Συνέδρια ή Γουλιανοί στους αμυγδαλεώνες

Συνέδρια ή Γουλιανοί στους αμυγδαλεώνες

Τις προ­άλ­λες εί­δα ένα πε­ρί­ερ­γο όνει­ρο που μ’έ­κα­νε να θυ­μη­θώ, ξύ­πνιος αρ­γό­τε­ρα, γε­γο­νό­τα που έζη­σα και το­πο­θε­τού­νται προς τα τέ­λη της δε­κα­ε­τί­ας του ’70, όχι αρ­γό­τε­ρα.

Κα­τέ­βαι­να, λέ­ει, με άλ­λους έναν ή δύο συ­να­δέλ­φους, με βουλ­γα­ρι­κό τα­ξί, τον, χω­μά­τι­νο τό­τε στο με­γα­λύ­τε­ρο τμή­μα του, δρό­μο κα­τά μή­κος της ανα­το­λι­κής όχθης τού Στρυ­μό­να. Ο Στρυ­μό­νας πά­ντα σχε­δόν σκού­ρο λα­δί, ακό­μη και αν εί­χαν προη­γη­θεί κα­ται­γί­δες. Και ξαφ­νι­κά, εκεί, με­τά την Αμ­φί­πο­λη, άρ­χι­σαν να ξε­πε­τά­γο­νται δε­κά­δες γου­λια­νοί, πά­νω από ένα μέ­τρο, και να πε­ριερ­γά­ζο­νται ως άκα­κοι γί­γα­ντες τα άν­θη των απέ­ρα­ντων αμυ­γδα­λε­ώ­νων της πε­ριο­χής. Εί­χα μά­λι­στα αρ­χί­σει να αγ­χώ­νο­μαι μή­πως με­ταλ­λα­χθούν σε άγρια καρ­χα­ριοει­δή, αλ­λά κά­τι τέ­τοιο δε συ­νέ­βη. Η πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, που απο­τε­λεί τον πυ­ρή­να του κά­θε ονεί­ρου, εί­ναι ότι άκου­γα ιστο­ρί­ες για υπερ­φυ­σι­κούς γου­λια­νούς από τον μπα­μπά μου, που εί­χε στρα­το­πε­δεύ­σει ο λό­χος του εκεί στη δεύ­τε­ρη επι­στρά­τευ­ση και ότι κα­τά το 1978 και εξής άρ­χι­σα να βρί­σκω σε ανα­σκα­φή στον νε­ο­λι­θι­κό οι­κι­σμό της Δή­μη­τρας Σερ­ρών, σπον­δύ­λους ψα­ριών του γλυ­κού νε­ρού πά­νω ακό­μη και από 3 εκα­το­στά!

Αυ­τό ήταν το πε­ρί­ερ­γο όνει­ρο και αυ­τός ήταν ο δρό­μος της επι­στρο­φής από κά­τι θρα­κο­λο­γι­κά συ­νέ­δρια στη Βουλ­γα­ρία στο Plovdiv, πρώ­ην Φι­λιπ­πού­πο­λη, και αλ­λού, προς τη λή­ξη του υπαρ­κτού σο­σια­λι­σμού. Μα­ζευό­ντου­σαν θρα­κο­λό­γοι όλων των ει­δι­κο­τή­των από όλα τα ανα­το­λι­κά κρά­τη και, με πλή­ρη εθνο­γε­νε­τι­κή ρη­το­ρεία, δια­τεί­νο­νταν ότι οι Θρά­κες κα­τα­λάμ­βα­ναν τό­τε μία πε­ριο­χή από την τό­τε Τσε­χο­σλο­βα­κία ίσα­με το νό­τιο Αι­γαίο. Όσους δεν εί­χα­με ανα­κοί­νω­ση, μας έβα­ζαν σε κά­τι ξε­νώ­νες με κου­βα­νούς ερ­γά­τες. Τώ­ρα τι σχέ­ση έχει το πο­τά­μι με τα συ­νέ­δρια; Έχει, για­τί στο πο­τά­μι κυ­λά­ει το πα­ρελ­θόν του κα­θε­νός και ανα­σύ­ρε­ται κά­θε φο­ρά που θα βρε­θεί στις όχθες του. Κι ας λέ­ει ο Ηρά­κλει­τος ... Πη­γαί­νο­ντας προς τις εκ­βο­λές δε χά­νε­ται. Γί­νε­ται σύν­νε­φο και τα­ξι­δεύ­ει πί­σω προς τις πη­γές. Από όπου πε­ρά­σει το πο­τά­μι, εγ­γρά­φει ιστο­ρί­ες αν­θρώ­πων στις όχθες.
Ένα από­γε­μα, θυ­μά­μαι, στον με­γά­λο πε­ζό­δρο­μο –από τό­τε– του Plovdiv, έξω από βι­βλιο­πω­λείο, στοί­βα­ξαν τα­χύ­τα­τοι με­τα­φο­ρείς με­γά­λες ντά­νες με βι­βλία. Εί­παν ότι μό­λις κα­τέ­φθα­σαν από τη Μό­σχα. Ήταν το με­γα­λύ­τε­ρο μέ­ρος του έρ­γου του Γε­σέ­νιν στα ρω­σι­κά, με με­τά­φρα­ση στα αγ­γλι­κά. Εξα­φα­νί­στη­καν εν ρι­πή οφθαλ­μού.
Οι ανα­το­λι­κοί, όπο­τε βρι­σκό­μα­σταν στο πούλ­μαν για πε­ρι­η­γή­σεις, άρ­χι­ζαν νο­σταλ­γι­κά τρα­γού­δια των πα­τρί­δων τους, ανταλ­λάσ­σο­ντας τα ανά­τυ­πά τους με κεί­νο το άθλιο χαρ­τί, σαν εφη­με­ρί­δας, και τους έπια­νε πραγ­μα­τι­κή κρί­ση όταν έβλε­παν να κυ­κλο­φο­ρεί σε χέ­ρια δυ­τι­κών συ­νέ­δρων κά­ποια πρό­σφα­τη έκ­δο­ση στα αγ­γλι­κά για σύγ­χρο­νες κα­τευ­θύν­σεις στην αρ­χαιο­λο­γία και τέ­τοια…
Μια άλ­λη φο­ρά, αλ­λά στη Γερ­μα­νία, συ­γκε­κρι­μέ­να σε συ­νε­δρια­κό κέ­ντρο στο Tutzing του Μο­νά­χου, στις όχθες της λί­μνης Starnberger See, που την ανα­φέ­ρει και ο Έλιοτ, δύο Αλ­βα­νοί σύ­νε­δροι με ολόι­δια κα­φε­τί κο­στού­μια, δρα­στή­ριοι προϊ­στο­ριο­λό­γοι, ζή­τη­σαν από τους διορ­γα­νω­τές κά­ποιον να τους πά­ει σε ένα Kaufhof. Οι Γερ­μα­νοί τους χει­ρο­κρο­τού­σαν με κά­θε ευ­και­ρία, για­τί, έλε­γαν, ήταν οι πρώ­τοι που πή­ραν δια­βα­τή­ριο για δυ­τι­κή χώ­ρα, για συ­γκε­κρι­μέ­νο βέ­βαια σκο­πό. Σε μια μι­κρή έκ­θε­ση βι­βλί­ου που εί­χαν στή­σει με εκ­δό­σεις στο πλαί­σιο της Ostpolitik τους, εί­δα με­τα­φρα­σμέ­νο στα αλ­βα­νι­κά το Τρα­κτέρ του Ρί­τσου. Στις όχθες της συν­νε­φια­σμέ­νης λί­μνης, σχε­δόν ανά­με­σα σε λά­σπες, το γνω­στό πορ­τραί­το του Αρι­στο­τέ­λη, μπού­στο σε ψη­λό βά­θρο. Ατέ­νι­ζε προς τα σκο­τει­νά νε­ρά.

(Δε­κέμ­βριος 2020)

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: