Φωνή φυλαχτό
Κρατούσες τις μάσκες σου
Καθρεφτιζόσουν στο γυαλί του τραμ
Χάθηκε ο χάρτης
Κοίταζες τις πωλήτριες και τους πωλητές στις εμπορικές στοές
Το ποτάμι κοντοστάθηκε με φώτα πολύχρωμα
υπόγειο πέρασμα στους λιγνούς ακροβάτες της πεζογέφυρας
Σώπαινες στα ορυχεία του αλατιού και στα χαλυβουργεία
Σαν οθόνη κινηματογράφου το τείχος
Το κίτρινο αυτοκίνητο έγινε κίτρινο φόρεμα
σκάφος με τρία φωτεινά Χ απέναντι στα μάτια
Λάθος κουμπότρυπες διάλεξε ο ήλιος ο αβασίλευτος
αμάλγαμα από φύκια μύρια αυγά ψαριών και γλάρων
―όπως θυμάμαι―
εκδρομή στα βράχια και τα τιρκουάζ βάθη
Διάβαινες γητεύοντας γυμνά κορμιά ευκαλύπτων
σε απύθμενη επιφάνεια συναισθημάτων
σκορπώντας δέματα με περικαλύμματα του σώματός σου
πέπλο διάτρητο
Επιδερμίδες συνέρρεαν για σένα στο πλακόστρωτο
Πέτρωσαν ανέσπερα φιλιά πριν γίνουν πεταλούδες
Ανέμιζαν κουρτίνες
Κυοφορούσες στην επιφάνεια του ωκεανού σκισμένο σε λωρίδες βιβλίο
Και ρωτάς γιατί μου λείπεις;
Κέρκυρα 5.9.2025
Θεα απάτη
Τα γόνατα υπόσχεση
Σταυρωμένα πόδια μια στιγμή
Καπνός στα στόματα
Ρόγες ξυμμένες άναρθρες
τα δάχτυλα απέχουν
Το σώμα αυτογενές ακουμπά στην πετσέτα
αποσπερίτης δωροδόκημα στην αστροφεγγιά
έλξη
να λιώσω στην αγκαλιά
Το σώμα τοπίο το σώμα πέλαγος το σώμα σάρκα
καθοδηγεί τη θέα της θεάς
πολιορκώντας τους ρημαγμένους χρόνους
με ακροδάχτυλα χαψιές αρμύρας
κομμάτια φύσης σε ασυνείδητη κατάδυση
ονείρων και συνομωσιών απάτης
Τι ώρα ταξιδεύουν τα αποδημητικά;
Αλαλία ατσάκιγη
21.10.2025
Τρία παράθυρα
Παράθυρο δίχως εξώφυλλα
του αθώου κενού
γραμμές στο τζάμι σε πλαίσιο με διακόσμηση κεντήματος
παράθυρο της απουσίας
του δύσκολου βοριά
με τα δάχτυλα απροσδιόριστης μορφής στις γρίλιες
παράθυρο μπαλκονιού με τη γυναίκα στην αιώρα
του βροχερού ανεμοδείκτη
μοιάζουν με βιτρίνα αστραπής και κυλιόμενους μύθους
πάνω από τα κεφάλια των περαστικών
Αξημέρωτη σκιά των παραθύρων
σκαρίφημα της πόλης με πανσέληνο
λευκαίνουν τα νερά
σπάζοντας τις ίσαλες γραμμές των καϊκιών
εισχωρώντας στην οθόνη του τηλεφώνου
Άνοιξα τις παλιές μηχανές
σαν τι να ξέμεινε στα φιλμάκια;
χάθηκαν οι τελευταίες εικόνες με τα παραθυρόφυλλα
στίγματα στον λαιμό της
Σβήνονται και τα αποκόμματα
σαν φύλλα
τυπώματα ασπρόμαυρα
αγέρας και σκόνη στις φυσαρμόνικες
Διαλύω τις συλλογές της απληστίας
αποσπάσματα μάταιης ανασύνθεσης
Τα τρία παράθυρα
τρία τέταρτα προσώπου
Διασταυρώνουμε ματιές αγγίγματα και λέξεις
βεντάγια
γέφυρα πλεκτάνης
φιλί
λωτός
μια φλούδα χρόνου ανάμεσα
Σε σκέφτομαι στο ημικύκλιο της πλατείας
εφαλτήριο στον ορίζοντα της αμηχανίας
Κέρκυρα 23.10.2024
Απρίλης ήταν (;)
(αποσπάσματα από την απολογία ενός απογυμνωμένου πρώην δεκαοχτάχρονου)
Ανατομία ενός αισθήματος με μύχιο νυστέρι
Μία χαρακιά στο πρόσωπο χαράδρα με χιόνι
«Φωτεινό μέτωπο
σε αιώρα
μισοκρυβόταν
πίσω από ημιδιαφανή ροζ κουρτίνα
χανόταν σε άγνωστες πτυχές του φλοιού της γης»
Απαρχή ιστορίας
με ασύστολες διακυμάνσεις
Χαρταετός στο δέντρο
καληνύχτα άναστρη που ονειρεύεσαι το φέγγος
Στο φάος τρεκλίζω τυφλωμένος
Άπλετο
Γένεση
Το λουλακί και το πορτοκαλί στο φλιτζάνι σου
μαθαίνουν ανάγνωση
στο αλφαβητάρι της εισόδου
Σταλιές απεριποίητων συναισθημάτων
Λόγια παιδιών ατεκμηρίωτα
μονόκερως κορυφή στέμμα
άστρα γαληνεμένα πάνω σε μηχανάκια
ροές θαλασσόνερου με άμμο
ανάμεσα σε δάχτυλα ποδιών
Περίγραμμα νησιών σε μολυβένιο ορίζοντα
κρασί στα χείλη
Θυμωμένο γλαρόνι άπτερο
Μέρα ανάστατη
σημαία σε κύματα αλλοπρόσαλλα
η προβλήτα βουτάει αυτοκτονώντας
το πράσινο φύτρωσε ανάμεσα
τα χέρια δεν καταλαβαίνουν
παρά μόνο μεταλαβαίνουν λάμψη
Το πόδι μόνο ακολουθεί στο μονοπάτι διαφυγής
να στεριώσει τα φιλιά
ίσα στο στήθος κέντρισμα
για μία χάντρα του ροδιού
Περπάτησε πάνω στην πλάτη
το πέλμα κάρβουνο
οι πόθοι χύθηκαν αδόκητα
Δύο μήλα κόκκινα απιθώνω
κατευόδιο της λυγαριάς
σαν μάτια ακολουθούν
στην πλάνη τον ταξιδευτή
Ηχογραφώ τη σιωπή
στα άγνωστα περιβάλλοντα της μορφής στον διαμπερή χάρτινο καθρέφτη
Είναι και δεν είναι
διαμελισμένη αράχνη σε απατηλές ορχιδέες
θριαμβεύτρια πάνω σε σκιές
όπου η δική της μέγιστη σκιά
καθορίζει τις τροχιές ήλιων και φεγγαριών
πυροστιά
εξαγνίζει την παρθενία
Παράλληλες γραμμές
ενώθηκαν σε ορίζοντες κίτρινης λωρίδας
Ένα χάδι δεν αρκεί, χιλιάδες χάδια σου ταριάζουν ποίημα σώμα
Η ανάσα σου ανάσα μου
Κέρκυρα 16.6.2025
Δυο εισιτήρια φτηνά
Μειώθηκαν οι ρυθμοί των ήχων του δρόμου
πλατειάζουν κουρασμένα στον κατήφορο
αλλάζουν οι μελωδίες καρφωμένες στον κύλινδρο του οργανέτου
και μακραίνουν τα ακούσματα αλύπητα
Ψάχνω το ποίημα
στα λιθόστρωτα των σωμάτων με τα σημειώματα
κομμάτι-κομμάτι μήπως στη γωνιά
στις στάχτες των ευκαλύπτων
στις παροπλισμένες βαρκούλες
Η τοιχογραφία ξεθώριασε
Η έξω εικόνα πάγωσε στο παράθυρο
Ο καθρέφτης μας ξέφτισε
Η σόμπα θα κάψει τα προσανάμματα σαν δευτερόλεπτα
Στέρεψαν οι χάντρες στις λέξεις
Ένα νεύμα στο φευγιό
ένα αναβόσβησμα των φαναριών
στο ξέφωτο της σπηλιάς των ιπποκάμπων
Φωτάκια στο βουνό
Προειδοποίηση
Το κρασί φυλάει για το βασίλεμα
την ώρα που οι αχτίδες σκίζουν το φάσμα τους
σημαδεύοντας ανάμεσα στα γόνατα
«Πιες το και θα φέρω άλλο αν σου αρέσει»
«Θα τραγουδάω φάλτσα στη γειτονιά μέχρι να ανατείλει»
«Θα το κάψουμε;»
«Περιμένω ημέρα και ώρα»
«Πού;»
Κατεβαίνω στην επόμενη στάση
Τα γόνατα γίναν κύματα στη δανεισμένη εικόνα σου
Ρολόγια συναντώνται σημαίνοντας τις ώρες
Κέρκυρα 21.9.2025
Προσωπογραφία αχρονίας
Μοντέλο σταματημένου ρολογιού με ήχο ξένο
μούσα ρόδο ξέχωρη σε παροπλισμένο στρατόπεδο
μεταμορφώνεται στις τροχιές των καιρών ακουμπώντας τα άκρα των τειχών
Λάμψη και κεντρί στις χάρες των σωμάτων στα δάση των κυττάρων
―τα ανολοκλήρωτα μεσημέρια των παράτολμων συστολών και τα πρωινά της επομένης―
δροσιά και πάχνη στον κήπο με ασήμαντα ρούχα διαφανή
εξατομικεύει τη γυμνότητα κρύβοντας απολιθώματα στο βλέμμα
Έλξεις ανεπηρέαστες όνειρα από τις αποθήκες του μυαλού
Διαβαίνω στενωπούς στον ίσκιο των κινήσεων της αχρονικής ήβης
Η κόκκινη χάντρα της εγκλώβισε τον θεατή
Φυσάει ο νότος τη βροχή στα μάτια και σφύζουν τα άρμπουρα αντηχώντας
Πόθος και λαχτάρα δημόσια και ιδιωτικά
Είπε: τα ξύλα αναστενάζουν
Κέρκυρα 25.12.2024