναισθηματικά – αλλά και πρακτικά – σε διαφορετικές καταστάσεις: είναι άλλο το να κάνεις κερκίδα κι άλλο το οπαδιλίκι. Οι παρατηρήσεις αυτές υπογραμμίζουν την σημασία της βιωμένης εμπειρίας και της ήδη υπάρχουσας γνώσης (κι εδώ δεν υπονοούνται μόνο οι ακαδημαϊκές γνώσεις) κατά τη μετάφραση. Είναι και μια υπενθύμιση ότι οι διαφορετικές γνώσεις που χρειάζεται να συντεθούν κατά τη μεταφραστική πράξη μπορούν να προέρχονται από πλήθος πεδίων, αλλά και ότι η λογοτεχνική μετάφραση μπορεί εν δυνάμει να περιέχει όλα τα υπόλοιπα είδη μεταφράσεων, όπως παρατηρεί ο Vicente Fernández González.
Διαβάζοντας τις δυο τους μεταφράσεις, σε αρκετά σημεία οι δυο μεταφραστές επαίνεσαν την μετάφραση του άλλου και είχαν την ευκαιρία να επανεξετάσουν τη δική τους. Είχε όμως και το κοινό τις προτιμήσεις του – έκανε θετική εντύπωση το «Μπρα-ζιλ! Μπρα-ζίλ!» που, κατά τον ποδοσφαιρόφιλο Βαγγέλη Μπουμπάκη, είναι ποδοσφαιρικά προτιμητέο. De gustibus non est debutandum.
Η καθεμιά από τις δύο μεταφράσεις διέπεται από υφολογική συνέπεια, και είναι η συνέπεια ενδεικτική της μεγάλης εμπειρίας και των δύο μεταφραστών. Υπάρχουν και σημεία που οι υφολογικές και μεταφραστικές επιλογές και των δυο τους ταυτίζονται όμως, όπως το «Την ώρα της μάχης, σχηματίζουμε ενιαίο μέτωπο».
Εν τέλει, τι έγινε με αυτόν τον αγώνα; Σε συνοδευτικό της κείμενο, η Αθηνά Ψυλλιά γράφει:

«Το χρονογράφημα δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στην εφημερίδα Correio da Manhã, στις 13 Ιουλίου 1966. Περιλαμβάνεται στο βιβλίο Quando é dia de futebol (Companhia de Letras, 2014), έκδοση με κείμενα του ποιητή για τις διοργανώσεις του παγκόσμιου κυπέλλου ποδοσφαίρου 1954-1982, επιλεγμένα από τους εγγονούς του, Luis Mauricio και Pedro Augusto Graña Drummond.
Το κείμενο αφορά τον αγώνα της Βραζιλίας εναντίον της Βουλγαρίας, στις 12 Ιουλίου του 1966, που έληξε με σκορ 2-0 υπέρ της Βραζιλίας. Ο Πελέ σημείωσε εδώ το μοναδικό του γκολ στη διοργάνωση. Στις 15 Ιουλίου, η Βραζιλία έχασε με 3-1 από την Ουγγαρία και στις 19 Ιουλίου, στον αγώνα της με την Πορτογαλία, αποκλείστηκε με 3-1 (2 από τα γκολ ανήκουν στον Εουζέμπιο, τον καλύτερο παίκτη της διοργάνωσης, με 9 γκολ συνολικά!) Ο Πελέ τραυματίστηκε ήδη στον πρώτο αγώνα και δεν μπόρεσε να φανεί χρήσιμος στην Εθνική Βραζιλίας που δεν κατάφερε να επιβάλει τον τρόπο παιχνιδιού της και βέβαια δεν πλησίασε καν τον στόχο της κατάκτησης για 3η συνεχή φορά του παγκόσμιου κυπέλλου, μετά το 1958 και το 1962.
Η Πορτογαλία έφτασε ως τον μικρό τελικό, όπου νίκησε τη Σοβιετική Ένωση, ενώ στον τελικό αναμετρήθηκε η Αγγλία με τη Δ. Γερμανία. Το κύπελλο σήκωσε η Αγγλία, που έπαιζε στην έδρα της.»

Δυσάρεστα τα νέα για την Σελεσάο του 1966, λοιπόν. Μα και την βραδιά του translation slam η Εθνική Βραζιλίας έχασε στον αγώνα που έπαιζε, με 1-0 υπέρ του Καμερούν. (Οι παίκτες του σλαμ, πάντως, κέρδισαν πανηγυρικά).

Το δεύτερο slam διοργανώθηκε με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Πορτογαλικής Γλώσσας (5 Μαΐου), με τη συμμετοχή του Νίκου Πρατσίνη και του Κρίτωνα Ηλιόπουλου. Το κείμενο που μεταφράστηκε ήταν μια ερωτική εξομολόγηση προς την ίδια την πορτογαλική γλώσσα, διά χειρός Κλαρίσε Λισπέκτορ, που διαβάζουμε παρακάτω:



[Α]
ΕΡΩΤΙΚΗ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ

    Θα κάνω μια ερωτική εξομολόγηση: αγαπώ την πορτογαλική γλώσσα. Δεν είναι καθόλου εύκολη. Δεν είναι εύπλαστη. Και καθώς δεν έχει δουλευτεί βαθιά από τη διανόηση, τείνει σε μία έλλειψη οξύτητας και μερικές φορές αντιδρά ρίχνοντας μια γερή κλοτσιά σε όσους θρασύτατα τολμούν να την μετατρέψουν σε ένα ιδίωμα συναισθημάτων και σπιρτάδας. Και αγάπης.
    Η πορτογαλική γλώσσα είναι μια αληθινή πρόκληση για όποιον γράφει. Προπαντός για όποιον γράφει αφαιρώντας από τα πράγματα και από τα πρόσωπα το πρώτο επιφανειακό επικάλυμμα.
    Μερικές φορές η πορτογαλική γλώσσα αντιδρά σε μια πολύ περίπλοκη σκέψη. Άλλοτε τρομάζει με κάποια φράση απρόβλεπτη. Μου αρέσει πολύ να τη χειρίζομαι ― όπως μου άρεσε να ιππεύω ένα άλογο και να το οδηγώ με τα χαλινάρια, πότε αργά και πότε με καλπασμό.
    Θα ήθελα στα χέρια μου η πορτογαλική γλώσσα να φτάσει στο απώγειό της. Την ίδια επιθυμία έχουν όλοι όσοι γράφουν καλά. Ένας Καμόες και άλλοι ισότιμοι δεν αρκούν για να μας κληροδοτήσουν δια παντός μια ήδη έτοιμη γλώσσα.
    Όλοι εμείς που γράφουμε παίρνουμε τη σκέψη από τον τύμβο της και της δίνουμε ζωή.
    Έχουμε αυτές τις δυσκολίες. Δεν μίλησα όμως για τη μαγεία να παλεύεις με μια γλώσσα που δεν έχει προχωρήσει σε βάθος. Όσα κληρονόμησα δεν μου αρκούν. 
    Εάν ήμουν μουγκή, κι επιπλέον δεν μπορούσα να γράψω, και με ρωτούσαν σε ποια γλώσσα θα ήθελα να ανήκω, εγώ θα έλεγα την Αγγλική, που είναι γλώσσα ακριβής και όμορφη.
    Αλλά επειδή δεν γεννήθηκα μουγκή και έμαθα να γράφω, για μένα ήταν απολύτως ξεκάθαρο ότι ήθελα να γράφω στα πορτογαλικά. Μάλιστα θα ήθελα να μην είχα μάθει άλλες γλώσσες, μόνο και μόνο ώστε να έχω παρθενική και καθαρή προσέγγιση της πορτογαλικής γλώσσας.

    (Μετάφραση Κρίτων Ηλιόπουλος)



    Giorgio de Chirico: Πορτρέτο της Clarice Lispector,1945

    [Β]
    ΕΡΩΤΙΚΗ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ

    Πρόκειται για μια ερωτική εξομολόγηση: αγαπώ την πορτογαλική γλώσσα. Δεν είναι εύκολη. Δεν είναι εύπλαστη. Και, στον βαθμό που δεν έχει δουλευτεί σε βάθος από τον στοχασμό, έχει την τάση να αγνοεί τις αβρότητες και να αντιδρά δίνοντας στ’ αλήθεια μια κλοτσιά σε όσους τολμούν αψήφιστα να την μεταμορφώσουν σε γλωσσική έκφραση του συναισθήματος και της ευαισθησίας. Και του έρωτα.
    Η πορτογαλική γλώσσα συνιστά πραγματική πρόκληση για όποιον γράφει. Κυρίως για όποιον γράφει αφαιρώντας από τα πρόσωπα και τα πράγματα το επιφανειακό πρώτο στρώμα.
    Είναι φορές που αντιδρά μπροστά σε μια πιο περίπλοκη σκέψη. Είναι φορές που σκιάζεται μπροστά στο απρόβλεπτο στοιχείο μιας φράσης. Εμένα μου αρέσει o χειρισμός της — όπως μου άρεσε να καβαλάω άλογο και να το οδηγώ με τα χαλινάρια, κάποιες φορές αργά, κάποιες άλλες καλπάζοντας.
    Με την πορτογαλική γλώσσα εγώ ήθελα να φτάσω να έχω μια ευχέρεια στο έπακρο. Αυτή είναι και η επιθυμία που έχουν όλοι όσοι γράφουν. Ένας Καμόενς και άλλοι όμοιοί του δεν στάθηκαν αρκετοί να μας παραδώσουν εσαεί μια ήδη ολοκληρωμένη γλωσσική κληρονομιά. Όλοι εμείς που γράφουμε μεταπλάθουμε συνεχώς το μαυσωλείο της γλώσσας σε κάτι ικανό να της δίνει ζωή.
    Αυτές είναι οι δυσχέρειες που αντιμετωπίζουμε. Όμως δεν μίλησα για την γοητεία της πάλης με μια γλώσσα η οποία δεν έχει γνωρίσει την εμβάθυνση. Η κληρονομιά που μου έχει δοθεί δεν μου είναι επαρκής.
    Αν ήμουν μουγκή και χωρίς την ικανότητα να γράφω, και με ρωτούσαν σε ποια γλώσσα θα ήθελα να ανήκω, θα έλεγα τα αγγλικά, μια γλώσσα με ακρίβεια και ομορφιά.
    Επειδή όμως δεν γεννήθηκα μουγκή και έχω την ικανότητα να γράφω, μου έγινε εντελώς ξεκάθαρο πως αυτό που όντως ήθελα ήταν να γράφω στα πορτογαλικά. Μέχρι που ήθελα να μην έχω μάθει άλλες γλώσσες. Μόνο και μόνο για να μπορώ να βλέπω με παρθενική και αγνή ματιά την πορτογαλική.

    (Μετάφραση: Νίκος Πρατσίνης)

    Το κείμενο της Λισπέκτορ έδωσε δύο μεταφράσματα με πλούτο υφολογικών διαφορών. Πριν δούμε τις διαφορετικές κατηγοριοποιήσεις διαφορών, αξίζει να επισημάνουμε ότι και οι δύο μεταφραστές επέλεξαν τον ίδιο τίτλο: «Ερωτική εξομολόγηση», λέξη προς λέξη μετάφραση του Declaração de amor.
    Στο πρωτότυπο, η Λισπέκτορ μιλά για κάτι άυλο  – την πορτογαλική γλώσσα –, συνθέτοντας πλήθος εικόνων και συναισθηματικών αποκρίσεων, χαρακτηριστικό του ενδοσκοπικά λυρικού ύφους της. Η γραφή αυτή είναι ανοιχτή σε πολλαπλούς τρόπους σύνδεσης, προσωπικής ταύτισης ή απόκλισης, άρα και σε πολλαπλές ερμηνείες. Το πλούσιο υφολογικά υπόβαθρο του πρωτοτύπου, επομένως, οδηγεί σε εξίσου πλούσιες υφολογικές επιλογές στη μετάφραση. Για παράδειγμα, τη φράση “Eu queria que a língua portuguesa chegasse ao máximo nas minhas mãos”, ο Κρίτων Ηλιόπουλος αποδίδει ως «Θα ήθελα στα χέρια μου η πορτογαλική γλώσσα να φτάσει στο απώγειό της», και ο Νίκος Πρατσίνης ως «Με την πορτογαλική γλώσσα εγώ ήθελα να φτάσω να έχω μια ευχέρεια στο έπακρο». Αυτές οι δύο αρκετά διαφορετικές μεταξύ τους διατυπώσεις πατάνε γερά στο πρωτότυπο: ο Ηλιόπουλος αποδίδει λέξη προς λέξη το «στα χέρια μου», ενώ ο Πρατσίνης αποδίδει το κτητικό «μου» ως ρήμα και μετατρέπει το ουσιαστικό «τα χέρια μου» στο ομόρριζο «ευχέρεια».
    Έχει ενδιαφέρον ότι άλλες διαφορετικές αποδόσεις έχουν να κάνουν με το ίδιο το θέμα του κειμένου, την πορτογαλική γλώσσα. Το «Μου αρέσει πολύ να τη χειρίζομαι» (μου αρέσει + ρήμα), του Ηλιόπουλου και το «Εμένα μου αρέσει ο χειρισμός της» (μου αρέσει + ουσιαστικό), του Πρατσίνη είναι διαφορετικές επιλογές για την απόδοση του απαρεμφάτου. Το πορτογαλικό πρωτότυπο λέει “Eu gosto de manejá-la”, και το απαρέμφατο υποχρεωτικά πρέπει να αναλυθεί στα ελληνικά, είτε σε ρήμα είτε σε ουσιαστικό. Κι εδώ όμως έχουμε κάποιες διαφορές: ο Ηλιόπουλος προσθέτει εμφατικά το «πολύ» (ενδεχομένως για να τονίσει το Eu στην αρχή της πρότασης), ενώ την έμφαση αυτή ο Πρατσίνης τη δίνει προτάσσοντας το «Εμένα».
    Άλλο χαρακτηριστικό της κάθε γλώσσας είναι ότι τα φωνήματά της, οι ήχοι της, μπορεί να είναι μοναδικοί ή να μην απαντούν στη γλώσσα του μεταφράσματος. Το χαρακτηριστικό αυτό αναδύεται ως πρόβλημα στη μετάφραση των κυρίων ονομάτων, όπως συμβαίνει με το όνομα του Camões, του μεγάλου Πορτογάλου ποιητή που έγραψε το έπος Os Lusíadas. Το έρρινο -õ- στο όνομά του δεν έχει αντιστοιχία στα ελληνικά. Ο Ηλιόπουλος προτείνει «Καμόες», προτιμώντας να ακολουθήσει μια αντιστοιχία με τη γραφή της λέξης, στην οποία δεν υπάρχει -n-, ενώ ο Πρατσίνης γράφει «Καμόενς», δίνοντας μια ιδέα στο αναγνωστικό κοινό για το ότι υπάρχει κάτι εκεί, που είναι πολύ κοντά στο -ν-.
    Έχουμε επίσης και κάποιες περιπτώσεις στις οποίες η ερμηνεία παραμένει στα χέρια του μεταφραστή ή της μεταφράστριας, γιατί μια πορτογαλική λέξη μπορεί να έχει πολλαπλά ισοδύναμα στα ελληνικά. Αυτή είναι η περίπτωση της λέξης amor, που μπορεί να είναι και αγάπη και έρωτας, και οι δύο μεταφραστές επιλέγουν ο καθένας από μια δυνατή εκδοχή για το μετάφρασμά του. Τέλος, ορισμένες διαφορές, μας εξήγησαν οι μεταφραστές από κοντά, οφείλονται στις δικές τους γλωσσικές προτιμήσεις: ο Κρίτων Ηλιόπουλος, για παράδειγμα, εξήγησε ότι αποφεύγει στις μεταφράσεις του την αντωνυμία «οποίος-α-ο» (και όπως έγραψα παραπάνω, de gustibus, κτλ.).

    Κλείνοντας, θα λέγαμε ότι με την ανάλυση δύο μεταφράσεων του ίδιου κειμένου μπορούν να γίνουν κατανοητά όχι μόνο κειμενικά/υφολογικά στοιχεία του πρωτοτύπου, αλλά και τα δομικά χαρακτηριστικά της γλώσσας, το συντακτικό και η γραμματική της. Ερχόμαστε να επαληθεύσουμε, έτσι, το γνωμικό που λέει ότι δεν μπορούμε να μπούμε δυο φορές στο ίδιο ποτάμι, καθώς και την εντύπωση ότι η προσέγγιση του ίδιου κειμένου είναι κάθε φορά μια διαφορετική εμπειρία – είτε μιλάμε από την σκοπιά της ανάγνωσης, είτε από αυτήν της μετάφρασης.

    «Αυγό» της Ταρσίλα ντο Αμαράλ




    Σημ. Το κείμενο αυτό γράφτηκε με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα της Πορτογαλικής Γλώσσας, που έχει θεσπιστεί από την UNESCO να εορτάζεται στις 5 Μαΐου. Η γράφουσα είχε τη χαρά να συντονίσει τα δύο πορτογαλόφωνα – ή αλλιώς, λουσόφωνα – translation slam, ενώ για την επιλογή των πρωτότυπων κειμένων τα εύσημα πηγαίνουν στον Julio de Oliveira Silva, Επικεφαλής του Πολιτιστικού Τομέα της Πρεσβείας της Βραζιλίας στην Αθήνα.

     

    αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: