«Το καλοκαίρι των ηρώων»

Λεπτομέρεια από το εξώφυλλο του βιβλίου
Λεπτομέρεια από το εξώφυλλο του βιβλίου

Μαρία Σκαμάγκα «Ο πολύγραφος ή το καλοκαίρι των ηρώων», εκδ. Μεταίχμιο 2024


Η λογοτεχνία για παιδιά έχει μια δομική ιδιομορφία. Αν και γράφεται με στόχο να διαβαστεί από αναγνώστες που είναι κάπου ανάμεσα στα οχτώ με δώδεκα χρόνια τους, εντούτοις γράφεται από άτομα που έχουν περάσει τουλάχιστον στην τρίτη δεκαετία της ζωής τους ― τις περισσότερες φορές δε είναι αρκετά πάνω από τα τριάντα τόσα τους χρόνια.
Στην ιδιομορφία αυτή ελλοχεύει ένας κίνδυνος. Ο ενήλικος συγγραφέας για να γράψει μια ιστορία που πέρα από την αναγκαίες γνώσεις για το πως θεμελιώνεται και ολοκληρώνεται στη συνέχεια μια αφήγηση και πως ξεδιπλώνονται οι εσωτερικές διακυμάνσεις των ηρώων (γνώσεις και τεχνικές που αναγκαστικά είναι στοιχεία ενήλικης εμπειρίας), θα πρέπει και να ‘διαφεύγει’ από την ενήλικη σκέψη του και να αναζητά την επανασύνδεση του με τον τρόπο που ο ίδιος βίωνε τις εμπειρίες του τα χρόνια που ήταν παιδί.
Αν αποδεχτούμε αυτήν την συγγραφική ιδιομορφία της ‘ενήλικης παιδικότητας’ τότε θα μπορούμε να έχουμε σχηματίσει το κεντρικό συγγραφικό προσόν που πρέπει να διαθέτει αυτός που αποφασίζει να γράψει ένα λογοτεχνικό αφήγημα προορισμένο -εκδοτικά τουλάχιστον- να διαβαστεί από παιδιά.
Αλλά αυτόματα τίθεται ένας άλλος προβληματισμός. Μπορεί ο ενήλικος δημιουργός επιστρατεύοντας την δική του παιδικότητα να περιγράψει την αντίστοιχη ενός ατόμου που ζει σε μιαν άλλη εποχή -τουλάχιστον μετά από είκοσι αν όχι και περισσότερα χρόνια;

Τα μυθιστορήματα που κυκλοφορούν και στα οποία οι προέφηβοι ή και έφηβοι ήρωες ζούνε στο σήμερα και σε σημερινά προβλήματα και ερεθίσματα αντιδρούν, είναι πολλά (αν και κάποτε ήταν περισσότερα) και από αυτά δεν είναι δύσκολα κανείς να αποφασίσει πως ανάμεσά τους υπάρχουν και κάποια πολύ καλά.
Παρόλα αυτά ο κίνδυνος ο συγγραφέας να περιγράφει την σημερινή εποχή με συνθήκες που επικρατούσαν στη δική του, πάντα υπάρχει και πολύ συχνά επεμβαίνει σε βάρος της σχέσης κειμένου με αναγνώστη.
Άλλοτε πάλι, η προσπάθεια του συγγραφέα να συντονίσει τη γραφή του με τον τρόπο ζωής και αντίδρασης ενός σημερινού προεφήβου, τον οδηγεί σε άκαιρες και ακραίες χρήσεις της γλώσσας ή και αντικειμένων που ο ίδιος ως παιδί δεν γνώριζε, ενώ οι σημερινοί αναγνώστες του είναι ιδιαιτέρως με αυτά εξοικειωμένοι.

Θα έλεγα πως ο ασφαλέστερος και σίγουρα ο πλέον αποτελεσματικός τρόπος να περιγράψει ένας ενήλικος τον τρόπο αντίδρασης ενός παιδιού είναι να αφήσει την δική του παιδικότητα με εμπιστοσύνη να συνομιλήσει με την παιδικότητα ενός σημερινού παιδιού.
Τα ενδύματα, τα αντικείμενα, οι εξωτερικές συνθήκες σίγουρα διαφοροποιούνται, αλλά ο τρόπος όλα αυτά να ξαφνιάζουν τη ματιά ενός παιδιού παραμένει πάντα ο ίδιος.

Θέλω, στη σημείο αυτό, να διευκρινίσω πως όλες οι παραπάνω σκέψεις μου έχουν να κάνουν με πλατιές λογοτεχνικές αφηγήσεις ή με άλλα λόγια με αφηγήσεις όπου σχεδόν το μόνο στοιχείο που τις υλοποιεί είναι ο λόγος. Αν στραφούμε προς μια διαφορετική κατηγορία παιδικών αναγνωσμάτων ―αναφέρομαι στα εικονογραφημένα βιβλία ή και στα εικονοβιβλία― τότε άλλοι είναι οι τρόποι με τους οποίους επιτυγχάνεται η συμπόρευση ενήλικης και ανήλικης ματιάς, με άλλους τρόπους υλοποιείται η ενήλική παιδικότητα.

Αλλά δεν είναι αυτό ένα θέμα που αφορά το σημείωμα αυτό, μιας και όλα τα παραπάνω τα κατέγραψα μετά την ανάγνωση του μυθιστορήματος της Μαρίας Σκαμάγκα Ο πολύγραφος ή το καλοκαίρι των ηρώων που κυκλοφόρησε από τις εκδ. Μεταίχμιο [και πήρε το βραβείο Βιβλίου για Παιδιά (2024) του Χάρτη].

Η Μαρία Σκαμάγκα ασχολείται με την μετάφραση, έχει δημοσιεύσει κάποια διηγήματα για ενήλικες και ‘Ο πολύγραφος’ είναι το δεύτερο βιβλίο για παιδιά που η ίδια έχει γράψει.
Στο βιογραφικό σημείωμα που υπάρχει στην έκδοση, διαβάζουμε πως έχει γεννηθεί στην Αθήνα το 1970.
Τα δυο αγόρια ―κεντρικά πρόσωπα της ιστορίας― πρέπει την ίδια περίοδο να είχαν γεννηθεί μια και οι γονείς τους ήταν τέκνα ανθρώπων που έζησαν και πολέμησαν τα χρόνια του Εμφύλιου.
Χώρος όπου τα γεγονότα διαδραματίζονται ένα νησί (που δεν κατονομάζεται) και ο μυθιστορηματικός χρόνος ένα καλοκαίρι όλο κι όλο.
Ποια χρονιά; Μάλλον τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’80 ― η Μαρία Σκαμάγκα δεν ορίζει χρονολογίες, αφήνει να τις υποψιαστούμε από τις αντιδράσεις των ηρώων της.

Ένα καλοκαίρι διακοπών σε χωριό όπου μόνο δυο αγόρια ζούνε ― το ένα έχει έρθει για μόνιμη εγκατάσταση, το άλλο για να περάσει τις διακοπές του στο σπίτι της χήρας γιαγιάς του.
Καθημερινές στιγμές καλοκαιρινής αγορίστικης συντροφιάς ― παιχνίδια, εξερευνήσεις, αναγνώσματα… Και η προσπάθεια να κατασκευαστεί μια ατμόσφαιρα μυστηρίου που θα μετατρέψει τη καθημερινή ρουτίνα σε κάτι το πλέον ενδιαφέρον.
Μα στο νησί και στους ανθρώπους του ―μια μικρή κοινωνία που δεν έχει ολότελα συντονιστεί με τις εξελίξεις της υπόλοιπης χώρας― τα γεγονότα του εμφύλιου σπαραγμού παραμένουν κατά κάποιο τρόπο ζωντανά και έτσι η περιπέτεια που τα δυο παιδιά επιζητούν να κατασκευάσουν πολύ εύκολα γίνεται μια πραγματικότητα που θα έρθει να φωτίσει το παρελθόν που οι ενήλικες τους αποσιωπούν και που παράλληλα θα τους προσφέρει την ώθηση να περάσουν από την παιδική ηλικία στην εφηβεία.

Ειλικρινής αφήγηση ― ένα από τα δυο παιδιά αφηγείται την ιστορία. Αλλά σε χρόνο παρελθόντα. Χωρίς να δηλώνεται, μπορούμε να είμαστε βέβαιοι πως ο αφηγητής είναι πλέον ενήλικος. Αλλά είναι ένας αφηγητής που διατηρεί την ενήλικη παιδικότητά του.
Κι έτσι από τη μια περιγράφει τις αποφάσεις των παιδιών: «Μια τέτοια μέρα ξεκινήσαμε με τον Λεωνίδα να βρούμε τη σπηλιά του θείου Σαράντου. Με κάτι κιάλια του μπαμπά του Λεωνίδα πιο μεγάλα απ΄ το κεφάλι μας, που μας βάραιναν και τα περνούσαμε εκ περιτροπής στον λαιμό μας, σακίδια στην πλάτη όπου κουβαλούσαμε τις προμήθειές μας: τετράδια και μολύβια για σχεδιασμό χάρτη και καταγραφή των ευρημάτων μας…»
Και από την άλλη περιγράφει το τοπίο: «Το μονοπάτι το ανιχνεύαμε βήμα το βήμα, κλεισμένο μέσα σε δάσος από βελανιδιές, ψηλούς άργιους, που πρόσφεραν τους κορμούς τους παρηγοριά στην τυφλή πορεία μας».

Ομολογώ πως δεν έχω διαβάσει άλλο κείμενο της Μαρίας Σκαμάγκα. Αυτό ήταν το πρώτο και θεωρώ πως έχει μια ολοκληρωμένη λογοτεχνική υπόσταση καθώς μπορεί να κερδίσει το αναγνωστικό ενδιαφέρον ενός ενήλικα (κάτι που συνέβη σ' εμένα), αλλά παράλληλα έχει και όλα τα εφόδια να προκαλέσει μια θετική αναγνωστική εμπειρία σε ένα μεγάλο παιδί ή και έφηβο που του αρέσει να μυείται στα μυστικά της ποιοτικής γραφής.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: