Για τον Δ. Σ., Greek artist
Καλό θάνατο είχες
Περιτριγυρισμένος από την οικογένεια
—παιδιά, γυναίκα, εγγόνια—
Ίσως και κανέναν φίλο
Απ’ τα παλιά
Κι απ’ όσους ξέμειναν ακόμα
Και πιστό
Και σε καλό νοσοκομείο
Άψογο δωμάτιο
Με τους καλύτερους γιατρούς
Σεβαστικούς της νεκρικής σου μετατάξεως
—μύθος κοσμικός που επιστρέφει στην ουράνια καταγωγή—
Που σε φροντίσανε καλά
Κι απάλυναν τις δύσκολες στιγμές
Με νάρκη καλόδεχτη
Το τέρας της συνείδησης να δαμαστεί
Αυτό είναι σήμερα ένας θάνατος προνομιούχος
Και καλός—τί άλλο
≈≈≈
Ήρθε και έπεσε η παράξενη σιωπή
Που δεν ανήκει πουθενά
Εμείς εδώ βλέπουμε άλλοτε πεταλούδες ανάερες
Κι άλλοτε αιμοβόρες νυχτερίδες στις ψυχές
Η δική σου πετάριζε αθόρυβα προσώρας ακατάταχτη
Μέσα στο θάλαμο
Ψυχή βάρδου που του αρέσαν τα τραγούδια
Και η γιορτή και το ξεφάντωμα κι η τελετή
Τα πανηγύρια, ξέφρενα
Τα λάθη η ανυποταξία και η ανυπακοή
Και η ζήση γενικώς με τους κανόνες του ΄60
Και τις μετέπειτα εξαιρέσεις τους
Που σου κοστίσαν κάμποση κατακραυγή
—Μα πώς να ψέξεις ένα δέντρο
Αγέρωχο κι ευθυτενές
Που άξαφνα οι βοριάδες και οι καιροί
Το στρέφουν και στραβώνει
Και σ’ ένα κούφωμα άχαρου σπιτιού μαγκώνει—
≈≈≈
Πετάς προς το παράθυρο
Μέσ’ απ’ τα τζάμια κάτι βλέπεις και κοιτάς
—Δεν είν’ ο θίασος —δεν είν’ αόρατος και μυστικός—
Αυτά χαθήκανε από παλιά
Είναι απλώς μία πομπή και κάπως παρδαλή
Με πλατωσιές και βάθη ουρανού
Και συννεφιά και ήλιο και μια ψιλή βροχή
Και ταμπούρλα μακρινά
Και ένα σύνθημα ν’ ακούγεται
«Τόπος θανάτου και του Χάρου δεν υπάρχει»—
Χάρου, λοιπόν, «όλα είναι ζωντανά κι ανάμεσα
Στ’ αστέρια πέτονται
Και ανεβαίνουν προς τον ουρανό
Προς τα ψηλά»
______________
«Nec morti esse locum»: P. Virgili Maronis Georgicon IV 226