In Vain

Με το συρραπτικό

Από μικρός είχα μάθει, κάποιος μου δίδαξε επίμονα, να βάζω πάντα ημερομηνία σε ό, τι γράφω ή σ’ ό, τι επιλέγω να κρατήσω: φωτογραφίες, δημοσιεύματα, αναμνηστικά κλπ. Ωστόσο, μερικές φορές, αυτό δεν το τήρησα. Όπως σε μια πρόσφατη ανακάλυψη στο αρχείο μου, όπου βρήκα μια προσπάθεια – ας την αποκαλέσω ...τάχα εικαστική, να εκφράσω τι αισθανόμουν όπου, αντί για μολύβι, πήρα στα χέρια μου ένα συρραπτικό και θέλησα να ‘γράψω’ πως όλα είναι μάταια. Τελικά το επιχείρησα στα Αγγλικά, γιατί στα ελληνικά με δυσκόλευαν τα συρματάκια. Πολύ περισσότερο να σχηματίσω από κάτω και... ολόκληρη ημερομηνία.

In Vain

Έτσι έμεινε στο συρτάρι και αργότερα σ’ ένα φάκελο, ώσπου ο χρόνος κιτρίνισε το χαρτόνι και σε μερικά σημεία το μέταλλο έβγαλε σκουριά.
Όμως χάθηκε οριστικά ο χρόνος. Αυτός δεν αγγίζεται ούτε ‘κρατιέται’. Γλιστράει και φεύγει όπως μέσα από τα δάκτυλά μας το νερό, ή το ασπράδι του αυγού.
Εκείνο τουλάχιστο που προσπάθησα να προσεγγίσω ήταν το συναίσθημα που υπαγόρευσε αυτή μου την πράξη. Πρέπει να ήμουν νέος. Μεταξύ δεύτερης και τέταρτης δεκαετίας της ζωής μου. Σκέφθηκα καταρχήν τις αυτονόητες γενεσιουργές αιτίες του να αισθάνεται κάποιος πως όλα είναι μάταια. Μια απογοήτευση, ή διάψευση, μια αποτυχία, ένας θάνατος. Υπάρχει ωστόσο και μια άλλη, εξ ίσου πιθανή εκδοχή. Να έχεις βιώσει μια ευτυχισμένη στιγμή, έναν έρωτα, μια επιτυχία. Η δεύτερη περίπτωση είναι νομίζω χειρότερη. Αγνοεί και μηδενίζει τραγικά το νόημα της Ζωής, και την όποια Αλήθεια της ύπαρξής μας.
Αφορμή για αυτές τις σκέψεις υπήρξε ένα πρόσφατο γράμμα παλιού φίλου και συμμαθητή μου, του Παντελή Λαζαρίδη. Τα τελευταία χρόνια, απ’ όσα μου είπε, είχε ‘ξεκαθαρίσει’ και τακτοποιήσει, με βοηθούς και συνεργάτες, το αρχείο του και ό, τι είχε δημιουργήσει στο Πανεπιστήμιο του Βόλου, που ήταν χρόνια καθηγητής.
Πριν λίγες μέρες μου έγραψε πως επιτέλους ΄ξεμπέρδεψε’ και με το studio-εργαστήριο-atelier του στην Αθήνα. Μου έστειλε και μερικές φωτογραφίες, από τη διαδικασία της ...αποκαθήλωσης. Παραθέτω, χωρίς την άδειά του (!) ένα μικρό απόσπασμα :

...
Επιτέλους τέλειωσα με την πρώτη φάση μετακομιδής του τεθνεώτος παρελθόντος της καλλιτεχνικής μου εμμονής. Να μη στα πολυλογώ : πακετάρισμα μαζοχιστικό ... χαρτόνια, κιβώτια, πλαστικά περιτυλίγματα με ‘μπουρμπουλήθρες’ και άνευ και άφθονος κονιορτός. Αυτού του τελευταίου αποτέλεσα κι εγώ ένα τμήμα. Το διέλυσα λοιπόν το ατελιέ, που δεν ήταν μονάχα εργαστήριο χειροναξίας, αλλά και διάφορα πιο σύνθετα μαζί. Η σούμα ήτανε δύο εξάμετρες νταλίκες που “με τα φώτα νυσταγμένα και βαριά” κι εμένα να τρέχω από πίσω τους αφήσαμε στις τέσσερις το πρωί την Αθήνα με προορισμό εκεί που σαν αυτήν ...δεν έχει ! Τώρα, τακτοποιώντας ( δλδ στριμώχνοντας ) έργα και υλικά στη Νικήτη της Χαλκιδικής στο υπόγειο του εξοχικού που έχει ο Γίωργος ( τα 340 τμ πρέπει να χωρέσουν σε 60 τμ ), έκανα ένα διάλειμμα και σου γράφω ...


Του απάντησα πως έτσι και χειρότερα αισθανόμουν κι εγώ όταν πρόσφατα άρχισα να ξεκαθαρίζω το αρχείο μου, παρόλο που το δικό μου υπολείπεται κατά πολύ ενός ζωγράφου, εικαστικού και όχι μόνο. Γλιτώνεις βέβαια απ’ τις νταλίκες αλλά όχι κι απ’ τον εαυτό σου. Έκανα κι άλλες σκέψεις κάπως παραδομένες και παραλυμένες ακούγοντας ...στιβαρά την πεθαμένη φωνή του Μητροπάνου.


In Vain


Κι έμεινα να κοιτάζω ένα ‘γλυπτό’ του Παντελή. Μου φάνηκε σαν κάθισμα, μάλλον διπλό.
Μπορεί να κάθονταν κάποτε ένα ζευγάρι. Να ταξίδευαν τον έρωτά τους. Κάπου... Στην Ταορμίνα, μπορεί και στο Τσιρίγο. Στη θέση του άνδρα μάλλον, εκεί που ακουμπούσε το κεφάλι του, τώρα υπάρχει μια εξαϋλωση, ένα εκτόπλασμα. Η θέση του έχει φθαρεί, το υλικό της έλιωσε. Μέσα της φύτρωσε ένα λουλούδι, κίτρινο. Δεν είμαι όμως σίγουρος. Ποτέ δεν ήμουν. Και για τίποτε. Η βεβαιότητα ... σαν τις πορσελάνες. Εύθραυστη και πολύτιμη.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: