Σ Ε Λ Ι Δ Ε Σ Η Μ Ε Ρ Ο Λ Ο Γ Ι Ο Υ*
Πρέπει να ήταν Σεπτέμβριος του 1997. Ήμουν ήδη έξη μηνών χειρουργημένος, πρησμένος ακόμα από την κορτιζόνη και στην... «Πολιτιστική». Όταν εμείς, οι εκ Θεσσαλονίκης, λέμε «Πολιτιστική» εννοούμε τον “Οργανισμό Πολιτιστικής Πρωτεύουσας Ευρώπης Θεσσαλονίκη 1997” ( τρομάρα μας ! )
Πριν λίγες μέρες είχα ανακαλύψει ότι με κλέβανε. Άλλα υπέγραφα και άλλα έπρεπε να παίρνω. Το είπα, το ίδιο βράδυ, στον Πάνο Θασίτη ανάμεσα σε δυο ουίσκι, στου Τόττη. ( Ο «Ραγιάς» είχε ήδη γίνει ...«αέρας»). Κατακόκκινος, μπορεί να του ανέβηκε και η πίεση, σηκώθηκε ο καλός μου όρθιος και μού ’πε αυστηρά:
«Τα βλέπεις; Και τον λογάριαζες φίλο σου… Τι έρωτας κι αυτός ! Κάθε λίγο και λιγάκι στη ...Λωζάνη. Μια για τα χιόνια, μια με τον Μαρωνίτη, μια για τις πιπεριές. Και ν’ αγοράζεις τα βιβλία του δυο-δυο να τα χαρίζεις δεξιά κι αριστερά. Σιγά τον ποιητή. Τον εξυπνάκια !...
― Άκουσέ με. Αύριο πρωί θα μπεις στο γραφείο του. Θα δώσεις μια δυνατή γροθιά στα χαρτιά του. Θ’ ανοίξεις και το πουκάμισο να φανεί η πληγή σου και θα του πεις: «Όχι και σ’ εμένα, ρε πούστη !
Την άλλη μέρα δεν έκανα τίποτε απ’ όλα αυτά. Έστειλα όμως την κοπέλα του γραφείου στο περίπτερο να μου φέρει ένα πακέτο «Άρωμα». Άφιλτρο. Έτσι ξανάρχισα το κάπνισμα. Θυμήθηκα τον Παναγιώτη Σπύρου. Όταν πια είχα βγει απ’ την εντατική με φώναξε στο γραφείο του, να με ενημερώσει. «Καλό είναι να μην ξανακαπνίσεις. Αλλά αν συμβεί κάτι, και σου έρθει να ... σκάσεις, τότε άναψέ το. Γιατί ούτως ή άλλως θα πεθάνεις. Απλώς θα πας από άλλη αιτία. Όλα ξεκινούν και τελειώνουν με το άγχος. Αυτά δεν τα λέω εγώ, τα είπε πριν δυόμιση χιλιάδες χρόνια ο Ιπποκράτης».
Αυτά όμως δεν είναι του παρόντος. Είναι σίγουρα του παρελθόντος. Τότε που, μέσα στην «κόπρο» του ΟΠΠΕΘ-΄97, γνώρισα τον Παντελή Βούλγαρη. Προσπαθούσε, κι αυτός, να συνέλθει από τα χρέη που του είχε αφήσει το «Ακροπόλ» . Είχε αναλάβει λοιπόν στην «Πολιτιστική» το πρόγραμμα «Εγνατία-Πολιτισμός καθ’ οδόν». Εκείνη την περίοδο, παράλληλα με τις εκδηλώσεις που διοργάνωνε, γύριζε και την σπονδυλωτή ταινία «Όλα είναι δρόμος» με εκπληκτικές ερμηνείες που δίδαξε στον Αρμένη και σ’ έναν «αγνώριστο» Βέγγο. Μια ταινία- «σταθμός» στον Ελληνικό κινηματογράφο. Ήρθε μια μέρα στο γραφείο μου να πιούμε καφέ και να γνωριστούμε καλύτερα. Ήξερε και του άρεζαν οι δικές μου εκδηλώσεις με τον τίτλο «Έξοδος των Ποιητών» σε απομακρυσμένα και «ξεχασμένα» χωριά της περιφέρειας. Μου πρότεινε λοιπόν να συνδυαζόμασταν πότε-πότε και στο πρόγραμμα «Εγνατία». Ξεκαθάρισε απ’ την αρχή και τα χρήματα της αμοιβής μου. Ντόμπρα και σταράτα. Καλά και «καθαρά» λεφτά. Και τα είχα πολύ ανάγκη…
Ας είναι καλά ο Παντελής. Ένας γνήσιος, καταξιωμένος δημιουργός και γλυκύτατος άνθρωπος. Το πρώτο βράδυ που ήρθε σπίτι μου – νοίκιαζα τότε, απ’ το ’84, το ρετιρέ στο μέγαρο Κονιόρδου, έπαθε την πλάκα του με την ταράτσα. Σίγουρα τότε ήταν η καλύτερη της παλιάς παραλίας της Θεσσαλονίκης. Τεράστια, κάπου 200 τετραγωνικά μέτρα, με πανοραμική θέα όλο τον κόλπο. Απ’ τον Λευκό Πύργο μέχρι πέρα απ’ το λιμάνι και απέναντι ο Όλυμπος ...με μαγευτικά και πάντα διαφορετικά ηλιοβασιλέματα.