Πετραία αγκάλη

«Οθέλλος και Δυσδαιμόνα», υδατογραφία σε χαρτί (1780)
«Οθέλλος και Δυσδαιμόνα», υδατογραφία σε χαρτί (1780)

Σε κάποιους οι αγκαλιές φέρνουν αμηχανία· η στιγμή που απέναντι στον άλλον στέκεις και περιμένεις. Δεν έχει τόσο να κάνει αν είναι φίλος, συγγενής, εραστής, όσο μ’ αυτή καθαυτή την περίπτυξη που θα ακολουθήσει. Σε πείσμα πολλών δεν διακρίνω, ούτε κατά διάνοια ―κλεισμένος στην αγκαλιά κάποιου, με τα χέρια του τυλιγμένα γύρω μου― ψήγμα της βαθύτερης, πλην αόριστης, σημασίας που αποδίδεται σ΄ αυτό το σύμπλεγμα, ούτε (άτυχη Δυσδαιμόνα, μεγαλειότατε βασιλιά Ντάνκαν και τόσοι άλλοι) της περιλάλητης ασφάλειας. Δεν ξέρω, αν θα καταφέρω να το εξηγήσω. Είναι σαν εγώ μόνο ν’ ακούω τον ήχο του μικρού δείκτη (σπανίζει πια) ρολογιού που αδιάκοπα μετράει δευτερόλεπτα (τικ τακ) κι είμαι ―εγώ μόνο― υποχρεωμένος, επιφορτισμένος καλύτερα με το καθήκον, στο άγνωστο, ξαφνικό αλλ’ επικείμενο τέλος του μετρούμενου χρόνου τα σώματα να έχουν χωρίσει. Να μην μείνει ούτε ένα ελάχιστο, τόσο δα, σημείο επαφής ανάμεσά τους. Να μη ξεχαστεί ο άλλος να πάρει τα χέρια του από πάνω μου, αφού τα δικά μου, ούτως ή άλλως, μένουν εννιά στις δέκα φορές κολλημένα στους γοφούς σε στάση προσοχής. Η υλοποίηση αυτής της αόριστης εντολής (υποχρέωσης;) είναι που μ’ ανησυχεί πιο πολύ και προκαλεί απερίγραπτο ψυχικό άλγος κι άγχος. Είναι κίνηση που περιμένω μ’ αγωνία να γίνει από τον άλλον, καθώς σ’ αυτόν έχει ανατεθεί (από ποιον;)· όχι σ’ εμένα. Δεν έχω κάτι να κάνω, πέρα ίσως από ένα κοφτό βήξιμο, που μακάρι να ενεργοποιήσει (αν υπάρξει καθυστέρηση) το σύστημα αποκόλλησης.
Μολονότι υπάρχουν (έχω εντοπίσει, ή ορθότερα βελτιώσει), τεχνάσματα για ν’ αποφεύγει κανείς κακοτοπιές τηρώντας απλά μέτρα ασφαλείας, εντούτοις ποτέ δεν μπορείς να είσαι ήσυχος. Όπως στην οδήγηση, που μολονότι τα μάτια ψάχνουν αδιάκοπα για την «όπου να ’ναι» ανοησία των άλλων, ο κίνδυνος σύγκρουσης είναι εκεί. Στην περίπτωσή μας ο κίνδυνος εναγκαλισμού. Ίσως από πρώτη άποψη δεν είναι το ίδιο, τί τα θέλετε ωστόσο; Η αμηχανία για την οποία μίλησα δημιουργεί μέσα μου ύψιστη ένταση˙ θάλεγα σφαγή, αν δεν ακούγονταν υπερβολικό (μεν, ακριβές δε).
Είναι, πάντως, μερικές ―λίγες είν’ αλήθεια― φορές, που η σκέψη μου φτάνει στ’ άλλο πρόσωπο διαυγής κι ευανάγνωστη, σαν σε κυλιόμενη πινακίδα Led, που συναντά κανείς έξω από φαρμακεία και κλειδαράδες, κι αυτό περιορίζεται σε απλό ψηλάφισμα, στιγμιαία επαφή ή φιλί. Στο μάγουλο, το χέρι, το στόμα. Μπροστά στην ευτυχή αυτή εκδοχή ξεπερνώ εύκολα το ξάφνιασμα και πρόθυμα είμαι έτοιμος ν’ αγνοήσω ακόμη και παθιασμένο φιλί. Φροντίζω, πάντοτε, να μένω ακίνητος σαν μαρμαρωμένος, έως την αποκατάσταση της δέουσας κι ικανής απόστασης ασφαλείας· κι ας χαμογελώ κρυφά για την καλή μου τύχη. Όλη αυτή η ιστορία, για φεστιβάλ ανασφάλειας μιλούν κάποιοι, με αναγκάζει να είμαι διαρκώς κουμπωμένος και προσεκτικός. Αποφεύγω να εκστομίσω οποιουδήποτε τύπου εξυπνάδα ή αστείο περνάει απ’ το κεφάλι μου, μην τυχόν οδηγήσει σε ήπια έστω ευθυμία ή ενθουσιασμό του άλλου κι αυτό με τη σειρά του σε εναγκαλισμό. Έτσι, ενώ έχω κάμποσα να λέω, σωπαίνω και καμώνομαι τον προβληματισμένο κι άκεφο, μπορεί και κακόκεφο, κρατώντας τους άλλους μακριά. Συνήθως δουλεύει· άντε βγάλτε άκρη.
Δύσκολη, αλλά διαφορετική είν’ η συνθήκη, να κλαίει κάποιος στην αγκαλιά μου. Η αγωνία για έγκαιρη κι ακριβόχρονη απομάκρυνση με το πέρας του χρόνου είναι το ίδιο βασανιστική, οι οιωνοί όμως εδώ είναι χειρότεροι. Δεν ενδιαφέρει (δικαιολογημένα ίσως) όποιον ξεσπά σε λυγμούς και χώνεται στην αγκαλιά σου να ακολουθεί, ακόμη περισσότερο να τηρεί ευλαβικά με τη λήξη του χρόνου, την άμεση απομάκρυνση κι επαναφορά στα χωρικά του ύδατα. Θα πείτε, και πως ξέρει ο δόλιος την τρέλα μου, να κάνει αυτός -κι όχι εγώ- ασκήσεις χρόνου κι ακριβείας; Δεν το ξέρει, ούτε το μαρτυράω. Δεν εξηγώ τους λόγους. Σε αντίθετη περίπτωση θα ήμουν στα μάτια του ο κυνικός και παράξενος που αγνοεί την ανάγκη του να κλειστεί στην αγκαλιά μου κι επιπλέον να τηρεί το τυπικό πρωτόκολλο απόσπασης από τον πλανήτη μου όταν ο χρόνος σημάνει. Καλύτερα λίγο πριν.

Ας είμαστε ειλικρινείς. Υπάρχουν άνθρωποι, που αποφεύγουν τη δοκιμασία της αγκαλιάς, χωρίς καθόλου να περνούν την βάσανο της έγκαιρης αποσύνδεσης. Δεν έχω καταφέρει να το εφαρμόσω σε όλες τις περιστάσεις, πράγμα που με κάνει συχνά να τα βάζω με τον εαυτό μου. Έχω ασχοληθεί επισταμένως πολλές φορές με περιπτώσεις ανθρώπων που το επιτυγχάνουν, μήπως καταλάβω πού είναι το λάθος. Μπορεί να φταίει η δειλία μου, ίσως μου είναι υπερβολικά δύσκολο να κάνω την κρίσιμη στιγμή ένα βήμα πίσω ώστε να αποφύγω τον εναγκαλισμό. Και για να τελειώνω· ελάχιστα βοήθησαν οι πρόβες, να κρατώ αγκαλιά ένα δεμάτι ξερό άχυρο* και να περιφέρομαι με δαύτο σε δημόσια θέα, μήπως και το ξεπεράσω.



____________
Πετραία αγκάλη: Αισχύλος, Προμηθεύς δεσμώτης (1019)

* Αναφορά σε εγγραφή του Κάφκα στον Α’ τόμο των Ημερολογίων του (1910-1913) στις 20.8.1912, Εξάντας 1978, μτφρ.: Αγγέλα Βερυκοκάκη

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: