Συμβολή στην ψυχαναλυτική ερμηνεία των επιθέσεων αυτοκτονίας





Ο ψυχισμός των βομβιστών αυτοκτονίας (αγγλ. suicide bombers, καμικάζι, από τους περίφημους Ιάπωνες πιλότους του Β’ Παγκοσμίου πολέμου) δεν έχει ―για λόγους που υποθέτουμε πως εύκολα μπορεί να εικάσει ο αναγνώστης― μελετηθεί επαρκώς. Λόγω της ιδιάζουσας φύσης του εγκλήματος, κατά το οποίο ο θύτης στρέφεται κατά θυμάτων αλλά και προς εαυτόν, η συνάντηση ερευνητών και των προς μελέτη υποκειμένων σπανίως γίνεται. Η εξάντληση του θέματος λοιπόν δεν αποτελεί σκοπό του μικρού ανά χείρας πονήματος, μιας και ούτε η έκταση το επιτρέπει ούτε και άλλοι λόγοι, ευλόγως εννοούμενοι. Το θέμα έχει βεβαίως μελετηθεί από στρατιωτικής και πολιτικής απόψεως, ακόμη και από σκοπιά κοινωνιολογική και θρησκειοπολιτισμική, αλλά ταπεινή μας γνώμη είναι ότι έχει παραγνωρισθεί η ψυχαναλυτική διάστασή του. Συνεισφορά λοιπόν δική μας θα είναι μια απόπειρα ερμηνευτικής προσέγγισης αυτού του επίμονου φαινομένου, αυτού του εφιαλτικού ανθρωπότυπου, που δεν έχει εγκαταλείψει το δυτικό φαντασιακό, στοιχειώνοντας τα think-tanks, της αυγής του 21ου αιώνα γενομένης. Μια απόπειρα ερμηνευτικής προσέγγισης από σκοπιά ψυχαναλυτική, αν βέβαια μπορεί πλέον ο όρος αυτός να υπηρετήσει το μετα-τοπίο του 21ου αιώνα και τις εννοιολογικές του προκλήσεις. Εν πάση περιπτώσει, χάριν οικονομίας ας είναι αυτό το σημείο εκκίνησης του επιχειρήματός μου.
Το ερμηνευτικό εργαλείο που προτείνω να χρησιμοποιηθεί είναι το πολύ γνωστό, μεταξύ τουλάχιστον των θεραπευτών, αναλυτών, σαμάνων, βουντού, γκουρού, καφετζούδων, το πολύ γνωστό Το Εγώ-δέρμα του Ντιντιέ Ανζιέ από το μακρινό 1974. Το βρέφος, σύμφωνα με τον Γάλλο ψυχαναλυτή, κατά τη διάρκεια των τριών ή τεσσάρων πρώτων μηνών αισθάνεται ενσωματωμένο στον υπόλοιπο κόσμο, διαχέεται σε αυτόν, είναι ονειρωδώς εγκολπωμένο σε μια πανθάλασσα και περιέχεται, περιβρέχεται από αυτήν, την περιέχει, περιτρέχει, περιβρέχει. Το βρέφος κατά τη διάρκεια των πρώτων τριών ή τεσσάρων μηνών δεν έχει αίσθηση του εαυτού αλλά βλύζει και αναρρέει, ταξιδεύει από αίσθηση σε αίσθηση, το βρέφος στριγγλίζει πανικόβλητο σε αυτή την τεράστια νεροτσουλήθρα που είναι ο κόσμος, σε αυτό το σκότος το απροσμέτρητο, στα βράχια του οποίου σκάει χωρίς δέρμα, ξανά και ξανά, μέχρι το άγγιγμα της μητέρας να του δώσει σχήμα, περίβλημα, περίγραμμα, όριο, υπόσταση, μέχρι να το σώσει από την ωκεάνια μοίρα του, την ωκεάνια εξορία του και να του δώσει δέρμα, να το ντύσει με το χάδι της, ξανά και ξανά, επίμονα, μέχρι να πειστεί ο μικρός χαρταετός, που είναι το βρέφος, μέχρι να πειστεί ο μικρός χαρταετός να υπάρξει, να πετάξει τα βουτηγμένα στα αλμυρά νερά φτερά του και να ντυθεί το δέρμα του.
Με ποιον άλλο τρόπο εξόν της ποιήσεως μπορεί να περιγραφεί η διαδικασία αυτή ―τι βλασφημία να περιγραφεί ως διαδικασία η υδάτινη αυτή βόλτα, η μη ύπαρξη― και ας μου συγχωρεθεί από τους μη έχοντες πρότερη επαφή με τη γλώσσα τη λειτουργική και τα μυριαρίφνητα ξόμπλια της, τα ξέμπλια, τα εξόμπλια, τα έξομπλα, τα exempli της θεραπευτικής γλώσσας, της γλώσσας που αποθέτει με έλεος αβασκαντήρες και βασκαντούρες και βάρσαμα στις πληγές πριν γίνουν πληγές ― όχι πριν γίνουν πληγές: ψάχνει με τις λέξεις να βρει τι ήταν γραμμένο εκεί πριν γίνουν οι λέξεις, πριν γίνουν τα λυγρά σήματα, που όλα είναι λυγρά, όλα είναι. Το βρέφος δεν ξέρει πού είναι η αρχή και πού το τέλος του, τέλος. Το βρέφος δεν ξέρει πού είναι το τέλος του και το αποκτά μέσα από το χάδι της δύτριας που βουτάει για μαργαρίτες, ενός ιμάντα ισορροπίας στο ρουμάνικο τσίρκο, μέσα από το χάδι ενός κιλιμιού υφασμένου με της γίδας το μαλλί στον αργαλειό.
Στο Εγώ-δέρμα του Ντιντιέ Ανζιέ περιγράφεται με ερευνητικούς και κλινικούς όρους η σημασία του δέρματος στη δημιουργία της σκέψης και του Εγώ, όπως αυτό διαμορφώνεται σταδιακά σε μια ξεχωριστή ταυτότητα. Κι ο βομβιστής αυτοκτονίας, όταν τυλίγεται με μονωτική ταινία και ντύνεται 24 ολοπόρφυρες χειροβομβίδες, χαριτωμένες λουμπάρδες, φοράει ένα δέρμα, ο βομβιστής αυτοκτονίας δε θυμάται πού τελειώνει και πού αρχίζουν οι άλλοι, είναι όλοι αχιβάδες στον βυθό πια του ίδιου ωκεανού, από τότε που περίμενε το χάδι ως τώρα, τον παρέσυραν τα ρεύματα στον βυθό και τα μαλλιά του είναι πράσινα.
Κι εδώ λοιπόν, έρχεται να συναντηθεί ο βομβιστής αυτοκτονίας, ο κάθε βομβιστής αυτοκτονίας, ο κάθε βομβιστής, ο κάθε αυτοκτονικός, γιατί κάθε αυτόχειρ είναι ένας βομβιστής στο θεμέλιο της ύπαρξης, είναι μια βόμβα που σκάει καταμεσής του ζωτικού ψεύδους της ανθρωπότητας, εδώ, ξαναλέω χωρίς να χάνω τον ειρμό του αρχικού μου επιχειρήματος, έρχεται να συναντηθεί ο αυτόχειρ, ο ιδιότυπος αυτός αυτόχειρ που είναι ο βομβιστής αυτοκτονίας, με τη λακανική ψυχανάλυση. Ο βομβιστής είναι ένα βρέφος σε λούπα, είναι ένα βρέφος που κολυμπάει από την αρχή του κόσμου- όχι, κολυμπάει κι ο κόσμος δε λέει να αρχίσει ποτέ, γιατί ο κόσμος αρχίζει μαζί με το βρέφος, το βρέφος κολυμπάει εις τους αιώνας των αιώνων αλλά όχι από την αρχή του κόσμου, δηλαδή κολυμπάει για πάντα. Το βρέφος δεν έχει κανέναν να το χαϊδέψει, δεν έχει κανέναν να του ξαναπεί τα λόγια τα δικά του με άλλη στίξη, είναι σημαντικά τα κόμματα και οι τελείες και τα θαυμαστικά, και τι να πει κανείς για τις άνω τελείες, εκεί που κρύβεται όλο το νόημα ενός κειμένου, κι ούτε βέβαια πρέπει κανείς να αφήσει απ’ έξω τα εισαγωγικά, τα αποσιωπητικά, τις παρενθέσεις, τη μεγάλη παύλα, τη μεσαία παύλα, το ενωτικό, τις αγκύλες, αν και τις τελευταίες ο γράφων έχει συναντήσει κάμποσες φιλολόγους που δεν τις αποδέχονται, τις θεωρούν εισβολή των μαθηματικών στον χώρο της ποιήσεως, τις θεωρούν της οιήσεως των μαθηματικών τρανή απόδειξη. Τα βρέφη δεν έχουν στίξη, δεν έχουν κάποιον να τους ξαναπεί αυτά που λένε, να παρέμβει βάζοντας στολίδια στην ομιλία τους και καθιστώντας δυνατή μια άλλη ανάγνωση όσων λένε. Όπως συμβαίνει με ένα γραπτό κείμενο του οποίου το νόημα μπορεί να αλλάξει από την τοποθέτηση μιας τελείας, έτσι και στην λακανική ψυχανάλυση μια τέτοια στίξη μπορεί να φέρει άλλο νόημα. Αν όμως δεν είναι εκεί η δύτρια, το νόημα δε γίνεται αμφίσημο, τουναντίον το νόημα καθίσταται προφανές μέσα σε όλη του τη σκοτεινή μεγαλοπρέπεια και τότε, το βρέφος, συγγνώμη ο βομβιστής αυτοκτονίας ήθελα να πω, ο αυτόχειρ έχει καθαρή και απρόσκοπτη θέα, γιατί δεν υπάρχει κανένα δέρμα που να εμποδίζει τον ορίζοντα προς το πραγματικό και λοιπόν ναι, δεν υπάρχει τίποτε εκεί.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: