Ντίνος Χριστιανόπουλος

Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος στο σπίτι του με τον Άρι Γεωργίου (15/1/2014)
Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος στο σπίτι του με τον Άρι Γεωργίου (15/1/2014)

Οφείλω τη γνωριμία μας στον Μωρίς Σαλτιέλ. Παλιός φίλος και συνεργάτης του πατέρα μου, που τον είχαμε χάσει το ’68, και με την έγνοια μιας φροντίδας για τον γιο τού φίλου του που έδειχνε να ρέπει προς την τέχνη, ζωγραφική, τότε, και φωτογραφία ταυτόχρονα, με πήρε από το χέρι να με μυήσει στο έργο που ήδη επιτελούσε η Μικρή Πινακοθήκη Διαγώνιος. Και φυσικά στον Ντίνο Χριστιανόπουλο, ψυχή της. Ο πολιτισμός, η λογοτεχνία, οι τέχνες, χωρίς να είναι ανύπαρκτες στη Θεσσαλονίκη, εκείνες τις μεταπολεμικές και «ημι-αναπτυξιακές» δεκαετίες βρίσκονταν σε επίπεδα πόρρω απέχοντα από τα αντίστοιχα των τελευταίων χρόνων και κατά πολύ επίσης από εκείνα χωρών της Δύσης στην οποία «ανήκομεν». Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος, ακόμη και από μόνος του, αποτελούσε έναν από τους μετρημένους «φάρους» πολιτισμού στη Θεσσαλονίκη. Η επίσκεψη ήταν κάτι σαν φόρος τιμής. Η ποιητική πλευρά του Ντίνου έμεινε για λίγο αργότερα, καθώς η άγνοιά μου στην ποίηση ήταν σχεδόν απαγορευτική.
Ήμουν στα μέσα των σπουδών Αρχιτεκτονικής στο Μονπελλιέ, έμεναν ακόμη χρόνια μέχρι το ’77 που τέλειωσα. Εξοικειωνόμουν με την τέχνη άναρχα, βλέποντας ζωγραφική σε γκαλερί της Γαλλίας, ή μέσα από συζητήσεις με φίλους φοιτητές της Καλών Τεχνών που κατά τα λοιπά μόλις που καταδέχονταν να δουν αυτά που εμείς οι «αρχιτέκτονες» μουτζουρώναμε. Τα σχέδια και οι ζωγραφικές μου δεν υπηρετούσαν ακόμη μια γραφή, μια πορεία. Ο Ντίνος δέχτηκε ωστόσο, με αίσθηση καθήκοντος, να ’ρθει στο σπίτι να δει αυτά που έκανα. Τον υποδέχθηκα με δέος, ήμουν σχεδόν 23, ήταν 44. Και ήταν ήδη «θεσμός».
Είδε και τα σχέδια, είδε και τις φωτογραφίες. Με κατακεραύνωσε. «Είσαι πολύ μεγάλος πια για να μπορέσεις να βρεις τον δρόμο σου, αυτά που κάνεις είναι πολύ ανώριμα, δεν νομίζω πως θα καταφέρεις τίποτα, ...μμμ... αυτή η φωτογραφία κάτι λέει, τον αναγνωρίζω αυτόν» (ήταν το πορτραίτο ενός έμπορου μουσικών οργάνων στην Αγίου Δημητρίου), «με κυνηγούσε όταν ήμουν μικρός να μου βάλει χέρι· να ’ρχεσαι όμως στη Διαγώνιο να βλέπεις τις εκθέσεις, κάτι θα μάθεις από αυτούς που εκθέτουν εκεί». Έφυγε. Και έμεινα με μια γεύση που κουβάλησα χρόνια. Ακολούθησα όμως τη συμβουλή του, πήγαινα στις εκθέσεις της Διαγωνίου κάθε φορά που επέστρεφα από τη Γαλλία και έτσι διατήρησα την επαφή, από την οποία αποκόμιζα κυρίως τη σκέψη του. Εξοικειώθηκα σιγά σιγά με την κακότητα των σχολίων του προς κάθε κατεύθυνση αλλά και με την ποιότητα του έργου του και τη στάση ζωής του.
Οι αξίες του Ντίνου, όπως τις αποκρυπτογραφούσα σταδιακά μέσα από την αντιφατικότητα των συμπεριφορών του, συγκροτούσαν μέσα μου ένα σύστημα που μου επέτρεψε να παίρνω από εκείνον ό,τι κατόρθωνα να κοσκινίσω ως σημαίνον. Και, στη μακρά σχέση μας, κατά τη διάρκεια της οποίας δεν έπαψα ποτέ να του απευθύνομαι στον πλη­­θυντικό, οικοδομήθηκε, τολμώ να πω, μια φιλία και μια αμοιβαία εκτίμηση θεμελιακή πια για μένα, χωρίς ωστόσο να χρειάζεται να τον αναγορεύσω σε «μέντορα».
Η ποίηση του Χριστιανόπουλου ίσως να είναι η μόνη που διάβασα κάπως περισσότερο από άλλες. Η αμεσότητα του λόγου του και η οικονομία των νοημάτων του αλλά και το δικό μου προνόμιο να γνωρίζω καλά το πρόσωπο και την ψυχοσύνθεσή του, με διευκόλυναν να συγκρατήσω την ουσία και να της επιτρέψω να ενσταλαχθεί. Κατόρθωσα να παραβλέπω κατά τα λοιπά, ή να μην προσμετρώ, συστατικά ενός βίου όπως η αναπόφευκτη περιστοίχισή του από περιστασιακούς δορυφόρους αμφίβολης ποιότητας και φιλοδοξίας, να συγκρατώ αντιθέτως ό,τι η εμμονή του για τις κεντρικές αξίες ήταν σε θέση να αναδεικνύει.
Όταν, μετά τις σπουδές μου στη Γαλλία, το ’78, έκανα την πρώτη μου έκθεση φωτογραφίας, ο Ντίνος την επισκέφθηκε, την μελέτησε. Μου ζήτησε από τότε να συμμετέχω στις ομαδικές της Μικρής Πινακοθήκης. Δεν σταμάτησα παρά μόνον όταν την έκλεισε, μένοντας πιστός συνεργάτης και με ζωγραφική και με φωτογραφία, κατά καιρούς και με καμιά μετάφραση στο περιοδικό Διαγώνιος. Έχω δε στη συλλογή μου το σύνολο των τετρακοσίων μικρών δισέλιδων προγραμμάτων όλων των εκθέσεων της Πινακοθήκης. Αρκετές επίσης φωτογραφίες που κατά καιρούς απεικονίζουν τον Ντίνο, μόνο ή με παρέα. Αλλά και ποικίλα ανέκδοτα «επεισόδια» στη μνήμη, ψηφίδες μιας προσωπικότητας που εξακολουθεί να αφήνει ανεξίτηλο το ίχνος της στους περί αυτήν και στον πολιτισμό της χώρας.

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: