Σημειώσεις για τη «Βασίλισσα της Βροχής»

Σημειώσεις για τη «Βασίλισσα της Βροχής»

«Η γυναίκα της βροχής» («καταραμένο») έργο της Ουκρανής Σβετλάνα Τάλετς
ΠΗΓΗ:
https://theghostinmymachine.com/2021/11/15/encyclopaedia-of-the-impossible-the-rain-woman-cursed-painting/


Πριν ξεκινήσουμε, πρέπει να εξομολογηθώ κάτι. Σας είπα ψέματα. Όπως γράφει ο τίτλος, όντως σε αυτό το άρθρο θα αναφερθώ στη Βασίλισσα της Βροχής, το νέο βιβλίο του Ρίτσαρντ Μπ. Κουίν (γνωστού για τα μυθιστορήματα Η τελευταία μεγάλη ληστεία τρένου, Το μυστικό νεκροταφείο, και για τα δύο έχω μιλήσει στο παρελθόν σε αυτή την ιστοσελίδα). Αλλά, σε αντίθεση με αυτό που γράφει ο τίτλος, δεν είναι ακριβώς κριτική του βιβλίου. Δεν πιστεύω ότι στόχος του εν λόγω βιβλίου είναι να εντυπωσιάσει με γλαφυρές περιγραφές ή μια περίτεχνη αφηγηματική δομή. Αν ήμουν αναγκασμένος να σχολιάσω αυτά τα χαρακτηριστικά, θα έλεγα ότι είναι λειτουργικά, αν όχι ιδιαίτερα, και πρέπει να συγχαρώ τον κύριο Κουίν που έχει το θάρρος να γράψει κάτι που θεματολογικά κινδυνεύει τόσο να αγγίξει το κιτς. Αλλά, και πάλι, αυτό δεν το νόημα. Ο λόγος που οι περισσότεροι θα αγοράσουν το βιβλίο είναι ότι διαφημίζεται ως αληθινή ιστορία, βασισμένη στα ημερολόγια του Άγγλου ποιητή Έντουαρντ Χαντ. Αυτό το στοιχείο κίνησε την περιέργεια μου, με ώθησε εντέλει να ξοδέψω περισσότερα χρήματα από όσα θα διέθετε ένας λογικός άνθρωπος σε εγκυκλοπαίδειες, και να παρουσιάσω καθυστερημένα ένα άρθρο που μοιάζει λιγότερο με κριτική και περισσότερο με ιστορική έκθεση. Τώρα που απολογήθηκα, και μιας και μπήκα σε όλο αυτόν τον κόπο, ας αρχίσουμε. Όπως μας ενημερώνει το εξαιρετικό βιβλίο της Γεωργίας Δαμασκηνού (καθηγήτρια ιστορίας του ΑΠΘ) Πολιορκημένοι από Επιλογή: Ζωές Φιλελλήνων Ποιητών:

… [ο Έντουαρντ Χαντ] γεννήθηκε στο Λονδίνο τον Απρίλιο του 1868, γόνος αριστοκρατικής οικογένειας. Δεν κατείχε κάποιον επίσημο τίτλο, αλλά σε πολλές επιστολές αναφέρεται εσφαλμένα ως Λόρδος ή Κόμης, ένδειξη του σεβασμού που έχαιρε η καταγωγή του. Από μικρή ηλικία ανέπτυξε μεγάλη αγάπη για τον Ελληνικό πολιτισμό. Μιλούσε άπταιστα ελληνικά και συχνά αφιέρωνε ποιήματα του σε μορφές της αρχαιοελληνικής μυθολογίας, όπως η Αθηνά και ο Γανυμήδης. Η αγάπη του για την Ελλάδα τον οδήγησε, τον Σεπτέμβριο του 1890, να μετακομίσει στο νησί της Σκύρου…

Αυτά είναι τα γεγονότα στα οποία ο κύριος Κουίν δεν φέρνει αντίρρηση (με μια εξαίρεση: στο βιβλίο είναι εμφανές ότι ο Χαντ είναι ετεροσεξουαλικός, αν και η εντύπωση που έλαβα εγώ ήταν ότι ήταν πιθανώς κρυφά ομοφυλόφιλος. Δεν υπάρχει καταγεγραμμένη σχέση του με μέλος του άλλου φύλου, και ο φιλικός του κύκλος περιλάμβανε αποκλειστικά άνδρες. Βέβαια, δεν έχω αποδείξεις, και παραδέχομαι ότι ο τρόπος που τον παρουσιάσει ο κύριος Κουίν ταιριάζει άριστα με την αντίληψη της ποπ κουλτούρας για τους βικτωριανούς ποιητές ως μανιακούς γυναικάδες). Είναι μετά από κάποια ομολογουμένως ανιαρά εισαγωγικά κεφάλαια, όπου περιγράφεται η απέχθεια του Χαντ για τον τυποποιημένο τρόπο ζωής της Λονδρέζικης αριστοκρατίας και την ανάπτυξη του πάθους του για τον Ελληνικό πολιτισμό, που τα πράγματα παίρνουν μια πιο παράξενη τροπή. Το μεγαλύτερο μέρος της Βασίλισσας της Βροχής στηρίζεται στη διαμονή του ποιητή στη Σκύρο. Σύμφωνα με την κυρία Δαμασκηνού, εκεί ο Χαντ αγόρασε ένα παλιό αρχοντικό, κοντά στις Τρεις Μπούκες. Εκ φύσεως συνεσταλμένος, είχε καλές σχέσεις με την κοινότητα, αλλά περνούσε τον περισσότερο χρόνο του μέσα, διαβάζοντας και γράφοντας. Το ημερολόγιο που κρατούσε περιέχει ορισμένες καταχωρήσεις, που εγώ θα χαρακτήριζα ανησυχητικές, ενώ ο κύριος Κουίν σίγουρα πηγή έμπνευσης:

18 Σεπτεμβρίου 1890

Ανατολικά από την έπαυλη απλώνονται ψηλά και αιχμηρά βράχια, που στο σεληνόφως εύκολα κανείς πλανάται, και βλέπει μπροστά του μια ταξιαρχία από στρατιώτες, με τα τουφέκια τους σηκωμένα ψηλά. Αλλά, αν ακολουθήσει κανείς τα βράχια μέχρι τη θάλασσα, θα δώσουν μια αλλιώτικη εντύπωση. Γιατί όταν σμίγουν με τα άγρια κύματα του Αιγαίου, από στρατιώτες μεταμορφώνονται σ’ ορχήστρα, και ο θόρυβος των κυμάτων σε μουσική. Και, ορκίζομαι στον Θεό, ότι χθες το βράδυ άκουσα μουσική! Ήταν μια από τις άγρυπνες νύχτες που έχω όλο και πιο συχνά τελευταία, όταν μια μελωδία τρύπωσε από το παράθυρο μου. Δεν έμοιαζε με καμία που έχω ξανακούσει στη ζωή μου. Θυμάμαι τον ήχο του βιολιού, αριστοτεχνικού σαν να ήταν στα χέρια βένετου μαέστρου, και ενός τυμπάνου που ερωτοτροπούσε με ένα όργανο που δεν κατάφερα να αναγνωρίσω. Για τουλάχιστον δέκα λεπτά σεργιάνιζα τυφλά στο σκοτάδι, χωρίς να βρω την πηγή της, μέχρι η μουσική να σταματήσει. Σήμερα το πρωί ρώτησα τον πάτερ Μιχάλη για το περιστατικό, και με διαβεβαίωσε ότι δεν έγινε γιορτή χθες το βράδυ.

24 Σεπτεμβρίου 1890

Χθες το βράδυ άκουσα ξανά τη διαβολική μουσική. Και ξανά, στάθηκα ανίκανος να εντοπίσω την πηγή της. Πόσο ασυναγώνιστα όμορφη στο άκουσμα, αλλά βασανιστική στον νου, καθώς ο μόνος τρόπος να την ακούσω ξανά ήταν να περιμένω εκείνη να αποφασίσει τη στιγμή.

Ο κύριος Κουίν εμπλουτίζει αυτό της σημείο της ιστορίας, προσθέτοντας μια σειρά από αμφιλεγόμενα μεταφυσικά στοιχεία που δεν βασίζονται στα ημερολόγια. Στη δική του εκδοχή, ο Έντουαρντ Χαντ βασανίζεται από την αίσθηση ότι παρακολουθείται από άυλες παρουσίες. Αντικείμενα της έπαυλης, όπως κηροπήγια και βιβλία, εξαφανίζονται (μια ιδιαίτερα κακή επιλογή κατά τη γνώμη μου, καθώς δίνει στον αναγνώστη τη λανθασμένη εντύπωση ότι διαβάζει μια ιστορία στοιχειωμένου σπιτιού, κάτι που σύντομα διαπιστώνει ότι δεν ισχύει), ενώ ο πάτερ Μιχάλης που αναφέρεται στο ημερολόγιο προειδοποιεί τον Χαντ να μην βγαίνει έξω τη νύχτα, λόγω κάποιας τοπικής δεισιδαιμονίας. Η εν λόγω δεισιδαιμονία υποθέτω ότι είναι επινόηση του κυρίου Κουίν και δεν έχει όντως βάση σε πιστεύω των κατοίκων της Σκύρου, αν και το να ζητάς από κάποιον να μην τριγυρνάει στο σκοτάδι σε μια περιοχή με βράχια που οδηγούν απευθείας στον βυθό της θάλασσας δεν μου ακούγεται παράλογο. Παρ᾽όλα αυτά, μέχρι εδώ συμφωνεί σε μεγάλο βαθμό με τα γεγονότα όπως παρουσιάζονται στα ημερολόγια.

4 Οκτωβρίου 1890

Για άλλη μια φορά το κάλεσμα της μουσικής με ανάγκασε να σηκωθώ απ’ το κρεβάτι μου. Αυτή τη φορά διαπίστωσα πως δεν ήμουν μόνος. Είδα μια γυναικεία μορφή, στην ακτή κάτω από τα βράχια. Κατέβηκα με μεγάλη προσοχή, σχίζοντας τα ρούχα μου σε πολλά σημεία, για να τη δω από πιο κοντά. Ένα ρίγος με διαπέρασε, ένα παγωμένο χέρι που έσφιγγε την καρδιά μου. Η γυναίκα προχώρησε μέσα στη θάλασσα, μέχρι που χάθηκε στον ορίζοντα. Έμεινα λίγη ώρα εκεί, περιμένοντας να τη δω να ξεπροβάλλει από τη θάλασσα. Αλλά δεν συνέβη κάτι τέτοιο, και ένα ψιλόβροχο με ανάγκασε να επιστρέψω στο κρεβάτι μου.

Στην εκδοχή του κυρίου Κουίν, η γυναίκα φέρει εξαιρετικά πολλές ομοιότητες με του αρχέτυπο του βαμπίρ, του ταυτόχρονα αιμοβόρου και γοητευτικού πλάσματος της λαϊκής παράδοσης, του σατανικού νοσφεράτου. Ξοδεύει δεκάδες σελίδες ενός ήδη ογκώδους βιβλίου περιγράφοντας το αφύσικο λευκό δέρμα της και τα αιχμηρά της δόντια. Το αρχέτυπο του βαμπίρ ταιριάζει περισσότερο στο σκηνικό της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης, παρά με αυτό της Μεσογείου. Όταν ο Χαντ μετακόμισε στη Σκύρο, το νησί ήταν ανεξάρτητο από την Οθωμανική αυτοκρατορία μόλις εξήντα χρόνια, και μου φαίνεται δύσκολο να πιστέψω ότι ο μύθος του βαμπίρ είχε προλάβει ήδη να ριζωθεί βαθιά στην τοπική μυθολογία. Είναι κάτι που ο Χαντ πιο εύκολα θα έφερνε μαζί του από τη γενέτειρα του, παρά θα έβρισκε στο νησί. Ας υποθέσουμε για λίγο ότι ο ποιητής όντως άκουσε τη μουσική και ότι όντως είδε τη γυναίκα. Θεωρώ ότι η Ελληνική μυθολογία προσφέρει πολύ πιο αρμόζουσες για το σκηνικό επιλογές σχετικά με την ταυτοποίηση του υπερφυσικού φαινομένου πάνω στο οποίο έπεσε. Δεν θέλω να ακουστώ εγωπαθής, αλλά καθώς διάβαζα το βιβλίο είχα πολλές ιδέες, αντιπροτάσεις αν θέλετε. Ας δούμε ένα απόσπασμα από τον πρώτο τόμο του Μυθολογικού Λεξικού, της σειράς των εκδόσεων Άλμπατρος περί των μύθων και των θρύλων διάφορων πολιτισμών ανά τον κόσμο, που καταπιάνεται με την αρχαία Ελλάδα.

[οι Νύμφες] εμφανίζονται σε κείμενα ως κόρες του Δία, και σε άλλα του Τιτάνα Ωκεανού. Είναι θεότητες που συνδέονται έντονα με τα βουνά, όπου τριγυρίζουν χορεύοντας και τραγουδώντας ως μέλη της συνοδείας του θεού Διόνυσου, καθώς και με τους υδάτινους όγκους. Τυπικά, θεωρούνταν καλόβουλες, υπάρχουν όμως μύθοι που δείχνουν ότι, όπως όλες οι θεότητες, είναι απρόβλεπτες, με χαρακτηριστικό παράδειγμα όταν, θαμπωμένες από την ομορφιά του, απήγαγαν τον ήρωα Ύλα…

Αλλά δεν έγραψα εγώ το βιβλίο, και η ιστορία του Έντουαρντ Χαντ, με βαμπίρ ή όχι, δεν τελείωσε εκεί. Οι καταχωρήσεις στο ημερολόγιο του γίνονται κλιμακωτά λακωνικές. Δεν μοιάζουν τόσο με καταγραφές γεγονότων, όσο με ασκήσεις μαγικού ρεαλισμού. Βγαίνει από την έπαυλη του τόσο σπάνια που οι ντόπιοι ανησυχούν για την υγεία του, και κάθε φορά που τον βλέπουν στο χωριό επιβεβαιώνει τις ανησυχίες τους, δείχνοντας όλο και πιο ασθενικός. Σε ένα περιστατικό που αναφέρεται σε τοπική εφημερίδα, ο πάτερ Μιχάλης επισκέφτηκε την έπαυλη για να του δώσει τρόφιμα, αλλά δεν ήταν μέσα. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του ιερέα, είδε τον ποιητή να περιφέρεται γυμνός στην ερημιά. Αναμενόμενα, οι σχέσεις του Χαντ με την κοινότητα διακόπηκαν απότομα. Δεν υπάρχουν, συνεπώς, άλλες πηγές πληροφοριών που μπορούν να ρίξουν έστω και λίγο φως στο τι ακριβώς συνέβη μετά, εκτός από το ημερολόγιο.

29 Οκτωβρίου 1890

Πάνω από τρεις εβδομάδες έχουν περάσει. Δεν έχω ακούσει ξανά τη μουσική, ούτε έχω δει τη γυναίκα. Βροχή. Μόνο βροχή.

7 Νοεμβρίου 1890

Την ακολούθησα μέσα στους θάμνους. Η μεταξένια φωνή της αντηχούσε σε χίλιους αόρατους καθρέφτες, πλήθαινε μέχρι που ήταν ολόκληρη χορωδία. Και ορισμένες νότες χτυπούσαν πάνω στους καθρέφτες ξανά, και επέστρεφαν από την άλλη πλευρά, άλλες με τη μορφή του βιολιού και του πιάνου, και άλλες [δυσανάγνωστο]. Ακολούθησα τη φωνή της, και τη μυρωδιά της βροχής που πότιζε τους θάμνους.

12 Νοεμβρίου 1890

Ήρθε στην έπαυλη χθες το βράδυ. Αθόρυβα, μπήκε στο γραφείο μου, ενώ εγώ πάσχιζα να γράψω. Στο Λονδίνο δεν είχα ποτέ παρόμοιο πρόβλημα, αλλά εδώ κάποιες ημέρες είμαι ανίκανος να γράψω ακόμα και το όνομα μου. Η καρδιά μου σταμάτησε να χτυπά μόλις πρόσεξα την παρουσία της. Είχε βίαιους ανέμους από το απόγευμα, και είχα κλειδώσει όλα τα παράθυρα. Με αργά, αιθέρια βήματα με πλησίασε, και φαντάζομαι ότι κάθε άνδρας θα εντυπωσιαζόταν από την απόκοσμη ομορφιά της, αλλά εγώ κοιτούσα μόνο τα μάτια της. Έμοιαζαν με λύκου, με ζύγιζαν, και μέχρι να βγάλουν την ετυμηγορία τους βρέθηκα ανίκανος να σηκωθώ απ’ την καρέκλα μου. Δεν τραγούδησε αυτή τη φορά, μόνο μίλησε.

Είναι στιγμή να αναφέρουμε το γεγονός ότι το τέλος της ιστορίας του Έντουαρντ Χαντ είναι τραγικό. Μερικές εβδομάδες μετά από αυτή την καταχώρηση στο ημερολόγιο του (αρκετές σελίδες είναι σκισμένες) θα εξαφανιζόταν χωρίς ίχνη. Οι ντόπιοι άνοιξαν με λοστούς την πόρτα της έπαυλης στις αρχές του Ιανουάριου του 1891, καθώς είχαν περάσει περίπου δύο μήνες από την τελευταία φορά που τον είχε δει κανείς να προμηθεύεται τρόφιμα. Η έπαυλη ήταν άδεια, και υπέθεσαν ότι είχε επιστρέψει με κάποιον τρόπο στο Λονδίνο. Αλλά δεν συνέβη ποτέ κάτι τέτοιο. Τον Φεβρουάριο, η οικογένειά του θα επικοινωνούσε με τις τοπικές αρχές, καθώς είχαν σταματήσει να λαμβάνουν γράμματά του από τον Σεπτέμβριο. Οι σχέσεις του μαζί τους δεν ήταν και οι καλύτερες, και υποθέτω ότι η απόφαση του να μετακομίσει σε ένα μικρό νησί του Αιγαίου δεν βοήθησε να βελτιωθούν, επομένως άργησαν να αντιληφθούν ότι κάτι είχε συμβεί. Όλες οι έρευνες να βρεθεί η σωρός του απέτυχαν, και η κοινώς αποδεκτή θεωρία (που αναφέρει και η κυρία Δαμασκηνού στο βιβλίο της) είναι ότι έπεσε στα βράχια, και τα κύματα παρέσυραν το σώμα του.

Θεωρώ τον εαυτό μου ορθολογιστή. Αν δεν ήμουν, θα έγραφα βιβλία αντί να τα σχολιάζω. Αν δεν ήταν ξεκάθαρο μέχρι τώρα, δεν πιστεύω ότι υπήρξε ποτέ μια μυστηριώδης γυναίκα που έκανε νυχτερινές επισκέψεις στον ποιητή και όταν τραγουδούσε ακουγόταν σαν ορχήστρα. Πιστεύω ότι ο Χαντ είχε αρχίσει να χάνει τα λογικά του, εξαιτίας της απομόνωσης ή κάποιας ασθένειας που δεν διαγνώστηκε εγκαίρως, και η θάλασσα τον κατάπιε σε μια από τις νυχτερινές εξόδους του. Πρέπει να παραδεχτώ, όμως, ότι ακόμα και ο δικός μου ρεαλισμός δεν αρκεί για να πω ότι η τελευταία του καταχώρηση στο ημερολόγιο δεν μου ασκεί μια μακάβρια γοητεία.

Νοεμβρίου 1890

Ζήτησες ένα ποίημα, όπως μέσα στη μεγαλομανία μου αποκαλώ τον εαυτό μου ποιητή. Πάρε αυτά τα λόγια και αποκάλεσε τα ποίηση, αν σ’ ικανοποιεί. Ένωσε τα χέρια με τους ανεμοποιούς αδερφούς σου και χόρεψε, βασίλισσα μου. Χόρεψε, χόρεψε, χόρεψε. [δυσανάγνωστο]. Πριν πέσει η τελευταία σταγόνα της βροχής, δεν θα έχει απομείνει τίποτα σε όλο τον κόσμο.

Λίγο έξω από τις Τρεις Μπούκες, είναι στημένος ένας συμβολικός τάφος. Πάνω από έναν αιώνα αργότερα, αυτός ο τάφος, μερικά ποιήματα και ένα βιβλίο που ακροβατεί ανάμεσα στον βικτωριανό τρόμο και το ρομάντσο αεροδρομίου, συνθέτουν την κληρονομιά του Έντουαρντ Χαντ. Αν αυτή η κριτική, και το εννοώ αυτό με την πιο ευρεία δυνατή έννοια, σας έχει πείσει να διαβάσετε τη Βασίλισσα της Βροχής, σταματήστε εδώ. Ο κύριος Κουίν ευτυχώς δεν διαπράττει το ύψιστο λογοτεχνικό έγκλημα, και δεν περιγράφει τον θάνατο του ποιητή. Σχεδόν επανορθώνει έτσι, θα έλεγα, για τα ερωτικά υπονοούμενα του βιβλίου. Θα ήθελα να κλείσω με αυτό εδώ το απόσπασμα, τις τελευταίες γραμμές της Βασίλισσας της Βροχής:


…και κάθισε στα βράχια, ατενίζοντας τη θάλασσα που απλωνόταν μπροστά του. Ο ουρανός σκοτείνιαζε γρήγορα, και δεν θα αργούσε να ξεσπάσει καταιγίδα. Μια ημέρα του φθινοπώρου του 1890, ο Έντουαρντ Χαντ κάθισε δίπλα στην ακτή, και, για τελευταία φορά, προσπάθησε να αφουγκραστεί το τραγούδι του νερού (σ. 322 της Βασίλισσας της Βροχής).

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: