Το τελευταίο τρένο του Φεβρουαρίου



Ερήμωσαν οι σιδηροδρομικοί σταθμοί. Μόνο φαντάσματα κυκλοφορούν. Μασκαρεμένοι οι υπεύθυνοι εξαργυρώνουν τα σέβη τους. Σχολιαστές τηλεχαριεντίζονται στα παράθυρα. Πουλιά κελαηδούν στα δέντρα. Σφύζει από ζωή το νεκροταφείο. Προς το κυλικείο έρπουν αναζητώντας νερό αναρριχητικά φυτά. Τις οικονομίες μιας ζωής μετρούν γονείς. Πάρε όταν φτάσεις. Παραμένει επίζηλος προορισμός για συνταξιούχους και νεκρούς η χώρα. Φάρσα για βόμβα. Συνταγή για μπουγάτσα με κιμά. Παρατρεχάμενοι υποψηφίου δωρίζουν μάσκες, κρέμες χεριών και βιταμίνες έξω από ΚΑΠΗ. Κάπου αλλού ίσως είναι αλλιώς. Βλέπω ένα τούνελ στο τέλος του φωτός.
Την προηγούμενη ημέρα ένας συρμός είχε εκτροχιαστεί στην κομητεία του Κεντ και επισκεύαζαν τις γραμμές. Ο επικεφαλής του συνεργείου είχε συμβουλευθεί λάθος δρομολόγιο και για ακόμη δύο ώρες δεν περίμεναν αμαξοστοιχία. Όταν έφτασε στις 10 Ιουνίου 1865, το εμπρός τμήμα με ταχύτητα πέρασε πάνω από το κενό στις γραμμές. Από τα επτά βαγόνια της πρώτης θέσης, που ακολουθούσαν, μόνο το αρχικό, που ήταν συνδεδεμένο με βαγόνι της δεύτερης θέσης, δεν έπεσε στην κοίτη του ποταμού, με αποτέλεσμα δέκα νεκρούς και πολλούς τραυματίες. Στο βαγόνι ταξίδευαν ο Τσαρλς Ντίκενς, η ερωμένη του Έλεν Τέρμαν και η μητέρα της, επιστρέφοντας από τη Γαλλία. Σε ηλικία τριών ετών είχε βγει πρώτη φορά στη σκηνή η Έλεν ή Νέλι, της οποίας οι δύο γονείς ήταν ηθοποιοί, όπως και οι αδελφές της. Θεωρείται μοντέλο για την Εστέλα στις Μεγάλες προσδοκίες και άλλους χαρακτήρες σε έργα του Ντίκενς, που ήταν 45 ετών όταν γνωρίστηκαν, ενώ εκείνη 18, λίγο μεγαλύτερη από την κόρη του. Ο Ντίκενς βοήθησε τις δύο γυναίκες να βγουν. Έπειτα βοήθησε τραυματίες. Έπειτα διέσωσε το χειρόγραφο του τελευταίου του ολοκληρωμένου μυθιστορήματος. «Τα λεφτά, τα λεφτά, τα λεφτά και το τι τα λεφτά μπορούν να κάνουν στη ζωή», συνοψίζει το θέμα η Μπέλα Γουίλφερ στο εν λόγω βιβλίο, με τίτλο Ο αμοιβαίος φίλος μας.

Τι είδους μεταφορά άραγε συνιστά οτιδήποτε αποκαλείται κυριολεξία; Το εμβληματικό μέσο μεταφοράς της περιόδου της εκβιομηχάνισης και ο εμβληματικός συγγραφέας της ήρθαν σε σύγκρουση, με τα ίχνη της να αποτυπώνονται σε διηγήματά του αργότερα. Ένα σιδηροδρομικό άγος, που διατρέχει τη λογοτεχνία του δέκατου ένατου αιώνα, κορυφώνεται στην Άννα Καρένινα, που καταλήγει στις γραμμές του τρένου. Τώρα, καθώς κάθε κράτος βουλιάζει στην υπερκόπωση της πανδημίας, πολλοί νομίζουν ότι επιπλέουν στον αφρό του Ουελμπέκ, ενώ βυθίζονται στα νερά του Ντίκενς.

Η λατινογενής λέξη τρένο σύρθηκε στα ελληνικά από τα ιταλικά, ενώ στα αγγλικά από τα αρχαία γαλλικά των Νορμανδών εισβολέων στην Αγγλία, με αρχική σημασία την ουρά φορέματος, που εμφανίζεται σε νυφικά, όπως πολλές λέξεις για ενδυμασία και μόδα που έχουν γαλλική προέλευση, πολύ πριν από τη Σανέλ και τον Ντιόρ. Τώρα ουρά βλέπεις να κάνουν σε γραφεία τελετών οι γαμπροί και οι νύφες των νεκρών. Μια καθυστέρηση θανάτου διαρκώς είναι άλλωστε η ζωή, θα μπορούσε να πει κανείς, αν η πολλή φιλοσοφία δεν ήταν πρόσχημα για να τρενάρουν αθεράπευτες αλλαγές.

Τσαφ, τσουφ και όπου κάτσει ο μουτζούρης. Μας είχαν βάλει πόστα, θυμάμαι, όταν ήμασταν μικροί, γιατί θέλαμε να δούμε όλους τους σταθμούς όπου σταματούσε το τρένο από τον Πλαταμώνα έως τη Θεσσαλονίκη και αργήσαμε, έχοντας πάρει την πόστα, όπως λεγόταν το πάνω σε ράγες ποστάλι της ξηράς, που αλληλογραφία από τους ξενιτεμένους έφερνε στους αναλφάβητους.

Φωνές θυμάται

Ήταν όρθια πηγαίνοντας προς το κυλικείο του τρένου. Εκσφενδονίστηκε, κάπου χτύπησε και έμεινε αναίσθητη, όταν έγινε η σύγκρουση. Θυμάται κάποιον να φωνάζει από πάνω της σε κάποιον άλλον. «Ζει, ζει, έλα ’δω, έλα ’δω». Θυμάται να τη σηκώνουν στον αέρα, να τη βγάζουν μέσα από τους καπνούς, να την ακουμπούν στο κρύο χώμα στα χωράφια και να κάθονται δίπλα της και να της μιλούν και να της δίνουν κουράγιο. Θυμάται τις σειρήνες και τις φωνές όσων ήταν κοντά της. «Εδώ βοήθεια, εδώ έχουμε τραυματίες». Και τις φωνές «Ερχόμαστε, ερχόμαστε». Θυμάται τέτοια πράγματα. Φωνές θυμάται. Τις φωνές εκείνων που την έσωσαν. Ένα μεγάλο ευχαριστώ, από όλη μας την οικογένεια, στις φωνές αυτές, στους ανθρώπους εκείνους, σε αυτούς τους αγγέλους – όποιοι και αν ήταν – που έσωσαν το κορίτσι μας, καταλήγει η ανάρτηση της οικογένειας της τραυματισμένης κοπέλας.
Καθόταν στη θέση 41 στο τρίτο βαγόνι. Ξαφνικά ακούστηκε ένας θόρυβος. Μετά μαύρος καπνός και σπινθήρες. Όταν είδαμε ότι ήμασταν ζωντανοί, ψάξαμε να βρούμε από πού θα βγούμε. Το ένα παράθυρο ήταν πάνω. Σαν οροφή, αντί για το πλάι. Έβγαλα το κεφάλι από το παράθυρο. Αν δεν ήταν δύο παιδιά, που άκουσαν άλλους να φωνάζουν ότι πρέπει να φύγουμε επειδή έρχεται η φωτιά, θα ήμουν ακόμη εκεί. Όταν με βρήκαν, έφτυνα αίμα. Δεν θα ξεχάσω ποτέ την εικόνα, όταν σταμάτησε ο εκτροχιασμός και κατάλαβα ότι δεν έχω πεθάνει.
Δεν υπήρξε κανένα φρενάρισμα. Είχαμε συνεχόμενες συγκρούσεις, τη μία πίσω από την άλλη. Ευτυχώς ήμασταν στο βαγόνι 7. Δεν υπήρχαν μεγάλοι τραυματισμοί. Ήμασταν μέσα στο τούνελ. Υπήρχε μία αναταραχή και καθίσαμε στο βαγόνι μέχρι που άρχισε να γεμίζει καπνούς. Μετά βγήκαμε έξω, μέσα στο τούνελ. Μπροστά βλέπαμε μόνο καπνούς. Δεν ξέραμε αν το τούνελ συνεχίζεται. Ήταν κατασκότεινα. Ανοίξαμε τους φακούς στα κινητά. Εγκλωβισμένοι από άλλα βαγόνια πρέπει να φώναξαν να φύγουμε. Υπήρχαν φωτιές στα δικά τους βαγόνια. Κάποιοι άρχισαν να μας σπρώχνουν προς την αντίθετη πλευρά, να συνεχίσουμε μέσα στο τούνελ για να βγούμε.

Λέει συνεχώς «μυρίζει καμένο»

Θυμάμαι να είναι όλα μαύρα, να έχουν σβήσει τα φώτα. Να είναι όλα μαύρα, να προσπαθούμε να βγάλουμε τα σίδερα από πάνω μας στα χαλάσματα. Προσπαθούσα να βρω τους ανθρώπους που ήταν μαζί μου. Φώναζα βοήθεια. Θυμάμαι να καίγομαι και βγήκα έξω επειδή καιγόμουν. Έτσι σώθηκα. Πήδηξα σε κάτι πράγματα. Το κυλικείο ήταν γεμάτο. Δύσκολα μπορούσες να βρεις θέση. Έπειτα καιγόντουσαν ζωντανοί. Φωνάζανε.

Ευχαριστώ αυτούς που ήταν εκεί και βοηθούσαν. Γιατί υπήρχαν άλλοι, που απλώς έπαιρναν τις τσάντες τους και έφευγαν. Και τους φωνάζαμε εμείς που θα πέφταμε. Γιατί τις είχαμε ρίξει κάτω. Γιατί από το δεύτερο βαγόνι είχαν πέσει οι ρόδες και είχε σύρματα. Και τις ρίχναμε εκεί για να μην χτυπήσουμε σε κανένα σύρμα και τις έπαιρναν από εκεί. Αλλά ήταν και μια κοπέλα, που είχε σπασμένο χέρι και βοηθούσε. Προσπάθησα, γιατί εγώ σερνόμουνα. Προσπάθησα να τραβήξω έναν. Ήταν όλος καμένος. Δεν ξέρω αν τα κατάφερε. Ίσα που έβγαζε φωνή.

Δέχθηκα μόνον ένα τηλεφώνημα. Κανείς από την ιταλική εταιρεία, που ονομάζεται Hellenic Train, για οκτώ ημέρες δεν επικοινώνησε να εξηγήσει τι συνέβη ή να ζητήσει συγγνώμη. Ίσως απέφευγαν τη δημοσιότητα. Έκαναν μόνον ένα τηλεφώνημα, για να ενημερώσουν πού συγκεντρώθηκαν οι αποσκευές που είχαν σωθεί.

Βρισκόταν στο πίσω μέρος του τρένου, είπε η θεία της. Δεν είναι καλά. Κοιμάται λίγο. Ξυπνά. Λέει συνεχώς «μυρίζει καμένο». Τον σκασμό να βγάλουν και να μας ακούσουν. Να σκύψουν το κεφάλι και να μας ακούσουν. Δεν με ενδιαφέρει ποια είναι η προηγούμενη ή η επόμενη κυβέρνηση. Δεν θέλω παραιτήσεις. Θέλω να αποσυρθούν από την πολιτική.

Ζητώ συγγνώμη που επέζησα

Με πανό, τύμπανα, πλακάτ, μαύρα μπαλόνια και συνθήματα οι διαδηλωτές στους δρόμους. Στο 2ο ΓΕΛ Πολίχνης, μαθητές στο προαύλιο σχημάτισαν με τις τσάντες τους τη λέξη «οργή». Στο 19ο ΓΕΛ Θεσσαλονίκης σχημάτισαν τη φράση «12 λεπτά», που ήταν το χρονικό διάστημα που τα δύο τρένα βρίσκονταν στην ίδια γραμμή. Στο 1ο ΓΕΛ Αγίου Αθανασίου, μαθητές κρέμασαν πανό με τη φράση «πάρε με, παιδί μου, όταν φτάσεις». Στον σταθμό στη Θεσσαλονίκη άνθρωποι όλων των ηλικιών άφησαν λουλούδια, κεριά και σημειώματα. Οι 33 κάτοικοι του χωριού Βερδικούσια Ελασσόνας υπέγραψαν κείμενο ότι δεν επιθυμούν την επίσκεψη κανενός βουλευτή. «Αν θέλαμε να μας γαμήσει η κυβέρνηση, θα είχαμε ψηφίσει τον Μπραντ Πιτ», είχε γράψει στο πλακάτ της μια ηλικιωμένη γυναίκα σε διαδήλωση για τις συντάξεις στη Γαλλία.

Καλά κάνουν οι νέοι και έχουν εξεγερθεί. Μουντζώστε μας, έπρεπε να τους λέμε, δήλωσε βουλευτής της πλειοψηφίας. Η διαφορά στα Τέμπη, εξηγούν δημοσκόποι, είναι ότι ο κόσμος ταυτίζεται με τις οικογένειες των θυμάτων. Σκέφτεται ότι στο τρένο μπορεί να ήταν τα παιδιά του. Αν δεν είχε γίνει το δυστύχημα, ετοιμαζόταν εκδήλωση για την αρτιότητα των τρένων. Αν όσα χρειάζονται είναι εύκολο να γίνουν, γιατί δεν έγιναν; Αν δεν είναι, πώς θα γίνουν; Είναι η κακιά η (χ)ώρα, λένε κάποιοι. Άλλοι αντιδρούν για ένα σύνθημα που ίσως σπρώξει στην απραξία. Μήπως υστερεί η καύση των νεκρών και άρχισαν να καίγονται οι ζωντανοί; Ανατριχιάζουν όσοι ακούνε το δυστύχημα να συνδέεται με τις προοπτικές βελτίωσης των υποδομών. Ένας υποδομισμός στοιχειώνει κάθε απολογία. Συγγενείς θυμάτων ανησυχούν για δικαστικές καθυστερήσεις και παραγραφή.

Ανεβαίναμε από Θήβα προς Θεσσαλονίκη, είπε. Έγινε μια έκρηξη και ένα μπαμ. Εγώ κοιτούσα προς την Αθήνα. Ό,τι υπήρχε ερχόταν πάνω μας. Έπεσε ένα άλλο βαγόνι στο δικό μας. Οι λαμαρίνες ήρθαν όλες πάνω μας. Βγήκαμε από μια τρύπα στο έδαφος. Τι να πω; Ντρέπομαι και ζητώ συγγνώμη που επέζησα. Είμαι τυχερή που ζω σε αυτή τη χώρα. Ντρέπομαι που ζω σε αυτή τη χώρα. Κανείς να μη μιλήσει. Καμία συγγνώμη δεν θα τα αλλάξει αυτά. Οχτώ ημέρες δεν έχω κοιμηθεί. Εκείνοι πώς μπορούν και κοιμούνται; Πετάνε τριαντάφυλλα στα τρένα, λες και είμαστε στα μπουζούκια.

Δυσαρέσκεια για όσους τραγούδησαν μετά το δυστύχημα, εξέφρασε τηλεπαρουσιάστρια. Σε τηλεφωνική παρέμβαση αοιδός συλλυπήθηκε τις οικογένειες. Οι καλλιτέχνες, συνέχισε, έχουμε συνηθίσει σε τραγικές στιγμές της δικής μας ζωής να βγαίνουμε στη σκηνή. Είμαστε ταγμένοι σε αυτό που λέγεται προσφορά και τέχνη. Πιστεύετε ότι αυτοί, που είχαν κατακλύσει τα νυχτερινά μαγαζιά και τα θέατρα, ήταν αναίσθητοι; Είπαμε με το μαγαζί ότι θα ανοίξουμε γιατί υπάρχουν άνθρωποι που το βδομαδιάτικο το χρειάζονται. Κανένας δεν ένιωσε καλά όταν ανέβηκε στη σκηνή. Και εγώ δεν πήγα χαρούμενος στη δουλειά μου.

Υπάρχει κάτι που με προσβάλλει, εξομολογήθηκε. Τα δάκρυα αυτών που συνταράχτηκαν από το γεγονός. Δάκρυσε ο υπουργός, δάκρυσαν τηλεπαρουσιαστές. Και θυμώνω και οργίζομαι. Έχουμε κάθε μήνα εκατό νεκρούς και ανάπηρους από τροχαία και δεν έχω δει κανέναν να δακρύζει. Δεν έχω δει να πηγαίνουν στον τόπο του δυστυχήματος. Τώρα τι άλλαξε; Επειδή είχε θεαματικές σκηνές αλά Χόλυγουντ; Αν ήταν τέσσερις οι νεκροί, θα πήγαιναν; Μάλλον ο θάνατος έχει ποσοτικές προϋποθέσεις. Μαζί με τους νεκρούς και ανάπηρους από τροχαία, έχουμε και άλλους σχεδόν εκατό κάθε εβδομάδα από κορονοϊό. Κάποιο δάκρυ για αυτούς;

Δεν θυμάμαι τι έγινε

Προσλήφθηκα αρχικά σαν εργάτης στο τρενάκι του Πηλίου. Μετά ήρθα στο τμήμα αποσκευών και εμπορευμάτων, που καταργήθηκε. Ξεκίνησα ως φορτωτής, εν συνεχεία ζυγιστής και για έξι ή επτά χρόνια ήμουν επιστάτης. Μετακινήθηκα με μετάταξη στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Με κινητικότητα του 1ου κύκλου, επέστρεψα προκειμένου να εργαστώ ως σταθμάρχης. Εργάζομαι 35 χρόνια. Απομένουν άλλα πέντε για τη συνταξιοδότησή μου. Μέχρι να ξεκινήσει η θεωρητική μου εκπαίδευση, πήγαινα σε διάφορους σταθμούς. Όπου με έστελνε ο προϊστάμενος. Μετά τη θεωρητική εκπαίδευση κάναμε τρίμηνη πρακτική εκπαίδευση. Εξετάστηκα γραπτά και προφορικά σχετικά με την κυκλοφορία των συρμών, την ηλεκτροκίνηση και τα ηλεκτρονικά συστήματα. Στις 23/2 έκανα μαθητεία νυχτερινής βάρδιας. Από 24/2 έως και 28/2 είχα υπηρεσία νυχτερινής βάρδιας μόνος μου.
Όταν έκλεισα το τηλέφωνο με την αστυνομία, με πήρε τηλέφωνο η πυροσβεστική και με ενημέρωσε ότι έγινε σύγκρουση τρένων. Δεν μπορώ να συνειδητοποιήσω πώς έχει γίνει το συμβάν. Δεν θυμάμαι τι έγινε. «Μετά το τέλος της εκπαίδευσης και την πιστοποίηση. Καλή μας αρχή», είχε γράψει ο σταθμάρχης σε ανάρτησή του σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης στις 24 Ιανουαρίου.

Κοιμάται, αλλά δεν φεύγει

Η πρώτη περίοδος μετά το ναυάγιο πέρασε. Μετά άρχισα να έχω εφιάλτες ότι είμαι στο πλοίο, ότι είναι μέσα οι δικοί μου και θα πνιγούμε. Δεν μπορούσα να μείνω σε κλειστό χώρο. Άλλοι δεν άντεχαν ούτε να πλυθούν. Δεν άντεχαν την αίσθηση του νερού. Ύστερα ήρθε η κατάθλιψη. Φοβίες. Το πιο δύσκολο ήταν τα ταξίδια με καράβι, αλλά σε νησί είναι το σπίτι μου. Ακόμη και τώρα, όταν έχει κακοκαιρία, δεν μπορώ να ξεπεράσω τον φόβο. Πήρε χρόνια για να πω ότι το πένθος αποκοιμήθηκε. Δεν έφυγε. Είναι μέσα μου και μπορεί να ξυπνήσει κάθε στιγμή. Στα 19 μου έπαψα να θεωρώ το αύριο δεδομένο. Μπορεί να μην υπάρχει αύριο. Δεν το ξεπερνάς ποτέ. Ούτε οι δικοί σου το ξεπερνούν. Κάθε χρόνο γιορτάζω την επέτειο του ναυαγίου σαν να έχω γενέθλια.

Μόλις είδα την πρώτη εικόνα στην τηλεόραση, την έκλεισα. Δεν μπορούσα να βλέπω άλλο, διότι ήταν σαν να ξαναζώ αυτά που συνέβησαν στους μαθητές μου και εμένα στα Τέμπη. Στη μοιραία εκδρομή δεν είχα να αντιμετωπίσω μόνον το δικό μου βίωμα ως επιβάτης του πούλμαν, αλλά και την ψυχική ευθύνη πως εγώ ήμουν ο λυκειάρχης και συνοδός των παιδιών. Κλείνουν είκοσι χρόνια από τη σύγκρουση. Όμως το τραύμα παραμένει. Με κάθε ερέθισμα ξαναματώνει. Τα πρώτα χρόνια ήταν εφιαλτικά. Έβλεπα στον ύπνο μου την επανάληψη όσων είχαν συμβεί. Όταν ήμουν σε αυτοκίνητο και έβλεπα νταλίκες, αισθανόμουν αμέσως φόβο. Πέρυσι έβαλε τέλος στη ζωή του ένα από τα παιδιά που είχε τραυματιστεί βαριά, νοσηλεύτηκε και κατάφερε να γλυτώσει. Τόσα χρόνια πέρασαν. Η ανευθυνότητα του κράτους δεν έχει βελτιωθεί.

Όταν άνοιξε την τηλεόραση και είδε τι συνέβη στα Τέμπη, πάγωσε. Ούτε να κλάψει δεν μπορούσε. Έτρεμε. Δεν μπορούσε να μιλήσει. Επέστρεψαν οι εφιάλτες. Δεν μπορούσε να το πιστέψει. Είναι δυνατόν να γίνονται τώρα τέτοια πράγματα; Ξανά; Στο δικό της τρένο, τότε στον Δοξαρά, ο σταθμάρχης το κατάλαβε ότι θα γίνει σύγκρουση. Προσπάθησε να βρει ταξί, να προλάβει το τρένο, να κάνει νόημα στον μηχανοδηγό. Δεν τα κατάφερε. Το δυστύχημα ήταν η αφορμή να μπουν ασύρματα τηλέφωνα στις μηχανές.

Ρούχα, καλλυντικά, κομμάτια

Εκείνη τη στιγμή που με απαθανάτισε ο φακός χωρίς να το γνωρίζω, ήμουν πάνω από τα προσωπικά αντικείμενα μιας κοπέλας, ρούχα, καλλυντικά σκεπασμένα με αίμα και κομμάτια από τη σάρκα της.

Καθ’ οδόν προς το σημείο της καταστροφής, οι πυροσβέστες έπαιρναν συνεχώς πληροφορίες για το τι θα αντιμετωπίσουν. Ορισμένοι επιβάτες είχαν απεγκλωβιστεί πηδώντας από ανοίγματα στις λαμαρίνες ή κλωτσώντας παράθυρα και πόρτες. Τη διαδρομή προς τα χωράφια φώτιζαν με φακούς κινητών. Στο μυαλό ήρθαν εικόνες από το τροχαίο στα Τέμπη με τους 21 νεκρούς μαθητές. Τον Φεβρουάριο κάποιοι διασώστες είχαν μπει σε φέρι που είχε πιάσει φωτιά. Άλλοι είχαν βρεθεί στην Τουρκία με τους σεισμούς. Έφτασαν λίγο μετά τα μεσάνυχτα. Τα πρώτα βαγόνια καίγονταν. Υπήρχαν παγιδευμένοι σε όσα δεν είχαν εκτροχιαστεί. Δεν πρέπει να λειτουργείς με συναίσθημα. Δεν επιτρέπεται να μπεις στην ψυχολογία του θύματος.

Τα ξημερώματα έφτασαν ενισχύσεις. Ένας σκύλος έρευνας και διάσωσης έκανε περιμετρικό έλεγχο στα χωράφια, μήπως κάποιο άτομο είχε εκσφενδονιστεί. Με τόσα θύματα και τόσες μυρωδιές ήταν ακόμη αδύνατον να ψάξει στα συντρίμμια χωρίς να αποπροσανατολιστεί. Σε ένα βαγόνι μύριζε έντονα το άρωμα μιας γυναίκας. Δουλειά ανέλαβαν οι γερανοί σηκώνοντας πόρτες, τροχούς, βαριά εξαρτήματα, σίδερα που έκοβαν ειδικά εργαλεία, πριν άνθρωποι συνεχίσουν να ψάχνουν με τα χέρια. Οι λαμαρίνες ήταν καλυμμένες με λάδι. Μύριζε καμένο πλαστικό. Αν η σύγκρουση είχε συμβεί μέσα στο τούνελ, τα θύματα στο τρένο των φοιτητών θα ήταν περισσότερα.

Πριν ξημερώσει είχαν μεταφερθεί οι τραυματίες. Μετά έφταναν νεκροί. Κατάγματα και τραύματα. Ρήξη ήπατος. Εγκαύματα στα βλέφαρα. Τρία εισπνευστικά εγκαύματα. Μια κοπέλα με κάταγμα στον καρπό δεν θυμόταν τι είχε συμβεί. Θυμήθηκε το δυστύχημα το επόμενο πρωί. Έξω από Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, συγγενείς των τραυματιών περίμεναν σιωπηλοί. Στο αμφιθέατρο του άλλου νοσοκομείου δεκάδες άτομα είχαν δώσει γενετικό υλικό για ταυτοποίηση. Καμία ανοχή στη συγκάλυψη, έγραφε ένα πανό, που φοιτητές είχαν κρεμάσει στο απέναντι πεζοδρόμιο. Δίπλα του βημάτιζε για ώρες ένας πατέρας, του οποίου η κόρη δεν είχε καταγραφεί σε καμία λίστα.

Δεν είναι ώρα για λόγια

Αν γίνει οποιαδήποτε ερώτηση: Σας παρακαλώ πολύ, θα μου επιτρέψετε να μην πούμε τίποτα άλλο σήμερα. Αν επιμείνουν: Σας παρακάλεσα να μείνουμε σε αυτά. Δεν είναι ώρα για λόγια. Ας σεβαστούμε τη μνήμη τόσων ανθρώπων που χάθηκαν. Ενόψει συνέντευξης Τύπου, οι οδηγίες αυτές, από την επικοινωνιακή ομάδα προς τον αρμόδιο, εκ παραδρομής συμπεριλήφθηκαν στο αρχικό δελτίο που εστάλη σε μέσα ενημέρωσης. Εκτάκτως ίσως εντάχθηκε ο σταθμάρχης στη βάρδια, λόγω του τριημέρου της Καθαράς Δευτέρας. Καταγγελίες για κοπτοραπτική στα ηχητικά ντοκουμέντα. Πόσο να καθίσω; Αυτόν θα φυλάω, λέγεται ότι είπε δεύτερος σταθμάρχης, που έφυγε νωρίτερα, γιατί ζήτησε σουβλάκια ο γιος του και το κατάστημα έκλεινε. Μετά το δυστύχημα με μπλάνκο άλλαξαν τις ώρες στο βιβλίο παράδοσης–παραλαβής. Τι άλλο μένει να διαλευκανθεί;

Το σύστημα που θα έπρεπε να διαχειρίζεται τη ροή των συρμών δεν λειτουργεί, είπε εκπρόσωπος των μηχανοδηγών. Ούτε οι ενδείξεις, τα φωτοσήματα, ούτε ο έλεγχος της κυκλοφορίας. Αν λειτουργούσαν, θα έβλεπαν την κόκκινη ένδειξη και θα σταματούσαν. Ο μηχανοδηγός παίρνει εντολές από τους σταθμάρχες να πάει από τον έναν σταθμό στον άλλο. Όταν κάνεις κυκλοφορία, υπάρχουν δύο λέξεις κλειδιά: κανονικά και άνοδος, αντίθετα και κάθοδος, τόνισε πρώην υπεύθυνος ασφάλειας κυκλοφορίας αμαξοστοιχιών. Κανείς δεν τις είπε. Το βράδυ, όταν δύο τρένα συναντιούνται, δεν βλέπεις αν είσαι από τη μία γραμμή ή από την άλλη. Το βλέπεις μόνον όταν πλησιάζεις και δεν υπάρχει περιθώριο αντίδρασης. Το ένα έβγαινε από γαλαρία, ενώ το άλλο επίσης από τούνελ.

Η διαδικασία της ανάκρισης καθυστέρησε να ξεκινήσει λόγω βλάβης σε εκτυπωτή. Υπήρξε τεχνικό πρόβλημα και δεν λειτούργησαν υπολογιστής και εκτυπωτής στο γραφείο του ανακριτή, ανέφερε ο συνήγορος του μοιραίου σταθμάρχη. Συνεχώς προκύπτουν νέα στοιχεία. Σε αυτή τη χώρα γίναμε όλοι σιδηροδρομικοί. Για τα σίδερα. Άλλοτε έλεγαν: παν μέτρον άριστον. Τώρα ακούς: παν μέτριον άριστον.

Καρένινα

Στις στέπες της ρωσικής λογοτεχνίας, στον ατμό των τρένων χάνονται ακόμη και όσοι αναγνωρίζουν ελληνικής προέλευσης ονόματα, όπως ο πλατωνικός Πλατόνοφ, στο ατελείωτο πρώτο, αλλά και τελευταίο θεατρικό έργο του Τσέχωφ, καθώς πρώτη φορά δημοσιεύτηκε είκοσι χρόνια μετά τον θάνατό του. Προνόμιο που διατηρεί η Άννα είναι το όνομά της να παραμένει ίδιο από όποια κατεύθυνση και αν το διαβάσεις.

«Ο σιδηρόδρομος είναι για το ταξίδι ότι μια πουτάνα για τον έρωτα», είχε γράψει το 1857 στον Τουργκένιεφ ο Τολστόι, που θεωρούσε τον σιδηρούν μεταφορέα καταστροφικό για τη ρωσική γεωργία. Δεκαοκτώ χρόνια αργότερα άρχισε η δημοσίευση σε συνέχειες του μυθιστορήματος Άννα Καρένινα. Σκεπτόμενη το παιδί τους υπόσχεται στον σύζυγό της, που μόνον η δημόσια εικόνα του τον απασχολεί, να είναι διακριτική στη σχέση της με τον νεαρό κόμη Βρόνσκι. Με το παιδί που αποκτούν συνοδεύει τον εραστή της στην Ιταλία και έπειτα στα κτήματά του στη Ρωσία. Αρχίζει κρυφά ταξίδια για να βλέπει το μεγαλύτερο παιδί της, ενώ αισθάνεται προδομένη. «Η εκδίκηση είναι δική μου, θα ανταποδώσω» είναι το μότο του βιβλίου για μια γυναίκα που αρνείται να ακολουθήσει τις συμβάσεις της κοινωνικής τάξης και της εποχής της. Πηγαίνει στον σταθμό και αγοράζει εισιτήριο για το τρένο, στις γραμμές του οποίου πέφτει όταν έρχεται.

Με ένα μοντέλο τρένου παίζουν δυο παιδιά στην αρχή του μυθιστορήματος και το ένα μαλώνει το άλλο. Σου είπα να μη βάλεις επιβάτες στην οροφή. Μάζεψέ τους τώρα που έπεσαν. Αργότερα, παιδιά παίζουν τρενάκι τρέχοντας μέσα στο σπίτι. Δύσκολη δουλειά αυτή του μηχανοδηγού, παρατηρούν. Όπως και στον Ηλίθιο του Ντοστογιέφσκι, χαρακτήρες του βιβλίου συναντιούνται από σύμπτωση στο ίδιο τρένο. Πριν από τη μοιραία πρώτη συνάντηση μαζί του, η Άννα συμπτωματικά συνταξιδεύει με τη μητέρα του Βρόνσκι, ενώ ένα άτομο στις ράγες χάνει τη ζωή του. Αργότερα, καθ’ οδόν προς την Πετρούπολη σε μια χιονοθύελλα, η Άννα και ο Βρόνσκι βγαίνουν σε ενδιάμεσο σταθμό αφήνοντας τα αισθήματά τους να τους κυριεύσουν. Στο τέλος, με τρένα συνεχώς κινείται η Άννα, πριν πηδήξει κάτω από τις ρόδες τους. Εν τω μεταξύ, ένας από τους πιο αντιπαθείς χαρακτήρες του μυθιστορήματος έχει εξασφαλίσει μια αργομισθία στους σιδηροδρόμους.

Άρρωστος ένα χειμωνιάτικο βράδυ διέφυγε από το σπίτι του το 1910 ο Τολστόι. Προς τον νότο όλη μέρα ταξίδευε με τρένο, μιλώντας για αγάπη και αποφυγή της βίας στους συνταξιδιώτες του, σύμφωνα με κάποιες μαρτυρίες, πριν κατεβεί στον μικρό σταθμό του Αστάποβο, στον οποίο αργότερα δόθηκε το όνομά του. Πέθανε στην κατοικία του σταθμάρχη. Η αστυνομία προσπάθησε να εμποδίσει την πρόσβαση στην κηδεία του, αλλά χιλιάδες χωρικοί συγκεντρώθηκαν. Κάποιος αριστοκράτης πέθανε, λέγεται ότι ήταν αυτό που ήξεραν πολλοί από τους συγκεντρωμένους.

Στην αίθουσα αναμονής

Θα ήταν διαφορετικό το Ολοκαύτωμα χωρίς τρένα; Ο πατέρας της πέθανε στο Άουσβιτς. Πώς μπορεί να συμβεί τέτοιο συλλογικό έγκλημα; Ποιος κόσμος το παράγει; Εκείνο το βράδυ μιλούσαμε για σιδηροδρομικούς σταθμούς και αίθουσες αναμονής. Αποτελούσαν σημείο αναφοράς στο βιβλίο που έγραφε. Σε σταθμούς όλοι περιμένουν τους δικούς τους ή την άφιξη της ιστορίας. Ακόμη και ο άγγελος του Μπένγιαμιν, ρώτησα. Δεν ήμασταν μακριά από τον κεντρικό σταθμό Γκραντ Σέντραλ της Νέας Υόρκης, όπου είχαν έρθει το 1986 μετά την Αυστραλία. Η Άγκνες Χέλερ είχε την έδρα Χάνα Άρεντ στη φιλοσοφία στο Νιου Σκουλ, όπου δίδασκε και ο Φέρεντς Φέχερ, δεύτερος σύζυγός της και μέλος επίσης της Σχολής της Βουδαπέστης. Μια φίλη, που ήταν μαθήτριά της, είχε κανονίσει να τους επισκεφτούμε. Είχαν μαγειρέψει μακαρόνια, που συνόδευε ιταλικό κρασί που είχαμε φέρει, οπότε ξεκινήσαμε από εκεί όπου καταλήγουν όλοι οι δρόμοι. Στην πορεία προς τη Ρώμη, που οδήγησε τον Μουσολίνι στην εξουσία, ο ίδιος συμμετείχε με φωτογραφίσεις του, καθώς στην πραγματικότητα ταξίδεψε πρώτη θέση με τρένο από το Μιλάνο.

Έχοντας ξεκινήσει σπουδές φυσικής και χημείας, πριν ακούσει τις διαλέξεις του Λούκατς, βοηθός του οποίου έγινε, το ενδιαφέρον της Χέλερ στην ύστερη περίοδό της μετατοπίζεται σε ζητήματα αισθητικής. «Αθάνατη κωμωδία: Το κωμικό φαινόμενο στην τέχνη, τη λογοτεχνία και τη ζωή» είναι ένα από τα τελευταία της βιβλία. Σε ηλικία 90 ετών πνίγηκε κολυμπώντας στη λίμνη Μπάλατον, νοτιοδυτικά της Βουδαπέστης. Τον χειμώνα, όταν η επιφάνειά της παγώνει, η λίμνη γίνεται καθρέφτης που αυξάνει το ηλιακό φως στους αμπελώνες της περιοχής, που καλλιεργούνται σε έδαφος με ηφαιστειογενή πετρώματα. Τα κρασιά της είναι ονομαστά από τη ρωμαϊκή εποχή.

Φεύγοντας υποσχέθηκα να θυμάμαι τη συζήτησή μας μέχρι κάποιος συρμός να με φέρει στον σταθμό στη Βουδαπέστη, όπου φτάνουν τα τρένα από τα Βαλκάνια. Όμως ακόμη δεν έχω πάει. Ούτε στη Βούδα, ούτε στην Πέστη, το όνομα της οποίας ορισμένοι συνδέουν με ένα τοπικό φρούριο, που ο Πτολεμαίος αποκαλούσε Πέσσιον. Ουδέν αίσιον ή απαίσιον. Όλους τους κρίνει η ιστορία. Την ιστορία όμως ποιος την κρίνει;

Στην Ιαπωνία οι γραμμές των τρένων σχηματίζουν μια σιδερένια σπονδυλική στήλη, που αρθρώνει τα νησιά στο αρχιπέλαγός της. Από την εποχή του Γκάντι συνεχίζεται η διαμάχη για το πόσο οι σιδηρόδρομοι της αποικιοκρατίας συνέβαλαν να διαμορφωθεί εθνική συνείδηση στην Ινδία, όπου διαδρομές τρένων έχουν πάρει το όνομά τους από τίτλους μυθιστορημάτων. Άραγε αναζητώντας υπόγειους φλανέρ χάθηκε ο Κορτάσαρ στον υπόκοσμο του Μετρό, που συνδέει το Μπουένος Άιρες με το Παρίσι; Ακόμη και όταν δεν εμφανίζεται, διαρκώς υπάρχει ένα τρένο στους πίνακες του ντε Κίρικο. Μηχανικός των σιδηροδρόμων ήταν ο πατέρας του στον Βόλο, τη στρογγυλή αυτή πόλη όπου γεννήθηκε ο ζωγράφος.

*

Ποιος έβγαλε το τελευταίο εισιτήριο για το πρώτο βαγόνι; Στα Τέμπη μια έκφραση άλλαξε σημασία. Έχασα το τρένο τώρα σημαίνει ότι ζω. Αν μπορούσα να λείψω από την Αθήνα, για να βρεθώ στην εκταφή των οστών του ξαδέλφου μου στη Θεσσαλονίκη, υποθέτω θα ταξίδευα με το τελευταίο τρένο του Φεβρουαρίου.

(13.3.23)


ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Ιός & πανδημία της λογοτεχνίας / Γιώργος Χουλιάρας - Χάρτης (hartismag.gr)
Γ. Χουλιάρας: Στοιχεία από το Βιβλίο Συμβάντων - chronos (fairead.net)
Aκηδία / Γιώργος Χουλιάρας - Χάρτης (hartismag.gr)

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: