Χάρτης θαλάσσης

Χάρτης θαλάσσης

Ευτυχώς που πρόλαβα να κάνω τις προάλλες εκείνο το μεγάλο ταξίδι στον νότο της Νότιας Αμερικής κι ευτυχώς μετά που πρόλαβα να επιστρέψω και να περάσω την καραντίνα στην πατρίδα. Βέβαια, από τη Χιλή που είχα βρεθεί και την αφθονία του Σέρχιο Μανσίγια Τόρρες, αν δε μεσολαβούσε αυτό το παγκόσμιο πραξικόπημα covid-19 που απαγόρευσε πλόες, πτήσεις και μετακινήσεις απειλώντας μας με μαζικές εκτελέσεις, εγώ θ’ ανηφόριζα για το Περού και θα φλέρταρα με τις δικές του Άνδεις. Στερούμενη έτσι την κατ’ ιδίαν συνάντηση με κάποιον ποιητή ή ποιήτρια σ’ εκείνα τα μήκη και πλάτη, και επηρεασμένη ίσως από το Κρατικό Βραβείο Εικονογραφημένου Παιδικού Βιβλίου που απέσπασε το ΑΝ, έμμετρο ποίημά μου με εικόνες του Tàssies, αναζήτησα στο διαδίκτυο ποιήματα περουβιανών ποιητών για παιδιά. Αμέσως έπεσα πάνω σε μια έκδοση  του Υπουργείου Παιδείας του Περού [Antología de poesía para niños y niñas, Ministerio de Educación (2015)] και σας μεταφέρω τα δέκα από τα δεκαοκτώ ποιήματα που περιέχει.

Εικονογρἀφηση: Rosamar Corcuera Andrino
————————————————————




Βροχή βροχούλα

(Gaby Arce Muñoz, Aguacerito)


Βροχή βροχούλα
από τα ύψη
βροχή βροχούλα
απ’ τα βουνά.

Βροχή βροχούλα
σαν κατεβαίνεις
λουλούδια φέρνεις
ευωδιαστά.

Πόσο σε θέλουν
τα σιτηρά μας
κι όλα τα ζώα
σε καρτερούν.

Βροχή βροχούλα
φέρ’ το νερό σου
σιγά να φτάσει
όλοι να πιουν.


Μάνα, μανούλα

(Abraham Arias Larreta, Mami, mamita)


Είναι στον κήπο
τριανταφυλλίτσα
ωραία ωραία
κι ευωδιαστή,
όμως μανούλα,
μάνα μανούλα,
πιο ωραίο είσαι
λουλούδι εσύ.

Πώς τ’ αηδονάκι
γλυκολαλάει
σ’ ένα κλαδάκι
πορτοκαλιάς!
Μα τη δική σου
δε φτάνει γλύκα
όταν, μανούλα,
μου τραγουδάς.



Ντύνοντας και ξεντύνοντας τις μέρες

(Rosa Cerna Guardia, Vistiendo y revistiendo los días)


Της Δευτέρας της βγάζω την κάπα
που στην Τρίτη να βάλω δεν μπόρεσα
της Τετάρτης της δίνω παπούτσια
που η Πέμπτη ανάποδα τα φορεί.

Στην Παρασκευή βάζω καπέλο
που στο Σάββατο ποτέ δε φόρεσα
και την Κυριακή όμορφα ντύνω
με καπέλο, παπούτσια, κάπα μαζί.


Ένα γατάκι

(Germán Bausch Bendoya, Un gatito)


Έχω ένα κομψό γατάκι,
μάτια σαν το κάρβουνο,
κάθε πόδι και γαντάκι,
στο λαιμό τριαντάφυλλο.

Όταν έρχοντ’ επισκέπτες,
στο σαλόνι δε γυρνά,
πλένεται, κοιτά καθρέφτες,
στέκεται καμαρωτά.

Με πολύχρωμα κουβάρια
παίζει τ’ απογεύματα,
στο σκοτάδι κρύβει χνάρια
και στον ήλιο βλέμματα.

Σκανταλιάρικο, στη σούπα
πήγε κι έκανε βουτιά
και σαν μαδημένη σκούπα
έχει τώρα την ουρά.



Το άτακτο ποντικάκι

(Antonio Escobar, Travieso ratoncillo)


Τ’ άτακτο το ποντικάκι
απ’ το σπίτι του μακριά
βρίσκει νόστιμο τυράκι
και το κάνει μια μπουκιά.

Μα στου γυρισμού τον δρόμο
μια ψιψίνα συναντά
κι η καρδιά του απ’ τον τρόμο
γρήγορα πολύ χτυπά.

Μακριά ποτέ δεν πάμε
αν δεν το ξέρει η μαμά,
μπορεί τότε να μας φάνε
κάτι άγρια γατιά.


Η μαγισσούλα

(Cynthia Landa, La brujita)


Είν’ η Σούλα, Σούλα η μαγισσούλα,
με ψηλό καπέλο από ψαθίτσα
κάθεται στη μαγική σκουπίτσα
και πετά, πετά η μαγισσούλα.


Η κοπελίτσα κι η θάλασσα

(Carlota Carvalho de Núñez, La niña y el mar)


Η όμορφη κοπέλα
ένα πρωί μια μέρα
κοιμήθηκε γλυκά
στη θάλασσα κοντά.

Το κύμα να σωπάσει
τα μουγκρητά να πάψει
κοιμάται η κοπελιά
κανείς μην την ξυπνά!

Ο άνεμος επίσης,
ανατολής και δύσης,
να πάψει να φυσά,
κοιμάται η κοπελιά!

Οι γλάροι να σωπάστε
το κρώξιμο ξεχάστε
κοιμάται η κοπελιά
σε λίγο πια ξυπνά.

Τα κύματα ας μουγκρίσουν,
οι ανέμοι ας φυσήσουν
κι οι γλάροι ας κρώξουν πια,
πάει, φεύγει η κοπελιά!


Η δροσιά

(Francisco Izquierdo Ríos, El rocío)


Πάνω στης χλόης την κορφούλα είδα
να τρεμοπαίζει μια δροσοσταλίδα
σε κρύσταλλο τόσο μικρό αχ, κοίτα πώς
χωράνε ήλιος, ουρανός και ποταμός.



Ο σπόρος

(Julio Garrido Malaver, La semilla)


Καυχιόταν το σποράκι
πως όταν μεγαλώσει
δε θα ’μενε μικράκι
σαν την καλαμποκιά.

Μα ο καιρός περνούσε
χωρίς ποτέ να γίνει
αυτό που λαχταρούσε:
Ψηλή βελανιδιά!

Τη γη με τ’ όνειρό τους
τ’ αδέρφια του την κάναν
καλαμποχώραφό τους
γεμάτο από χαρά.


Η βικουνίτσα

(Germán Bausch Bedoya, Vicuñita)


Αχ, βικούνια, βικουνίτσα
μπαλαρίνα του χιονιού
με την κανελιά μπλουζίτσα
τι ωραία πας παντού.

Αχ, βικούνια, βικουνίτσα
σε πρωτόδα μιαν αυγή
κι από τότε εικονίτσα
σ’ έχω μέσα στην ψυχή.

Αχ, βικούνια, βικουνίτσα
πού ’σαι τόσο μακριά;
Μες στα χιόνια τα βουνίσια,
στους καθρέφτες τους μπροστά;

Αχ, βικούνια, βικουνίτσα
μπαλαρίνα του χιονιού
με την κανελιά μπλουζίτσα
τι ωραία πας παντού.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: