Όνειρό μου ήταν να γίνω λογιστής

Όνειρό μου ήταν να γίνω λογιστής


( Αναλογιστικές μελέτες:  ΜΙΚΡΟΜΥΘΟΣΤΟΡΗΜΑ )

Όνειρό μου ήταν να γίνω λογιστής, ένα είδος εξομολογητή, στον οποίο έρχονται άνθρωποι και αποκαλύπτουν τους πιο απόκρυφους αριθμούς που τους βασανίζουν. Η σχολή όμως όπου πήγαινα κάηκε για να εισπράξει την ασφάλεια ο ιδιοκτήτης, που είχε υπολογίσει ότι τον συνέφερε περισσότερο από το να προσπαθεί να διδάξει εμάς που γράμματα δεν παίρναμε, γιατί είχε βρεθεί μαχαιρωμένος ο ταχυδρόμος, μετά την εμπλοκή του σε ένα τρίγωνο ανταλλαγής αλληλογραφίας. Η ταχυδρομική υπηρεσία αρνήθηκε να τον αντικαταστήσει, όταν αποκαλύφθηκε ότι ο ίδιος όχι μόνον ως αποστολέας έγραφε και ως παραλήπτης διάβαζε τις ενοχοποιητικές επιστολές, αλλά, ως τρίτο άτομο που συμπλήρωνε το ερωτικό τρίγωνο, επίσης τις έστελνε και τις παραλάμβανε χωρίς γραμματόσημα. Δεν είναι συνηθισμένες οι συνέπειες του να ζεις σε μέρη όπως τα δικά μας, όσο και αν ονειρεύεσαι να πας κάπου αλλού να πεθάνεις. Γενικά οι συνέπειες δεν συνηθίζονται, όταν οι συνήθειες παραμένουν ασυνεπείς.

Εν πάση περιπτώσει, με τα χρήματα της ασφάλειας ο λογιστής θα εγκατέλειπε την οικογένειά του, που ήξερε ότι του κόστιζε πιο πολλά από όσα του προσέφερε, για να αποσυρθεί σε ένα τροπικό νησί, όπου θα έβρισκε τον τρόπο να συντομογραφεί αστυνομικές ιστορίες που θα διαδραματίζονταν σε ψυχρές περιοχές, οι οποίες παγώνουν τα αισθήματα μέχρι τη στιγμή που μια ένθερμη έκφραση του ήλιου αρχίζει να τα λιώνει και επίκειται έγκλημα, που πολλοί ντετέκτιβ θα έδιναν το δεξί τους χέρι, οι αριστερόχειρες τουλάχιστον, για να το εξιχνιάσουν. Κάποιου είδους καριέρα στην αστυνομία επίσης μας είχε απασχολήσει, αλλά φαινόταν ασύμφορο να εφαρμόζεται μακριά από ένα άστυ ο νόμος, σε προαστιακές συνθήκες, όπως αυτές που κατ’ εξοχήν και όχι σε πόλεις βιώναμε, γιατί η ζωή μας δεν ήταν μόνον αβίωτη, αλλά και βιωματική.

Γι’ αυτό δεν ξέραμε αν είχε εισπράξει τα χρήματα, αν είχε βγάλει εισιτήριο, αν είχε ετοιμάσει όσα επρόκειτο να πάρει μαζί του, όταν βρέθηκε κρεμασμένος από ένα σχοινί, από εκείνα με τα οποία δένουν βαλίτσες χωρίς κλειδαριά όσοι άδικα περιμένουν σε στάσεις λεωφορείων. Γιατί και αυτά καταργήθηκαν μετά τους πυρπολισμούς, με πολλά θύματα μεταξύ των οδηγών. Ευτυχώς δεν υπήρχαν επιβάτες, καθώς θα θρηνούσαμε περισσότερους. Ήταν πάντοτε όμορφο να βλέπεις άδεια να περνούν τα παλιά οχήματα, που πουθενά δεν σταματούσαν πριν φτάσουν έξω από σπίτια οδηγών, από όπου βιαστικά έβγαιναν να τους φέρουν φαγητό και άλλα καύσιμα ώστε να συνεχίσουν, κάποιες φορές μικρά παιδιά, ίσως με κατάκοιτους συγγενείς, που τρέχοντας έχυναν το νερό ή άλλα ροφήματα που μετέφεραν σε κύπελλα και κατσαρόλες. Από το υγρό χώμα καταλάβαινες ότι περνούσες από σπίτι οδηγού, όπου θα έκλαιγαν τον πυρπολημένο, που είχε καταφέρει να φέρει το κουφάρι του λεωφορείου ή να συρθεί ο ίδιος έως εκεί.

Υπήρχαν και άλλες αναλαμπές στη ζωή μας, αλλά οι πιο πολλές κρύβονταν κάτω από χύτρες ή τρεμόσβηναν καθώς σύννεφα παρεμπόδιζαν τις βλέψεις των αστρολόγων, που έπρεπε χωρίς τηλεσκόπια να φαντάζονται συνδυασμούς των αστέρων, με τον Ερμή διαρκώς ανάδρομο και νεφοσκεπή. Μικρότεροι από τους άλλους εμείς, πιο αόρατοι και από τους θεούς, περιφερόμασταν χωρίς σκοπό, όπως οι πλανήτες ή στρατιώτες όταν, έχοντας σκοτώσει τους αξιωματικούς τους, δεν ξέρουν ποιος είναι ο εχθρός και στρέφουν τα όπλα τους προς κάθε κατεύθυνση. Όπλα δεν είχαμε ακόμη, οι διαδοχικές ανταρσίες δεν είχαν αρχίσει, ενώ συνεχίζαμε να στρίβουμε και να στρεφόμαστε σύμφωνα με τις επισφάλειες που επιβεβαίωναν την κατάστασή μας.

Ακόμη και όσοι δεν γνωρίζαμε τον μαχαιρωμένο ταχυδρόμο, τον στραγγαλισμένο λογιστή, τους πυρπολημένους οδηγούς, τους βλέπαμε για δικούς μας ανθρώπους, από τους οποίους μας χώριζε μια αιχμηρή εμβάθυνση, μια σχοινοτενής παρέκβαση, ένα εκρηκτικό συμπέρασμα. Αυτό όμως ήταν αδύνατον να το πούμε για επισκέπτες, έστω και αν είχαν περάσει καιρό μαζί μας, όταν άρχισαν οι δικές τους δολοφονίες. Την άφιξη των πρώτων συνεργείων από ξένους είχε προκαλέσει η πένθιμη σιωπή για τις απώλειες στα μέρη μας, την οποία διαδέχθηκαν μουρμουρητά, πνιχτές κραυγές και αναφιλητά, που κάποια στιγμή απέκτησαν ρυθμικά στοιχεία που θαυμάζουμε στα μοιρολόγια εκείνων που ξέρουν ότι η παράστασή τους προσελκύει το ενδιαφέρον. Με πρόχειρα σύνεργα ηχογράφησης, απαρχαιωμένες κάμερες και φτηνούς φωτισμούς, τα συνεργεία είχαν έρθει για να καταγράψουν τον πόνο μας, που ίσως άλλους παρηγορούσε ή διασκέδαζε.

Με την πάροδο του χρόνου είχε δημιουργηθεί συνείδηση εντοπιότητας στα μέρη όπου επιβιώναμε περικυκλώνοντας τις πόλεις. Έρχονται οι ηθογράφοι, ψιθύριζαν μεταξύ τους οι μεγαλύτεροι περιμένοντας τα ξένα συνεργεία, που προσπαθούσαν να καλύψουν ή να ανακαλύψουν κάθε πτυχή της άγνωστης για εκείνους ζωής μας. Την ένταξή τους στους τρόπους μας επιτάχυνε η κακία των δρόμων. Ήταν κακοί οι δρόμοι και έπρεπε να διανυκτερεύουν οι ξένοι, ενώ δοχεία για αυτούς δεν υπήρχαν. Χωρίς ξενοδοχεία, κάπου έπρεπε να φιλοξενηθούν. Αρκεί όμως να είναι ευρύχωρο ένα σπίτι ή πρέπει να είναι άδειο από παιδιά, που είναι γνωστό ότι ερεθίζουν όσους συμμετέχουν σε ανθρωπιστικές αποστολές; Στο ερώτημα δεν είχε δοθεί απάντηση πριν ακρωτηριασμένο βρεθεί το πρώτο πτώμα ξένου, με τις υποψίες να στρέφονται στον κρεοπώλη, τον κουρέα και τον χειρουργό, που σχετική ευχέρεια σε χειρισμούς χρειάζεται να έχουν.

Οι εξελίξεις αυτές αναζωπύρωσαν το ενδιαφέρον μας για μια σταδιοδρομία στο έγκλημα. Ως διώκτες όμως ή ως θεράποντές του; Διέφεραν οι εκτιμήσεις για το αν πιο αποδοτική ήταν η δίωξη ή η καλλιέργειά του. Μια ξαφνική διακοπή ρεύματος συσκότισε τις απόψεις. Σε περίπτωση σεισμού προσπαθείς να βγεις από το σπίτι. Σε περίπτωση κατακλυσμού προσπαθείς να μείνεις μέσα. Μένεις ή βγαίνεις όταν κόβεται το φως; Ποιος θα μπορούσε να μας διαφωτίσει; Μια μπαταρία είναι η εμπειρία. Δεν διαρκεί για πάντα, αν κοπεί το ρεύμα της ζωής που τη φορτίζει. Ρίζες λέγονται τα καλώδια των φυτών, που τα συνδέουν με τις πρίζες του χώματος. Από κάτω ξεντύνονται οι νεκροί, μόλις χάσουν το φως τους. Παραμένει σκοτεινό εντούτοις αν οι άνθρωποι φοβούνται το σκοτάδι περισσότερο από όσο το σκοτάδι φοβάται τους ανθρώπους. Βόλτες σε φωτισμένα σημεία μιμούνται τους ηλιοτροπισμούς ενός κλασικού σώματος. Βόλτες στα σκοτεινά επισκιάζουν τους ρομαντισμούς της σκοτεινής ψυχής.

Καθώς τα μαλλιά μας μάκραιναν, οι φαλακροί περίσσευαν και ο κουρέας έχανε πελάτες, κυκλοφόρησε η φήμη ότι είχε κάνει χαρακίρι, με το ψαλίδι του κουρεύοντας κάθε ελπίδα επαγγελματικής ανάκαμψης. Το ερώτημα τώρα ήταν αν είχε εκλείψει ο δολοφόνος του πρώτου ξένου ή αν οι υποψίες έπρεπε να στραφούν αλλού, ακόμη και στους ίδιους τους επισκέπτες. Το γεγονός ότι όλοι μαζί αποτελούσαν ξένο σώμα για εμάς δεν σήμαινε ότι ήταν εξίσου συμπαγείς μεταξύ τους. Άλλωστε και εκείνοι θα μας έβλεπαν ως μια αδιαχώρητα αρνητική συνέχεια της καταγωγής μας. Εμείς όμως πυκνώναμε τους διαχωρισμούς μας με διαμάχες που, όσο πιο εμφύλιες γίνονταν, τόσο περισσότερο επιβεβαίωναν την κοινότητά μας. Τίποτε δεν είναι αρκετά κοινό αν δεν είναι διαφορετικό.

Πέρασε καιρός.

Ας μην καταλογιστεί εις βάρος μου ότι κατέληξα να γίνω γκουρού, ενώ για λογιστής προοριζόμουν. Αντί να έρχονται να μου δώσουν αριθμούς, εγώ δηλαδή να τους δίνω κάποιον αριθμό, τηλεφώνου ή άλλον, που να τους επιτρέπει να διαλογίζονται έως ότου η αθανασία έρθει προσωρινά να διακόψει τον θάνατο. Είναι γνωστό ότι κάθε τέλος συνιστά μια αρχή, που αυξάνει την αυθαιρεσία της καθώς γίνεται καθεστώς, όπως συμβαίνει με τις αρχές γενικότερα. Ποτέ δεν ήθελα να κατευθύνω τη ζωή των ανθρώπων ούτε καν εκείνων που αγαπούν τα λογιστικά βιβλία. Το σχέδιο μου δεν ήταν αυτό, αν μπορεί να ειπωθεί κάτι τέτοιο. Γιατί το κοινό χαρακτηριστικό που έχουν τα σχέδια είναι ότι παραμένουν ανεκπλήρωτα. Μόνον κακοί σχεδιασμοί υλοποιούνται, όπως διαπιστώνεται εκ των υστέρων. Η υστερία της μετάνοιας μόνο με την υστερία της πρόνοιας μπορεί να συγκριθεί. Στο κέντρο υπάρχει κενό, ένα περιφερειακά στρογγυλεμένο μηδέν, που περικυκλώνεται από το κουλούρι του σύμπαντος.

Από παντού μουσικές πλημμυρίζουν τη νύχτα της παιδικής ηλικίας, που ονομάζεται πρωί, αν πρόκειται να ξημερωθούμε. Μέσα στη νύχτα επιστρέφει η εξημέρωση της ημέρας στο τσίρκο της ζωής. Στα δικά μας μέρη, ο λογιστής συνδέει αριθμούς, σχήματα και ήχους. Η μουσική είναι ο τρόπος που όλα ξετυλίγουν την ακοή τους στην άθροιση και τον πολλαπλασιασμό, την αφαίρεση και τη διαίρεση του χρόνου. Τα σώματα φυτών και ζώων έχουν παντού αφτιά, που προϋποχωρούν στις διάρκειες και τις διακοπές. Αναρίθμητοι αριθμοί και γεωμετρικά σχήματα, σταθερά στις μετενσαρκώσεις τους, απλώνουν στον χώρο όσα ακούγονται ή σιωπούν. Μια ουχρονία ανταποδίδει την ουτοπία της ενότητας λόγων και πράξεων. Έχουμε συνηθίσει να ακούμε ψέματα και μας συμπιέζει η στενοχώρια της αλήθειας. Κάθε έγκλημα στο κλίμα του εγκλείει όσους ενέχονται στην εξέλιξη των συλλογισμών του. Ο ντετέκτιβ επαληθεύεται ως δολοφόνος.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: