Η εικαστική ανάσα ενός μεγάλου ποιητή

Η εικαστική ανάσα ενός μεγάλου ποιητή

Οδυσσέας Ελύτης: Διαφανογραφία από τη «Σαπφώ» (1968)

——— ≈ ———


Ώσπου τέλος ένιωσα
κι α
ς πα᾿ να μ᾿ έλεγαν τρελό
πώς από να τίποτα γίνεται ο Παράδεισος.

Οδυσσέας Ελύτης, Το Φωτόδεντρο και η δέκατη τέταρτη Ομορφιά


Έκθαμβος παραμένει ο προσεκτικός θεατής απέναντι στις υδατογραφίες, στις τέμπερες και τα κολλάζ του Οδυσσέα Ελύτη, προσπαθώντας να ερμηνεύσει το μυστήριο της γένεσης αυτών των εικόνων. Το 2011 επιμελήθηκα την έκθεση «Ο Κόσμος του Οδυσσέα Ελύτη: Ποίηση και Ζωγραφική» στο Ίδρυμα Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής Β. & Μ. Θεοχαράκη, σε συνεργασία με το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών και την πολύτιμη συμπαράσταση της ποιήτριας Ιουλίτας Ηλιοπούλου, με αφορμή την επέτειο των 100 χρόνων από τη γέννηση του νομπελίστα ποιητή. Η έκθεση αυτή παρουσιάστηκε εκ νέου το 2016, στο Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών ΑΠΘ. Πρόκειται για την παρουσίαση μιας στέρεης ζωγραφικής, απόμακρης από τον πειρασμό της γραφικότητας, με έντονη ενάργεια, που ξεπερνά τα όρια του χώρου και του χρόνου, και υποστηρίζει με αμεσότητα το μύθο και την πραγματικότητα, τον έρωτα και το όνειρο. Η έκθεση δεν αποσκοπούσε στο να δείξει μόνο την εικαστική του δημιουργία, αλλά να προβάλλει γενικότερα την οικουμενική θεώρηση της πραγματικότητας από τον ποιητή.

Η ζωγραφική και η ποίησή του μαρτυρούν εμπειρίες και διαδρομές, καθώς αποκαλύπτουν τον κόσμο σύμφωνα με τις ευαισθησίες και τις αντιλήψεις του. Αυτό που πάντα αναζητούσε στις μορφοπλαστικές του δημιουργίες ήταν η μυστική ποίηση, το αίσθημα, η «γεύση» της εικόνας. Έτσι, κατέκτησε μια δροσερή ζωγραφική έκφραση με ποιητική λεπτότητα, με αέρινη και διαυγή χάρη, όπου οι φόρμες του αναπτύσσονται ελεύθερα, αντανακλώντας μια σωστή αίσθηση ζωής μέσω της φαντασίας. Η δύναμη του πνεύματος είναι εμφανής σε κάθε του έργο, με μοναδική ατμόσφαιρα σε κάθε του σύνθεση, όπου το χρώμα πρωταγωνιστεί, φτάνοντας στο φως και το βάθος του. Έτσι, έχεις την αίσθηση ότι τα έργα του αποκτούν μια άλλη διάσταση, με λυρισμό και ζωτικότητα, που σε απελευθερώνει, όπως με τις περίφημες τέμπερές του Βότσαλα, του 1988, Τα ψάρια, του 1988, ή τα κολλάζ Οι δρόμοι της θάλασσας, του 1972, και Η διαγώνιος, του 1986. Έργα, που αφήνουν τη γεύση της θάλασσας στα χείλη και τη χαρά της αφθαρσίας στα μάτια, αφού ο ποιητής είναι βαφτισμένος στις αισθήσεις του Αιγαίου, σε θάλασσες, όπου ποτέ δεν βουλιάζεις, αφού, πέρα από τα κρυμμένα τους μυστικά, σου δίνουν τη δύναμη πότε να παλεύεις και πότε να ονειρεύεσαι. Ίσως γιατί στη ζωγραφική του, άλλοτε από μνήμες παλιές και άλλοτε σύγχρονες, εμπιστεύτηκε το πνεύμα του και μέσα από αυτήν αναγνώρισε τον εαυτό του. «Έχω συλλάβει τη μορφή μου», γράφει ο ίδιος, στα Ανοιχτά Χαρτιά «κάπου ανάμεσα σε μια θάλασσα, που ξεπροβάλλει από το ασβεστοχρισμένο τοιχάκι μιας εκκλησιάς, και σ’ ένα κορίτσι ξυπόλυτο, που του σηκώνει ο άνεμος το ρούχο, μια στιγμή τύχης που αγωνίζομαι να αιχμαλωτίσω ή της στήνουν καρτέρι με λόγια ἑλληνικά. Να τι είδους είναι ο ελάχιστος καμβάς, όπου μπορεί επάνω να του κεντηθεί το ιδεογραμμα της ζωής μας…»

Αξίζει, επίσης, να σταθούμε στα ζωγραφισμένα του χειρόγραφα, όπου τα ποιήματα συνυπάρχουν με τις ζωγραφικές εικόνες και να θυμηθούμε τα λόγια του συντοπίτη του, Στρατή Ελευθεριάδη-Tériade, του μεγάλου κριτικού τέχνης και εκδότη, που μαζί με τον φίλο του Maurice Raynal, είχαν την ευθύνη της καλλιτεχνικής σελίδας του περίφημου περιοδικού L'Intransigeant, συνυπογράφοντας τα κοινά τους κείμενα ως Οι δύο τυφλοί: «Η επιδερμίδα της ζωγραφικής» έλεγε ο Tériade «έχει γνώση ανθρώπινης επιδερμίδας. Διαθέτη ποικιλομορφία, πυκνότητα, δύναμη απεικόνισης του βάθους. Κατέχει την αρετή του να είναι το αντίθετο ενός φαινομένου, δηλαδή εξιδανικευμένη και υπεύθυνη εξωτερίκευση του ανθρώπου, ένα ακραίο και παλλόμενο σημείο επαφής του με την περιβάλλουσα ζωή.» Τα εικονογραφημένα, από τον ίδιο, χειρόγραφα φανερώνουν μια ολοκληρωμένη εικόνα της προσωπικότητάς του, τη συνύπαρξη ή την αλληλεξάρτηση της ζωγραφικής με την ποίηση του, έξω από μουσειακές ταριχεύσεις και συντεχνιακές συναναστροφές, για να εκτιμήσουμε σωστότερα τη σύγχρονη τέχνη και να αντιληφθούμε το μέγεθος της κληρονομιάς μας. Θαρρώ, επίσης, άκρως διαφωτιστικό, της άρρηκτης σχέσης ποίησης και ζωγραφικής του Ελύτη, το παράθεμα της Ιουλίτας Ηλιοπούλου στο πολυσέλιδο βιβλίο-λεύκωμα Οδυσσέας Ελύτης. Ο Ναυτίλος του Αιώνα (εκδ. Ίκαρος), που μαρτυρά το πάθος του για την τέχνη και την βαθιά του εκτίμηση για τους κορυφαίους ποιητές και ζωγράφους: «Λόρκα, Ελυάρ, Ματίς, Πικάσο, είναι μόνο κάποιοι από τους πλησιέστερους του συνταξιδευτές στον Εικοστό αιώνα, ανάμεσα από μιά μεγάλη ομάδα ονομάτων, όπου οι ζωγράφοι ισότιμα συνυπάρχουν με τους ποιητές, μια και ο Ελύτης έχει, από νωρίς, ξεκάθαρα δεχτεί την οικείωση των δύο τεχνών, προσλαμβάνοντας τους νόμους της μιας ως εφαρμογή την νόμων της άλλης, σε μιαν αμφίδρομη διαδρομή συγκοινωνούντων δοχείων... Στην ποίηση πάντοτε προσδίδει την ανάγκη του να αποκτά αντίκρισμα ορατό. Η συγγενέστερη, άλλωστε, για εκείνον τέχνη, της οποίας τα μυστικά γνώριζε βαθειά, η ζωγραφική, έρχεται εδώ να γίνει η παράπλευρη δική του έκφραση των ελεύθερων ωρών του. Μια έκφραση που δεν ζητά να εικονογραφήσει τον δικό του λόγο, αλλά που επιθυμεί να εικονίσει στιγμές, όνειρα ενός κόσμου, που ξέρει να λειτουργεί χωρίς βαρύτητα, πάντοτε μέσα σε μιαν αισθησιακή έξαψη, που λιγότερο τα γυμνά σώματα προκαλούν –μάλλον φορείς αθωότητας είναι– και περισσότερο η ένταση των καθαρών χρωμάτων, ο μετασχηματισμός και η μυθοποίηση των φυσικών στοιχείων στη ζωγραφική, η αναδιάταξη και η ρηξικέλευθη σύνθεση των επιμέρους στοιχείων του κόσμου στις συνεικόνες του.»

Ο Ελύτης γνώριζε σε βάθος τον κόσμο μας, από τον αρχαίο πολιτισμό, τη Βυζαντινή και λαϊκή μας παράδοση έως τους αρλεκίνους και τους ταυρομάχους του Πικάσο, τους γελωτοποιούς του Βελάσκεθ και τους παλιάτσους του Ρουώ. Έτσι, οφείλουμε να κοιτάξουμε τον Ελύτη ως ποιητή, ζωγράφο, κριτικό και να θυμηθούμε τα σπουδαία του κείμενα για τους Θεόφιλο, Παναγιώτη Ζωγράφο, Παρθένη, Γκίκα, Καπράλο, Μόραλη, Τσαρούχη, Εγγονόπουλο, Φασιανό έως τους Ματίς και Πικάσο, μεταξύ άλλων. Ο Tériade θεωρούσε τον Ελύτη ως έναν από τους κορυφαίους ποιητές και στη Villa Natacha, το καλοκαιρινό του σπίτι στο Saint-Jean-Cap-Ferrat, που τόσο αγαπούσε, συναντήθηκε ο Ελύτης με τον Πικάσο με αποτέλεσμα λίγο αργότερα να γράψει το διθυραμβικό αισθητικό του δοκίμιο για τον κορυφαίο πρωτοπόρο της μοντέρνας τέχνης.
Ο Ελύτης, με τη ζωγραφική του πλησιάζει το μυστήριο της ζωής και του κόσμου, τον άνθρωπο και τα πάθη του, τη μυστηριακή και θεϊκή υπόσταση της φύσης. Μια συνεχής, επίμονη και μυστική επικοινωνία με την ύλη των χρωμάτων, τη λευκή επιφάνεια του χαρτιού και τα αμέτρητα, μικρά χαρτάκια, για να συνθέσει το δικό του σύμπαν, που μαρτυρά τη σχέση του με την ποίηση του

    Ιδού εγώ λοιπόν,
                        ο πλασμένος για τις μικρές Κόρες και τα νησιά

                        του Αιγαίου
                        ο εραστής του σκιρτήματος των ζαρκαδιών

                        και μύστης των φύλλων της ελιάς
                        ο ηλιοπότης και ακριδοκτόνος

Είναι ο έρωτας αθώος; Στο εντυπωσιακό κολλάζ Το χρυσό ζευγάρι, του 1987, η αφαιρετική διάθεση συνδιαλέγεται με την δύναμη της ελλειπτικής παραστατικής απόδοσης και η δύναμη της εικόνας κορυφώνεται από την έντονη συνδιαλλαγή του λαμπερού χρυσού με το ανεξιχνίαστο μαύρο φόντο του έργου, ανακαλώντας τον στίχο «Κοίταζα πόσο διάφανοι γίνονται όσοι αγαπάνε…», ενώ στο κολλάζ Τοιχογραφία, του 1987, δίνεται η αίσθηση ότι η γυναικεία μορφή σιγοψιθυρίζει κόντρα στον άνεμο τον στίχο:                         

                Ο έρωτας
                Το τραγούδι του
                Κι οι ορίζοντες του ταξιδιού του
                Κι η ηχώ της νοσταλγίας του
                Στον πιο βρεμένο βράχο της η αρραβωνιαστικιά προσμένει
                Ένα καράβι

Πιστός στο φως του Αιγαίου, ο Ελύτης ζωγράφισε έργα μικρών διαστάσεων, τέμπερες, υδατογραφίες, διαφανογραφίες, που σφύζουν από τη μαγεία των χρωμάτων και τη δύναμη της σύνθεση τους, όπως έχω γράψει στον κατάλογο της έκθεσης που επιμελήθηκα πριν δέκα χρόνια στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη. Ο Ελύτης πεισματικά προσηλώνει το βλέμμα του στο μυστήριο της ζωής και τη θεϊκή υπόσταση της φύσης. Η ζωγραφική, για τον ίδιο, είναι πρωτίστως μια ασίγαστη δράση, που σαρκώνεται από το πνεύμα. Θερμός οπαδός της πρωτοπορίας, αντιστάθηκε στην πιστή, ρεαλιστική περιγραφή, δίνοντας προβάδισμα σε μια ελεύθερη έκφραση, με περισσότερη ευαισθησία και συγκίνηση. Στις εικόνες του κατοικούν άνεμοι, κύματα, κούροι και κόρες, «ο κόσμος, ο μικρός ο μέγας». Η ατελεύτητη θάλασσα, μαζί με το φως του ήλιου, πυροδότησαν τη δημιουργική του δράση στην προσπάθεια του να αιχμαλωτίσει το μυστικό ρυθμό της φύσης. Με διαύγεια στοχασμού και με αμείωτο πάθος φιλοτέχνησε, με τρυφερά αισθήματα και λυρική πνοή, εικόνες ευδαιμονίας και πάθους. Το ελληνικό τοπίο και ιδιαίτερα η Μυτιλήνη, η Κρήτη και οι Σπέτσες τού προσφέρουν το ατελείωτο πεδίο για την μετάπλαση των εικόνων του. Η λυρική πνοή της ποιητικής του ιδιοσυγκρασίας φανερώνεται μέσα από τους ιριδισμούς των χρωματικών του εκφράσεων. Ο ίδιος, άλλωστε, καταθέτει: «Η ζωγραφική είναι ζωγραφική. Διορθώνει, παρά που αποδίδει την πραγματικότητα, και δη προς την κατεύθυνση όχι του ρευστού αλλά του διαρκούς, όχι του φθαρτού αλλά του ακατάλυτου».

Τα έργα αυτά πραγματώνουν, με τον εναργέστερο τρόπο, τα αισθήματα που εξέφρασε και στην ποίησή του. Οι αρχαίοι Έλληνες λυρικοί, οι βυζαντινοί υμνογράφοι, ο Κάλβος, οι Γάλλοι υπερρεαλιστές, ο Λωτρεαμόν, ο Ρεμπώ, ο Σαραντάρης κ.ά. υπήρξαν οι μεγάλοι δάσκαλοί του. Ο Πικάσο, ο Ματίς, ο Θεόφιλος, ο Γκίκας και ο Μόραλης, έχω την αίσθηση ότι καθοδήγησαν το βλέμμα του στη ζωγραφική του περιπέτεια. Η ασυνήθιστη χρήση των λέξεων μαζί με την ικανότητά του να βυθίζεται στο χρόνο, ενώνοντας το μακρινό χθες με το σήμερα, την ιστορία με το αύριο, συνοδοιπορούν με την ικανότητά του για δημιουργία ζωγραφικών εικόνων υψηλών αισθητικών συγκινήσεων, που προσεγγίζουν τον αρχέτυπο κόσμο της διάρκειας. Η ποίηση και η ζωγραφική του παραμένουν αυτόνομοι χώροι της δημιουργίας του και ορίζονται από τη διαλεκτική τους σχέση. Ο ίδιος, εξάλλου, γνώριζε πόσο δύσκολο είναι να ακολουθήσεις το δρόμο της ζωγραφικής και να μπορέσεις να αποδόσεις το όραμα σου.

Η εικαστική του δημιουργία είναι καθαρά προσωπική, έχοντας βιωματικό βάθος και ποιητική ενόραση. Στα κολλάζ του, ο δεξιοτέχνης και εκλεκτικιστής καλλιτέχνης, με την ευλογία της υπομονής και της επιμονής, τολμά να εκτείνεται αναπεπταμένα. Μέσα από προσεκτικές χειρονομίες και δυνατές χρωματικές αντιπαραθέσεις, αγγίζει το θαύμα της ζωής, που παραμένει αιώνιο στην αδυσώπητη ροή του χρόνου. Εταστικός και αισθαντικός, διατυπώνει στις εικόνες του τις μεταφυσικές του απορίες, τους φιλοσοφικούς του στοχασμούς, τις μνήμες από την κλασική Ελλάδα, το Βυζάντιο και τη νεοελληνική πραγματικότητα. Αν και έζησε σε μια ταραγμένη εποχή, με εμπειρίες από το Αλβανικό μέτωπο, την περίοδο της Κατοχής, τα τραγικά γεγονότα του Εμφυλίου και της επτάχρονης δικτατορίας, εκείνος, στο έργο του, παρέμεινε προσηλωμένος σε καθετί ωραίο και υψηλό.

Οι υδατογραφίες του με τα διάφανα χρώματα, τις θερμές σκιές, τη γεωμετρική αφαίρεση και την εκφραστική σαφήνεια προβάλλουν την πιο μυστηριακή και ερωτική αίσθηση της ζωής. Οι ιριδισμοί των υδατογραφιών του, φανερώνουν τη λυρική πνοή της ποιητικής του ιδιοσυγκρασίας. Το 1979, με υδατοχρώματα ζωγραφίζει την Ευάνθη, την κόρη του Ποσειδώνα, που αγάπησε ο Απόλλωνας, σύμφωνα με μία εκδοχή του μύθου. Αργότερα, με την ίδια τεχνοτροπική αντίληψη και με έντονες χρωματικές αντιπαραθέσεις, ζωγράφισε τη Θεά Φυτώ β΄ και δ΄, τον Φυλλένιο, Το αρχαίο καράβι κ.ά.. Παράλληλα, την ίδια χρονική περίοδο, οικειοποιούμενος μια άμεσα λιτή γεωμετρική έκφραση, δημιουργεί τις υδατογραφίες Η κίτρινη γραμμή, Το κιόσκι, Μπλε και πράσινο, Τα λευκά φύλλα, Το εγκόλπιο, Πλέγμα από καλάμι και Λεπτομέρεια βάρκας, ανάμεσα στα άλλα, δίνοντας πρωτεύοντα ρόλο στην ευθεία γραμμή και στο λύγισμα της σε καμπύλη.

Στα κολλάζ του δουλεύει με ασπρόμαυρες και έγχρωμες φωτογραφίες, τονίζοντας, σε αρκετά απ’ αυτά, την ερωτική τους διάσταση, όπως στα: Ανάστροφο τοπίο (1967), Το μήνυμα (1968), Η γυναίκα με το κερί (1966) ή Η γυναίκα με τα λευκά (1986), μεταξύ των άλλων. Ο Ελύτης δουλεύει με καθαρά μονοτονικά χρώματα και έντονες χρωματικές αντιπαραθέσεις. Παράλληλα, οικειοποιείται τα διάφανα, αυτοκόλλητα χρωματιστά χαρτιά, για να προσδώσει στις εικόνες την προσωπική του σφραγίδα, επιβεβαιώνοντας, για μια ακόμη φορά, την ύπαρξη συγκοινωνούντων δοχείων ανάμεσα στην ποίηση και τη ζωγραφική του.
Ο Ελύτης, με τον μοναδικά καίριο τρόπο του στο παρακάτω απόσπασμα, μας δίνει μια ανάγλυφη εικόνα των στόχων του, σχετικά με τη σοβαρή του ενασχόληση με το κολλάζ. «Ανάμεσα στα κολλάζ των υπερρεαλιστών και τα δικά μου, υπάρχει, εκτός από τη διαφορά του υλικού και άλλη μία ακόμη: ότι ενώ εκείνοι αποβλέπανε στο να υλοποιήσουν μια παραδοξότητα, εγώ προσπαθούσα να αιχμαλωτίσω ένα όραμα με απαιτήσεις πλαστικές. Επεδίωκα με το τελικό αποτέλεσμα κάτι παραπλήσιο μ’ αυτό που θα επεδίωκε ένας ζωγράφος. Και αυτό μου στοίχισε ώρες εργασίας και αφάνταστο μόχθο που, μερικοί επιπόλαιοι από τους θεατές, όχι μόνο δεν τον διέγνωσαν, αλλά με κατηγόρησαν και για προχειρολογία και παιδικότητα. Μου χρειάστηκε να κάνω εκατοντάδες δοκιμές συνδυασμών για κάθε έργο, ούτως ώστε το παραμικρό κοκκινάκι π.χ. σ’ ένα σημείο της σύνθεσης να έχει το αντίστοιχό του σε κάποιο άλλο ή όλα τα ετερόκλητα στοιχεία που συνδυάζονται να είναι φωτισμένα από την ίδια πλευρά. Ως και το πλάτος ή η υφή από τις πλάγιες λουρίδες που χρειάστηκε κάποτε να προσθέσω για να επιτύχω ένα πιο σωστό «καντράρισμα» είναι μελετημένα ως την τελευταία τους λεπτομέρεια».
Αληθινός και άμεσα εύγλωττος, ο Ελύτης, αντλώντας από την αρχέγονη παράδοση και την ζωντανή βίωση, μας παραδίδει την θεώρηση του για τον κόσμο, μεταφράζοντας την σε έργα υψηλής ευαισθησίας, που επικοινωνούν με καθέναν από εμάς. Ποιητής πρωτεϊκός και ζωγράφος υπερευαίσθητος, φιλοτέχνησε με ένστικτο και τόλμη. Πηγή έμπνευσής του η ελληνική ιστορία στις οικουμενικές της διαστάσεις και η ζωγραφική του αλάθητος καθρέφτης του πνεύματος του.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: