Aντίο, Βασίλη

Παρίσι 1968
Παρίσι 1968

Κυρια­κή πρωί, μία ημέ­ρα πριν από την κη­δεία, όπου ού­τε εκεί­νη μπο­ρού­σε να πα­ρα­στεί, τη­λε­φώ­νη­σε η Ζυ­ράν­να Ζα­τέ­λη. Αγα­πού­σα­με και οι δύο τον Βα­σί­λη, που αγα­πού­σε τη Ζυ­ράν­να, όπως και εγώ. Επί­σης, όμως, ο Βα­σί­λης δι­καιο­λο­γού­σε όσους τον εί­χαν αδι­κή­σει. Θέ­λεις να τους δώ­σεις μια ευ­και­ρία να μη διορ­θω­θούν, τον πεί­ρα­ζα και γε­λού­σε. Εί­ναι πράγ­μα­τι κου­ρα­στι­κό να εί­σαι εκ­δι­κη­τι­κός. Αλ­λά να τους δι­καιο­λο­γεί κιό­λας; Έτσι ήταν ο Βα­σί­λης. Απρο­κα­τά­λη­πτα γεν­ναιό­δω­ρος.
Μά­χι­μος έως το τέ­λος, στις εκ­κλη­σί­ες του δή­μου φο­ρώ­ντας το κα­πέ­λο του έμπαι­νε Κα­βά­λα, πό­λη όπου πριν από ενε­νή­ντα χρό­νια εί­χε γεν­νη­θεί. Μία επί­μο­νη απλό­τη­τα κα­θι­στού­σε τον Βα­σι­λι­κό μυ­θι­κή φι­γού­ρα του ελ­λη­νι­σμού στο εξω­τε­ρι­κό. Με πη­γαία γρα­φο­μα­νία εί­χε διεισ­δύ­σει σε κά­θε πε­ριο­χή του λό­γου, δη­μιουρ­γώ­ντας και κά­ποιες δι­κές του. Ένα Φύλ­λο πο­τί­ζε­ται από το Πη­γά­δι, ενώ Άγ­γε­λοι φτε­ρου­γί­ζουν.
Οι πιο συ­γκρα­τη­μέ­νοι από όσους τον λοι­δο­ρού­σαν την κα­ρα­μέ­λα ενός πλη­θω­ρι­κού τα­λέ­ντου που χα­ρα­μί­ζε­ται ανα­μα­σούν. Τα ίδια έχουν ακού­σει ο Κα­ζαν­τζά­κης και ο Ρί­τσος, λες και μό­νον ένα κεί­με­νο επι­τρέ­πε­ται να γρά­φεις. Οι κα­τή­γο­ροι πε­ρι­φέ­ρο­νται με σε­μνό­τη­τα δια­κο­ρευ­μέ­νων σε επι­τα­φί­ους παρ­θέ­νων. Εί­τε λί­γα εί­τε πολ­λά δη­μο­σιεύ­ει, δου­λειά του συγ­γρα­φέα εί­ναι να χα­ρα­μί­ζει το τα­λέ­ντο του. Ας μην έγρα­φε, αν ήθε­λε να το δια­φυ­λά­ξει. Το τα­λέ­ντο εί­ναι για να ξο­δεύ­ε­ται. Το εξή­γη­σε ένας γέ­ρος Τσιγ­γά­νος, χαρ­το­νο­μί­σμα­τα καί­γο­ντας προς τι­μήν των νε­ο­νύμ­φων σε έναν γά­μο Ρο­μά, όπου συμ­πτω­μα­τι­κά εί­χα βρε­θεί. Τι να τα κά­νουν τα λε­φτά; Έπι­πλα; Αφού συ­νε­χώς τα­ξι­δεύ­ουν.
Κα­τά κα­νό­να οι λι­γό­τε­ρο τα­λα­ντού­χοι ανη­συ­χούν για άλ­λους ότι σπα­τα­λούν το τα­λέ­ντο τους. Δεν αντι­λαμ­βά­νο­νται ότι όλοι οι συγ­γρα­φείς από τα Άγρα­φα προ­έρ­χο­νται πριν κα­τα­λή­ξουν στην Ατα­λά­ντη. Δί­πλα στον Βα­σι­λι­κό πο­τί­στη­καν πολ­λές γλά­στρες. Έγι­νε ο πιο γνω­στός στο εξω­τε­ρι­κό με­τά τον Κα­ζαν­τζά­κη Έλ­λη­νας πε­ζο­γρά­φος. Αυ­τό ήταν αδύ­να­τον να του το συγ­χω­ρή­σουν. Με­ρι­κές φο­ρές του διέ­φευ­γε ότι εί­χε κα­τε­βεί από τον Βορ­ρά. Μην ξε­χνάς, προ­σπα­θού­σα να τον πα­ρη­γο­ρή­σω. Αντι­θέ­τως από το τι συ­νέ­βη στην Αμε­ρι­κή ή στο Βιετ­νάμ, στην Ελ­λά­δα τον εμ­φύ­λιο έχα­σαν οι βό­ρειοι.


Εμι­γκρέκ

Kα­φέ συ­νή­θως πί­να­με στο Ντά­ντε, όπως δί­κην Κα­θαρ­τη­ρί­ου ονο­μά­ζε­ται ένα κα­φε­νείο στο Χω­ριό, στο Βί­λατζ, όταν ερ­χό­ταν στη Νέα Υόρ­κη. Πα­ραγ­γε­λία μία ημέ­ρα πή­ρε ελ­λη­νό­που­λο, που ανα­πλή­ρω­νε τον σερ­βι­τό­ρο. Ξέ­ρεις τον Βα­σί­λη; ρώ­τη­σα. Βέ­βαια, απά­ντη­σε και άρ­χι­σε να εκ­θειά­ζει κά­ποιον Βα­σί­λη, που εί­χε ανοί­ξει συ­νερ­γείο. Ο Βα­σι­λι­κός δια­σκέ­δα­ζε. Εί­ναι κα­λύ­τε­ρα, εί­πε, όταν έφυ­γε το παι­δί, να μη σε γνω­ρί­ζουν, αλ­λά να ξέ­ρουν το συ­νερ­γείο. Πό­τε θα γρά­ψεις εκεί­νο το βι­βλίο για την Αμε­ρι­κή; ρώ­τη­σε. Τον εν­διέ­φε­ρε πε­ρισ­σό­τε­ρο να μά­θει τι γρά­φεις, πα­ρά να σου πει τι έγρα­φε ο ίδιος. Ήταν πράγ­μα­τι ασυ­νή­θι­στος συγ­γρα­φέ­ας και πο­λύ ασυ­νή­θι­στος Έλ­λη­νας.

Εί­χα βρει τη Δι­ή­γη­ση του Ιά­σο­να, ιδιω­τι­κή έκ­δο­ση, που εί­χε χα­ρί­σει στη βι­βλιο­θή­κη του Ανα­τό­λια. Μό­νον η Έλ­λη Σκο­πε­τέα εί­χε δα­νει­στεί το βι­βλίο. Όταν με­τέ­φε­ρα στα αγ­γλι­κά τον πρό­λο­γό του για μια νέα με­τά­φρα­ση του Ζ, που εκ­δό­θη­κε στη Νέα Υόρ­κη, εί­χε εκ­φρά­σει την επι­θυ­μία να ξα­να­γρά­ψει κά­ποια βι­βλία του. Όμως ξέ­ρα­με ότι δεν θα υπήρ­χε χρό­νος αυ­τό να συμ­βεί. Ισχυ­ρό­τε­ρες φαί­νο­νται οι ανεκ­πλή­ρω­τες επι­θυ­μί­ες. Εί­χα­με μι­λή­σει επί­σης για ένα βι­βλίο για τον Μί­μη Δε­σπο­τί­δη, τον θε­μέ­λιο αυ­τό λί­θο της κρυ­φής ιστο­ρί­ας της ελ­λη­νι­κής λο­γο­τε­χνί­ας.
Όταν πέ­θα­νε η Μι­μή, σκέ­φτη­κα μή­πως ερ­χό­ταν στη Νέα Υόρ­κη να δι­δά­ξει ένα μά­θη­μα στο Πα­νε­πι­στή­μιο όπου ήμουν. Ο Αρ­μέ­νιος πρύ­τα­νης συμ­φώ­νη­σε, αλ­λά τα χρή­μα­τα ήταν λί­γα, αν και θα έμε­νε στο δια­μέ­ρι­σμα του Τζέιμς Μέ­ριλ, που αμέ­σως το πα­ρα­χώ­ρη­σε, αφού επρό­κει­το για τον Βα­σί­λη. Ο επι­κε­φα­λής του Φούλ­μπραϊτ στην Αθή­να θε­ώ­ρη­σε εύ­λο­γη μια υπο­στή­ρι­ξη προς τον Βα­σι­λι­κό. Ντρέ­πο­μαι, εί­πε, όταν τη­λε­φώ­νη­σε πά­λι. Τυ­πι­κό στά­διο της δια­δι­κα­σί­ας ήταν η έγκρι­σή της από επι­τρο­πή, όπου την πλειο­ψη­φία εί­χαν Έλ­λη­νες, που την απέρ­ρι­ψαν, λέ­γο­ντας ότι ο υπο­ψή­φιος εί­χε ήδη πά­ει στην Αμε­ρι­κή.
Πο­λύ τον δια­σκέ­δα­ζε ότι η Ζωή εί­ναι κο­ντή, ενώ η Άρ­τα μα­κριά, σύμ­φω­να με επαρ­χια­κή με­τά­φρα­ση μιας ιστο­ρί­ας της λο­γο­τε­χνί­ας, που κά­θε φο­ρά ανα­δια­τύ­πω­νε. Θυ­μό­ταν τι του εί­χε πει ο πα­τέ­ρας μου, όταν έτυ­χε να συ­να­ντη­θούν. Αν και τον χει­μώ­να πέ­φτουν τα φύλ­λα, όπως ο ελ­λη­νι­κό­τα­τος βα­σι­λι­κός, θα εί­στε πο­λυ­ε­τής, εί­χε πει. Θυ­μό­ταν επί­σης ότι ωρι­μό­τη­τα εί­ναι να συμ­φι­λιω­θείς με τους γο­νείς σου, όπως το δια­τύ­πω­σε ο Γκίν­σμπεργκ, όταν βρέ­θη­καν στο Πα­ρί­σι. Έτσι συμ­φι­λιώ­θη­κε με τον Κα­ζαν­τζά­κη.
Όταν ήταν μό­νι­μος αντι­πρό­σω­πος στην UNESCO, εί­χα βοη­θή­σει να βρε­θεί στή­ρι­ξη άλ­λων χω­ρών στην πρό­τα­ση για κα­θιέ­ρω­ση πα­γκό­σμιας ημέ­ρας ποί­η­σης. Δεν κα­τά­φε­ρα όμως να πεί­σω τα μέ­λη της επι­τρο­πής απο­νο­μής του αμε­ρι­κα­νι­κού βρα­βεί­ου Νιού­σταντ για τη διε­θνή λο­γο­τε­χνία να βρα­βευ­τεί. Όταν επέ­στρε­ψα προ­σω­ρι­νά στην Ελ­λά­δα, ζή­τη­σε να εί­μαι υπο­ψή­φιος για το ΔΣ της Εται­ρεί­ας Συγ­γρα­φέ­ων. Ο Βα­σι­λι­κός ήταν ο τρί­τος λό­γος της ανά­μι­ξής μου, με­τά τον Παύ­λο Ζάν­να και τον Αλέ­ξαν­δρο Κο­τζιά.



Όπε­ρα ήδη έδει­ξε

Πα­ρα­γω­γι­κά έγρα­φε ο Βα­σί­λης Βα­σι­λι­κός στο Βε­ρο­λί­νο, στη Ρώ­μη και τη Νέα Υόρ­κη. Στο Πα­ρί­σι ήταν αδύ­να­τον. Συ­νέ­βαι­ναν τό­σα πράγ­μα­τα, που δεν τον άφη­ναν να συ­γκε­ντρω­θεί. Εκεί όμως, μια επο­χή όταν διόρ­θω­νε σε­νά­ρια, με πρό­φα­ση τη με­τά­φρα­ση μιας νου­βέ­λας του Μπαλ­ζάκ, γνώ­ρι­σε τη Βά­σω Πα­πα­ντω­νί­ου. Ακο­λού­θη­σε η Ευ­ρυ­δί­κη.
Ο πα­τέ­ρας του ήταν συ­νή­γο­ρος υπε­ρά­σπι­σης κα­τη­γο­ρου­μέ­νου για τη δο­λο­φο­νία του Πολκ και εί­χα ζη­τή­σει τη συμ­βου­λή του για το λι­μπρέ­το μιας όπε­ρας, που ήθε­λα να γρά­ψω. Ξε­κι­νά με το πτώ­μα του Πολκ στον Θερ­μαϊ­κό. Ανά­πο­δα επι­πλέ­ει στη σκη­νή, που εί­ναι πλημ­μυ­ρι­σμέ­νη, όπως σε μια χο­ρο­γρα­φία της Πί­να Μπά­ους. Στο νε­ρό δια­θλώ­νται μου­σι­κή και φω­νές. Ο Αμε­ρι­κα­νός δη­μο­σιο­γρά­φος επι­δί­ω­κε να συ­να­ντη­θεί με τον Μάρ­κο Βα­φειά­δη, επι­κε­φα­λής των ητ­τη­μέ­νων στον Εμ­φύ­λιο Πό­λε­μο. Δε­κα­ε­τί­ες αρ­γό­τε­ρα, με δι­πλω­μα­τι­κή ιδιό­τη­τα συ­νό­δευα, ως βου­λευ­τή Επι­κρα­τεί­ας του Αν­δρέα Πα­παν­δρέ­ου, τον Βα­φειά­δη, που εί­χε προ­σκλη­θεί στην απο­νο­μή των αμε­ρι­κα­νι­κών βρα­βεί­ων δη­μο­σιο­γρα­φί­ας Πολκ στη Νέα Υόρ­κη. Ο στρα­τη­γός δεν ήξε­ρε αγ­γλι­κά. Αυ­τά στη δεύ­τε­ρη πρά­ξη του έρ­γου. Η επα­νά­λη­ψη δεν εί­ναι επα­νά­λη­ψη, έχει πει η Μπά­ους. Η ίδια δρά­ση σε κά­νει να νιώ­θεις κά­τι εντε­λώς δια­φο­ρε­τι­κό στο τέ­λος.
Όπως όλα τα με­λο­δρά­μα­τα, έτσι και η όπε­ρα Πολκ από τη ζωή εί­ναι βγαλ­μέ­νη. Όσοι όμως επαί­ρο­νται ότι από τη ζωή βγαί­νουν τα κεί­με­να, ας τα ξα­να­βά­λουν μέ­σα. Όσοι γνώ­ρι­σαν το έξω, ξέ­ρουν ότι «εντός των τυ­χόν» εξό­ρι­στος στη χώ­ρα του πα­ρέ­μει­νε ο Βα­σι­λι­κός. Ασφα­λώς πο­τέ δεν εί­ναι αρ­γά όλα να διορ­θω­θούν. Ας πε­ρι­μέ­νω. Υπο­δειγ­μα­τι­κό θέ­μα όπε­ρας πά­ντως θα απο­τε­λού­σε η ζωή του.

(12.2023)



ΣΧΕ­ΤΙ­ΚΑ ΚΕΙ­ΜΕ­ΝΑ

Θεοδωράκης ή τανκς; / Γιώργος Χουλιάρας - Χάρτης

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: