Ένας ακόμη ποιητής στην αντίπερα όχθη

Σχέδιο Νικόλας Κληρονόμος
Σχέδιο Νικόλας Κληρονόμος

Όσοι γνώ­ρι­σαν τον Βα­σί­λη Κου­μή (1954-2023) ανα­γνώ­ρι­ζαν σε αυ­τόν ένα πρό­τυ­πο ευ­γέ­νειας και μια αστεί­ρευ­τη πη­γή ποι­κί­λων ιδε­ών. Δεν ήταν όμως γρα­φτό να γε­ρά­σει προ­σφέ­ρο­ντας και υλο­ποιώ­ντας τις ευ­φά­ντα­στες ιδέ­ες του. Ο Βα­σί­λης Κου­μής ήταν ποι­η­τής που άρ­με­γε τις εμπνεύ­σεις του από τη ζωή τη δι­κή του, από τη ζωή των άλ­λων, από ει­κό­νες χρω­μα­τι­στές, από ει­κό­νες ασπρό­μαυ­ρες.
Έφυ­γε όπως έζη­σε. Δια­κρι­τι­κά, αθό­ρυ­βα, με από­λυ­τη, αδια­πραγ­μά­τευ­τη αξιο­πρέ­πεια που δεν την δια­τά­ρα­ξε ού­τε η πο­λύ­μη­νη μά­χη του με τον καρ­κί­νο. Η ανα­χώ­ρη­σή του δεν εμ­φα­νί­στη­κε ού­τε στο εσω­τε­ρι­κό των εφη­με­ρί­δων, δεν έγι­νε τη­λε­ο­πτι­κό θέ­μα, δεν απα­σχό­λη­σε τους πο­λι­τι­στι­κούς συ­ντά­κτες των δη­μο­φι­λών ενη­με­ρω­τι­κών ιστό­το­πων. Ελά­χι­στες φο­ρές «ακού­στη­κε» το όνο­μά του πέ­ραν του οι­κο­γε­νεια­κού και φι­λι­κού του κύ­κλου. Τις ση­μειώ­νου­με ως μια πρώ­τη γνω­ρι­μία με τα πε­πραγ­μέ­να του.
Εμπνεύ­στη­κε και σχε­δί­α­σε τη μου­σι­κο­θε­α­τρι­κή πα­ρά­στα­ση Φω­νές εξαί­σιες η οποία πα­ρου­σιά­στη­κε για τρία συ­νε­χό­με­να Δευ­τε­ρό­τρι­τα του 2006 στο Θέ­α­τρο Τέ­χνης της οδού Φρυ­νί­χου.
Συ­νερ­γα­ζό­με­νος με την πια­νί­στρια Έλε­να Μου­ζά­λα σχε­δί­α­σε την εκ­δή­λω­ση Ελ­λά­δα – Κύ­προς, μια μου­σι­κή συ­νά­ντη­ση η οποία πα­ρου­σιά­στη­κε, στις 6 Μα­ΐ­ου 2014, στο Μέ­γα­ρο Μου­σι­κής Αθη­νών. Ερ­μη­νεύ­τη­κε σε αυ­τήν για πρώ­τη φο­ρά ο κύ­κλος τρα­γου­διών για φω­νή και πιά­νο Συμ­φω­νία των Υγρών, ο οποί­ος προ­έ­κυ­ψε από τη με­λο­ποί­η­ση ποι­η­μά­των της ομώ­νυ­μης συλ­λο­γής του Βα­σί­λη Κου­μή από τον Κύ­πριο συν­θέ­τη Κων­στα­ντί­νο Στυ­λια­νού.
Ευ­τύ­χη­σε να δει δη­μο­σιευ­μέ­νες τρεις ξε­χω­ρι­στές και ως προς τη μορ­φή και ως προς το πε­ριε­χό­με­νο ποι­η­τι­κές συλ­λο­γές του. Και οι τρεις, από τις εκ­δό­σεις Synergie, μας θυ­μί­ζουν κά­ποιες ξε­χα­σμέ­νες αγά­πες όπως η ψι­λή, η δα­σεία, η πε­ρι­σπω­μέ­νη· και στις τρεις η τέ­χνη του λό­γου συν­δυά­ζε­ται με την ει­κα­στι­κή τέ­χνη. Η πρώ­τη, (Συμ­φω­νία Των Υγρών), εκ­δό­θη­κε το 2008 - υπάρ­χει και ει­δι­κή έκ­δο­ση με 8 πρω­τό­τυ­πες χαλ­κο­γρα­φί­ες της Ρέ­νας Τζο­λά­κη. Η δεύ­τε­ρη, (Σώ­μα άψαυ­στο), συ­νο­δεύ­ε­ται από 4 λι­θο­γρα­φί­ες του Γιώρ­γη Βαρ­λά­μου και εκ­δό­θη­κε το 2011. Η τρί­τη, (Ερα­σι­τε­χνι­κή οπτι­κή)­, κο­σμεί­ται από 4 πρω­τό­τυ­πες χαλ­κο­γρα­φί­ες του Αλέ­ξη Βε­ρού­κα και εκ­δό­θη­κε το 2013. Στην πα­ρου­σί­α­σή της στο Θέ­α­τρο Χυ­τή­ριο ερ­μη­νεύ­τη­κε για πρώ­τη φο­ρά ο κύ­κλος τρα­γου­διών Ανυ­πε­ρά­σπι­στα σε ποί­η­ση Βα­σί­λη Κου­μή και μου­σι­κή Πέ­τρου Σα­τρα­ζά­νη.

Ένας ακόμη ποιητής στην αντίπερα όχθη

Δεν πρό­λα­βε να χα­ρεί την έκ­δο­ση της τέ­ταρ­της ποι­η­τι­κής του συλ­λο­γής Το Οψι­φα­νές Ανώ­νυ­μον, για την οποία εί­χε ετοι­μά­σει χα­ρα­κτι­κά η Άρια Κο­μια­νού. Ού­τε να ακού­σει με­λο­ποι­η­μέ­νο κά­ποιο από τα ποι­η­τι­κά κεί­με­να (libretti) με τα οποία δό­μη­σε τη λυ­ρι­κή Τρι­λο­γία των συν­θε­τών. Μό­νο το κα­τα­λη­κτι­κό τμή­μα από την αφιε­ρω­μέ­νη στον Μί­κη Θε­ο­δω­ρά­κη όπε­ρα που σχε­δί­α­σε, την Autodafé, με­λο­ποι­η­μέ­νο από τον Κων­στα­ντί­νο Στυ­λια­νού, που ζει και δρα στο Λον­δί­νο, πρό­φτα­σε να ακού­σει· και η χα­ρά του ήταν με­γά­λη.
Με­γά­λη ήταν επί­σης η χα­ρά του όταν έλα­βε ως δώ­ρο το 2022 το βι­βλίο του δι­κη­γό­ρου, συγ­γρα­φέα και κρι­τι­κού θε­ά­τρου Κων­στα­ντί­νου Γ. Βα­σι­λεί­ου Βα­σί­λης Κου­μής – Ένας οδοι­πό­ρος της ποι­η­τι­κής (εκ­δό­σεις Βασ­δέ­κης). Ένα συ­γκι­νη­τι­κό αφιε­ρω­μα­τι­κό με­λέ­τη­μα, στις 216 σε­λί­δες του οποί­ου ο συγ­γρα­φέ­ας εξε­ρευ­νά διε­ξο­δι­κά τον ποι­η­τι­κό λό­γο του Κου­μή και ανα­δει­κνύ­ει τις δο­μι­κές συ­νι­στώ­σες του.

Με τον Μίκη και τη Μαργαρίτα Θεοδωράκη
Με τον Μίκη και τη Μαργαρίτα Θεοδωράκη

Ο Βα­σί­λης Κου­μής ήταν ένας ζω­γρά­φος της γλώσ­σας που αντί για χρώ­μα­τα χρη­σι­μο­ποιού­σε λέ­ξεις· χρω­μα­τι­στές βε­βαί­ως. Οι λέ­ξεις του δα­νεί­ζο­νται χρώ­μα­τα άλ­λο­τε από τη βρο­χή, άλ­λο­τε από τον άνε­μο, άλ­λο­τε από τον ήλιο, άλ­λο­τε από τις επο­χές. Στην τε­λευ­ταία πε­ρί­πτω­ση τα χρώ­μα­τα εί­ναι άμε­σα ορα­τά. Έβλε­πε με τρό­πο ποι­η­τι­κό τα γε­γο­νό­τα της ζω­ής και ανα­ζη­τού­σε σε αυ­τά τις αι­τί­ες του πα­ρελ­θό­ντος. Εστί­α­ζε στο πα­ρόν έχο­ντας γνώ­ση-επί­γνω­ση του πα­ρελ­θό­ντος και συ­νά­μα έγνοια για το μέλ­λον. Η ζωή του ήταν ένας διαρ­κής αγώ­νας ανα­ζή­τη­σης και αξιο­ποί­η­σης των χα­μέ­νων λέ­ξε­ων. Κα­τά­φερ­νε έτσι να χτί­σει ένα γλωσ­σι­κό κό­σμο πο­λύ πλού­σιο. Υφο­λο­γι­κά μοί­ρα­ζε τον ποι­η­τι­κό του τό­πο ανά­με­σα στους Γάλ­λους συμ­βο­λι­στές και τους Έλ­λη­νες υπερ­ρε­α­λι­στές. Η φύ­ση, η μο­να­ξιά, ο πό­νος και ο θά­να­τος, εί­ναι ένα τε­τρά­πτυ­χο εν­νοιών το οποίο δια­τρέ­χει την ποι­η­τι­κή πα­ρου­σία του Βα­σί­λη Κου­μή.

Κα­θώς μοί­ρα­ζε από μι­κρός τη ζωή του ανά­με­σα στην Αθή­να και το Βρα­χά­τι, γνώ­ρι­σε εκεί νω­ρίς τον Μί­κη Θε­ο­δω­ρά­κη και την οι­κο­γέ­νειά του. Τον συ­νέ­δε­σε βα­θιά και ανυ­πό­κρι­τη φι­λία με τον Μί­κη, αλ­λά και με τη Μαρ­γα­ρί­τα. Η Μαρ­γα­ρί­τα μά­λι­στα τον μνη­μο­νεύ­ει με τρυ­φε­ρό­τη­τα στο βι­βλίο της Ανα­μνή­σεις ενός κο­ρι­τσιού (εκ­δό­σεις IANOS, 2020).

Ο Βα­σί­λης Κου­μής γεν­νή­θη­κε στην Αθή­να στις 8 Οκτω­βρί­ου 1954. Στο Βρα­χά­τι πέ­ρα­σε πολ­λές στιγ­μές στο­χα­σμού, ανα­στο­χα­σμού, δη­μιουρ­γι­κής χα­ράς, αλ­λά και ξε­κού­ρα­σης κι ανε­με­λιάς. Πέ­θα­νε στην Αθή­να στις 20 Φε­βρουα­ρί­ου 2023. Ανα­παύ­ε­ται στο Βρα­χά­τι.


Τα αυ­τό­γρα­φα ποι­ή­μα­τα που πα­ρα­θέ­του­με εί­ναι ανέκ­δο­τα:


Ένας ακόμη ποιητής στην αντίπερα όχθη
Ένας ακόμη ποιητής στην αντίπερα όχθη
Ένας ακόμη ποιητής στην αντίπερα όχθη
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: