Μπολιβάρ, είσαι ωραίος σαν Έλληνας

Τηθύς σε ψηφιδωτό Ελληνιστικό δἀπεδο της Αντιόχειας (5ος αι.)
Τηθύς σε ψηφιδωτό Ελληνιστικό δἀπεδο της Αντιόχειας (5ος αι.)


Με τον πασίγνωστο στίχο του Νίκου Εγγονόπουλου (Μπολιβάρ) καλωσορίζουμε στις σελίδες αυτές ποιητές της Λατινικής Αμερικής, οι οποίοι χρησιμοποιούν στην ποίησή τους ελληνικά θέματα και τους παρουσιάζουμε μέσω ενός ή και περισσότερων χαρακτηριστικών ποιημάτων τους, ενός σύντομου βιογραφικού και ενός κειμένου που μας στέλνουν για τη σχέση τους με την Ελλάδα. § Γιατί σκεφτήκαμε αυτή την ιδέα; Γιατί οι χώρες της Λατινικής Αμερικής, αποικίες της Ισπανίας, εμψυχώθηκαν από την Ελληνική Επανάσταση του 1821 και αγωνίστηκαν για την Ανεξαρτησία τους με πρωτεργάτη τον Ελευθερωτή Σιμόν Μπολίβαρ. Επιπλέον, ήταν από τις πρώτες χώρες που αναγνώρισαν την Ελλάδα ως ανεξάρτητο κράτος. § Έτσι, με καρυοφύλλι την πένα του ο καθένας και με λάβαρο την ποίηση, συναντιόμαστε εδώ για να γιορτάσουμε τα διακόσια χρόνια από τη φλόγα που μας ένωσε.
§ Ξεκινήσαμε με έναν ποιητή κάθε μήνα, αλλά αμέσως συνεχίσαμε με δύο, και τώρα, λόγω της τεράστιας ανταπόκρισης που συναντήσαμε και η οποία θα οδηγήσει στην έκδοση μιας πολυσέλιδης ανθολογίας εν ευθέτω χρόνω, προχωράμε παρουσιάζοντας τρεις ποιητές κάθε φορά. § Επίσης, πληροφορούμε τους αναγνώστες που θα ήθελαν να διαβάσουν τα πρωτότυπα κείμενα στα ισπανικά, ότι θα τα βρουν στο ηλεκτρονικό περιοδικόhttp://arcagulharevistadecultura.blogspot.com/ όπου, με τον τίτλο Bolívar, eres bello como un griego, δημοσιεύονται έπειτα από δεκαπέντε μέρες.

Κούβα
Μπολιβάρ, είσαι ωραίος σαν Έλληνας

Νάνσυ Μορεχόν

Η Nancy Morejón (Αβάνα, 1944) είναι Κουβανή ποιήτρια, μεταφράστρια και δοκιμιογράφος, μελετήτρια του έργου του Νικολάς Γκιγιέν και, από το 1999, τακτικό μέλος της Κουβανικής Ακαδημίας. Το ποιητικό της έργο περιλαμβάνει πολυάριθμα βιβλία, από τα οποία ξεχωρίζουν οι συλλογές Piedra pulida [Πέτρα στιλπνή], Elogio y paisaje [Εγκώμιο και τοπίο] και La Quinta de los Molinos [Κίντα δε λος Μολίνος], που απέσπασαν το Βραβείο Κριτικής για τα έτη 1986, 1997 και 2000 αντίστοιχα. Επίσης, έχει τιμηθεί με το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας 200, καθώς και άλλες σημαντικές διακρίσεις στην Κούβα και στη Γαλλία. Το 2020, ο εκδοτικός οίκος White Pine Press της Νέας Υόρκης εξέδωσε τη δίγλωσση ανθολογία του έργου της Before a Mirror, the City [Μπροστά στον καθρέφτη, η πόλη].


Οι Αχαιοί

στη Μίρτα Αγκίρε

λέει ο έκθαμβος και μεγάθυμος Κάλχας:
«έφευγαν οι Αχαιοί
το κώνειο στο πλευρό τους
ακολουθούσαν τη γραμμή των θεών
τύλιγαν λιβάνι κι έντερα του Πάτροκλου
            ανάμεσα στα ιστία
και τους κρατήρες της γαλάζιας θάλασσας»

Θερσίτης Ερμής Αφροδίτη

«έφευγαν οι Αχαοί»
—συνεχίζει ο έκθαμβος γέρων Κάλχας—
«και μαζί με το κώνειο
μαζί με τη λαμπερή λύρα
ο τρελός ποιητής η άμπελος
το χρυσόψαρο οι δάφνες».

έφεραν στον κόσμο τις χειροπέδες

κάποιος γεννιόταν στους πρόποδες της Θήβας
για να έρθει κατόπιν στην Αμερική
σ’ αυτόν τον άλλο κόσμο

«περάστε κύριοι περάστε
στην τελευταία τούτη φάση του ημισφαιρίου
είμαστε εδώ
με τη γάγγραινα με τη λόγχη
και τη χλαμύδα από σάπια μήλα
περάστε κύριοι περάστε»
έπειτα οι Αχαιοί κατέκτησαν τον Άδη
οι Ρωμαίοι χαροπάλεψαν με τον Θεό Χριστό
η Ισπανία τ’ όνομά της χάραξε στα δικά μας μέρη
σήμερα
                        εμείς χέζουμε τον Θεό.

Από το βιβλίο Richard trajo su flauta [Ο Ρίτσαρντ έφερε το φλάουτό του], 1967.


Ιθάκη

στη Νέιδα Ουλάσια, Μικρούλα

Έπειτα από τα χτυπήματα σ’ όλο του το κορμί
και τον άνεμο στροβιλιζόμενο πίσω απ’ τ’ αυτιά του,
έρχεται εδώ ο Οδυσσέας, βγάζοντας σταγόνες το νερό από κάθε πόρο,
ψαράκια να κρέμονται από κάθε σταγόνα,
μια ασημένια υπεροψία να δραπετεύει από τα πέλματά του.
Ο Οδυσσέας επιστρέφει στην Ιθάκη,
σε κείνο τον τόπο, στο άσωτο μέρος
όπου το στόμα του γλυκαίνει
παρά την εγγύτητα της θάλασσας.
Αξίζει τον κόπο να σταθεί κανείς και να χαζέψει τη σκηνή.
Ήρθε κάποιος για να στεγνώσει την υγρασία του
και να του πλέξουν τα μαλλιά
και να του φέρουν στεγνά ρούχα και ζεστά,
σαν τον ήλιο της Πελοποννήσου αυτή την ώρα.
Του στρώνουν το τραπέζι με λιγοστά τοπικά εδέσματα
μα πάνω στο λευκό τραπεζομάντηλο
υπάρχουν απίστευτα απερίγραπτα κεντίδια
και, προπαντός, ένα ψηλό μπουκάλι
που κάποτε φιλοξενούσε
λεπτόγευστα ηδύποτα.
                        Από το ίδιο αυτό μπουκάλι
διέφυγαν τα οινοπνεύματα λες και τα αιφνιδίασαν
οι φήμες της χιλιόχρονης νύχτας.

Στο κενό του μπουκαλιού
καλύπτοντας την ανάμνηση των παλιών οινοπνευμάτων,
κάτι αγριολούλουδα με μόνιμη διαφάνεια.

Τελειώνοντας το φαγητό,
οι Σειρήνες καλούν τον Οδυσσέα
ν’ ακούσει μουσική από κιθάρες.

Ήταν δύο οι κιθαρωδοί,
ή, για να το πω καλύτερα,
δύο οι γιοι της σιωπής
που είχαν έρθει στην Ιθάκη ακριβώς γι’ αυτό,
για να του παίξουν μουσική στον γυρισμό του.
Ωστόσο, τώρα ακούγεται
μονάχα η σιωπή
των φρούτων που μόλις κόπηκαν από τα δέντρα:
το πηγαινέλα των φύλλων κάτω απ’ τα κλαδιά.
Αλλά ο λάρυγγας του Οδυσσέα
είναι βουβός, βουβός κι ακίνητος,
σαν έν’ ακίνητο πλοίο σε πλήρη τρικυμία.
Και τότε γίνεται το θαύμα:
ένα πουλί πετάει
απ’ την καρδιά του
μέχρι το κέντρο
της Ιθάκης,
της Ιθάκης που είναι όλη φως
εν μέσω ενός ακίνητου ζενίθ.

Από το βιβλίο La Quinta de los Molinos, 2000.



Και τα πλοία της Ιθάκης

στη Μπέρτα Αλόνσο

Πάνε κι έρχονται οι σκιές∙
πάνω από τ’ ανάκτορα της πόλης.
                        Θέλω να σταθώ εδώ,
μπροστά από τούτα τα ψηλά και σαρακοφαγωμένα τείχη,
για να θαυμάσω
τον χορευτή με φόντο του τον ουρανό,
φυλακισμένο στον ζωηρό ρυθμό
που ρέει πάνω απ’ την Ελλάδα.
Βλέποντάς τον να χορεύει κάτω απ’ τα σύννεφα
Παραλίγο να μην καταλάβω
πως οι εργάτες σήκωσαν τα τείχη
και μάζευαν οι έμποροι
τις πλούσιες πραμάτειες τους:
        έβενος,
                φίλντισι,
                        κεχριμπάρι,
                                αρώματα.

Το απόγευμα σκορπίζει τον λευκό καπνό
στους λόφους
                                και πάνω σ’ έναν λόφο,
ο χορευτής, ανάμεσα σε βράχους κι αγριόχορτα,
ως γίγαντας στον ήχο της φλογέρας, εκτινάσσει
το σώμα του σαν φοινικιάς
και τον λαιμό του σαν του κύκνου
προς τις αμυγδαλές του Οιδίποδα.
Οι υπεριώδεις σαύρες
θέλουν να του σκίσουν τα ενδύματα.

                        Θέλησα να σταθώ εδώ
για να παρατηρήσω τ’ άκαμπτα κρύσταλλα στις μετόπες
και να γευτώ την αύρα τη δαιμονική
που εγκαθίσταται χωρίς ανακωχή στα ρόδα της Εδέσσης*
Και τα πλοία της Ιθάκης απέναντι στον Χόρχε Εσκιβέλ**
πανηγυρίζουν την κυματιστή κίνησή του,
το πηγαινέλα των μυών του.
                        Ο Οδυσσέας
αφαιρεί απ’ τ’ αυτιά του το κερί
για ν’ ακούσει
όχι το τραγούδι των Σειρήνων
αλλά το τολμηρό μουρμουρητό που βγαίνει
από το σώμα του το ακριβές.

Πάνε κι έρχονται οι σκιές από τη θάλασσα,
ξεγλιστρώντας πάνω σε χαλιά του ήλιου
και ο χορευτής σαν ένας κίτρινος θεός,
πάει κι έρχεται ανάμεσα από τα κοτσύφια
έρχεται και πάει ανάμεσα από τις σκιές
όταν στην Ελλάδα το απόγευμα
είναι να πεθάνει ήσυχο.

Αβάνα, 23 Ιουνίου 1982

* Αναφερεται στην Έδεσσα της Μεσοποταμίας.
**Αυτό το ποίημα, γράφτηκε προς τιμήν του πρώτου χορευτή Jorge Esquivel κατόπιν αιτήματος του περιοδικού Cuba en el Ballet της Αβάνας όπου και δημοσιεύτηκε ( τ. 4, 1982, σ. 34).

Ο Χόρχε Εσκιβέλ ως Οιδίποδας Τύραννος στο μπαλέτο του Χόρχε Λεφέμπρ (1974)


Ενύπνια

Εγώ κοιμόμουν, όπως κοιμούνται οι πολικές αρκούδες,
χωρίς αναμνήσεις και χωρίς εκείνους τους καθρέφτες
που περιζώνουν τις στοές των κάστρων.
Ένας ευρωπαϊκός καπνός με σήκωνε απ’ το κρεβάτι
και μ’ έριχνε σαν από τσουλήθρα
ώσπου να μ’ εναποθέσει στις βρεγμένες φτέρες
κάποιου απομονωμένου πύργου, πολιορκημένου
απ’ το μουρμουρητό ενός ηττημένου πολεμιστή.
Εγώ κοιμόμουν, όπως κοιμούνται οι γρήγοροι σκίουροι.
Οι πνοές της αυγής δε με προφύλασσαν.
Εγώ κοιμόμουν, σαν μια μέδουσα εξόριστη στην άβυσσο.
Τότε ήταν που ο έρωτάς σου εμφανίστηκε
μεταμορφωμένος σε βιβλία μύθων
και βρισκόμασταν στο κάψιμο της Βιβλιοθήκης
της Αλεξάνδρειας… και μια παλιά κλεψύδρα
μας έσβηνε απ’ τον χρόνο φέρνοντάς μου το μαγικό σου πρόσωπο
που έτρεμε στο πούσι τ’ ουρανού,
που πετούσε πάνω από τα ρέματα,
βυθίζοντάς με μέσα στις κοχύλες της λήθης.
Εγώ κοιμόμουν, όπως κοιμούνται οι βροχές στη θάλασσα,
όπως κοιμούνται τα μάτια σου όταν είσαι πλάι μου.

Από το βιβλίο Paisaje célebre [Διάσημο τοπίο], 1993.

Kόστα Ρίκα
Μπολιβάρ, είσαι ωραίος σαν Έλληνας


Κάρλος Φρανσίσκο Μόνχε

Ο Carlos Francisco Monge (Σαν Χοσέ, 1951) είναι Κοσταρικανός ποιητής και καθηγητής σύγχρονης φιλολογίας και ιστορίας της λογοτεχνίας σ’ ένα από τα σημαντικότερα πανεπιστήμια της χώρας του. Είναι μέλος της Κοσταρικανής Ακαδημίας και Αντεπιστέλλον μέλος της Ισπανικής Ακαδημίας. Έχει εκδώσει πολλά βιβλία ποίησης, καθώς και δοκιμίων για τη λογοτεχνία, την ιστορία και τον πολιτισμό, και έχει τιμηθεί με το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας. Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ιαπωνικά και ιταλικά.


Η ανάβαση

Όπως ανεβαίναμε τον Λυκαβηττό
κάθε σκαλί μετρώντας,
αναζητώντας καταφύγιο στη σκιά των πεύκων,
βρίσκοντας σε κάθε πέτρα, στην άκρη του μονοπατιού
εξήγηση για τις πατημασιές, για την ασφυξία
που μας γεμίζει την καρδιά με τρόμο
και μ’ άλλο τόσο ευτυχία.
Ναι, όπως στην αλήθεια αυτή
που κλείνουν τα πουρνάρια, τα ρείκια,
τ’ αυλάκια που εμφανίζονται παράταιρα
και τα πατάμε μ’ έκπληξη, μ’ απότομες κινήσεις των χεριών,
κι έπειτα με παραίτηση.
Έτσι ανεβαίνουμε, δίχως καν να το προσέξουμε,
απ’ τον χωματόδρομο και τις σκόρπιες πλάκες,
με πρωτόγνωρη αποφασιστικότητα στους μυς,
στα πέλματα και στους αστραγάλους, ολοένα και πιο κοντά,
ερωτευμένοι με τον χρόνο, με τους βράχους,
με τις στροφές του δάσους.
Και πάνω πια, πώς να μη φωνάξουμε, ξεφωνίζοντας από χαρά,
αγγίζοντας τους τοίχους του ναού,
διαπιστώνοντας πως δε χάσαμε τίποτα,
τη σκιά, το έδαφος, τα τελευταία νομίσματα,
και διακρίνοντας, χωρίς ανοιγοκλείσιμο ματιών,
τις πέτρες εκεί κάτω, τους δρόμους,
τις μικρές στήλες καπνού που μας έστελναν σήματα,
τα ρεματάκια, την οχλαγωγία στην πλατεία,
τους πόθους στο δωμάτιο.
Και στην άλλη μεριά η θάλασσα που μας αφήνει άφωνους,
γεμάτους ερωτηματικά
να δούμε πώς συμβαίνει, τι θέλει να μας πει,
για τι η διάρκειά της, πώς έχει αποφύγει
τις πονηριές του χρόνου, ενώ εμείς
απλώς μικρά μοναχικά ζώα
προσπαθούμε ν’ ανέβουμε, κι ίσα που ζούμε.


Ο Ηράκλειτος δίπλα στον Αμαζόνιο

Το πρωί πόσο αφθονεί, εδώ στα σκοτεινά,
πόσοι δρόμοι,
πόσα πράγματα που θα ξεχαστούν.
Έχει χωράφια, έχει χρώματα, έχει ιδιοτροπίες,
παρακάλια, θράκες, συναντήσεις,
σημεία βρασμού, εξεγέρσεις.
Δεν είναι οι δαίμονές μου
ούτε τα προαισθήματα ούτε το ριζικό
ούτε το ξαφνικό τρομαχτικό σκοτάδι.
Δεν υπάρχει πια ο χρόνος
ούτε η ελαφρά ροπή του να κατατρώει τα κορμιά
σαν φύκια, σαν παραισθήσεις∙
δεν υπάρχουν καταραμένα πιράνχα να καταβροχθίσουν
τη σύντομη νίκη της αδρανούς μου ύλης,
του ονόματός μου και της ιστορίας μου.
Αχ πεισματάρικο το ποτάμι πεισματάρικο, δίχως
κατορθώματα, δίχως άλματα
μονάχα επιμονή, μονάχα επιβεβαίωση,
μονάχα γεγονός, συμβάν,
δίχως ιστορία ούτε αβουλία.


Λίγα λόγια για την ελληνιστική παιδεία

Για έναν Ισπανοαμερικανό ποιητή, η παράδοση και ο ελληνικός πολιτισμός, προπαντός ο αρχαίος, ο κλασικός, είναι κυρίως βιβλία, από τα ομηρικά έπη ως τον Οδυσσέα Ελύτη, και αναφέρομαι στα βιβλία που έφτασαν σ’ αυτόν μέσω των μεταφράσεών τους στα ισπανικά. Επίσης, στον τρόπο που βλέπει την πραγματικότητα μέσα στην οποία ζει (την αμερικανική ήπειρο), έχει επηρεαστεί από τους μύθους, τις δοξασίες, τη σκέψη, ακόμα κι από τα τοπία που προσπάθησε να επεξεργαστεί και να ερμηνεύσει ξανά. Οπωσδήποτε, στις «κλασικές» αυτές πηγές, πρέπει να προστεθούν οι λαμπερότερες φωνές που φτάνουν στ’ αυτιά του, χάρη σε καταλληλότερες μεταφράσεις, κάποιες καμωμένες από άλλους Ισπανοαμερικανούς, ποιητές, πεζογράφους ή φιλόλογους.
Οι πανεπιστημιακές σπουδές στην κλασική και σύγχρονη φιλολογία της νεότητάς μου, μ’ έφεραν σε άμεση επαφή μ’ αυτή την κλασική παράδοση. Υποθέτω πως, σε πολλούς εμάς, άσκησε μεγάλη επιρροή εκείνο το περίπλοκο και πλούσιο αρχαιοελληνικό σύμπαν που το μελετούσαμε με διαρκώς αυξανόμενη προσοχή, γιατί βρισκόμασταν στην περίοδο της διαμόρφωσής μας ως ποιητές, ως συγγραφείς. Κι όχι μόνο οι ομηρικοί στίχοι∙ αλλά και η διδακτική ποίηση του Ησίοδου, οι μύθοι και οι θρύλοι που μεταμορφώνονταν σε θεατρικές σκηνές, η λυρική ποίηση του Αλκαίου και της Σαπφώς. Η συγκίνησή μας ήταν έντονη όταν μεταφράζαμε, έστω και άγαρμπα, αποσπάσματα από τον Ευριπίδη και τον Σοφοκλή. Ήταν σαν να μιλούσαμε απευθείας μαζί τους, σαν να τους κάναμε συνάδελφους στη γλώσσα μας∙ σαν να γράφαμε παρέα. Φυσικά, επρόκειτο για φαντασιώσεις. Αργότερα προστέθηκαν άλλα αναγνώσματα: Μένανδρος, Λουκιανός, Πλούταρχος, Λόγγος.
Αν δε γνωρίζει ξένες γλώσσες ευρείας χρήσης διεθνώς —αγγλικά ή γαλλικά, ας πούμε—, ο Ισπανοαμερικανός ποιητής εξαρτάται από τις περιστασιακές μεταφράσεις της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας, δηλαδή, του εικοστού αιώνα. Στα ισπανικά έχουν μεταφραστεί πολύ λίγα πράγματα, αν λάβουμε υπόψη μας την ποικιλία και τον πλούτο της. Οι καλοί και ενημερωμένοι Ισπανοαμερικανοί αναγνώστες έχουν πάρει από κάποιους εκδοτικούς οίκους της Ισπανίας μυθιστορήματα του Νίκου Καζαντζάκη ή ποιήματα του Σεφέρη, και κάτι ελάχιστα ακόμα. Είναι εμφανές πως και οι δυο τους δέχτηκαν την ορμή της βιομηχανίας του κινηματογράφου ο πρώτος, κι ο δεύτερος, των βραβείων μεγάλου κύρους παγκοσμίως. Εγώ γνώρισα σχετικά νωρίς —μπορεί και στα δεκαοχτώ μου— και σχεδόν τυχαία, την ποίηση του Ελύτη. Σε κάποιο βιβλιοπωλείο της πόλης μου, βρήκα τον μικρό τόμο τού Άξιον Εστί, σε μετάφραση που είχε γίνει στη Βαρκελώνη. Οι πρώτες αναγνώσεις μού άφησαν την εντύπωση του δύσκολου και του ερμητικού∙ αργότερα, τα χρόνια και κάποια μεγαλύτερη πείρα στη σύγχρονη ποίηση, μου επέτρεψαν να ωφεληθώ από το ουσιώδες του έργου του Ελύτη.
Ο άλλος ποιητής —πολύ πιο διαδεδομένος και πολύ πιο γνωστός στην ισπανική γλώσσα—, τον οποίο έχουν διαβάσει οι Ισπανοαμερικανοί και ωφεληθεί από το έργο του, είναι ο Κωνσταντίνος Καβάφης. Ίσως χάρη στις θαυμάσιες μεταφράσεις που υπάρχουν στα ισπανικά, η φωνή του ποιητή αυτού έχει ιδιαίτερη απήχηση στους νέους ποιητές του καιρού μας. Στους Ισπανοαμερικανούς μάς φαίνεται μια φωνή πολύ μέσα στην εποχή μας και, προπαντός, συντονισμένη με τον κόσμο μας και με τις αισθήσεις της ιστορίας. Διαβάζοντάς τον επανειλημμένα και πολλές φορές, τα ποιήματά του μου έδιναν πάντα καινούργια κλειδιά για να βρίσκω νοήματα στην πραγματικότητα που μας προσφέρει. Το ποίημά του «Ιθάκη» πολλοί το διαβάζουν και το ξαναδιαβάζουν με θαυμασμό και μ’ ευχαρίστηση, αλλά εγώ έχω σκύψει σε άλλα ποιήματά του, διαφορετικά ως προς το ύφος και το θέμα, ίσως επειδή τα αισθάνομαι να με τρέφουν καλύτερα, να με οδηγούν με μεγαλύτερη προσοχή και ακρίβεια. Δύο παραδείγματα: τα ποιήματα «Θυμήσου, σώμα» και «Ο καθρέπτης στην είσοδο», καμωμένα και τα δύο για να κατανοήσουμε πως ο ποιητικός λόγος είναι πάντα βαθύτατα ερωτικός, πέρα από λογοτεχνικά θέματα ή κίνητρα. Είναι ο λόγος κάτι σαν γέφυρα ανάμεσα στην αίσθηση και την επιβεβαίωση του ανθρώπου μέσα στην ιστορία του και την προσωρινότητά του.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: