Οι τελευταίες ημέρες του Βαλδουίνου Δ΄ / Χρόνος δεσμώτης

Η στέψη του Βαλδουίνου Δ΄, λεγόμενου του Λεπρού
Η στέψη του Βαλδουίνου Δ΄, λεγόμενου του Λεπρού
Οι τελευταίες ημέρες του Βαλδουίνου Δ΄

Όταν κανείς ξυπνάει από ένα όνειρο, το όνειρο τρέχει μακριά του, και ολοταχώς προς τη λήθη. Ο ονειρευτής πρέπει να τρέξει με όλες του τις δυνάμεις για να το προφτάσει, αλλιώς θα ξεθωριάσει από τη μνήμη και θα χαθεί για πάντα. Η Ιερουσαλήμ είναι το όνειρο μου, αλλά δεν είναι αυτή που απομακρύνεται από εμένα, αλλά το ίδιο το σώμα μου που απομακρύνεται από την Ιερουσαλήμ. Το δέρμα μου λιώνει κάτω από αυτούς τους επιδέσμους που με γλιτώνουν από το φριχτό θέαμα όταν κοιτάζω τον εαυτό μου στον καθρέφτη. Η όραση μου γίνεται πιο θολή με κάθε μέρα που περνάει. Κάποτε μπορούσα να δω τις στέγες των σπιτιών από το παράθυρο, ξαπλωμένος στο κρεβάτι στην άλλη άκρη του υπνοδωματίου. Τώρα βλέπω μόνο αόριστα σχήματα. Αναρωτιέμαι περιστασιακά αν η ασθένεια μου ήταν μια θεϊκή τιμωρία. Είμαι, έτσι κι αλλιώς, ένας ειρηνιστής βασιλιάς σε μια πόλη που οι προκάτοχοι μου κυρίευσαν με βάναυσους πολέμους, ένα παράδοξο, όσο παράδοξο είναι να λιώνει το δέρμα μου, αλλά να ζω ακόμα. Ίσως η ειρήνη απλά δεν είναι το όραμα του θεού για την Ιερουσαλήμ, σκέφτομαι, ίσως η αιματοχυσία είναι αυτό που θέλει, είτε το όνομα του είναι Χριστός, είτε Αλλάχ, είτε κάποιο άλλο. Αλλά συνειδητοποίησα ότι αν αυτό που ήθελε ήταν αιματοχυσία, θα κατέβαινε από τον ουρανό για να πολεμήσει ο ίδιος, και αν αυτό που ήθελε ήταν ειρήνη θα κατέβαινε από τον ουρανό για να σταματήσει την αιματοχυσία. Αν μένει εκεί πάνω αδρανής, παρατηρώντας τους ανθρώπους να σφαγιάζονται στο όνομα του, τότε δεν είναι ο θεός και το όραμα του δεν θα πρέπει να με απασχολεί. Το μόνο όραμα που έχει σημασία είναι το δικό μου, μια ουτοπία στην έρημο, όπου το αίμα είναι μια από τις πιο όμορφες λέξεις, επειδή οι κάτοικοι της δεν θα έχουν να τη συνδέσουν με τίποτα άσχημο. Έγινα βασιλιάς όταν ήμουν μόλις δεκατριών χρονών, ο όγδοος βασιλιάς αφού οι χριστιανοί κατέκτησαν την Ιερουσαλήμ. Στο παρελθόν, φυσικά, ανήκε στους μουσουλμάνους, οι οποίοι δεν σταμάτησαν να την πολιορκούν για να την πάρουν πίσω. Για τους περισσότερους, οι μουσουλμάνοι ήταν ο εχθρός, η πρώτη ανάμνηση σχετικοί με αυτούς τερατώδεις εικονογραφήσεις των μαχών εναντίων τους. Η δική μου πρώτη ανάμνηση ήταν αυτή γιατρών. Μουσουλμάνους κάλεσαν να με δουν, όταν εμφανίστηκαν οι πρώτες ενδείξεις της ασθένειας μου, αυτοί μου έδειξαν πώς να τυλίγω σωστά τους επιδέσμους μου, και με ποια φάρμακα να περιορίζω τον πόνο όσο είναι εφικτό. Με τις περιποιημένες γενειάδες τους, μου θύμισαν τις εικόνες του Ιησού, αλλά οι ίδιοι ήταν πιστοί μια θρησκείας που απαγορεύει τις απεικονίσεις του θεού. Ακόμα ένα παράδοξο. Ο πατέρας μου πέθανε νέος, τη μητέρα μου δεν τη γνώρισα, και την αδερφή μου την έβλεπα σπάνια ως παιδί. Σε εκείνη την ηλικία, αυτοί οι γιατροί είχαν τα πιο ζεστά πρόσωπα που είχα δει ποτέ.

Η αδερφή μου, Σιβύλλα, μπαίνει με σιωπηλά βήματα στο δωμάτιο. Είναι ώρα να αλλάξει τους επιδέσμους μου. Θα το αναλάμβανε κάποιος υπηρέτης, αλλά, όταν έχει χρόνο, προτιμάει να το κάνει εκείνη.

Οι σχέσεις συσφίχθηκαν πρόσφατα, καθώς η ασθένεια μου με εμπόδισε να κάνω παιδιά, και έπρεπε να βρω έναν διάδοχο για να συνεχίσει το όραμα μου μέσω άλλων οδών. Όποιος παντρευόταν τη Σιβύλλα, θα ήταν, κατά πάσα πιθανότητα, και ο επόμενος βασιλιάς της Ιερουσαλήμ, επομένως έπρεπε να βεβαιωθώ ότι θα ήταν κάποιος που μοιραζόταν το όραμα μου. Είπα ότι δεν πιστεύω σε θεϊκές τιμωρίες, αλλά μου φαίνεται συχνά δύσκολο να πιστέψω ότι όλα τα εμπόδια που εμφανίζονται στον διάβα μου είναι τυχαία, και όχι μηχανορραφίες κάποιας κακεντρεχούς δύναμης. Επέλεξα τον ομοϊδεάτη μου Γουλιέλμο του Μονφερά, ο οποίος όμως πέθανε μόλις έναν χρόνο μετά τον γάμο τους, από μια ασθένεια εξίσου θανατηφόρα με τη δική μου. Τον επισκέφτηκα στο νεκροκρέβατο του, και οδυρόμουν για ώρες στο πλευρό του, μέχρι τα μάτια του να σβήσουν. Πολλοί με είδαν εκείνη τη μέρα καταρρακωμένο, ανίκανο να σταθώ όρθιος, και διαδόθηκαν φήμες ότι οι δύο ασθένειες είχαν αναμειχθεί, και ο θάνατος μου προμηνυόταν συντομότερα από το αναμενόμενο. Αυτό δεν ήταν αλήθεια, φυσικά, οι μουσουλμάνοι γιατροί μου είχαν διδάξει πώς να προφυλάσσω το σώμα μου από άλλες ασθένειες που θα το αποδυνάμωναν περεταίρω. Το αίτιο της καταρράκωσης μου ήταν ο οδυρμός, και η γνώση ότι τη στιγμή που τα μάτια του Γουλιέλμου έσβησαν, η απόσταση ανάμεσα στον ονειρευτή και το όνειρο ήταν μεγαλύτερη από ποτέ. Ο δεύτερός της σύζυγος επιλέχθηκε βιαστικά. Πρόκειται για έναν αιμοδιψή άνθρωπο, ονόματι Γκι ντε Λουζινιάν, που έχει τολμήσει πολλές φορές να αμφισβητήσει τις αποφάσεις μου. Φοβάμαι ότι μόλις πάρει την εξουσία στα χέρια του, όλος ο κόπος μου θα γίνει αυτόματα άκαρπος. Αλλά ακόμα και αν δεν είναι ο Γκι ο επόμενος βασιλιάς, θα είναι κάποιος όμοιός του. Δεν φοβάμαι τους βίαιους ανθρώπους όμως, όσο τους βίαιους τόπους, επειδή ακόμα και οι πιο ειρηνικοί άνθρωποι, αυτοί που φιλάνε σταυρούς και ορκίζονται ότι δεν θα πάρουν ποτέ τη ζωή κάποιου άλλου, είναι ικανοί να σκοτώσουν με την ίδια ευκολία που αναπνέουν όταν πατήσουν σε έναν τέτοιον βίαιο τόπο. Χρειάστηκα χρόνια προσεκτικής διπλωματίας για να μετατρέψω τον Σαλαντίν, ηγέτη των μουσουλμάνων, από εχθρό σε κάποιον που μοιράζεται το όραμα μου, αν όχι φίλο. Φυσικά, έχουμε συγκρουστεί πολλές φορές στο πεδίο της μάχης. Ακόμα περισσότερες φορές, όμως, έχουμε ανταλλάξει δώρα και γράμματα, συζητώντας πώς μπορούμε να σταματήσουμε αυτές τις μάχες. Παίρνει μια στιγμή και ελάχιστο κόπο για να μετατραπεί ακόμα και ένας φίλος σε εχθρό. Μετά τον θάνατο μου, ο Σαλαντίν δεν θα αργήσει να βρεθεί σε μια θέση όπου δεν θα έχει επιλογή παρά να γίνει και αυτός αιμοδιψής.

Η αδερφή μου χαμογελάει μελαγχολικά. Καταλαβαίνει από το βλέμμα μου τι σκέφτομαι, και ξέρει ότι ο πεσιμισμός μου δεν είναι αβάσιμος. Αλλά είναι πιο στωική από εμένα, δεν βρίσκει νόημα στη μελαγχολία για προδιαγεγραμμένα πράγματα.

Υποθέτω αυτή είναι απλά η μοίρα των ονείρων και η μοίρα των ανθρώπων. Κανείς δεν μπορεί να καταλάβει τη διαφορά ανάμεσα σε ένα όνειρο που ο ονειροπόλος του, όσο γρήγορα και να έτρεξε, δεν κατάφερε να προφτάσει και ξεχάστηκε, και σε ένα που δεν υπήρξε ποτέ εξαρχής. Ίσως ο Σαλαντίν γκρεμίσει την Ιερουσαλήμ στον ερχόμενο πόλεμο. Αν συμβεί αυτό, θα θυμάται κανείς ότι χτίστηκε ποτέ; Και είναι η μεγαλομανία των ανθρώπων να περιμένουν τα έργα τους να ζήσουν αιώνια, ενώ στην πραγματικότητα δεν μπορούν καν να τα ολοκληρώσουν. Κανένας δεν πεθαίνει χωρίς να αφήσει πίσω του κάτι ημιτελές. Ο υφαντής δεν θα υφάνει ποτέ όλα τα ρούχα, ο ψαράς δεν θα πιάσει ποτέ όλα τα ψάρια, Ο οινοποιός δεν θα παρασκευάσει ποτέ όλα τα κρασιά. Αποδεικνύω ότι ούτε ο βασιλιάς της Ιερουσαλήμ είναι απρόσβλητος από αυτή τη μεγαλομανία, όπως θρηνώ το όραμα μου. Είναι η μοίρα των ανθρώπων, κοινότοπη και αμετάβλητη, αλλά συνεχίζω να θέλω όσο τίποτα άλλο να αντέξει το σώμα μου, λίγο ακόμα, για να προφτάσω το όνειρο.

Πριν φύγει, η Σιβύλλα αφήνει στην άκρη του κρεβατιού ένα μικρό μπουκάλι, που περιέχει τη σημερινή δόση του φαρμάκου μου. Θυμάμαι ξανά τους μουσουλμάνους γιατρούς, τι κρίμα θα είναι να μην είναι ποτέ ξανά ευπρόσδεκτοι εδώ.



Οι τελευταίες ημέρες του Βαλδουίνου Δ΄ / Χρόνος δεσμώτης
Χρόνος δεσμώτης


«Υπάρχει κάτι που θέλω να σου πω. Κάτι σημαντικό».

«Δώσε μου ένα λεπτό να προετοιμαστώ ψυχολογικά. Οι συζητήσεις που αρχίζουν έτσι δεν είναι ποτέ ευχάριστες».

«Λοιπόν, δεν νομίζω ότι ένα λεπτό θα είναι αρκετό».

«Εντάξει τότε, πες οτιδήποτε θέλεις να πεις».

«Θυμάσαι τη διάλεξη του Παπαδόπουλου στο προηγούμενο εξάμηνο, όταν είπε ότι το ταξίδι στο παρελθόν είναι ανέφικτο; Είχε άδικο, είναι πολύ εφικτό. Δεν ξέρω πώς, ίσως είναι γενετικό, ίσως είναι ένα τυχαίο φαινόμενο που θα μπορούσε εξίσου τυχαία να σταματήσει ανά πάσα στιγμή, αλλά μπορώ να το κάνω, να ταξιδέψω στο παρελθόν, κατά βούληση».

«Συγγνώμη; Τι;».

«Δεν είναι τόσο όπως στις ταινίες, όσο σαν να αντιστρέφεις μια βιντεοκασέτα. Στην αρχή, το χρησιμοποιούσα για απλά πράγματα. Για παράδειγμα, κοβόμουν σε ένα μάθημα, πήγαινα τον χρόνο πίσω για να το ξαναδώσω».

«Σίγουρα, δεν με νοιάζουν οι λεπτομέρειες. Αυτό που θέλω να μάθω είναι γιατί μου λες αυτές τις ασυναρτησίες».

«Ναι, το να σε πείσω είναι το δεύτερο πιο δύσκολο κομμάτι».

«Αμφιβάλλω ότι μπορείς να με πείσεις. Κοίτα, συγγνώμη που έγινα επιθετική. Είναι απλά ένα εξαιρετικά παράξενο πράγμα να πει κανείς τόσο νωρίς το πρωί. Έχω μια φίλη που πήγαινε σε έναν ψυχίατρο και μου είπε ότι ήταν πολύ καλός, μπορεί να μου δώσει το τηλέφωνο του».

«Δεν χρειάζομαι ψυχίατρο. Ξέρω ότι ακούγομαι σαν να χρειάζομαι, αλλά λέω την αλήθεια. Θα σου αλλάξει γνώμη μια επίδειξη;».

»;ηξιεδίπε αιμ ημώνγ ιεξάλλα υοσ αΘ. αιεθήλα νητ ωέλ άλλα ιαμοζάιερχ αν νας ιαμογύοκα ιτό ωρέΞ. ορταίχυψ ιαμοζάιερχ νεΔ«

»ουτ ονωφέλητ οτ ιεσώδ υομ αν ίεροπμ, ςόλακ ύλοπ νατή ιτό επίε υομ ιακ ορταίχυψ νανέ εσ ενιαγήπ υοπ ηλίφ αιμ ωχΈ. ίωρπ οτ ςίρων οσότ ςίενακ ιεπ αν αμγάρπ ονεξάραπ άκιτεριαξε ανέ άλπα ιανίΕ. ήκιτεθιπε ανιγέ υοπ ημώνγγυσ, ατοίοΚ. ςιεσίεπ εμ αν ςίεροπμ ιτό ωλλάβιφμΑ«

» ιτάμμοκ ολοκσύδ οιπ ορετύεδ οτ ιανίε ωσίεπ εσ αν οτ, ιαΝ«

»ςείσητρανυσα ςιτ ςέταυ σελ υμου ίταιγ ιανίε ωθάμ αν ωλέθ υοπ ότυΑ. ςειερέμοτπελ ιο νυζάιον εμ νεδ, αρυογίΣ«

»ωσώδαναξ οτ αν αιγ ωσίπ ονόρχ νοτ ανιαγήπ, αμηθάμ ανέ εσ νυομόβοκ, αμγιεδάραπ αιγ. αταμγάρπ άλπα αιγ ασύοιπομισηρχ οτ, ήχρα νητσ. ατέσακοετνιβ αιμ ςιεφέρτσιτνα αν νασ οσό, ςείνιατ ςιτσ ςωπό οσότ ιανίε νεΔ«

«Συγγνώμη; Τι;».

«Βλέπεις τώρα ότι λέω την αλήθεια;».

«Ναι, νομίζω το βλέπω. Είχες δίκιο τελικά. Ένα δευτερόλεπτο δεν αρκούσε για να προετοιμαστώ».

«Είναι παράξενο, δεν υπάρχει άλλος τρόπος να το περιγράψει κανείς. Ποτέ δεν μου άρεσε ιδιαίτερα η επιστημονική φαντασία. Κάτι τέτοιο υποθέτεις ότι, αν συνέβαινε, θα ήταν σε ανθρώπους που βλέπουν Σταρ Τρεκ όλη μέρα. Εμένα μου αρέσει η ποπ μουσική και το ποδόσφαιρο».

«Και τώρα είσαι επιστημονική φαντασία με σάρκα και οστά».

«Τώρα ξέρεις πώς έχω περάσει τόσα μαθήματα χωρίς να διαβάζω ποτέ».

«Αυτή η απορία λύθηκε επιτέλους. Μένουν μόνο ένα εκατομμύριο άλλες. Πότε συνειδητοποίησες ότι μπορούσες να το κάνεις αυτό; Για τι άλλο το έχεις χρησιμοποιήσει;».

«Το συνειδητοποίησα στο πρώτο έτος, και στην αρχή το χρησιμοποιούσα μόνο για να κάνω το πανεπιστήμιο πιο εύκολο, να έχω περισσότερο χρόνο στις εξετάσεις. Σταδιακά, άρχισα να την χρησιμοποιώ και για πιο απλά, καθημερινά πράγματα. Αν έλεγα κάτι ηλίθιο σε μια συζήτηση, γυρνούσα τον χρόνο πίσω ώστε να μην το είχα πει ποτέ».

«Αυτό ακούγεται λίγο άδικο. Όλοι λέμε ηλίθια πράγματα μια στο τόσο».

«Μη με κρίνεις, σίγουρα έχεις φαντασιωθεί κάποια στιγμή ότι μπορούσες να πάρεις πίσω κάτι που είπες. Εγώ όντως μπορώ, φυσικά το έκανα».

«Και είναι απείρως πιο περίπλοκο από μόνο ταξίδι στον χρόνο. Όταν το έκανες για να κλέψεις στις εξετάσεις, κανείς δεν θυμόταν τίποτα. Όταν το έκανες τώρα, κράτησα τις αναμνήσεις μου, επομένως ελέγχεις και αυτό. Έχεις δοκιμάσει τα όρια αυτή της, δεν ξέρω πώς να το περιγράψω, της υπερδύναμης; Ποιο είναι το μέγιστο χρονικό διάστημα που ταξίδεψες;».

«Πολύ».

«Ολόκληρες μέρες;».

«Περισσότερο».

«Άντε, πες».

«Εδώ έρχεται το πιο δύσκολο κομμάτι. Έχω πάρει πτυχίο, πάνω από μια φορά. Έχω παντρευτεί, έχω κάνει παιδιά. Κάποιες φορές πήρα διαζύγιο, κάποιες αντιμετώπισα οικονομικές δυσκολίες. Υπήρχαν φορές που, ομολογουμένως, τα πάντα πήγαν σχετικά καλά. Αλλά ακόμα και αυτές, τελικά, γύρισα τον χρόνο πίσω στο πανεπιστήμιο. Από ένα σημείο και μετά, σταμάτησα να αφήνω καν τον χρόνο να προχωρήσει μπροστά».

«Θεέ μου».

«Ναι, αυτή μάλλον θα ήταν και η δική μου αντίδραση στη θέση σου».

«Πες μου πόσων χρονών είμαι».

«Δεν καταλαβαίνω».

«Αν όλα τα χρόνια που επανέλαβες ήταν φυσιολογικά χρόνια που κυλούσαν γραμμικά, πόσον χρονών θα ήμουν τώρα».

«Δεν νομίζω ότι μπορούμε να εφαρμόσουμε τέτοια λογική στο ταξίδι στον χρόνο, δεν καταλαβαίνουμε καν πώς λειτουργεί».

«Απλά πες μου».

«Εβδομήντα τεσσάρων».

«Είσαι ένα σκουπίδι. Αυτή είναι μια ολόκληρη ζωή που μου έκλεψες. Από όλο τον κόσμο».

«Σε παρακαλώ, ηρέμισε».

«Να ηρεμίσω; Είσαι σοβαρός; Καταλαβαίνεις τι έχεις κάνει; Πώς διάολο το δικαιολογείς αυτό στο κεφάλι σου;».

«Υπάρχει αυτή η στιγμή, έρχομαι στο διαμέρισμα σου, και είναι η τελευταία μέρα πριν ξενοικιάσεις. Μαζεύεις τα τελευταία έπιπλα, οι αφίσες που είχες στους τοίχους είναι άφαντες, δεν υπάρχει τραπέζι. Τα διαμερίσματα μοιάζουν τόσο λάθος όταν είναι άδεια. Σε βλέπω να τα μαζεύεις, και σκέφτομαι το δικό μου διαμέρισμα, τα διαμερίσματα όλων των συμφοιτητών που έχουμε επισκεφτεί, άδεια, χωρίς το παραμικρό σημάδι που να θυμίζει ότι ζούσαμε ποτέ εδώ. Η φοιτητική ζωή ήταν η τελευταία περίοδος που ένιωθα πραγματικά ευτυχισμένος. Δεν ήθελα να αδειάσουν τα διαμερίσματα μας. Πρέπει να καταλάβεις».

«Όχι, δεν πρέπει να καταλάβω. Θέλεις να καταλάβω. Υπάρχει τεράστια διαφορά. Δεν πρέπει να κάνω τίποτα».

«Λυπάμαι, ξέρω ότι ήταν λάθος. Αυτός είναι ο λόγος που θέλω να κάνουμε αυτή τη συζήτηση, επειδή θέλω να είμαι ειλικρινής».

«Δεν αρκεί να λυπάσαι. Έκλεψες κάτι. Πρέπει να το δώσεις πίσω».

«Εννοείς να πάω τον χρόνο μπροστά;».

«Ακριβώς αυτό εννοώ. Μπορείς να το κάνεις;».

«Μπορώ να το κάνω, έχω πάει τον χρόνο μπροστά πολλές φορές, κυρίως για μικρότερα χρονικά διαστήματα, όταν είμαι στο λεωφορείο ή περιμένω παραγγελίες και βαριέμαι. Αλλά μπορώ».

«Υπάρχει κάτι ακόμα που θέλω να μου πεις. Και αν το εννοείς ότι θέλεις να είσαι ειλικρινής, θα το κάνεις. Πόσες φορές έχουμε κάνει αυτή τη συζήτηση;».

«Είναι η δεύτερη ή η τρίτη φορά».

«Δεύτερη ή τρίτη;».

«Τρίτη».

«Δεν μπορώ να σε εμπιστευτώ, έτσι δεν είναι; Δεν μπορώ να είμαι σίγουρη ότι θα πας τον χρόνο μπροστά και όχι πάλι πίσω».

«Στο υπόσχομαι».

«Αυτό δεν σημαίνει και πολλά».

«Δεν ξέρω τι θα μπορούσα να πω που να σημαίνει περισσότερα».

«Υποθέτω πρέπει να αρκεστώ σε αυτό τότε»

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: