Η διδάσκουσα Άντεια Φραντζή και πώς μπαινοβγαίνει στα ποιήματα

Η Α.Φ. στη Νέα Υόρκη («Μόλις είχε έρθει από την Αμερική...»)
Η Α.Φ. στη Νέα Υόρκη («Μόλις είχε έρθει από την Αμερική...»)

Γνώρισα την Άντεια Φραντζή το 1989, όμως την έβλεπα στους διαδρόμους της σχολής ήδη από τη χρονιά εισόδου μου στην φιλολογία, τρία χρόνια πριν. Μόλις είχε έρθει από την Αμερική, θυμάμαι ακόμη το κοντοκουρεμένο καρέ των μαλλιών της με μύτες στην άκρη. Και το αναφέρω εδώ γιατί στο μάθημα είχε τα μακριά μαλλιά της φωτογραφίας και μ’ αυτά τα μαλλιά κύλησε η ζωή της στις αναμνήσεις μου. Το μάθημα ειδίκευσης εκείνου του εξαμήνου είχε τίτλο «Σαχτούρης, Σινόπουλος, Χατζηλαζάρου» κι έμελλε να είναι καθοριστικό για τη σχέση μου μαζί της. Με την Άντεια. Αλλά και με την Μάτση.
Μια διδάσκουσα, λοιπόν, ποιήτρια και η ίδια, που είχε προλάβει να γνωρίσει την Χατζηλαζάρου από κοντά και να αγαπήσει το έργο της, και η τολμηρή συμπερίληψη του μαθήματος στο πρόγραμμα σπουδών του έτους, γιατί, κακά τα ψέματα, ήθελε τόλμη να προτείνει η Φραντζή και ο τομέας Νεοελληνικών Σπουδών να αποδεχθεί την πρόταση για «διδασκαλία» όχι μόνο μιας ποιήτριας του καιρού μας αλλά και μιας παντελώς άγνωστης, ή περίπου έτσι, δημιουργού στο ευρύ αναγνωστικό κοινό της ποίησης, ακόμη και μεταξύ των ειδημόνων της.
Και κάπως έτσι μια ποιήτρια μας μίλησε στην αίθουσα 13 του παλαιού κτιρίου της Φιλοσοφικής για μια άλλη ποιήτρια που είχε γεννηθεί στη Θεσσαλονίκη πριν από 72 χρόνια και που το καλοκαίρι της επόμενης χρονιάς θα εγκατέλειπε τον κόσμο. Αυτή η διδασκαλία μπάμπουσκα με δυο ολοζώντανες ποιήτριες που φώλιαζαν η μία μέσα στην άλλη, σκέφτομαι εκ των υστέρων ότι υπήρξε για μένα το πρώτο μάθημα δημιουργικής γραφής πολύ πριν ξεσπάσει το τσουνάμι των ομότιτλων σεμιναρίων. Στις χειρόγραφες σημειώσεις μου του μαθήματος ο στίχος της Χατζηλαζάρου «η ποίησή μας είναι η ζωή» επανέρχεται θαρρείς ως λάιτ μοτίφ: υποσυνείδητα κινητοποιεί την αφεντιά μου ενώ παράλληλα σηματοδοτεί την αναγνωστική ματιά της Άντειας επί της Μάτσης. Αντιγράφω τα λόγια της καθηγήτριάς μου: «η ποίηση ταυτίζεται με τη ζωή. Η ποίηση φτιάχνει, δημιουργεί. Ποίηση= ζωή καθαυτή. Να το καινούργιο που εισάγει η Μάτση. Η ποίησή της είναι ένας ύμνος της ζωής , ακόμη και των αρνητικών της εκφάνσεων». Και συνεχίζει σε άλλη παράδοση: «όλα έχουν λόγο, το κάθε τι μεταμορφώνεται σε φθόγγο του βιώματος, καταλήγει ποίηση αληθινή. Κι αλλιώς: το φυσικό τοπίο, για παράδειγμα, μοιάζει ακίνητο. Όταν όμως η ποιήτρια ενεργοποιήσει τα φυσικά στοιχεία, όταν τα ονομάσει, δηλαδή αποκτήσουν φθόγγο, μεταλλαχθούν σε ποίηση, είναι πια κανονική ζωή». Νομίζω ότι ακούω τη φωνή της.

Πολύ αργότερα διαβάζοντας τα ποιήματα της Φραντζή στην συγκεντρωτική έκδοση Το έσω χάραγμα. 1975-2015 των εκδ. Sestina θα καταλάβω ότι η κυρία μου μίλαγε και για τον εαυτό της. «Φέρτε μου να γεννήσω όλα τα μωρά της πλάσης, δώστε να πεθάνω όλους του θανάτους» προστάζει η Μάτση. «Δεν ξέρω από γέννα/σημαίνει δεν ξέρω από θάνατο» ομολογεί η Άντεια και μοιάζουν τόσο οι δυο τους καθώς «καθορίζουν τον προνομιακό ρόλο του ποιητή και μάλιστα μιας γυναίκας ποιήτριας μέσα από την κυοφορία ενός κόσμου με τις ειδικές αξίες που οι ίδιες θέτουν».

Η Άντεια Φραντζή που γνώρισα εγώ ήταν ποιήτρια και διδάσκουσα ποίησης. Κι ενώ στα δικά μου μάτια, της φοιτήτριας που υπήρξα τότε, ο συνδυασμός φάνταζε ακαταμάχητος, είχα από τότε την υποψία ότι η Σχολή και το αξιολογικό της σύστημα δεν καλόβλεπαν την πρώτη ιδιότητα. Λες και η δημιουργική απελευθέρωση δύσκολα διασταυρώνεται με την επιστημοσύνη, λες και η ποίηση, ακόμη και στο κατεξοχήν φιλικό ως προς την έκφανσή της περιβάλλον, ένα τμήμα φιλολογίας δηλαδή, σε καθιστά πλάσμα αλλούτερο. Εμένα αυτή ακριβώς η σχολή και το μέλος του διδακτικού της προσωπικού με το όνομα Άντεια Φραντζή με έκαναν να αισθανθώ ότι στο κεφάλι μου υπήρχε χώρος όχι μόνο για αθάνατες ανθρωπιστικές αλήθειες, αλλά για τραγικές και κωμικές δυνατότητες που παρέχει η ποιητική έκφραση. Είπα κωμικές. Και θυμήθηκα το διαλυτικό γέλιο της. Η Άντεια γελούσε πολύ, στα μαθήματα, στους διαδρόμους, στις συνελεύσεις, τίναζε στον αέρα τη σοβαροφάνεια των επίσημων μαζώξεων χωρίς να σημαίνει πως δεν ήταν λυπημένη, «η επιθυμία μου για σένα είναι δύσκολη, έγραφε, ...μέσα στα νεύρα μου είσαι / τεντώνεσαι μέσα στη φράση / που πρόκειται σύντομα να τεμαχιστεί» κι αυτή η έξαρση ζωής παρέπεμπε πάλι στην αγαπημένη της Μάτση, που μέσα από τα ποιήματα κατάφερνε να μετατρέπει μια επώδυνη ατομική δοκιμασία σε διαβατήρια τελετουργία. Στην οποία εμείς οι ακροατές των μαθημάτων της συμμετείχαμε επιτυχώς. Παρακολούθησα μαζί της κι ένα σεμινάριο για τα ποιήματα με σταθερή μορφή. Κι ήταν ν’ απορείς που αυτή η γυναίκα, ανεξάρτητη και αντισυμβατική από τη φύση της ταίριαξε τόσο με τις συγκεκριμένες παραδόσεις. Τι μου έμαθε; Πάθη απελπισμένα των στίχων με αυστηρή θεραπεία γιατρεύονται ή καθόλου. Η άσκηση στη σταθερή μορφή είναι ένας αυστηρά ελεγχόμενος εμβολιασμός που σε γλιτώνει από μελλοντικές, μοιραίες υψιπέτειες.
Με την Άντεια γίναμε φίλες. Μαζί με τον Δημήτρη Καργιώτη αναζητούσαμε φανατικά τη συντροφιά της. «Είναι εντελώς κορίτσι» διαπίστωνε ο Δημήτρης και είχε σημασία που αυτό το έλεγε ένα αγόρι. Στα χρόνια που ακολούθησαν, βλεπόμασταν σπάνια, έφυγα από τη Θεσσαλονίκη, μεγάλωνα τους γιους μου, οι επισκέψεις στην Αθήνα με γέμιζαν άγχος και τις απέφευγα. Μιλούσαμε όμως κάθε τόσο στο τηλέφωνο και ήταν πάντα λες και την προηγούμενη μέρα την είχα επισκεφτεί στο σπίτι της στην Δαγκλή και δεν είχαμε προλάβει να τα πούμε όλα. Την Άνοιξη του 2022 έλαβα με το ταχυδρομείο ένα κίτρινο φάκελο. Αποστολέας η παλιά μου κυρία, Άντεια Φραντζή. Μου εξηγούσε ότι κάνει εκκαθαρίσεις στο αρχείο και τη βιβλιοθήκη της και σκέφτηκε να μου στείλει κάποια «αρχαία» ενθύμια που είχε φυλάξει από μένα. Με έκπληξη είδα ανάμεσα στα χαρτιά, χειρόγραφα ποιήματα τα περισσότερα, ένα ποίημα που όχι απλώς δεν είχα κρατήσει αντίγραφό του αλλά είχα ξεχάσει ότι μπορεί και να το έγραψα κάποτε. Σιγά σιγά έβγαλα άκρη. Το ποίημα γράφτηκε κατά τη διάρκεια εκείνου του εξαμήνου, εγώ εικοσάχρονη ξετρελαμένη με τον άστατο, ερωτικό βίο της Μάτσης, όμως πεπεισμένη για δικούς μου λόγους, κυρίως για το γεγονός ότι είναι απόλυτα δημιουργική μόνο όταν συμβιώνει μαζί του, πως ο άντρας της ζωής της ήταν ο ζωγράφος Χαβιέρ Βιλατό. Εμφανώς επηρεασμένη από τις παρακολουθήσεις των μαθημάτων και τις συνεχείς αναφορές στην προσωπική της ζωή, ένα βράδυ ήρθε στον ύπνο μου ο Βιλατό. Αυτό το όνειρο περιγράφω σε στίχους κι αυτό το ποίημα εμπιστεύτηκα στη δασκάλα μου. Εκείνη το φύλαξε στο συρτάρι της 33 ολόκληρα χρόνια.

Τώρα του Aϊ-Γιαννιού που ανάψανε φωτιές

Ήρθε ο Χαβιέρ με μία ζωγραφιά πίσω στο αυτί του
Τι κάνει η Μάτση, ρώτησα. Είπε

Είναι μια θάλασσα χυμοί από γινωμένα φρούτα

η ζωγραφιά, χρώματος του κορμιού της προς τα κάτω
Πετάει στη Γριγρία του απογεύματος

τα ψόφια ψάρια του βραδιού

Μου ’δωσε κι ένα λόγο να σου φέρω

να τον ρίξεις στη φωτιά για χάρη της

Πάνω στην ανοιχτή παλάμη του Χαβιέρ

τεντώθηκε ο λόγος απ’ τον ύπνο

Ήταν ο ΕΡΩΣ αποκαμωμένος ΩΡΕΣ

στο σκοτάδι των δαχτύλων του

(Άραγε είναι αυτός ο λόγος της αγάπης τους;)

Τόσες ΩΡΕΣ ποίημα λιώσανε ΕΡΩΣ

μες στις φωτιές που ψήλωναν

Ο Χαβιέρ τράβηξε αμίλητος τη ζωγραφιά απ' τ΄ αυτί του
Με το αριστερό την πέταξε, με το δεξί βαφότανε γαλάζιες σπίθες

Τότε απλώθηκε μια μυρωδιά

όπως αν έγλειφαν οι φλόγες τα λεπτά της πόδια

Τι κάνει; ρώτησα. Ο Χαβιέρ είπε

Φορώντας μόνο τα καινούργια της γοβάκια από δέρμα μανταρινιού
Την ξέρεις δα την Μάτση πώς μπαινοβγαίνει στα τοπία


Και τότε και σήμερα, αυτό το ποίημα της παθιασμένης νεότητας αφιερώνεται στην Άντεια Φραντζή.

_____________
Κομμάτια του κειμένου προέρχονται αυτούσια από το αφιέρωμα του Χάρτη στη Μάτση Χατζηλαζάρου, τχ. 45, Σεπτέμβριος 2022)

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: