Δε θυμάμαι πότε ακριβώς και με ποιες συνθήκες γνωριστήκαμε (η δυστυχία του να μη κρατάς ημερολόγιο, έστω δύο λέξεις καθημερινά), πάντως μέσα στο 1997 (στην Πολιτιστική Πρωτεύουσα) και στο 1998, γιατί μετά κατέβηκαν οικογενειακώς στην Αθήνα και από τότε ανταλλάσσαμε μέιλ. Πιο πολύ μου έστελνε παλιά ελαφρά ελληνικά τραγούδια από το Υou tube. Ήξερε ότι τρελαίνομαι, όπως και αυτός.
Μια μέρα μου λέει: «Πάμε στο Δελασάλ στο Ρετζίκι θα έχει μια ποιητική εκδήλωση». Δε θυμάμαι τίποτε, ούτε το κτήριο ούτε την ποιητική εκδήλωση. Περιπλανήθηκα όμως μόνος, ξεφεύγοντας από την πολυκοσμία, στο γνωστό δάσος της περιοχής το οποίο, επειδή είναι σε υψόμετρο, θυμίζει περισσότερο κεντροευρωπαϊκά δάση, λες και είσαι στην Πολωνία, ας πούμε, και όχι στη Μεσόγειο. Εκεί που έγιναν, στους μεγάλους πολέμους, σημεία και τέρατα. Να μην αναφέρω, καλύτερα, τοποθεσίες. Και με έπιασε ένας φοβερός πανικός και ξαναγύρισα αμέσως στην εκδήλωση για την ποίηση.
Μια μέρα πάλι μου λέει: «Έλα το βράδυ στο σπίτι να τσιμπήσουμε κάτι, θα είναι και ο φίλος μου ο δερματολόγος ο Φώτης ο πανεπιστημιακός και άλλοι». Ο Θέμης, μετά που έκλεισε, λόγω οικονομικών δυσκολιών, τον «Ραγιά», το μπαρ στη γωνία Αριστοτέλους και Λεωφόρου Νίκης, από όπου περνούσαν και είχε γνωριστεί με τους πάντες (πολιτικούς, ηθοποιούς, λογοτέχνες κ.λπ.), αναγκάστηκε να μετακομίσει από ρετιρέ στη Λεωφόρο Νίκης που έβλεπε όλο τον Θερμαϊκό, στην Αγίου Δημητρίου. Συγκεκριμένα στο ρετιρέ εκείνης της υπέροχης, για τα δεδομένα της περιοχής, μεσοπολεμικής πολυκατοικίας στη γωνία Δουμπιώτου και Αγίου Δημητρίου, δηλαδή πάνω και αριστερά από τα μάρμαρα της πλατείας Διοικητηρίου που ρημάχτηκαν για να γίνει πάρκινγκ. Όμως στην πολυκατοικία αυτή εγώ είχα να μπω από το 1965. Εκεί έμενε ένας φίλος μου από το Δ΄ Γυμνάσιο Αρρένων που ο μπαμπάς του ήταν καθηγητής μουσικών στο ίδιο γυμνάσιο και είχα δανειστεί από τη μικρή του βιβλιοθήκη ένα βιβλίο για τη ζωή και το έργο των μουσουργών όλων των εποχών που μου άσκησε μεγάλη επίδραση. Διάβαζα τίτλους λιμπρέτων από παλιές ξεχασμένες όπερες που έμοιαζαν με τίτλους ποιημάτων του Καβάφη! Ο φίλος μου δεν πέρασε στο ακαδημαϊκό και ο μπαμπάς του τον έστειλε στη Γερμανία για γλώσσα. Γύρισε με φραουλόξανθα μαλλιά και έλεγε συνέχεια «σιχάθηκα τα wurst», ενώ ο μπαμπάς του έμαθα ότι είπε για μένα που πέρασα στη Φιλοσοφική «Μμμ…ήταν που ήταν χώριατος, θα αποχωριατοποιηθεί άμα τον στείλουν σε κανένα χωριό». Εννοούσε υποθέτω προφανώς τους μη αστικούς ―για να μη πω από λούμπεν ως προλετάριου― αμήχανους τρόπους και συμπεριφορές μου. Πάντως μία φορά που συμπέσαμε στο λεωφορείο των 40 Εκκλησιών μου είπε «άντε τώρα να πηγαίνεις στην Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών και στη βιβλιοθήκη του Δήμου». Την κατάπιε ο καημένος την πίκρα για το γιο του, τι να έκανε. Το ασανσέρ της πολυκατοικίας παρέμενε το ίδιο λες και ήσουν στη Βιέννη. Ο Θέμης κατέβαλε μεγάλο κόπο για να φτιάξει εκείνο το ρετιρέ, το είχε βάψει με παράξενα σκούρα χρώματα. Έβλεπες σχεδόν την πόλη. Πού είχε βρει το κουράγιο δεν μπορώ να καταλάβω. Αλλά μετά από λίγο κατέβηκαν στην Αθήνα.
Με τον Θέμη Λιβεριάδη σε μέρη που θα δίσταζα να ξαναπάω
Μια μέρα μου λέει: «Άντε να βγούμε να σε κεράσω». Και καθίζουμε στα τραπεζάκια της καφετέριας που προηγουμένως ήταν το ΚΤΕΛ Σερρών, δηλαδή στο πεζοδρόμιο της Φιλίππου στην Πλατεία Δικαστηρίων, όπως ανεβαίνουμε την Χαλκέων φάτσα. Δεν θα ήμουν πάνω από δέκα χρονών όταν στο πεζοδρόμιο εκεί είχα δει ένα φοβερά δραματικό γεγονός. Ας αφήσουμε που αγχώνομαι όταν είμαι αναγκασμένος να καθίσω σε τραπεζάκια σε μέρη που τα έζησα αλλιώς και τώρα είναι χώροι «αναψυχής». Ας πούμε το Μπιτ Παζάρ ή η Βαλαωρίτου. Ταράχτηκα πολύ αλλά δεν του είπα τίποτε φυσικά.
Μια άλλη μέρα μου λέει ότι «στο πλαίσιο του σχετικού προγράμματος της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας θα πάμε να διαβάσουμε ποιήματα στο κοινό σε ένα χωριό (Καταφύγιο;) ακριβώς στα όρια της Βάλια Κάλντα. Άντε έλα». Πήγα, διαβάσαμε, διάβασε και ο μακαρίτης Τηλέμαχος Αλαβέρας, ο οποίος είχε κάνει τη θητεία του ως αξιωματικός του Ε.Σ. στην περιοχή και τη γνώριζε όσο κανένας άλλος. Ο ίδιος δεν είπε κιχ, αλλά μου το είπε ο Θέμης. Επιστρέφοντας, δε θυμάμαι για ποιο λόγο, περάσαμε νομίζω από το Νεστόριο Καστοριάς για κάποια εκδήλωση όπου μου γνώρισε την υπέροχη Φιλαρέτη Κομνηνού, αλλά εμένα η ψυχή μου ήταν σφιγμένη γιατί σκεφτόμουν το στρατόπεδο «Μαθιουδάκη», μπαίνοντας στην Καστοριά αριστερά, όπου πέρασα δύο χρόνια από τη ζωή μου. Να μη τα χαρακτηρίσω καλύτερα (1971-1973, από άνοιξη σε άνοιξη).
Μια μέρα του Αυγούστου, μάλλον του ΄98, ―θα πρέπει να ήταν ο πιο κρύος και βροχερός Αύγουστος που θυμάμαι― μου τηλεφωνεί και μου λέει: «Σου έχω έκπληξη. Θα πάμε στον Όλυμπο, θα είναι και η Κατερίνα η Καριζώνη που περνάει δύσκολα αυτόν τον καιρό». Και σα να μην έφτανε η Παλιά Σκοτίνα με τα υπέροχα πέτρινα σπίτια που είναι σε υψόμετρο οκτακοσίων μέτρων, ανεβήκαμε ακόμη πιο ψηλά, άλλα διακοσαριά μέτρα, όπου, ο αθεόφοβος, σε ένα πλάτωμα είχε εγκαταστήσει ένα … τροχόσπιτο. Τριγύρω πελάγη από μέντες, μεθοκοπούσε το σύμπαν από τις ευωδιές και απόλυτη ησυχία. Οι δυο τους θα πρέπει να κοιμήθηκαν μερικές ώρες, εγώ το προσπάθησα αλλά εις μάτην και την έβγαλα καθισμένος στο σκαλάκι του τροχόσπιτου ανάμεσα στις μέντες και με το φόβο μη πιάσει καμιά μπόρα και αρχίσουν να έρχονται τα νερά από τον Δία και να κουτρουβαλάνε εκείνες οι κοτρόνες. Όπως τότε, πριν από χρόνια, που κατέληξαν όλα στον ποταμό Βαφύρα και από ιερή πόλη μετέβαλαν το Δίον σε… ιερή λίμνη. Και αντί να συναντήσουμε εκεί την ποίηση ―ήμασταν τόσο κοντά στις Μούσες!― την συναντήσαμε στην παραλία της Σκοτίνας προς το μεσημέρι. Μας πήγε στο μικρό εξοχικό του Πάνου Θασίτη (1923-2008) ο οποίος έβαζε στο φούρνο της κουζίνας στους 100 βαθμούς ένα βουναλάκι μύδια και αυτά τα καημένα άνοιγαν και μας τα έδινε να τα φάμε στύβοντας λεμόνι.
Σ' αυτό το μικρό εξοχικό δε θα δίσταζα να ξαναπάω.
Υ.Γ. Το έργο του Θέμη το ξέρω αποσπασματικά και ελάχιστα. Κινείται ίσως στα όρια του ρεαλισμού που στο βάθος κρύβει ποίηση λυρικών διαστάσεων. Όπως… στα παραπάνω περιστατικά. Κάποιος επιβάλλεται να το δει συνολικά. Είναι πρωτότυπο και, θα τολμούσα να πω, ανεπηρέαστο από άμεσες επιδράσεις. Ήταν παρών στα τελευταία του Ιωάννου και του Σαχτούρη. Ίσως και άλλων.
[ Προς τα τέλη Σεπτεμβρίου 2025 ]