________
Συνέχεια από το προηγούμενο τεύχος
__________
5η Πρόκληση: Καλλιτεχνική ηγεσία
Οι ειδικοί υπολογίζουν ότι στα επόμενα είκοσι περίπου χρόνια η Τεχνητή Νοημοσύνη θα επηρεάσει τις περισσότερες ειδικότητες. Μέχρι το 2030 ένα 30% των επαγγελμάτων θα αυτοματοποιηθεί και ένα 60% θα δει τα βασικά εργαλεία του να επηρεάζονται από τις λειτουργίες της Τεχνητής Νοημοσύνης. Η Goldman Sachs μας ενημερώνει ότι μέχρι το 2040 τριακόσια εκατομμύρια δουλειές θα παραδοθούν στην Τεχνητή Νοημοσύνη, δηλαδή το 25% της παγκόσμιας αγοράς εργασίας. Κάποιοι χώροι θα παραδοθούν πιο εύκολα και πιο γρήγορα και κάποιοι άλλοι όχι τόσο. Π.χ. ειδικότητες που έχουν να κάνουν με τη διαχείριση δεδομένων ή με προσφορές υπηρεσιών έχουν ήδη παραδώσει τα όπλα, όπως για παράδειγμα, η JP Morgan η οποία έχει αυτοματοποιήσει όλες τις τραπεζικές εργασίες ρουτίνας. Σε πολύ επικίνδυνη καμπή βρίσκεται και η ακαδημαϊκή έρευνα, οι γραφιστικές τέχνες, η ερευνητική δημοσιογραφία, μεταξύ πολλών άλλων χώρων. Με πιο αργούς ρυθμούς θα επηρεαστούν επαγγέλματα όπου κυριαρχεί το ανθρώπινο συναίσθημα, η ανθρώπινη ψυχή, η έγνοια, η αγάπη, η εμπειρία, το βίωμα. Π.χ. θα αργήσει να αυτοματοποιηθεί το επάγγελμα της νοσοκόμας ή της κοινωνικής λειτουργού ή της ψυχολόγου ή του δασκάλου. Μια πρόσφατη έρευνα της OECD (2024) έδειξε ότι μόνο ένα 10% από το έργο της διδασκαλίας θα αυτοματοποιηθεί μέχρι το 2040.[1]
Όσο για το θέατρο, μια τέχνη από καταβολής της βαθύτατα ανθρωποκεντρική, πολλά θα εξαρτηθούν από τις ηγεσίες που θα αναλάβουν να χαράξουν το μέλλον του, από τις επιλογές, το όραμα και τα δρομολόγιά τους.
Το μοντέλο της διεύθυνσης με τις αυστηρές δομές και ιεραρχίες, με την αρχετυπική φιγούρα του ηγέτη στην κορυφή να δεσπόζει και να διατάζει, μπορεί κάποτε να ήταν μια αποδεκτή τακτοποίηση αρμοδιοτήτων, συνώνυμη με την αποτελεσματική διοίκηση και την αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού, όμως τα τελευταία χρόνια ο χώρος του θεάτρου έχει αρχίσει να αναπτύσσει μια άλλη νοοτροπία, αλλά και μια άλλη πληθυσμιακή φυσιογνωμία, συνεπώς και άλλες ανάγκες και προτεραιότητες. Ο κόσμος τον οποίο καλείται να αντιμετωπίσει και να μεταφέρει στη σκηνή είναι πολύ πιο σύνθετος και ποικίλος που δύσκολα μπορεί πλέον να τον διαχειριστεί επιτυχώς ένα άτομο.
Οι σεισμικές αλλαγές που έχει προκαλέσει ο μεταμοντερνισμός γύρω από την άρση των ιεραρχήσεων στην ποιητική των τεχνών γενικότερα και την αξιολόγησή τους, όπως και την αμφισβήτηση της αποκλειστικής αφετηρίας και της ηγεμονίας γύρω από έννοιες, αξίες και αρχές, κερδίζει ολοένα και περισσότερο έδαφος και στη φιλοσοφία οργάνωσης, λειτουργίας και διοίκησης πολλών σύγχρονων θεάτρων. Στη θέση του κεντρομόλου συστήματος όπου όλα συγκλίνουν γύρω από ένα σούπερ ηγέτη- ήρωα καλλιεργούνται τώρα νέα ηγετικά μοντέλα,[2] όπως για παράδειγμα:
1. το μοντέλο που βασίζεται στην ετοιμότητα και ωριμότητα των συνεργατών (situational leadership model).[3]
2. Το μοντέλο που υπογραμμίζει τον ρόλο του ηγέτη ως υπηρέτη των υπαλλήλων (Servant Leadership Model).[4]
3. Το μοντέλο της αυθεντικής ηγεσίας που εστιάζει στην ευθυγράμμιση των πράξεων των ηγετών με τις βασικές αξίες και τα πιστεύω των συνεργατών (Authentic model).[5]
4. Και τέλος, είναι το μοντέλο που διασπείρει την ιεραρχία της ηγεσίας, μοιράζοντας υπεύθυνους ρόλους σε πολλά άτομα (The Distributed Leadership Model).[6] Κύριο χαρακτηριστικό και φιλοσοφία του είναι η ποικιλομορφία και η συμπεριληπτικότητα, όπου:
―Από το προσωπικό όραμα περνάμε στο κοινό όραμα και τη δημοκρατία των μελών
―Από τη δύναμη επιβολής του ενός περνάμε στην ενδυνάμωση της συμμετοχής
―Από την εμμονή στην επάρκεια και την αποτελεσματικότητα περνάμε στο τι είναι κοινωνικά δίκαιο
―Από τη συζήτηση περνάμε στον διάλογο
―Από το μόνιμο στο μεταβλητό
―Από το μοιράζομαι την πληροφορία στο δημιουργώ τη γνώση
―Από τους προμηθευτές στους παρτενέρ/συνεργάτες
―Από το ρήμα παίρνω στο ρήμα στοχάζομαι
― Από τους στόχους περνάμε στις βασικές αξίες και το όραμα
―Από την αυτοπροστασία στην εμπιστοσύνη
―Από τη γραμμική αιτιότητα στην ικανότητα υιοθέτησης λύσεων
―Από την άποψη «η αλλαγή αρχίζει από πάνω» στην άποψη που λέει η «αλλαγή μπορεί να αρχίσει από οπουδήποτε».
―Από το αποκλειστικό σκεπτικό είτε/είτε στο συμπεριληπτικό και μεταμοντέρνο αμφί/και.
Πριν προχωρήσουμε οφείλουμε να κάνουμε μια βασική διευκρίνιση. Άλλο πράγμα είναι το μάνατζμεντ μιας εταιρείας ή ενός θιάσου και άλλο η ηγεσία. Το μάνατζμεντ έχει να κάνει με τον σχεδιασμό, τον έλεγχο των πηγών, την οργάνωση με τερματικό την επίτευξη ενός δεδομένου στόχου. Η ηγεσία, από την άλλη, είναι αυτή που καλλιεργεί το όραμα, που εμπνέει, που οδηγεί την ομάδα προς ένα κοινό σκοπό. Είναι αυτή που προσφέρει τα κίνητρα στους εργαζόμενους/συνεργάτες ώστε να αποδώσουν τα μέγιστα. Είναι αυτή που μπορεί να προκαλέσει αλλαγές, που προσαρμόζεται σε νέες καταστάσεις, συνθήκες και πλαίσια.
Βέβαια ουδέν καλό αμιγές κακού. Γιατί αυτή η διασπορά μπορεί μεν να οδηγεί παράλληλα και στον δυνάμει ευεργετικό πολλαπλασιασμό των δρομολογίων και οπτικών που καταλήγουν σε μια απόφαση, όμως δεν σημαίνει ότι είναι στρωμένη με ροδοπέταλα. Αντιθέτως, έχει τις δυσκολίες και τις επικίνδυνες ισορροπίες της, όπως και τους απρόβλεπτους, δύστροπους ή και κακόβουλους συνεργάτες που ανά πάσα στιγμή μπορεί να ανατρέψουν τα πάντα. Τίποτα δεν είναι αγγελικά πλασμένο. Από τη στιγμή που αναφερόμαστε σε ένα πολυκεντρικό, πολυσυλλεκτικό μοντέλο, είναι αναπόφευκτο να παρεισφρέουν εμπόδια, πολλές φορές δυσεπίλυτα, ακόμη και καταστροφικά. Το ζητούμενο είναι η κάθε ηγεσία να είναι σε θέση αυτές τις αποκλίσεις απόψεων να τις μετατρέπει σε ευεργετική δράση, επενδύοντας στην ευθύνη του καθενός για βελτίωση τόσο του θεάτρου όσο και του κόσμου τον οποίο όλοι μοιραζόμαστε ως πολίτες του. Αυτό, όπως αντιλαμβάνεστε, προϋποθέτει μια ηγεσία ευέλικτη, ευπροσάρμοστη που να εμπνέει, να προσφέρει πνευματικά ερεθίσματα, να σέβεται τις ατομικότητες, ενθαρρύνοντάς τες να αναπτύσσουν τις δικές τους ηγετικές δυνατότητες προς όφελος του συνόλου. Δηλαδή μια ηγεσία που αφιερώνει χρόνο στην καλλιέργεια μιας κουλτούρας εμπιστοσύνης, κατανόησης και σχετικής αυτονομίας, η οποία αντί για ανταγωνισμό προβάλλει τη συνεργασία εντός της ομάδας και πέρα από αυτή. Μια ηγεσία που διευθύνει και με την καρδιά και με το μυαλό, εν ολίγοις μια συμπονετική ηγεσία που συμπεριφέρεται στους άλλους όπως θα ήθελε να της φέρονται οι άλλοι.[7]
Όλα τούτα οδηγούν στη σκέψη που λέει ότι το θέατρο μιας πολυπολιτισμικής πραγματικότητας, όπως η σημερινή, έχει ανάγκη από:
―Μια διαπολιτισμική σύνθεση της καλλιτεχνικής του
ηγεσίας, προκειμένου να μπορεί να αντιμετωπίσει τα κοινωνικά στρώματα με
τις διαφορετικές προσδοκίες, ευαισθησίες και παραδόσεις τους, ακόμη κι
αν αυτό θέτει σε κίνδυνο τη δημοτικότητά του.
―Μια ηγεσία που αντιλαμβάνεται ότι η λογική «ένα μέγεθος για όλους» (One size fits all), δεν ταιριάζει στην εποχή μας, η οποία έχει ανάγκη από πιο ευρύχωρες και ευμετάβλητες θέσεις, πρακτικές, στοχεύσεις.
―Μια
ηγεσία που παρακολουθεί με προσοχή και έγνοια τι γίνεται, που
ενημερώνεται διαρκώς γύρω από τις εξελίξεις στον χώρο, που έχει άποψη
γύρω από τις δυνατότητες της τεχνολογίας νέας γενιάς, άποψη για τις
εργασιακές σχέσεις και την ψυχική υγεία των εργαζομένων, άποψη για τις
διαρκώς εξελισσόμενες στρατηγικές επικοινωνίας και πράττει ανάλογα,
αξιοποιώντας στο έπακρο τη διαφορετικότητα της σύνθεσής της.[8]

6η Πρόκληση: Εργασιακές σχέσεις και ψυχική υγεία
Οι ηθοποιοί συνιστούν ένα κόσμο πολύ ιδιαίτερο που χρήζει και ιδιαίτερης μέριμνας. Οι περισσότεροι καλλιτέχνες είναι free lancers, εργάζονται με συμβόλαια περιορισμένου χρόνου, γεγονός που οδηγεί πολλούς να εμπλέκονται ταυτόχρονα σε διάφορα projects δίκην service prοviders ή απασχολούνται σε άσχετες δουλειές για να κερδίσουν τα προς το ζην, πράγμα που έχει επιπτώσεις στην απόδοσή τους.
Επίσης, ο ανταγωνισμός της αγοράς είναι τόσο έντονος που οδηγεί πολλούς καλλιτέχνες σε αναγκαστικές εκπτώσεις στις απαιτήσεις τους και κατά συνέπεια αποδυνάμωση των συλλογικών αιτημάτων. Για παράδειγμα, δεν μπορεί μια μικρή αγορά όπως η ελληνική να απορροφήσει τόσες εκατοντάδες ηθοποιούς που αποφοιτούν κάθε χρόνο από τα πανεπιστημιακά τμήματα θεάτρου, τις σχολές Εθνικού και Κρατικού και τις δεκάδες ιδιωτικές. Υπάρχει τεράστιος συνωστισμός στην αγορά, προσφορά πολύ μεγαλύτερη από τη ζήτηση, με αποτέλεσμα να πέφτει η ποιότητα του προσφερόμενου θεάματος και ταυτόχρονα να εντείνεται και η κούρσα του ανταγωνισμού.
Ακόμη, στις δυσκολίες και ιδιαιτερότητες του επαγγέλματος να προσθέσουμε εδώ ότι πολύ συχνά μια παράσταση για να υλοποιηθεί βασίζεται στην καλή θέληση (ή ενίοτε και τον εξαναγκασμό) των εργατών (ηθοποιών και τεχνικών) που παρατείνουν το ωράριό τους ώστε να έχει αίσιο τέλος η προετοιμασία. Εξού και η γνωστή ρήση-mantra, βαθιά ριζωμένη στην κουλτούρα του θεάματος the show must go on ανεξάρτητα από το όποιο προσωπικό τίμημα.
Τα σημειώνω όλα αυτά γιατί ο πολύς κόσμος έχει την εντύπωση πως ο χώρος του θεάματος επειδή φαντάζει glamorous είναι ρόδινος. Δεν είναι. Ο κόσμος δεν προσμετρά στις εκτιμήσεις του τα σκοτεινά σημεία του επαγγέλματος, την πίεση, την οικονομική ανασφάλεια, το στρες, τον ανταγωνισμό, τις ατελείωτες ώρες προβών, τη φυσική κατάσταση του ηθοποιού, την απόρριψη σε ακροάσεις, το typecasting που συχνά περιορίζει την εξέλιξη ενός καλλιτέχνη, την ανάγκη που νιώθει ο ηθοποιός να αποδεικνύει κάθε φορά πόσο καλός είναι, την κρίση του κοινού, την κρίση των κριτικών, τη πίεση να είναι διαρκώς ένα καλό πρότυπο στην κοινωνία, άρα διαρκώς υπό παρακολούθηση χωρίς ιδιωτική ζωή, την εκμετάλλευση που υπόκειται από τη βιομηχανία του θεάματος, την επιβίωση στον χώρο που δεν είναι εγγυημένη, τις συνεχείς μετακινήσεις, τα «άτακτα» ωράρια εργασίας.
Μια μεγάλη μελέτη από το Αμερικανικό Σωματείο ηθοποιών (Actors
Equity), έδειξε ότι σε σύγκριση με άλλους εργασιακούς τομείς τα άτομα που απασχολούνται στον τομέα των παραστατικών τεχνών είναι πολύ πιο πιθανό να βιώσουν εντονότερα συμπτώματα κατάθλιψης, στρες, εγκατάλειψης δυνάμεων, έλλειψη δημιουργικότητας, μειωμένη παραγωγικότητα, εξάντληση, εκνευρισμό, θυμό, συχνούς πονοκεφάλους, συναισθηματικό, πνευματικό και σωματικό burnout ακόμη και απώλεια ενδιαφέροντος για τον χώρο. Και αυτό οφείλουν να το λάβουν σοβαρά υπόψη τους και οι ίδιοι οι ηθοποιοί και φυσικά οι καλλιτεχνικές διευθύνσεις.
Μέχρι πολύ πρόσφατα η κυρίαρχη άποψη έλεγε ότι τα προσωπικά προβλήματα του καθενός πρέπει να μένουν στο σπίτι. Και πράγματι, όλα τα θέματα κρύβονταν κάτω από το χαλί και η τοξική θετικότητα επιβάλλονταν στους εργαζομένους ως κανονικότητα. Όμως, πολλά μπορούν και πρέπει να αλλάξουν ακόμη, γιατί η επιδίωξη μιας ισορροπίας ανάμεσα στην προσωπική ζωή και την εργασία είναι σημαντικός παράγοντας για να υπάρξουν ευεργετικά αποτελέσματα. Και αυτό εννοείται ότι αρχίζει από το ίδιο το άτομο και τον τρόπο που φροντίζει τον εαυτό του.[9]
Η φροντίδα του εαυτού δεν είναι πολυτέλεια για έναν ηθοποιό που θέλει να βρίσκεται σε καλή κατάσταση. Έτσι, το πρώτο βήμα που καλείται να κάνει είναι να παραδεχτεί τη σημασία που έχει η ψυχική του κατάσταση. Και προς αυτή την κατεύθυνση οι ειδικοί συμβουλεύουν, μεταξύ άλλων, γιόγκα, ασκήσεις αναπνοής, διαλογισμό, χορό, περπάτημα, ενασχόληση με διάφορα χόμπι, αναζήτηση βοήθειας ειδικού, εμπλουτισμό των δεξιοτήτων του, όρια ως προς το τι μπορεί ή θέλει να κάνει, συνεχή επιμόρφωση, καλλιέργεια μηχανισμών αντίστασης κ.λπ. Επίσης, η αναζήτηση τρόπων ανάκλησης από το ρεζερβουάρ της μνήμης όλων εκείνων των λόγων που ώθησαν αρχικά έναν καλλιτέχνη να μπει στο επάγγελμα, μπορεί να αλλάξει και τις σχέσεις του με τους συναδέλφους και επίσης τον τρόπο που αυτοί αντιμετωπίζουν την τέχνη του.
Από τη μεριά του ο θίασος και η ηγεσία του, όπως και η βιομηχανία του θεάματος στο σύνολό της, οφείλουν να έχουν υποστηρικτικές δομές για την προστασία της ψυχικής υγείας των εργαζομένων.[10] Πρόκειται για ένα θέμα πολύ σύνθετο όπου οι ατομικές προσπάθειες είναι καλές, όμως σαφώς καλύτερη είναι η συστημική αλλαγή που μπορεί να δημιουργήσει ένα βιώσιμο και υποστηρικτικό περιβάλλον. Δηλαδή, εκείνοι που διαμορφώνουν την πολιτική και παίρνουν τις αποφάσεις γύρω από τον ρόλο των τεχνών στη ζωή μας, πρέπει να καταλάβουν την αξία τους ώστε να ενσωματώσουν τις τέχνες στο σκεπτικό των αποφάσεων που αφορούν τη δημόσια υγεία.
Ηλίου φαεινότερο ότι ο συναισθηματικός δεσμός μεταξύ της διοίκησης/ηγεσίας (είτε κρατικής είτε ιδιωτικής) και των εργαζομένων που προκύπτει μέσα από την καλλιέργεια μιας κουλτούρας έγνοιας και υποστήριξης,[11] ενισχύει την αποδοτικότητα, τη συλλογικότητα και την αποφυγή της εξάντλησης, του κορεσμού, του Burnout. Προς αυτή την κατεύθυνση οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι θα βοηθούσαν ειδικά προγράμματα και συνθήκες για τους εργαζομένους, όπως:
―τακτικά τεστ
―βελτιωμένες συνθήκες εργασίας (καλός εξαερισμός, καλή θέρμανση, ηχομόνωση κλπ)
―ύπαρξη υποστηρικτικής ομάδας
―προσφορά συμβουλευτικών υπηρεσιών
―εργαστήρια για τη διαχείριση του άγχους και της ατομικής φροντίδας.
―ανοικτή και ελεύθερη επικοινωνία με τους συναδέλφους. Όπως επισημαίνει η συγγραφέας και ερευνήτρια Brené Brown, «οι άνθρωποι είναι «προγραμματισμένοι να συνδέονται μεταξύ τους, επειδή αυτό τούς δίνει νόημα και σκοπό».[12] Και προς αυτή την κατεύθυνση βοηθά η δημιουργία ασφαλών χώρων συνάντησης και επικοινωνίας, όπου οι ομάδες θα μπορούν να εκφράσουν την έγνοια και τις δυσκολίες τους χωρίς φόβο, κριτές ή τιμωρούς. Κάπως έτσι ενισχύεται και η κουλτούρα της ενσυναίσθησης και κατανόησης. Όσο πιο εκφραστικά είναι τα άτομα γύρω από τα θέματα που τους απασχολούν τόσο πιο γρήγορα μπορούν να ανακάμψουν. Όταν δεν φοβούνται να αγκαλιάσουν τον αληθινό εαυτό τους έχουν μια αίσθηση ασφάλειας και ηρεμίας.
―Επίσης, παραστάσεις που διερευνούν θέματα που έχουν να κάνουν με την ψυχική υγεία μπορούν να λειτουργήσουν και ως μια μορφή κάθαρσης για τους ηθοποιούς, αφού τους φέρνουν πρόσωπο με πρόσωπο με δύσκολες συναισθηματικές καταστάσεις και επιτελώντας τες τις μοιράζονται με τον κόσμο. Και το κοινό, από τη μεριά του, μπορεί να αισθανθεί ανάλογα πράγματα που αφορούν την ψυχική υγεία και πώς αυτή επηρεάζει τη ζωή των ανθρώπων. Τέτοιες παραστάσεις θα μπορούσαν στο τέλος να φιλοξενούν και post-show συζητήσεις με επαγγελματίες του χώρου της ψυχικής υγείας.
―Η πυκνή επικοινωνία με τους συντελεστές μιας παράστασης κατά τη διάρκεια των προβών, προτείνεται επίσης ως ένα επιπλέον μέτρο ενίσχυσης των δεσμών ενός θιάσου.
7η Πρόκληση: οι νέοι
Περνώντας στην επόμενη πρόκληση να τονίσουμε ότι πολλά από τα παραπάνω διαφοροποιούνται από τη μια ηλικιακή ομάδα στην άλλη, υπό την έννοια ότι κάθε ομάδα έχει διαφορετικές δυνατότητες, προσδοκίες και απαιτήσεις που αφορούν τη δουλειά και την έννοια της ηγεσίας, της υγείας, της προσφοράς κ.λπ.
Σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, οι νεότεροι που έζησαν πιο έντονα την εμπειρία της πανδημίας, διεκδικούν πιο δυναμικά μια καλύτερη ισορροπία ανάμεσα στην ποιότητα ζωής και την εργασία (Work-Life Balance).[13] Θέλουν πιο συμπονετικούς ηγέτες και περισσότερη διαφάνεια στις αποφάσεις, στις ακροάσεις, όπως και καλύτερες αποδοχές. Γι’ αυτό είναι σημαντικό μια καλλιτεχνική διεύθυνση να γνωρίζει τι νέες ειδικότητες θέλει και πώς σκοπεύει να τις αξιοποιήσει μέσα στον γενικό προγραμματισμό του θιάσου. Όπως, επίσης, έχει σημασία να είναι ξεκάθαρη ως προς τις δυνατότητες αναρρίχησης, προόδου και ανάπτυξης νέων ευκαιριών για τους νέους που μπαίνουν στο επάγγελμα είτε ως ηθοποιοί είτε ως τεχνικοί, επικοινωνιολόγοι, δραματουργοί κ.λπ. Με άλλα λόγια, είναι σημαντικό μια ηγεσία να μπορεί να πει στους ενδιαφερόμενους νέους τι θα κερδίσουν στον χώρο, τι δεξιότητες απαιτούνται, τι γνώση και πού όλα αυτά θα τους οδηγήσουν.
Η ταχύτατη αλλαγή που παρουσιάζει ειδικά ο ψηφιακός χώρος απαιτεί διαρκή ενημέρωση, κάτι που πολλά θέατρα αδυνατούν να πράξουν, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται κενά και ανισότητες. Και σε αυτό η συμμετοχή των νέων στις αποφάσεις που παίρνονται θα βοηθούσε. Οι απόψεις τους έχουν σημασία γιατί δείχνουν τι ανάγκες υπάρχουν και τι δομικές αναμορφώσεις επιβάλλονται ώστε να τις υιοθετήσουν.
8η Πρόκληση : Θέατρο και ομογενοποίηση
Η νέα οικονομία έχει μετατρέψει τη ζωή σε ένα είδος θεατρικού εργοτάξιου, όπου «κατασκευάζονται» οι νέοι εαυτοί, υβριδικοί όγκοι αναλώσιμοι που κινούνται σε μια ευθεία με τις σκηνοθετικές οδηγίες της αγοράς και όσων κρύβονται πίσω από αυτή. Ο κόσμος μοιάζει με ένα τεράστιο θέαμα από κινούμενα brands, κάτι σαν διαφημιστικές ρεκλάμες.
Αυτή την τάση προς την ομοιομορφία βλέπουμε να την ενισχύει και η παρουσία της τεχνητής νοημοσύνης, ιδίως σε χώρους όπως η θεατρική γραφή, όπου βλέπουμε να κυκλοφορούν ολοένα και περισσότερα έργα σαφώς επηρεασμένα από αυτήν, όπως επί παραδείγματι, έργα με ομοιόμορφη ροή, έλλειψη βάθους και επίπεδο ύφος, έργα γεμάτα επαναλήψεις, κλισέ και στερεότυπα και παντελώς κενά από τη βιωματική οπτική κ.λπ.
Το θέμα είναι τι κάνει το θέατρο απέναντι σε αυτές τις εξελίξεις που πλέον έχουν πάρει πλανητικές διαστάσεις; Πώς διατηρεί τον ανθρωποκεντρικό και δημιουργικό του χαρακτήρα; Προφανώς δεν είναι εύκολο το έργο του, γιατί ακριβώς έχει να αντιπαλέψει με μηχανισμούς πολύ ισχυρότερους από αυτό. Όμως, για να συνεχίσει να είναι χρήσιμο, οφείλει να αντιστέκεται στην ομογενοποίηση των brands,
των λογής-λογής αλγοριθμικών μηχανών και στο βάρος που προκαλεί ο όγκος των αριθμών. Έργο του είναι να δημιουργεί συμπαγή αντισώματα στις επιταγές της αγοράς και κυρίως στη χιονοστιβάδα των «μετα-αληθειών» που τείνουν να μετατρέψουν τον πλανήτη σε μια τεράστια σκηνή όπου όλα παραποιούνται, όλα στρεβλώνονται με αναληθή στοιχεία και στατιστικά, πάντοτε με γνώμονα κατά πόσο ενισχύουν τις προσωπικές και κυρίως συναισθηματικές απόψεις του καθενός.[14]
H έκκληση στο συναίσθημα έχει πλέον ξεφύγει και απειλεί με εκτοπισμό την αλήθεια. Ζούμε πανταχόθεν την επανάσταση του συναισθήματος, δηλαδή την έκπτωση της αλήθειας σε συγκινησιακό αφήγημα χωρίς αποδείξεις. Όλο και περισσότερος κόσμος είναι έτοιμος να αγνοήσει τα γεγονότα (facts) και να δεχθεί ευχαρίστως τα ψέματα. Από το γνώριμο καρτεσιανό γνωμικό «Σκέφτομαι άρα υπάρχω», έχουμε περάσει στο μεταμοντέρνο «Πιστεύω, άρα έχω δίκιο». Αυτό εξηγεί και τον πολλαπλασιασμό δραμάτων (τηλεοπτικών και θεατρικών) που αντλούν ιδέες από τον χώρο των «εγω-κεντρικών» μετα-αληθειών, γιατί ακριβώς υπάρχει τεράστια αγορά που διαρκώς μεγαλώνει «πιστεύοντας» στο δικό της δίκιο. Το θέατρο, από τη μεριά του, οφείλει να αναζητεί τρόπους αντίστασης στη μεθοδευμένη γραφειοκρατία του συναισθήματος, ώστε να ενισχύσει την κοινωνική του παρουσία και χρησιμότητα ως φορέας αληθειών και όχι μετα-αληθειών. Σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς των ψεύτικων ειδήσεων, το θέατρο καλείται να πει τις δικές του αλήθειες, προκειμένου να κερδίσει την εμπιστοσύνη του κόσμου. Τούτο σημαίνει πως πρέπει να διερωτάται διαρκώς πού ζούμε, τι είναι αυτά που ζούμε και πώς μεταμορφώνονται σε σκηνική δράση.

9η Πρόκληση: επένδυση στον Άνθρωπο
Κοντολογίς, αυτό που ζητείται, με πρακτικούς όρους, είναι μια αναπροσαρμογή της οικολογίας και ιδεολογίας του θεάτρου, με μεγαλύτερη επένδυση και ευαισθησία στον παράγοντα άνθρωπος. Σε μια εποχή που ο κόσμος δοκιμάζεται σε όλους τους τομείς, σε μια εποχή που όλοι βλέπουμε τα συμπτώματα της διοίκησης τεχνοκρατών, ολιγαρχών και ηγετίσκων που έχασαν κάθε επαφή με τον πολιτισμό και τις τέχνες του ανθρώπου, χρειάζεται ένα όραμα που να στοχεύει στην πολιτιστική ανάκαμψη του πλανήτη, αξιοποιώντας τον πολιτισμό ως το βασικό όχημα αυτής της ανάκαμψης.
Πρέπει να τονιστούν ξανά οι κοινωνικές και καλλιτεχνικές αξίες, καθώς και τα οικονομικά οφέλη, σε συνδυασμό με τι συνθήκες εργασίας, τις απολαβές, τη ψυχική υγεία. Ειδικά για την Ευρωπαϊκή Ένωση που παρουσιάζει αυτή τη στιγμή τον μεγαλύτερο όγκο θεατρικών δράσεων, μια πρόταση σε μορφή roadmap που να αφορά όλες τις χώρες μέλη θα βοηθούσε. Μια πρόταση που να περιλαμβάνει τον πολιτισμό ως σημαντικό παράγοντα στους γενικότερους οικονομικούς σχεδιασμούς, ούτως ώστε να έχουν οι καλλιτέχνες περισσότερες ευκαιρίες να πειραματιστούν, να καινοτομήσουν και να προσφέρουν, χωρίς το πνιγηρό άγχος της οικονομικής επιβίωσης και ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει στην παραδοτέα ποιότητα.
Εάν αυτό που λέμε σε μια μικροκλίμακα ότι το management μιας θεατρικής εταιρείας είναι να κάνει τα πράγματα σωστά, η ηγεσία του θεάτρου (από όπου κι αν προέρχεται) καλείται να κάνει τα σωστά πράγματα τη σωστή στιγμή, που πάει να πει ότι δεν πρωτεύει μόνο στην πρακτική τής διαχείρισης αλλά στη σοφία και την ικανότητά της να επιλέγει σωστά και να ελίσσεται αποτελεσματικά μέσα στη λαβυρινθώδη πολυπλοκότητα του κόσμου. Και για να το πετύχει απαιτείται από αυτούς που διαμορφώνουν το καλλιτεχνικό γίγνεσθαι, η καλλιέργεια μιας νοοτροπίας πιο ανθρωποκεντρικής, ποικιλόμορφης και δεκτικής, μακριά από στερεότυπα, αγκυλώσεις, έμφυλες καρικατούρες και προκαταλήψεις, διατεθειμένης να δημιουργεί διαρκώς κανάλια καλύτερης και δημοκρατικότερης πρόσβασης στις διάφορες κοινότητες, με θεάματα που, όπως είπαμε πιο πάνω, να τις αφορούν κοινωνικά/πολιτιστικά και οικονομικά.

10η πρόκληση: ο ρόλος ενός ελεύθερου θεάτρου
Με δυο λόγια: ποιος μπορεί να είναι ο ρόλος του θεάτρου απέναντι σε όλες αυτές τις τεράστιες προκλήσεις; Χωρίς να αποτελεί κάποιο θεατρικό πολλώ δε μάλλον εξαντλητικό οδηγό, στο δικό μου μυαλό ξεχωρίζουν τα παρακάτω:
―Να διαφυλάττει πάση θυσία την ακεραιότητά του και να μην υποκύπτει
στις σειρήνες του εμπορίου, των ευκολιών ή των λόμπι και λοιπών ομάδων
πίεσης
―Να βοηθά με τις επιλογές του στην επιβίωση των δημοκρατικών αρχών και ιδανικών
―Να προωθεί με τις πράξεις του ένα υποστηρικτικό και υγιές οικο-σύστημα για τις παραστατικές τέχνες
―Να βοηθά τον κόσμο να κατανοήσει καλύτερα τις βαθιές ποιότητες της τέχνης του θεάτρου
―Να αποσκοπεί διαρκώς στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ανθρώπων
―Να ενθαρρύνει την κινητικότητα των καλλιτεχνών και ειδικών μέσα από συνεργασίες, δικτύωση, μεταφράσεις, ανταλλαγές, εργαστήρια
―Να λειτουργεί ως τόπος ζύμωσης εμπειριών, διαλόγου, μνήμης, αξιών
―Να βοηθά ώστε να παρεισφρέει διαρκώς στη mainstream κουλτούρα ένα αλλιώτικο και βιώσιμο σκεπτικό γύρω από τον ρόλο του θεάτρου
―Να
στηρίζει φωνές και δράσεις που προκαλούν αναπαραστάσεις mainstream,
τονίζοντας την σημασία της ποικιλότητας στο όραμα, στις θέσεις, στους
στόχους κ.λπ
―Να ενισχύει τη θέση του στο χτίσιμο της ευρωπαϊκής ταυτότητας, εφόσον μιλάμε για το θέατρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης
―Να δημιουργεί μια υγιή και δυναμική αγορά για τα παραδοτέα του
―Να δίνει προσοχή στις φωνές και τα οράματα εκείνων που το δημιουργούν αλλά και εκείνων που το υποδέχονται και το στηρίζουν.
―Να
βοηθήσει τον κόσμο να καταλάβει ότι το θέατρο δεν είναι κάποιος
οργανισμός παροχής υπηρεσιών. Ούτε είναι ένας οργανισμός που λειτουργεί
εν κενώ. Είναι μια καλλιτεχνική, πολυπρισματική κυψέλη που έχει ως
στόχο, μεταξύ άλλων, τη δημιουργία μιας κοινότητας γύρω από αυτό, όπου
όλα τα μέλη νιώθουν ότι έχουν αξία και θέση.
―Να δείχνει μέσα
από τις επιλογές και τις δράσεις του ότι έργο του είναι να συνεισφέρει
στο τοπίο του πολιτισμού, που σημαίνει να δημιουργεί τέχνη που να αφορά
τον κόσμο και να καθρεφτίζει τις αγωνίες του, αλλά και τη συνεχή
καλλιέργεια και βελτίωση του γούστου του.
―Να λειτουργεί σαν
ένα ζωντανό σώμα που διαρκώς ρωτά και επιμόνως διερωτάται. Ένα θέατρο
μονίμως εν απορία, δηλαδή ένα θέατρο ανοικτού τέλους. Αυτή είναι, κατά
τη γνώμη μου, και η έννοια του ελεύθερου, του ανήσυχου και βιώσιμου
θεάτρου: που μπορεί και θέλει να κινείται σε ανοικτές λεωφόρους
πολλαπλών κατευθύνσεων.
Αντί επιλόγου ορισμένες λέξεις-κλειδιά
Προσαρμοστικότητα, ευμεταβλητότητα, ευελιξία, ενημέρωση, ανανέωση, ετερογένεια (one size does not fit all), ποικιλότητα, συμπεριληπτικότητα, ισότητα, δικαιοσύνη, δημιουργικότητα, ακεραιότητα, τεχνολογική κατάρτιση, στρατηγικό όραμα, συμμετοχική ηγεσία, διαπολιτισμικότητα, ενσυναίσθηση, κατανόηση, διαφάνεια στις ακροάσεις/προσλήψεις, ελαστική εργασιακή πολιτική, ψυχική υγεία, κινητικότητα, συνεργασιμότητα, μηχανισμοί επανατροφοδότησης, οικολογική συνείδηση, βιωσιμότητα, ψηφιακή ετοιμότητα, φιλοσοφία μάρκετινγκ, κοινότητα, εμπιστοσύνη, δημοκρατία, ελευθερία σκέψης, γούστο, αλήθεια vs μετα-αλήθειας.