Οι σιδερώτρες και το κεφάλι της γάτας

Μνήμη Φιλοποίμενα Κωνσταντινίδη

Πέρασαν δέκα ακριβώς χρόνια από τον Οκτώβριο του 2012 όταν έγιναν στο Λιτόχωρο Πιερίας, κάτω από τον Όλυμπο, τα εγκαίνια της μόνιμης έκθεσης έργων του ζωγράφου Φιλοποίμενα Κωνσταντινίδη (1909-1992) που η καταγωγή της μητέρας του, ήταν από εκεί. Μία «ανταποδοτική δικαιοπραξία» δωρεάς και φιλοξενίας, που εύχομαι να διατηρηθεί από τις εναλλασσόμενες τοπικές αρχές.
Ο Φιλοποίμην ήταν πρώτος ξάδερφος της μητέρας μου και από τότε που —ουσιαστικά τον πρωτογνώρισα— πολύ νέος, τη δεκαετία του εξήντα στο Παρίσι, με επηρέασε βαθειά η πολύπλευρη προσωπικότητά του και έκτοτε διατηρήσαμε τακτική επαφή και αλληλογραφία μέχρι τον θάνατό του.
Σαν ζωγράφο δεν είμαι ειδικός για να μπορώ να τον κρίνω.
Ωστόσο μου έκανε μεγάλη εντύπωση η επιλεκτική εμμονή του να δουλεύει 2-3 θέματα κυριολεκτικά «διά βίου», όπως χαρακτηριστικά είναι: οι σιδερώτρες, τα σφάγια, οι περαστικοί...

Φ. Κωνσταντινίδης: Η πρώτη σιδερώτρα
Φ. Κωνσταντινίδης: Η πρώτη σιδερώτρα

Νομίζω πως αποτελούν μια σπουδή, ένα διαχρονικό δοκίμιο πάνω στη δημιουργία, τόσο θεματικά όσο μορφολογικά: το πώς δηλαδή ένας ζωγράφος βλέπει με τα εφηβικά του μάτια κι απεικονίζει τη σιδερώτρα της παιδικής του μνήμης, και πώς αργότερα σε ώριμη ηλικία και πιο πέρα, στα όρια της λεγόμενης τρίτης ηλικίας... Είναι ίσως για ορισμένους δημιουργούς ένας κοινός τόπος. Αλλιώς μας «έδωσε» ο Σαββόπουλος την “Άννα” με τη φωνή των 23 του χρόνων και διαφορετικά την ερμηνεύει τώρα, κοντά στα ογδόντα.

Φ. Κωνσταντινίδης: Η τελευταία σιδερώτρα
Φ. Κωνσταντινίδης: Η τελευταία σιδερώτρα

Ο Κωνσταντινίδης όμως, πέρα από ζωγράφος, ήταν ένας βαθιά σκεπτόμενος άνθρωπος. Και δεν αναφέρομαι μόνο στις σπουδές στη Φιλοσοφία παράλληλα με την Σχολή Καλών Τεχνών Δεν είναι τυχαίο ότι διατηρούσε φιλικές σχέσεις με τον Sartre και τον Aragon.
Είχε ευθύ και ντόμπρο χαρακτήρα και υπήρξε απόλυτος έως δογματικός σ’ αυτά που πίστευε. Επειδή δεν αποδέχονταν τη «γραμμή» των πολιτικών δρώμενων εκείνης της εποχής στην πατρίδα, ένας πρωθυπουργός της Ελλάδας, ο Παναγής Τσαλδάρης, με τον οποίο διατηρούσαν φιλικές αλλά όχι... πολιτικές σχέσεις, τον επισκέφθηκε σ’ ένα ταξίδι του στο Παρίσι και, επειδή δεν υπήρχε ασανσέρ, ανέβηκε με τα πόδια τα επτά πατώματα μέχρι το τότε ατελιέ του, στη σοφίτα της οδού Antoine Chante 7, μήπως τον πείσει να δεχθεί τουλάχιστο τη διεύθυνση της Εθνικής Πινακοθήκης. Μάταια όμως γιατί ο Κωνσταντινίδης είχε από χρόνια επιλέξει το δικό του δρόμο με τον αποκλεισμό κάθε συμβιβασμού ή εξάρτησης.
Παράλληλα αρνήθηκε σταθερά να γίνει ευρύτερα γνωστός μέσα από το κύκλωμα των γκαλερί. Και είναι πιστεύω ένας από τους ελάχιστους καλλιτέχνες που κατάφερε —χωρίς να κάνει κανέναν συμβιβασμό στην Τέχνη και στα ‘πιστεύω’ του—, να ζήσει αξιοπρεπώς. Τα τελευταία χρόνια μάλιστα της ζωής του αξιώθηκε να αγοράσει στο Boulevard Rochechouard, στις παρυφές του λόφου της Μονμάρτρης, το «μουσειακό» σπίτι της χορεύτριας Παύλοβα.
Υπήρξε ένας προβληματισμένος διανοούμενος που δεν του άρεζε καθόλου η μεταπολεμική ελληνική πραγματικότητα με την προέλαση ενός αχαλίνωτου καταναλωτισμού και νεοπλουτισμού. Και είναι εντελώς λανθασμένη κάποια φήμη πως ο Κωνσταντινίδης έριξε «μαύρη πέτρα» στην Ελλάδα, φεύγοντας πολύ νέος στο Παρίσι. Ήταν απλά ένας «φανατικός» Έλληνας που εφάρμοζε στην πράξη εκείνο το παλιό αλλά πέρα για πέρα αληθινό: “μαλώνεις ό, τι αγαπάς”... Ο Φ. K και μάλωνε και μάτωνε βαθιά μέσα του για την κατάντια της χώρας μας.

Ένας από τους πολλούς ορισμούς της Τέχνης, ίσως ο πιο ουσιαστικός, είναι η επιμειξία με τον Άλλο, η επικοινωνία, η γέφυρα μεταξύ του δημιουργού-πομπού και του δέκτη. Η μετάγγιση της ίδιας συγκίνησης και ευαισθησίας στον Άλλο. Και αυτός ο Άλλος δεν είναι βέβαια μόνο οι κριτικοί και οι ειδήμονες. Αυτοί μπορούν και οφείλουν να κάνουν την αξιολόγηση και «ένταξη» του έργου. Αλλά το έργο, αυτό καθαυτό, απευθύνεται στους πολλούς. Στον άγνωστο και συχνά «ανίδεο» δέκτη. Που το αποδέχεται και το αφομοιώνει με το δικό του τρόπο, με τις όποιες γνώσεις και ευαισθησίες του. Πάνω σ’ αυτό θα σας μεταφέρω ένα ενδεικτικό, όσο και αποκαλυπτικό βίωμα που έζησα.

Χρίστος Καρράς: Κεφάλι γάτας
Χρίστος Καρράς: Κεφάλι γάτας

Πριν από πολλά χρόνια η γυναίκα μου είχε πάρει δύο έργα ενός από τους γνωστότερους σύγχρονους ζωγράφους μας, του Χρίστου Καρρά. Το ένα —απόλυτα διακριτό—, είχε τον τίτλο «Προσωπογραφία». Το δεύτερο το ονόμαζε «Κεφάλι γάτας». Μου άρεσαν και μου αρέσουν ακόμα πολύ και τα δύο, κάθε μέρα που τα βλέπω στον τοίχο του γραφείου μου. Ωστόσο, τόσα χρόνια, δεν μπόρεσα να… «αναγνωρίσω» πού είναι το κεφάλι της γάτας ! Ώσπου, μια μέρα, η εγγονή μας, που ήταν δεν ήταν ενάμιση χρονών και δε μιλούσε ακόμα καλά, ένα πρωί στήλωσε τα ματάκια της σ’ αυτόν τον πίνακα ... Τον έδειξε με το δάκτυλο και γυρίζοντας προς τα ’μένα ψιθύρισε δυο φορές: «Νιάου ... Νιάου!».
Σκέπτομαι καμιά φορά, πως ίσως έτσι πρέπει να βλέπουμε, όσοι μπορούμε, τα έργα που έχουμε μπροστά μας. Με το αθώο βλέμμα ενός μικρού παιδιού που ίσως, μόνο αυτό, μπορεί να διακρίνει άμεσα και ‘παρθενικά’ την Αλήθεια του Δημιουργού.

Η στάχτη του Φιλοποίμενα σκορπίστηκε —σύμφωνα με επιθυμία του—, στον Όλυμπο. Και σήμερα, όσοι πίνακές του διασώθηκαν, ελπίζω πως βρήκαν εκεί τη μόνιμη «στέγη» της τελευταίας κατοικίας των.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: