Πέντε ιστορίες

Πέντε ιστορίες




Ψηφιακά όρη

Μπροστά μας ορθώνονταν πελώρια ψηφιακά όρη, τα οποία ο φτηνός υπολογιστής μου αδυνατούσε να αποδώσει πλήρως στην οθόνη, με αποτέλεσμα τα πίξελ τους να τρέμουν, και τα χρώματα τους να ανταλλάσσουν μανιωδώς θέσεις. Μου μίλησε για ήχους. Ήταν νοσοκόμος, και η κλινική όπου δούλευε φιλοξενούσε μερικούς σκύλους που παρείχαν συντροφιά στους ασθενείς. Ένα από αυτά, μου είπε, διαισθανόταν τον θάνατο όταν αυτός πλησίαζε. Κούρνιαζε δίπλα στους ετοιμοθάνατους, και τους συντρόφευε με έναν μοναδικό ήχο. Μου περιέγραψε τον τρόπο που η γαλήνη μεταδιδόταν μέσω αυτού του ήχου, όχι ενός μεμονωμένου αλλά του συνονθυλεύματος του χτύπου της καρδιάς, της αναπνοής, και χίλιων άλλων αχνότερων ήχων που αθροιστικά μεταμορφώνονταν σε κάτι διαφορετικό. Τον τελευταίο καιρό, ο θάνατος πλησίαζε τον ίδιο τον σκύλο, και παρήγαγε τον ήχο ασταμάτητα για να γαληνεύσει τον εαυτό του. Εγώ απάντησα με ένα λιτό μήνυμα, απόλυτα τυποποιημένο. Καταλαβαίνω, είπα, και έτσι προδόθηκα ότι δεν είχα την παραμικρή ιδέα για ποιο πράγμα μιλούσε. Για να κατανοήσω τη δύναμη αυτού του ήχου, είπε, έπρεπε να τον ακούσω, και έφυγε από το τσατρουμ για λίγα λεπτά ώστε να τον ηχογραφήσει, αφήνοντας με μόνο με τα τρεμάμενα όρη. Όταν επέστρεψε και έπαιξε την ηχογράφηση, πάλι του είπα ψέματα. Το βάρος των ορέων είχε αρχίσει να γίνεται αφόρητο για τον υπολογιστή μου, ο ανεμιστήρας του περιστρεφόταν παράφορα και κάθε τρέμουλο των ορέων προκαλούσε περισσότερο άναρχο θόρυβο. Αφού είπα ότι ο ήχος ήταν όντως όσο γαληνευτικός είχε περιγράψει, αποχώρησα από το τσάτρουμ, φοβούμενος ότι ο υπολογιστής δεν θα άντεχε πολλή ώρα ακόμα. Εβδομάδες αργότερα, το περιστατικό επέστρεψε στη μνήμη μου, και κυριεύτηκα από μια περιέργεια να κάνω άλλη μια προσπάθεια να ακούσω την ηχογράφηση. Περίμενα υπομονετικά, αλλά δεν τον συνάντησα ξανά, αν και παρέμεινε ενεργός στο ίδιο και σε άλλα τσάτρουμ. Οι ώρες και οι μέρες που μπαίναμε απλά δεν έτυχε να ταυτιστούν. Του έστειλα ένα προσωπικό μήνυμα, αλλά αναμενόμενα δεν έλαβα ποτέ απάντηση. Το αίτημα μου ήταν παράξενο, μπορούσε πολύ εύκολα να παρεξηγηθεί. Συνέχισα περιστασιακά να μπαίνω στο τσάτρουμ ελπίζοντας για κάποια απάντηση, μέχρι που μια μέρα διαπίστωσα ότι είχε εξαφανιστεί. Τα κόστη της συντήρησης, ίσως απλή αδιαφορία, δεν ήξερα ποια ήταν η αιτία, μόνο ότι η ευκαιρία μου να ακούσω τον ήχο ξανά είχε εξανεμιστεί. Στην τελική, δεν ήξερα καν αν υπήρχε ποτέ, ή αν αυτός ο άνθρωπος απλά χλεύαζε την προθυμία μου να προσποιηθώ για χάρη της ομαλής συνέχισης της συζήτησης με μια σειρά δικών του ψεμάτων. Έτσι, επέλεξα να τον ξεχάσω. Λένε πώς κάθε πληροφορία που βρίσκεται στο ίντερνετ σταδιακά ξεθωριάζει, οι ιστοσελίδες ερημώνουν, τα παλιά λογισμικά δεν μπορούν να προφτάσουν τα νέα συστήματα και καταρρέουν, κάθε μήνυμα που έχει σταλθεί ποτέ θα ξεθωριάσει σαν όνειρο σε δυαδικό κώδικα. Ήξερα καλά ότι αυτή ήταν η μοίρα της συζήτησης μας. Περιστασιακά βλέπω ένα άλλο όνειρο. Βρίσκομαι σε έναν ατελείωτο διάδρομο νοσοκομείου, και ψάχνω έναν συγκεκριμένο ιατρείο αλλά δεν το βρίσκω. Ρωτάω έναν νοσοκόμο. Το πρόσωπο του αλλάζει κάθε φορά, είναι κλεμμένο από ηθοποιούς ή αγνώστους. Αναγνωρίζω τη φωνή του. Στρέφω τη συζήτηση στον ήχο και, έπειτα από μια σύντομη παύση, αυτός απαντάει λιτά.

«Έπρεπε να ήσουν εκεί».


Το χέρι της Φατιμάς

Ένα μικροσκοπικό μυρμήγκι περιφέρεται με κυκλικό μοτίβο στο πάτωμα του γραφείου της ψυχοθεραπεύτριας. Γνωρίζει τον συμβολισμό της στιγμής; Γνωρίζει για τους όμοιους του που όπως η ίδια η τρέλα πνίγει το μυαλό σαν κύμα ξεπήδησαν μέσα από το χέρι του Πιερ Μπατσέφ στον «Ανδαλουσιανό Σκύλο» του Νταλί και του Μπουνιουέλ; Έμοιαζε με το Χέρι της Φατιμάς, που οι Άραβες πιστεύουν ότι προστατεύει από το κακό μάτι, αγκαλιάζοντας το στην ιερή παλάμη του, το ίδιο σύμβολο που οι Χριστιανοί του Λεβάντε αποκαλούν Χέρι της Παρθένου Μαρίας, μόνο που στη θέση του ματιού βρισκόταν ένας πίδακας μαύρων μυρμηγκιών. Η παλάμη δεν ήταν ικανή να τα συγκρατήσει, καμία προστασία δεν ήταν επαρκής. Περιφέρεται στο πάτωμα, σταδιακά περνώντας από κάθε τετραγωνικό εκατοστό του. Τα πλακάκια είναι κρύα, αλλά όταν πατάει πάνω τους φλέγονται όπως η σαβάνα. Έχει μέγεθος μικρότερο από ένα δάχτυλο, αλλά εδώ είναι ο απόλυτος θηρευτής, αυτό το γραφείο είναι η επικράτεια της κυριαρχίας του, χλευάζει κάθε άλλο σκοπό που θα μπορούσε κανείς να πιστέψει πως έχει. Και δεν μπορώ να σταματήσω να σκέφτομαι την ερώτηση. Γνωρίζει; Ή η συμβολική φύση της παρουσίας του του διαφεύγει τελείως; Ρώτησα την ψυχοθεραπεύτρια κάποτε, πόσοι ασθενείς ρωτάνε ευθέως αν είναι τρελοί, και μου είπε ότι το κάνουν όλοι.

Ο Άλλος

Ζω μαζί με κάποιον άλλο. Κοιμάται στο κρεβάτι μου, καπνίζει τα τσιγάρα μου, και τρώει το ίδιο φαγητό με εμένα. Δεν τον έχω δει ποτέ καθαρά, και πιστεύω πως ούτε εκείνος με έχει δει. Δεν συναντιόμαστε, φεύγει από το διαμέρισμα όταν εγώ έρχομαι, και έρχεται μόλις εγώ έχω φύγει. Περιστασιακά, βρίσκω φαγητό που έχει μαγειρέψει εκείνος στο ψυγείο ή αντικείμενα που ξέρω ακριβώς που είχα αφήσει να έχουν μετακινηθεί. Κάποιες νύχτες, λίγες ώρες πριν το ξημέρωμα, σηκώνεται και φοράει τα ακουστικά μου. Στέκεται δίπλα στο παράθυρο, και παρατηρεί το περίγραμμα της πόλης, μέχρι ο ήχος της μουσικής και τα παλλόμενα φώτα να τον κουράσουν αρκετά για να κλείσει ξανά τα μάτια του. Και μόλις εγώ σηκώνομαι από το κρεβάτι, ξαπλώνει εκείνος. Παίρνω τα ακουστικά μου και φεύγω για τη δουλειά. Κάποιες νύχτες, μια περιέργεια βαθιά θαμμένη μέσα μου ξυπνάει, και κινεί το σώμα μου σαν μαριονέτα. Βρίσκω τον εαυτό μου να τον ψάχνει για ώρες, στο μπάνιο, στις ντουλάπες, στο μπαλκόνι, στην κρεβατοκάμαρα, στην κουζίνα, μήπως μάθω πώς μοιάζει. Ζω μαζί με κάποιον άλλο, αλλά δεν τον έχω δει ποτέ καθαρά. Δεν τον σκέφτομαι συχνά, ούτε μιλάω για αυτόν στους φίλους μου. Τις περισσότερες μέρες, ο αιθέριος συγκάτοικος μου αποτελεί ένα ζήτημα που πολύ απλά δεν με απασχολεί. Αλλά κάποιες νύχτες, λίγες ώρες πριν το ξημέρωμα, ονειρεύομαι ότι σκίζω το δέρμα μου, για να τον βρω από κάτω, και τότε, ξέρω επιτέλους πώς μοιάζει. Είναι το μοναδικό μέρος στο διαμέρισμα όπου δεν έχω ψάξει, το μόνο μέρος όπου θα μπορούσε να κρύβεται. Η σημερινή είναι άλλη μια από αυτές τις νύχτες, και ορκίζομαι θα το κάνω. Μια από αυτές τις νύχτες, μια από αυτές τις νύχτες, μια από αυτές τις νύχτες μια από αυτές τις νύχτες μια από αυτές τις νύχτες μια από αυτές τις νύχτες, θα ξεσκίσω το δέρμα μου για να μάθω. Αν δεν βρω τίποτα, δεν υπάρχει πρόβλημα. Μια από αυτές τις νύχτες, απλά θα το κάνω ξανά.


Η αυτοχειρία των αρχετύπων

Έχουν σώματα πάνω οι κάρτες. Είναι χαραγμένα με μελάνι, αμετάβλητα, αναλλοίωτα στον χρόνο. Ο Γελοίος, η Ιέρεια, ο Κρεμασμένος, ο Αυτοκράτορας και η Αυτοκράτειρα. Μερικές μέρες γίνεται κουραστικό, το ατσάλι του στέμματος είναι παγωμένο, η πίεση του σκοινιού είναι αφόρητη. Μια από αυτές τις μέρες, οι κάρτες θα βγουν από την τράπουλα, θα σκίσουν άγρια το χάρτινο δέρμα τους, και μαύρο μελάνι θα χυθεί παντού.

Ελεγεία για τους ξεχασμένους θεούς

Σε νύχτες τυχαίες, όταν οι άνθρωποι αποκοιμιούνται μπροστά τις τηλεοράσεις τους ή καταπίνουν λίτρα καφέ για να αντέξουν άλλη μια υπερωρία, θεοί βγαίνουν στους δρόμους για να τελέσουν λειτουργία. Η θεά της ποίησης Μπρίτζιντ, μεταμφιεσμένη ως Αγία για να γλιτώσει από τους διωγμούς ενάντια στην πίστη της, κρατάει στα χέρια της ένα αυγό, επενδυμένο με πηχτό σκοτάδι από τα βάθη του σύμπαντος και στολισμένο με άστρα. Ο ερπετόμορφος Κετσαλκοάτλ, θεός της αναγέννησης το τυλίγει σφιχτά, και το πιέζει μέχρι το τσόφλι να σπάσει σε χίλια κομμάτια, και από μέσα του να ξεπροβάλλει ο Διόνυσος, θεός του κρασιού και της μυστηριακής έκστασης. Με την άφιξη του, οι πρώτες αχτίδες φωτός εμφανίζονται πίσω από τα σύννεφα, και η λειτουργία ολοκληρώνεται. Η Μπρίτζιντ πιάνει μια αδέσποτη ηλιαχτίδα, και ανάβει με αυτή ένα τσιγάρο. Ο Διόνυσος κάθεται δίπλα της σιωπηλός, και του προσφέρει μια ρουφηξιά. Διστακτικά, τη ρωτάει αν ποτέ μετανιώνει την επιλογή της. Εκείνη απαντάει ότι, ακόμα και αν πρέπει να εξαπατήσει τους ανθρώπους για να το καταφέρει, στο τέλος χαίρει ακόμα της λατρείας που οι περισσότεροι έχουν χάσει. Είναι μια λατρεία με διαφορετικές προσευχές, αλλά στο τέλος της κάθε μιας το δικό της όνομα προφέρεται. Ο Διόνυσος αμφιβάλλει. Λέει ότι το όνομα του θεού που ευλογεί το κρασί αλλάζει, αλλά το κρασί συνεχίζει να θεωρείται ιερό, και αυτό είναι το σημαντικότερο. Η Μπρίτζιντ σηκώνει τα χέρια και χαμογελάει αβέβαια, πριν ρουφήξει μια τελευταία από το τσιγάρο πριν φύγει για τα δικά της μέρη.

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: