Αναζητώντας τ’ ουρανού την άκρη

Αναζητώντας τ’ ουρανού την άκρη



Αρχές δεκαετίας του 1990-2000. Μεσημεράκι άνοιξης. Κατηφορίζουμε την Πανεπιστημίου περπατώντας αργά στο δεξί φαρδύ πεζοδρόμιο. Από απέναντι, στο ύψος του Rex, πλησιάζει άνδρας της ηλικίας μας. Μας κοιτάζει και αναφωνεί «Νότη!» Σταματάμε και συνεχίζει «Είμαι ο Νίκος, πού είμαστε συμμαθητές στο Γυμνάσιο της Καλλιθέας, με θυμάσαι;». «Ναι, σε θυμάμαι», ανταποκρίνεται ο Νότης και συνεχίζει τα γνωστά που ακολουθούν ένα μετά πολλά χρόνια αντάμωμα. «Τι γίνεσαι, που βρίσκεσαι...» κ.ο.κ. Ξαφνικά ο Νότης, ευγενικός όπως πάντα, αντιλαμβάνεται ένα μικρό, ασήμαντο ατόπημά του. Σταματά τη συζήτηση, με δείχνει στο συνομιλητή του και απολογείται! «Συγγνώμη, δεν σου σύστησα τον αδελφό μου τον Γιώργο». Αμέσως ο Νίκος εκφράζει την αμηχανία του. «μα... θυμάμαι πως είχες αδελφό, αλλά νομίζω πως δεν τον λέγαν Γιώργο· Κώστα μου φαίνεται πως τον λέγαν». Ο Νότης κάνει τις απαραίτητες διευκρινήσεις, οι προσωπικές αναμνήσεις και η σύντομη απαρίθμηση των πεπραγμένων των παλιών συμμαθητών και φίλων συνεχίζεται επ’ ολίγον ακόμη, μέχρι τον νέο αποχαιρετισμό.





Αυτό το περιστατικό, ένα ανάμεσα σε πολλά, δείχνει την ιδιαίτερη σχέση του Νότη Μαυρουδή με τον συντάκτη του παρόντος. Πριν γνωριστούμε με τον Νότη μας συνέδεε το ίδιο, φωτεινό μάλιστα, αντικείμενο των μουσικών μας πόθων· η κιθάρα. Η κλασική ακριβέστερα κιθάρα. Και αυτή μας ένωσε.
Το όνομά του, μαζί με δείγμα της τέχνης του, ως κιθαριστή και τραγουδοποιού, και της τεχνικής του, πρωτάκουσα μαζί με μετάδοση του τραγουδιού «Άκρη δεν έχει ο ουρανός», σε στίχους Γιάννη Κακουλίδη και ερμηνευτή τον Γιώργο Ζωγράφο, από το κρατικό ραδιόφωνο (ΕΙΡ = Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας) το 1963· τότε δηλαδή που δισκογραφήθηκε σε δίσκο 45 στροφών και άρχισε να μεταδίδεται συχνά. Την τέχνη και την τεχνική του γνώρισα εκ του σύνεγγυς στην πρώτη προσωπική του συναυλία η οποία πραγματοποιήθηκε στις 13 Δεκεμβρίου 1965 στο Θέατρο Αλάμπρα, που βρίσκεται στον αριθμό 53 της οδού Στουρνάρη, ανάμεσα στην Πατησίων και την 3ης Σεπτεμβρίου· λειτουργεί και σήμερα με όνομα Alhambra Art Theater. Μόλις πριν λίγο καιρό το τραγούδι του «Ήταν μεγάλη η νύχτα», επίσης σε στίχους Γιάννη Κακουλίδη και ερμηνεύτρια τη Σούλα Μπιρμπίλη, είχε βραβευτεί με πρώτο βραβείο στο Φεστιβάλ Ελαφρού Τραγουδιού της Θεσσαλονίκης. Επομένως εκείνη η συναυλία είχε και γιορταστικό χαρακτήρα. Στη συναυλία ερμήνευσαν τραγούδια του η Σούλα Μπιρμπίλη, ο Γιώργος Ζωγράφος και ο Αλέξης Γεωργίου συνοδευόμενοι από ολιγομελές σύνολο στο οποίο προείχε ασφαλώς η κιθάρα του 20χρονου συνθέτη. Στο πρόγραμμα υπήρχε η ακόλουθη ξεχωριστή αναφορά: «Στο διάλειμμα ο Νότης Μαυρουδής θα παίξει κλασική κιθάρα». Το «διάλειμμα» μου προσέφερε την πρώτη ακροαματική εμπειρία του κλασικού κιθαριστή Νότη Μαυρουδή. Ακούραστος, τη στιγμή που οι υπόλοιποι μουσικοί συνεργάτες του ξεκουράζονταν στα παρασκήνια, με ζηλευτή ωριμότητα και διαυγέστατο ήχο, που δεν έχουν σβήσει από τη μνήμη, χάρισε στο ακροατήριο ένα μικρό ανθολόγιο από γνωστά και δημοφιλή συνθέματα για κλασική κιθάρα ή μεταγραφές για αυτήν, όπως το «Recuerdos de la Alhambra» (Αναμνήσεις από την Αλάμπρα) του Francisco Tárrega και το «Asturias» (Leyenda) του Isaac Albéniz. Εκείνο το βράδυ έγινα φανατικός θαυμαστής του Νότη Μαυρουδή. Όποτε εντόπιζα συμμετοχή του σε κάποια εκδήλωση ήμουν παρών και ευτυχισμένος ακροατής. Τον άκουσα στις συναυλίες της Σχολής του δάσκαλού του Δημήτρη Φάμπα στο Θέατρο Γκλόρια (Ιπποκράτους 7). Όταν συμμετείχε ήταν τιμητικά αλλά και αξιοκρατικά ο τελευταίος από τους σπουδαστές κιθάρας, ο οποίος εμφανιζόταν στη σκηνή, προκαλώντας πάντοτε τον ενθουσιασμό των ακροατών. Έτσι τον απόλαυσα να ερμηνεύει τις «Variations on a Theme by Mozart» (Παραλλαγές σε ένα θέμα του Μότσαρτ – σ.σ. από την όπερα Μαγικός Αυλός), έργο 9 του Fernando Sor και το «Danza Venezuelana» (Χορός της Βενεζουέλας) του Antonio Lauro στις 5 Μαΐου 1967 και το τρίτο και τελευταίο μέρος, με χαρακτηρισμό ρυθμικής αγωγής Ritmico e cavalleresco, από το Κοντσέρτο για κιθάρα και ορχήστρα αρ. 1, σε ρε μείζονα, έργο 99, του Mario Castelnuovo-Tedesco στις 26 Απριλίου 1968 – το τελευταίο σε μορφή προφανώς για κιθάρα και πιάνο. Στις 9 Ιουνίου 1969 σε μια άχαρη αίθουσα (δωμάτιο μάλλον ήταν) στον πρώτο όροφο του νεοκλασικού κτηρίου στο οποίο στεγαζόταν – και στεγάζεται ακόμη – το Εθνικό Ωδείο, στη διασταύρωση των οδών Μαιζώνος και Μάγιερ, κοντά στην Πλατεία Βάθη, ο Νότης Μαυρουδής υπέστη τη διαδικασία των διπλωματικών εξετάσεων. Ήμουν και εγώ εκεί. Ερμήνευσε ένα πρόγραμμα εντυπωσιακής δυσκολίας: Τη θρυλική «Chaconne», 5ο και τελευταίο μέρος από τη Δεύτερη παρτίτα για σόλο βιολί του Johann Sebastian Bach – στη μεταγραφή για κιθάρα από τον Andrés Segovia – την Τρίτη σονάτα του Μεξικανού συνθέτη Manuel Ponce και το Κοντσέρτο για κιθάρα και ορχήστρα αρ. 1, του Castelnuovo-Tedesco στην εκδοχή του για κιθάρα και πιάνο. Ο Νότης πέρασε φυσικά τις εξετάσεις με «Α΄ Βραβείο παμψηφεί και Αριστείο». Εκείνη την ημέρα του έσφιξα το χέρι συγχαίροντάς τον για πρώτη φορά. Περίμενα υπομονετικά στη σειρά και όταν έφτασε η στιγμή χαιρετώντας τον εκτός από τα συγχαρητήρια του είπα κάτι σαν «Αγαπώ την κιθάρα και μου αρέσει πολύ αυτό που κάνετε»· δεν θυμάμαι καν αν του είπα το όνομά μου. Η μεγάλη όμως επιβράβευση της μελέτης, της προσπάθεια και των χαρισμάτων του βεβαίως, ήρθε λίγες μέρες μετά. Στις 21 Ιουνίου 1969 τιμήθηκε με το Πρώτο Βραβείο στο Διεθνή Διαγωνισμό Κλασικής Κιθάρας του Μιλάνου! Στη συναυλία μάλιστα των βραβευθέντων που ακολούθησε τιμήθηκε και με το Χρυσό Μετάλλιο του Ιταλική Τύπου!!! – δεν ήμουν εκεί...
Ήμουν όμως παρών στο πρώτο ρεσιτάλ το οποίο πραγματοποίησε μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα. Στις 12 Φεβρουαρίου 1970, στην Αίθουσα του Παρνασσού, συνέβη αυτό, με ένα πρόγραμμα ιδιαιτέρων απαιτήσεων, καθώς τα έργα με τα οποία δομήθηκε δεν ήσαν από τα γνωστά και δημοφιλή του ρεπερτορίου της κιθάρας. Παρά ταύτα γνώρισε κυριολεκτικά την αποθέωση από τους ακροατές. Ερμήνευσε έργα του Girolamo Frescobaldi, του Ludovico Roncalli, του Domenico Scarlatti, του J.S. Bach, του Mauro Giulliani, του Vincenzo Degni, του Antonio Lauro, του Mario Castenuovo-Tedesco και βεβαίως του παρόντα και κατασυγκινημένου δάσκαλού του Δημήτρη Φάμπα· στο πρόγραμμα υπήρχε και ένα από τα δυσκολότερα έργα που έχουν πλαστεί για κλασική κιθάρα: το «Capriccio Diabolico – Hommage a Paganini» (Διαβολικό Καπρίτσιο – Αφιέρωμα στον Παγκανίνι) του Castelnuovo-Tedesco. Οι ερμηνείες όλων των έργων ήταν από κάθε άποψη, τεχνική και αισθητική, αριστουργηματικές. Βλέποντάς τον από ψηλά, από τον εξώστη του Παρνασσού, και ακούγοντάς τον ένοιωσα τι σημαίνει κλασική κιθάρα, ένοιωσα τι σημαίνει μουσική. Αμέσως μετά ξενιτεύτηκε και εγκαταστάθηκε με τη Βάσω στο Μιλάνο, όπου τον κάλεσαν να αναλάβει την έδρα της κλασικής κιθάρας στην ιστορική Milano Civica Scuola di Musica. Την ξενιτιά άντεξε πέντε χρόνια. Έτσι το 1975 επέστρεψε στην Ελλάδα όπου συνέχισε να δραστηριοποιείται με εξαιρετική επιτυχία και ανταπόκριση στους τομείς της τραγουδοποιίας, της σύνθεσης, της ερμηνείας και της διδασκαλίας. Άρχισε να διδάσκει στο Εθνικό Ωδείο όπου μαθήτευσε.



Εξώφυλλο της δισκογραφικής έκδοσης – Δημοσίευμα στο περ. «Ποπ & Ροκ» #18




Στα τέλη του 1978 εκδόθηκε, σε δίσκο επαφής προφανώς, ένα εντελώς ξεχωριστό ηχογράφημα. Ο τίτλος του ήταν Beatles for Classical Guitar by Notis Mavroudis. Ήταν μια ανεξάρτητη παραγωγή της εταιρείας Motivo με χαρακτηριστικά Ν.Μ. 1007. Παραγωγός του δίσκου ήταν ο ιδρυτής και ιδιοκτήτης της εταιρείας Νίκος Μωραΐτης. Πριν λίγο καιρό είχα πάρει το βάφτισμα του πυρός στην κριτική μουσικής και τη μουσική δημοσιογραφία με τις τακτικές δημοσιεύσεις μου, με όνομα «η άλλη μουσική» στο περιοδικό Ποπ και Ροκ το οποίο εξέδιδε ο Γιάννης Πετρίδης. Ο τίτλος τον οποίο είχα επινοήσει για τα γραφόμενά μου φανέρωνε περιεχόμενο το οποίο αφορούσε τα άλλα είδη μουσικής εκτός της ποπ και της ροκ. Ο Νίκος Μωραΐτης το γνώριζε κι έτσι φρόντιζε να με προμηθεύει με τις εκδόσεις της σχετικά νεότευκτης εταιρείας του· η εν λόγω έκδοση ήταν η εβδόμη, όπως προσδιορίζεται και από τα χαρακτηριστικά της. Έτσι απέκτησα αυτό το σημαδιακό, όπως αποδείχτηκε δίσκο. Τον άκουσα και τον ξανάκουσα αρκετές φορές, γοητεύτηκα και συγκινήθηκα και συνέταξα ένα εκτεταμένο κριτικό κείμενο, το οποίο δημοσιεύτηκε στις σελίδες 76 και 77 του 18ου τεύχους του περιοδικού, που κυκλοφόρησε τον Αύγουστο του 1979. Ο δίσκος περιείχε δώδεκα τραγούδια των John Lennon και Paul McCartney, έξι σε κάθε πλευρά, ερμηνευμένα από κλασική κιθάρα. Όλα ήταν διασκευές του Αυστραλού καθηγητή κιθάρας Joe Washington, εκτός από το εξαίσιο «Yesterday» του οποίου τη διασκευή υπέγραφε ο Νότης Μαυρουδής. Καθώς μελετούσα τότε κλασική κιθάρα και ήμουν λάτρης των Beatles είχα πριν λίγα χρόνια αποκτήσει τα δυο τεύχη με τις διασκευές του Washington τα οποία είχαν εκδοθεί το 1974 με τίτλο The Beatles for Classical Guitar.


Το κείμενό μου ήταν αναλυτικότατο. Σχολίαζα το κάθε τραγούδι ξεχωριστά εστιάζοντας τόσο στη διασκευή του από τον Washington, όσο και στην ερμηνεία του από τον Μαυρουδή, επισημαίνοντας συνάμα και τις ελάχιστες βελτιωτικές παρεμβάσεις του ερμηνευτή στα πρωτότυπα μουσικά κείμενα. Αρχές του Σεπτεμβρίου ήχησε το τηλέφωνο. Αμέσως μου συστήθηκε ο καλών που δεν ήταν άλλος από τον Νότη. Αφού με ευχαρίστησε εξέφρασε την έκπληξή του για το δημοσίευμα και δήλωσε εντυπωσιασμένος από την πληρότητα και ορθότητα των γραφομένων μου. Ακολούθως με ρώτησε, θυμάμαι, αν έχω σπουδάσει κιθάρα και με ποιόν. Η έκπληξή του μεγάλωσε όταν του είπα ότι είμαι αυτοδίδακτος! Λίγο ακόμη συζητήσαμε μια και εξέφρασε την επιθυμία της άμεσης συνάντησής μας. Η συνάντηση πραγματοποιήθηκε μετά από λίγες ημέρες σε μια εκδήλωσή του η οποία πραγματοποιήθηκε στο αμφιθέατρο της Οδοντιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου, το οποίο βρισκόταν στα κτήρια της οδού Θηβών στο Γουδή. Εκείνο το απόβραδο συναντηθήκαμε ως άγνωστοι, χωρίσαμε ως φίλοι. Σημειώνω ότι στις φοιτητικές προσκλήσεις ο Νότης ανταποκρινόταν πάντοτε με ανυπόκριτη προθυμία.
Έκτοτε η συμπόρευσή και η φιλία μας ήταν αδιατάρακτες. Μαζί στην όμορφη και άκρως δημιουργική περιπέτεια του έντυπου Tar, συνοδοιπόροι στο μεταχατζιδακικό Γ΄ Πρόγραμμα από το 1982, μαζί, μαζί, μαζί… τι να πρωτοθυμηθώ· τόσα πολλά που σίγουρα κάποια θα λησμονήσω.

περ. «Tar», #1, Μάιος 1982




Τέλη φθινοπώρου του 1981 μου τηλεφώνησε ο Νότης και με κάλεσε για δείπνο στο σπίτι που έμενε τότε στο Χαλάνδρι, ένα παλιό διώροφο – πολυκατοικία σήμερα – στη διασταύρωση της Λεωφόρου Πεντέλης με την οδό Αφροδίτης, λίγο πιο πάνω από την Πλατεία Δούρου. «Έλα να φάμε, να πιούμε και να συζητήσουμε» είπε. Πήγα λοιπόν φάγαμε μια υπέροχη μακαρονάδα, γνήσια ιταλική, που είχε ετοιμάσει η Βάσω, και μετά μου εξομολογήθηκε το όραμά του για ένα περιοδικό εστιασμένο στην κοινή μεγάλη μας αγάπη, την κιθάρα. Είχε σκεφτεί μάλιστα και τον τίτλο που ήταν Tar· και μου εξήγησε ότι tar είναι η ρίζα της λέξης κιθάρα, προέρχεται από τα αρχαία περσικά και σημαίνει χορδή. «Λοιπόν τι λες;» με ρώτησε συμπληρώνοντας «Έχω απευθυνθεί σε δυο-τρεις ακόμη του χώρου και έχω ζητήσει τη σύμπραξή τους σε αυτό το εγχείρημα. Αν έστω και ένας σας αρνηθεί ο σχεδιασμός αναβάλλεται, αναστέλλεται ή ματαιώνεται. Θα είσαι λοιπόν μαζί μας; Με τη Βάσω λέμε να το αρχίσουμε και όπου μας βγάλει». Δεν ξέρω τι βάρυνε περισσότερο στην απόφαση της συμμετοχής μου στην περιπέτεια του Tar. Η σαγήνη του ταξιδιού ή η ... μακαρονάδα της Βάσως; Μάλλον και τα δυο, για το δεύτερο υστερόβουλα σκεπτόμενος. Αν άρχιζε το ταξίδι θα απολάμβανα και άλλες μακαρονάδες ή νόστιμα εδέσματα της αγαπημένης Βάσως. Όπως και πραγματικά συνέβη.



Με τη Βάσω Μαυρουδή και τη Ντιάνα Βρανούση (28 Ιουνίου 2014)




Απογεύματα και βραδιές πολλές συναντιόμασταν για να διαβάσουμε, να δούμε, να επιλέξουμε κείμενα και φωτογραφίες, να σχεδιάσουμε το επόμενο τεύχος. Το Tar ήταν τετραμηνιαίο. Το πρώτο του τεύχος εκδόθηκε με ημερομηνία Μάιος 1982. Ο Νότης που ήταν και ο οικονομικός αιμοδότης του εγχειρήματος άντεξε 13 τεύχη. Ο λόγος μου ήταν παρών σε καθένα από αυτά. Το τελευταίο τεύχος εκδόθηκε τον Ιανουάριο του 1987. Στις 100 σελίδες του οι μισές ήταν αφιερωμένες στο «Φάκελο κιθάρα», που απεικόνιζε τις προσπάθειες και τους αγώνες για τη νομιμοποίηση της κιθάρας ως ισότιμο όργανο των λοιπόν αναγνωρισμένων κλασικών οργάνων.
Το Tar άνοιξε δυο σημαντικές πόρτες σε μένα. Του Γ΄ Προγράμματος της ΕΡΤ και της Ελευθεροτυπίας. Τον Σεπτέμβριο του 1982 ο Κυριάκος Σφέτσας, Διευθυντής τότε του Γ΄ Προγράμματος, σχεδιάζοντας το νέο πρόγραμμα του σταθμού θέλησε να το διαφοροποιήσει από το μέχρι πρότινος πρόγραμμα που είχε τη σθεναρή σφραγίδα του Μάνου Χατζιδάκι. Ήθελε κυρίως καινούρια πρόσωπα, νέες φωνές. Κάλεσε τον Νότη και του ζήτησε να παρουσιάζει εκπομπές για το Ελληνικό Τραγούδι· έχοντας διαβάσει τα δυο τεύχη του Tar που είχαν κυκλοφορήσει μέχρι τότε του ζήτησε να φροντίσει ώστε να επικοινωνήσω μαζί του, με ανάλογο σκοπό. Να ετοιμάζω και να παρουσιάζω δηλαδή εκπομπές. Πήγα στο Ραδιομέγαρο της Αγίας Παρασκευής με σκοπό να γνωρίσω τον Κυριάκο και να του πω «ευχαριστώ μεν, αλλά ...»· έφυγα λέγοντας «ευχαριστώ, πότε αρχίζουμε;». Έτσι πήραμε το βάφτισμα του ραδιοφωνικού πυρός μαζί με τον Νότη: αυτός σχεδίαζε και παρουσίαζε την εκπομπή «Τραγούδια μέσα στο χρόνο», η αφεντιά μου την εκπομπή «Στους ήχους των λαών» που είχε ως αντικείμενό της την παγκόσμια παραδοσιακή μουσική.
Στη γιορτή που οργάνωσε ο Νότης, τον Μάιο του 1982 στο σπίτι του στο Χαλάνδρι, με αφορμή την κυκλοφορία του Tar, γνώρισα τον Δημήτρη Γκιώνη, που ήταν τότε επικεφαλής του πολιτιστικού τμήματος της Ελευθεροτυπίας. Συζητήσαμε για το περιοδικό, τη μουσική και για διάφορα άλλα και μου ζήτησε τον αριθμό του τηλεφώνου μου, ώστε να επικοινωνήσει μαζί μου αν χρειαστεί. Μου τηλεφώνησε δυο χρόνια αργότερα. Με ενημέρωσε ότι ο μέχρι τότε κριτικός μουσικής της εφημερίδας Διονύσιος Γιατράς αποχωρούσε, μια και λόγο ηλικίας ένοιωθε ανήμπορος να συνεχίσει να υπηρετεί το λειτούργημα και μου ζήτησε να τον διαδεχτώ! Δέχτηκα με δισταγμό, καθώς θεωρούσα την κριτική μεγάλη ευθύνη· ζήτησα μάλιστα να είμαι, για ένα διάστημα, κριτικός «υπό δοκιμήν» πριν αναγορευτώ σε εντεταλμένο κριτικό της εφημερίδας. Έτσι η σταδιοδρομία μου, τόσο ως ραδιοεπιτηδευματία, όσο και ως επίσημου κριτικού μουσικής άρχισαν μέσω του Νότη και του Tar.

Στο Σαϊνοπούλειο Άλσος (Σπάρτη) 11 Αυγούστου 2010



Από τη στιγμή που γνωριστήκαμε ο Νότης με καλούσε σε όλες τις ηχογραφήσεις που πραγματοποιούσε. Θυμάμαι έντονα την πρώτη φορά γιατί ήταν και σημαδιακή. Άνοιξη του 1984 ήταν όταν μου τηλεφώνησε και με ενημέρωσε ότι θα ηχογραφούσε τραγούδια για τον καινούριο του δίσκο, ο οποίος θα εκδιδόταν από την νεοσύστατη Εταιρία Νέας Μουσικής του κοινού μας φίλου Θάνου Μικρούτσικου — το τραγούδι του Νότη «Μεσαιωνικό Παραμύθι» σε στίχους Άλκη Αλκαίου που περιέχεται είναι αφιερωμένο στον Θάνο. Μου έδωσε τα απαραίτητα στοιχεία —Studio Sigma Sound στην οδό Πολυτεχνείου 44, στο Νέο Ηράκλειο, κοντά στο σταθμό του Ηλεκτρικού— και μου είπε «αρχίζουμε στις 4 το απόγευμα: να είσαι εκεί». Καθυστέρησα δικαιολογημένα - αδικαιολόγητα, έφτασα εκεί περασμένες 5 και έχασα μια μεγάλη ευκαιρία, από εκείνες που δεν ξαναεμφανίζονται. Ο Νότης θεωρούσε, όπως τόσοι και τόσοι, ότι το 7 είναι ιερός αριθμός. Απλά δείγματα: 7 ποιήματα διάλεξε για να μελοποιήσει από τη Δεύτερη γραφή του Οδυσσέα Ελύτη – συμπτωματικά εμπεριέχονται στο εν λόγω ηχογράφημα. Με 7 ποιήματα του Κώστα Καναβούρη από τη συλλογή Νυχτολόγιο χειρός έπλασε τον ομώνυμο λόγιο κύκλο τραγουδιών – αναφορά σε αυτόν πιο κάτω. Ήθελε λοιπόν ο Νότης ένα από τα καινούρια τραγούδια του, που το θεωρούσε ξεχωριστό, να τραγουδηθεί από επταμελή ανδρική χορωδία. Ήταν το τραγούδι αυτό το περίφημο «Πρωινό τσιγάρο», σε στίχους Άλκη Αλκαίου, με τη γνωστή λίγο-πολύ περιπέτεια στην οποία εμπλέκονται ο Μάνος Λοΐζος και ο Θάνος Μικρούτσικος. Καθυστέρησα και έχασα την ευκαιρία να είμαι ένας από τους επτά! Ο Νότης γνώριζε καλά ότι ήμουνα βασικό στέλεχος της Μικτής Χορωδίας του ΕΜΠ, στα χρόνια των σπουδών μου· άλλωστε τραγουδούσαμε συχνά μαζί στις βραδινές φιλικές συνάξεις. Γι αυτό ήθελε να είμαι εκεί στις 4.






Για να μην αναρωτιούνται και παρερμηνεύουν κάποιοι τους πληροφορώ το εξής: στο ένθετο της δισκογραφικής έκδοσης, Στην Όχθη της Καρδιάς μου είναι τ’ όνομά της, αναφέρεται ότι η χορωδία αποτελείται από τους Κώστα Θωμαΐδη, Γιώργο Μεράντζα, Σάκη Μπουλά, Θανάση Νικόπουλο και Γιάννη Σαμσιάρη. Πενταμελής λοιπόν; Όχι εξαμελής, μια και τραγουδά και ο Νότης, αλλά δεν αναφέρεται το όνομά του. Και θα ήταν η επιθυμητή επταμελής, αν δεν είχα καθυστερήσει εγώ!!! Το θυμότανε καλά ο Νότης, όπως και ο Γιάννης Σαμσιάρης και ο Θανάσης Νικόπουλος, ο οποίος ήταν και παραγωγός της δισκογραφικής έκδοσης, μια και μείναμε μέχρι αργά ώστε να ηχογραφηθούν ερμηνευμένα από τον Γιάννη τα τραγούδια της Δεύτερης γραφής. Αξίζει να αναφερθεί εδώ ότι ένα και μόνο τραγούδι υπάρχει στην επίσημη δισκογραφία, ερμηνευμένο από τη φωνή του Νότη! Πρόκειται για το «Πόλη Κωνσταντινούπολη» σε στίχους του Μέντη Μποστατζόγλου (Μποστ) και μουσική βεβαίως του Νότη, το οποίο συμπεριελήφθη στην έκδοση Εάλω η Πόλις, του 1993. Το τραγούδι αυτό είχε πρωτοεμφανιστεί στη δισκογραφική έκδοση του 1989 Κάπου ανατολικοδυτικά, ερμηνευμένο, σε αυτήν, από τη Μαρία Φαραντούρη.


Με τον Βασίλη Γισδάκη στο αρχαίο θέατρο Γυθείου (2003)



Καθώς λοιπόν ο Νότης θυμόταν καλά το συμβάν, μου έδωσε μια δεύτερη ευκαιρία δέκα χρόνια αργότερα· και δεν την έχασα βεβαίως. Την περίοδο 1993-94 στο Θέατρο Γκλόρια της οδού Ιπποκράτους ο θίασος Γιώργου Κιμούλη - Μίρκας Παπακωνσταντίνου παρουσίασε το σαιξπηρικό Ημέρωμα της στρίγκλας σε μετάφραση Ερρίκου Μπελιέ. Ο Γιώργος μου ζήτησε να αναλάβω τη μουσική επιμέλεια της παράστασης, την οποία σκηνοθετούσε. Το έκανα με ξεχωριστή διάθεση, μια και ήταν μια πραγματική πρόκληση για μένα. Στις συζητήσεις που κάναμε μου φανέρωσε την πρόθεση και επιθυμία του να τελειώνει η παράσταση με ένα νέο τραγούδι — ύμνο στη γυναίκα. Ο Ερρίκος που είχε ενημερωθεί σχετικά τον είχε προμηθεύσει με δική του ελεύθερη απόδοση στα νεοελληνικά του περίφημου Πρώτου Στάσιμου από τη Μήδεια του Ευριπίδη. Μού έδειξε τους στίχους ο Γιώργος και αμέσως του πρότεινα τον Νότη. Γεννήθηκε έτσι ένα εξαίσιο τραγούδι, «Το Γένος της Γυναίκας» το όνομά του, το οποίο ακουγόταν ηχογραφημένο πριν πέσει η αυλαία της παράστασης με συνάδοντες τους ηθοποιούς που συμμετείχαν σε αυτή. Η ηχογράφηση πραγματοποιήθηκε στο Στούντιο Κυριαζή, που βρίσκεται στην οδό Αλεξάνδρου Παπαναστασίου 4, στο Χαλάνδρι, πολύ κοντά στο σπίτι του Νότη. Συμμετείχε σε αυτήν οργανικό σύνολο και μικτή επταμελής χορωδία. Ο έβδομος χορωδός, κατ’ επιταγήν και κατ’ επιθυμίαν του Νότη, ήμουν εγώ!!! Το τραγούδι αυτό δεν δισκογραφήθηκε ποτέ, μια και ο Νότης πίστευε ότι δεν ταίριαζε με όσα άλλα έπλασε μετά από αυτό, που λίγα δεν είναι. Μπορείς να το ακούσει όμως αγαπητέ αναγνώστη στο τέλος αυτού του κειμένου, όπου θα δεις και όλα τα σχετικά με αυτό στοιχεία.

Νότης Μαυρουδής (Σχέδιο του Νίκου Χουλιαρά, 1968)



Διάφοροι δημιουργικοί σχεδιασμοί γινόντουσαν αφορμή να περνάμε ώρες πολλές με τον Νότη. Θυμάμαι σαν χθες το σχεδιασμό της δισκογραφικής έκδοσης Master Class – Μισός αιώνας Έλληνες κιθαριστές, αλλά περισσότερο θυμάμαι την προετοιμασία των δυο συναυλιών που πραγματοποίησε ο Νότης στην Αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών στις 18 & 19 Ιανουαρίου 1993. Στην πρώτη περίπτωση έπρεπε να επιλέξουμε από δεκάδες ηχογραφήματα Ελλήνων κιθαριστών για να δομήσουμε το πρόγραμμα ακρόασης μιας ιδιαίτερης έκδοσης με δυο δίσκους ακτίνας, την οποία ενέταξε στον κατάλογό της το 2005 η εταιρεία Eros Music του Στέλιου Φωτιάδη. Οι πιο λόγιες εκδόσεις της εταιρείας εκδίδονταν, θυμίζω, με την ετικέτα «Corifeo» την ευθύνη της οποίας είχε ο Νότης. Στην εν λόγω έκδοση συμπεριελήφθησαν ηχογραφήσεις 30 κλασικών κιθαριστών. Ακούγαμε για ώρες και μέρες πολλές μέχρι την τελική επιλογή και συζητήσαμε πολύ μέχρι να αποφασιστεί η οριστική σειρά.
Το 1992 όταν είχε ολοκληρωθεί η πρώτη περίοδος λειτουργίας του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών με κάλεσαν ο Πρόεδρός του Χρήστος Λαμπράκης και ο Διευθυντής του Μουσικού Αναλογίου Θάνος Μικρούτσικος και μου ζήτησαν να αναλάβω την ευθύνη του σχεδιασμού και της πραγμάτωσης του Πρώτου Κύκλου Ελληνικού Τραγουδιού.
Έκανα τις προτάσεις μου σύμφωνα με τις προδιαγραφές που είχαν τεθεί· έγιναν αναντίρρητα αποδεκτές: Χριστόδουλος Χάλαρης, Νότης Μαυρουδής, Νίκος Ξυδάκης, Έλλη Πασπαλά και Δήμητρα Γαλάνη. Δυο συναυλίες, σε συνεχόμενες μέρες, προγραμματίστηκαν για τους δυο πρώτους και μια για τους τρεις υπόλοιπους. Η συναυλία της Δήμητρας Γαλάνη πραγματοποιήθηκε στην Αίθουσα Φίλων της Μουσικής – μετέπειτα Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης, οι συναυλίες των λοιπών στην Αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος.



Κύκλος Ελληνικό Τραγούδι στο Μέγαρο Μουσικής. Συνέντευξη Τύπου (7.1.1993)


Συναντήθηκα αρκετές φορές με τον καθένα/καθεμιά τους για να διαμορφώσουμε το πρόγραμμα και τους/τις επισκέφτηκα με τον Κώστα Ορδόλη, πραγματικό καλλιτέχνη της ασπρόμαυρης φωτογραφίας, για τη φωτογραφία που θα κοσμούσε το έντυπο πρόγραμμα. Ο Νότης ήδη από το 1989 ζούσε στο δικό του σπίτι, ένα όμορφο διαμέρισμα στην οδό Σεβαστής Καλησπέρη στο Χαλάνδρι. Ώρες όμορφες περάσαμε εκεί διαλέγοντας –πάντα με την αρωγή της Βάσως– τις φωτογραφίες για το πρόγραμμα, αλλά και επιλέγοντας τα τραγούδια που θα συμπλήρωναν το πρόγραμμα. Γράφω συμπλήρωναν μια και βάση του προγράμματος ήταν τα επτά τραγούδια του κύκλου Δεύτερη γραφή, αλλά και ο καινούριος κύκλος Νυχτολόγιο χειρός με επτά τραγούδια σε ποίηση Κώστα Καναβούρη, ο οποίος ήταν παραγγελία του Συλλόγου οι Φίλοι της Μουσικής. Ήταν ένα ξεχωριστό έργο για φωνή και μικρό σύνολο εγχόρδων, με λόγιες προδιαγραφές, το οποίο ερμήνευσε ο Σπύρος Σακκάς. Για το δεύτερο μέρος επιλέξαμε τραγούδια κυρίως από τη νεότερη παραγωγή του Νότη, αποφεύγοντας τα πλέον δημοφιλή, όπως φερ’ ειπείν το «Πρωινό τσιγάρο», το «Ίσως φταίνε τα φεγγάρια» ή τα παλιότερα «Άκρη δεν έχει ο ουρανός» και «Ήταν μεγάλη η νύχτα». Στις συναυλίες του Νότη, που πραγματοποιήθηκαν στις 18 & 19 Ιανουαρίου του 1993, ερμηνεύτηκαν για πρώτη φορά τρία τραγούδια σε στίχους Τάσου Σαμαρτζή, τα οποία προορίζονταν να συμπεριληφθούν στην επόμενη δισκογραφική κατάθεση του Νότη Τοπίο μυστικό – εκδόθηκε τον Μάιο εκείνης της χρονιάς. Τα τραγούδια, που ήσαν τα «Τοπίο μυστικό», Οι Κυριακές του μέλλοντος» και «Κάθε μια νύχτα» ερμήνευσε στις συναυλίες, όπως άλλωστε και στη δισκογραφική έκδοση, ο Σταμάτης Κραουνάκης. Τα άκουσα από τον ίδιο τον Νότη (φωνή-κιθάρα) όταν ετοιμάζαμε το πρόγραμμα, με συγκίνησαν ιδιαίτερα και οι στίχοι και οι μουσικές τους και συναποφασίσαμε να ολοκληρωθούν οι συναυλίες με το «Κάθε μια νύχτα», το οποίο αγάπησα από την πρώτη φορά που το άκουσα. Σημειώνεται ότι το πρόγραμμα ήταν σχεδόν το ίδιο κάθε βραδιά.
Εκτός των άλλων ήταν υποχρέωσή μου να επιμεληθώ τα κείμενα (βιογραφικά κ.ά.) και τις φωτογραφίες των έντυπων προγραμμάτων που θα συνόδευαν τις συναυλίες· και να γράψω ένα κείμενο για αυτές. Τελείως ξεχωριστά τα κείμενά μου ήταν εμπνευσμένα από την προσωπικότητα και τη δημιουργική προσφορά κάθε μουσικού. Ο Νότης μου το ΄λεγε και το ξανάλεγε ότι ήταν το ωραιότερο κείμενο που είχε γραφτεί για αυτόν. Ειδικά η τελευταία παράγραφός του τον είχε συγκινήσει σφόδρα. Ξαναδιαβάζοντάς το, μετά από τόσα χρόνια, σκέφτομαι ότι αν το έγραφα σήμερα, πάλι το ίδιο θα ήταν· ίσως να συμπλήρωνα απλώς σε αυτό κάποιους τίτλους από τους νεότερους κύκλους τραγουδιών ή/και τραγουδιών που εντωμεταξύ μας χάρισε. Το παραθέτω, ωστόσο, χωρίς καμία αλλαγή.




Η ΕΥΓΕΝΙΚΙΑ ΠΕΡΗΦΑΝΗ ΜΕΛΑΓΧΟΛΙΑ ΤΟΥ ΝΟΤΗ ΜΑΥΡΟΥΔΗ

Οι νότες πλάθουν μουσικά σύνολα με μια ευαισθησία που φέρνει στο νου αγαπημένα πρόσωπα, μεγάλες απουσίες, σκιές και χρώματα από μια ζωή που πρέπει να μας ανήκει, που μπορούμε να τη μοιραστούμε. Αίσθηση ισορροπίας λυτρωτικής, συνυφασμένη με την ανησυχία της ακατάπαυστης αναζήτησης, της απόστασης που πρέπει να διανυθεί και πρέπει να διανυθεί καλά. Ένας κόσμος γεμάτος αφορμές και αίτιες, γεμάτος «παιδιά της γης» για να γίνουν μουσική, μελωδία, αρμονία, ρυθμός, ακόμη και για τις πιο πίκρες στιγμές, ακόμη και για τα αιωνία σημάδια.
Η μουσική πραμάτεια του Νότη Μαυρουδή προκαλεί στον αποδεκτή της μια αίσθηση απόλυτης βεβαιότητας ότι τίποτα δεν χάνεται, παρόλο που φεύγει, παρόλο που σκορπάει τα κομμάτια της στο γαλαξία για να μείνει παντοτινά εκεί. Η γοητευτική συνάθροιση των ήχων θεριεύει την ελπίδα ότι ο δρόμος είναι γεμάτος συγκινήσεις και η αντοχή περισσή, κι έτσι ο κίνδυνος από την αδυναμία στερεύει. Μοιάζουν όλα κλεισμένα σε μια πορεία αδιατάραχτη και γόνιμη σαν τη γη και την ανάσα, από τις οποίες γεννιέται η ζωή.
Η μουσική του Νότη Μαυρουδή είναι γεμάτη από ελληνικό φως και το μοναδικό αίσθημα της ηρεμίας, αναμεμειγμένο με τη δύναμη μιας απόφασης, που είναι γεμάτη έρωτα, την υπομονή μιας προσδοκίας, τη γλυκύτητα της γνώσης. Ο δημιουργός είναι πάντα εδώ, έχοντας πάντα κάτι να πει. Άσματα ηρωικά και πένθιμα, ρομαντικά και λαϊκά, στολισμένα με χρώματα που ανατράφηκαν στις ζωγραφιές από τον Θεόφιλο, φορτισμένα με μηνύματα από το παρελθόν που δεν έχουν όμως ξεθωριάσει, επιβάλλουν αβίαστα και τρυφερά την αίσθηση ζωής και τέχνης του δημιουργού.
Ακούγοντας την ευγενικιά περήφανη μελαγχολία της ψυχής του, εκφρασμένη ως πόνο ηχητικών πλεγμάτων, γίνεσαι ανιχνευτής των ονείρων του και βιώνεις τη συγκίνηση, την απλότητα, την ικανότητα που μπορεί να έχει η μουσική να γλυκαίνει, να γιατρεύει, να ημερεύει τα ίχνη που αφήνουν πάνω μας οι μέρες, οι βδομάδες, τα χρονιά.
Η κιθάρα είναι ένας έρωτας μοναδικός, ατελεύτητος. Και «Ἔρως ἀνίκατε μάχαν». Οι χορδές της μοιάζουν να γεννήθηκαν από το σμίξιμο των αχτίδων του φεγγαριού και του ηλίου. Ο ήχος της είναι σαν λέξη που δεν ειπώθηκε ποτέ, μα είναι βαθιά χαραγμένη μέσα μας για όλο το δρόμο, μέχρι το τέλος. Αναδεικνύεται σε ένα συνεχές βάσιμο, απαραίτητο στην εξύφανση των ευφραντικών μουσικών μύθων που συλλαμβάνει η γόνιμη φαντασία.
Οι έξι «κόρες της κιθάρας» διαγερμένες από το χάδι των ευαίσθητων δαχτύλων του, γεννούν ήχο ολόδικό του, που έχει στη σφραγίδα του σμιλευμένη την όχθη της καρδιάς του. Περνάει και μας αγγίζει, τον αγκαλιάζουμε, γίνεται δικός μας, του τον επιστρέφουμε γεμάτοι ευγνωμοσύνη. Ο ήχος αυτός βαθιά ριζωμένος «κάπου ανατολικοδυτικά», θα παραμένει εσαεί αδιάσπαστος, γιατί είναι σίγουρος, γνήσιος, καθαρός, προσωπικός και αξεπέραστος.
Ο συνθέτης, ο δάσκαλος, ο κιθαριστής, ο ενοργανωτής, ο συντονιστής ενυπάρχουν στον Νότη Μαυρουδής σε ισορροπίες που διαφοροποιούνται δημιουργικά ανάλογα με ανάλογα με τις συνθήκες και τις περιστάσεις. Δεν δεσμεύτηκε ούτε υποχρεώθηκε σε ένα συνεχές παρόν. Η πορεία του υπήρξε συνεπής, σταθερή και λιτή, τόσο στην έκφραση όσο και στον όγκο της προσφοράς. Πιστός στη σοφή ρήση «Οὐκ ἐν τῷ πολλῷ τὸ εὖ», δεν σπαταλήθηκε σε κατευθυνόμενες «δημιουργικές» ενέργειες, αλλά εκφράστηκε αυθορμήτως όταν έκρινε ότι οι αιτίες ήταν σημαντικές και η εποχή πρόσφορη στην αποδοχή των προτάσεών του. Η ανάγκη επικοινωνίας του με την τέχνη και με τους αποδέκτες των μηνυμάτων της καθορίζεται πάντοτε από τον ίδιο τον δημιουργό και είναι απαλλαγμένη από τις επιταγές του καταναλωτισμού.
Ο Νότης Μαυρουδής έρχεται από το παρελθόν για να μας θυμίσει το μέλλον. Επιλέγει ο ίδιος με σύνεση και αυστηρότητα τους δρόμους της μουσικής του. Οι εμπειρίες του δεν αρνούνται την αλήθεια. Δεν λυπούνται τα χρόνια που πέρασαν. Αρκούνται στην ενσυνείδητη ανίχνευση της απόμακρης αλλά και της εγγύτερης παράδοσης. Και τις υπηρετούν και τις δυο με τον ίδιο διαρκή και αταλάντευτο σεβασμό, την ίδια μυροβόλο αξιοσύνη. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που έχει καταγραφεί στη συνείδησή μας ως ένας από τους ελάχιστους μουσικούς προσκυνητές-θεράποντες της δεκαετίας του ΄60 που δεν υπήρξε αυτόπτης μάρτυς του καλλιτεχνικού του θανάτου.

Στα τέλη του περασμένου Σεπτέμβρη έστειλα ηλεκτρονικό μήνυμα στον Νότη και τον ενημέρωνα ότι επίκειται να προβληθεί καινούρια ταινία που είχε ως τίτλο Tár, τον τίτλο δηλαδή που είχε το πνευματικό του παιδί, το περιοδικό της δεκαετίας 1980-90 και από το 2006, ο ομώνυμος ιστότοπος. Μου τηλεφώνησε, του είπα ότι η ταινία ήταν αμιγώς μουσική, ότι Tár ήταν το επώνυμο του βασικού χαρακτήρα του μύθου, Lydia Tár συγκεκριμένα, την οποία υποδύεται η εξαίρετη Kate Blanchet, ότι ήταν αρχιμουσικός κλπ, κλπ. Έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον, σχολίασε με χιούμορ το γεγονός «Στην αγωγή που θα τους κάνουμε, πόσα εκατομμύρια να ζητήσουμε;», και εκδήλωσε την επιθυμία, όταν θα προβαλλόταν η ταινία στην Ελλάδα να πάμε να τη δούμε μαζί.
Έφυγε όμως ξαφνικά και δεν προλάβαμε να τη δούμε μαζί. Δεν ξέρω αν θα μπορέσει να δει αυτή την υπέροχη ταινία εκεί που βρίσκεται τώρα. Ξέρω όμως ότι έχει συναντήσει εκεί τον Γιάννη, τον Άκο, τον Τάσο, τον Ηλία και σίγουρα σκαρώνουν μαζί νέα και πάντα όμορφα τραγούδια.
Πάντα ευγενικός ο Νότης, πάντοτε φιλάνθρωπος και αλτρουιστής, φρόντισε στον τελευταίο οδυνηρό αποχαιρετισμό να μην ταλαιπωρήσει τις φίλες και τους φίλους που έσπευσαν να του πουν το στερνό αντίο. Μια μέρα ανοιξιάτικη αναχώρησε για τον τόπο της μόνιμης εξορίας του ανθρώπου· κι έπειτα ήρθε ο χειμώνας.

«Το Γένος της Γυναίκας»


Στοιχεία για το ανέκδοτο τραγούδι των Ευριπίδη- Ερρίκου Μπελιέ-Νότη Μαυρουδή «Το Γένος της Γυναίκας».
Πλάστηκε για τη θεατρική παράσταση της κωμωδίας του Σαίξπηρ Το ημέρωμα της στρίγκλας στο Θέατρο Γκλόρια, την περίοδο 1993-94.

Ταυτότητα της παράστασης:
Μετάφραση: Ερρίκος Μπελιές . Σκηνοθεσία: Γιώργος Κιμούλης. Σκηνικά-φορεσιές: Tim Hatley. Φωτισμοί: Ben Ormerod. Μουσική επιμέλεια: Γιώργος Β. Μονεμβασίτης. Ερμηνεία: Μίρκα Παπακωνσταντίνου, Γιώργος Κιμούλης, Λίνα Μαρκάκη, Βασίλης Ανδρεόπουλος, Βασίλης Χαλακατεβάκης

Το τραγούδι ακουγόταν από ηχογράφηση στο τέλος της παράστασης με συνάδοντες του ηθοποιούς που συμμετείχαν σε αυτή. Στην ηχογράφησή του συμμετείχαν οι μουσικοί: Μιχάλης Βοριάς (βιολί & μαντολίνο), Γιάννης Παπαζαχαριάκης (κιθάρα), Χρήστος Ζερμπίνος (ακορντεόν), Γιάννης Αγαπητός (κοντραμπάσο), Γιώργος Κωνστάντζος (φυσαρμόνικα)
Τη χορωδία συναποτελούν οι: Γιώργος Κωνστάντζος, Τάσος Αλούπης, Γιώργος Βλατής, Χριστίνα Βλατή, Ντονατέλλα Τσίτσαρου, Κωστής Γεωργαλής, Γιώργος Β. Μονεμβασίτης
Ενορχήστρωση και μουσική διεύθυνση: Νότης Μαυρουδής


Το Γένος της Γυναίκας

Των ιερών ποταμών τα νερά
Στις πηγές τους πίσω γυρίζουν
Όλα στέκονται αλλάζουν(ε) φορά
Γενεές, γενεών μηδενίζουν

[ Επωδός: ] Γένος των ανδρών γεμάτο πόνο
Γκρέμιζες την πίστη στους θεούς
Γένος της γυναίκας τώρα χτίζεις,
μέλλον για καλύτερους καιρούς

[---] θεός σαν κι αυτές
Απ’ τη μοίρα τους τόσα κι αν πήρε
Θα ΄ρθει η μέρα να γίνουν(ε) αυτές
Του ανθρώπινου γένους σωτήρες

[ Επωδός ]

Την ψυχή σας θα κάνετε ζωή
Και η φήμη σας τώρα θ’ αλλάξει
Οι πληγές σας θα γίνουν(ε) τιμή
Τα παιδιά μας θα φέρουνε τάξη

[Επωδός]

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: