Μια «εποικοδομητική κριτική»

Étienne Lécroart
Étienne Lécroart

Τα κείμενα που ακολουθούν αποτελούν ένα παίγνιο βασισμένο στην ιδέα των Ουλιπιανών Ετιέν Λεκροάρ (Étienne Lécroart) και Ερβέ Λε Τελιέ (Hervé Le Tellier), όπως παρουσιάστηκε στο κείμενό τους με τίτλο «Εποικοδομητική κριτική» (“Critique constructive”):

1. Μια συγγραφέας (ή ένας συγγραφέας) γράφει μια κριτική για ένα βιβλίο.

2. Μια άλλη συγγραφέας (ή άλλος συγγραφέας) ολοκληρώνει ένα απόσπασμα του βιβλίου.

(πηγή: https://www.oulipo.net/fr/contraintes/critique-constructive)

__________

Hervé Le Tellier
Hervé Le Tellier

ΑNEΣΤΗΣ Γ. ΔΕΙΛΙΝΟΣ

Το αλληγορικό ωδείο – Μικρό σημείωμα για την ποιητική συλλογή της Λάιας Ηλιού Ώρα ανάπαυσης (εκδ. Λαμπιόνι, 2022)
__________


Το έβδομο κατά σειρά ποιητικό βιβλίο της Λάιας Ηλιού πρόκειται να κυκλοφορήσει το προσεχές διάστημα. Πρόκειται για ένα βιβλίο «πειραματικής», όπως το χαρακτηρίζει η ίδια στο εισαγωγικό της σημείωμα, ποίησης. Αποτελείται από είκοσι τέσσερα ποιήματα, που το δίχως άλλο ξεχωρίζουν, όπως θα δούμε, για τη μορφική δεξιοτεχνία, την υποκείμενη μέθοδο εργασίας, αλλά και τη σπάνια φόρτισή τους. Κάθε ποίημα απλώνεται αυστηρά σε μία ολόκληρη (και μία μόνο) σελίδα, συντίθεται από τέσσερις διαλογικές στροφές περίπου ισόποσων στίχων και διαβάζεται με τη φορά του ρολογιού: ο αναγνώστης ή η αναγνώστρια καλούνται συγκεκριμένα να ακολουθήσουν κατά την ανάγνωση τα βελάκια που τους υποδεικνύει τυπογραφικώς η ποιήτρια. Ήδη δηλαδή εν προκειμένω, με μια πρώτη ματιά οι αναγνώστες αντιλαμβάνονται τον προγραμματικό χαρακτήρα του έργου της Ηλιού: ένα βιβλίο που καταγράφει και γνωστοποιεί τις ίδιες τις μεθόδους και τις στοχεύσεις του· και δεν διστάζει ως προς τούτο να συνομιλήσει εξίσου με τις πλέον αυστηρές και παραδοσιακές στιγμές της γραμματείας (βλ. την ισχυρή παρουσία της έμμετρης φόρμας στο έργο) όσο και τις πλέον πειραματικές (βλ. την ως άνω χρήση της τυπογραφίας και τεχνικών, όπως θα μπορούσαμε να πούμε, οπτικής ή συγκεκριμένης ποίησης [poésie concrète]).
Από αφηγηματική άποψη, τα ποιήματα διακρίνονται από μια πολύ ενδιαφέρουσα ενότητα χώρου και δράσης. Η δράση και των είκοσι τεσσάρων ποιημάτων τοποθετείται στον χώρο –και στα πέριξ– ενός Ωδείου. Οι στροφές είναι ως επί το πλείστον διαλογικές και χτίζουν τη συνομιλία δύο προσώπων, εν είδει μουσικής αντίστιξης (ιδέα που ενισχύεται και από την οπτική οργάνωση του υλικού, όπως τη θίξαμε πιο πάνω). Προς υπογράμμιση εξάλλου – ο διάλογος είναι εμφανώς ένας διάλογος προσώπων διαφορετικού φύλου. Η ταυτότητα φύλου των πρωταγωνιστών είναι σαφής και προβάλλεται μέσα από τις αντωνυμίες, τα γένη των επιθέτων κοκ., όσο όμως και την ίδια την αφήγηση. Οι φωνές των δύο πρωταγωνιστών, έτσι, μοιάζουν να αγωνίζονται να επικρατήσουν η μία έναντι της άλλης: συγκρούονται, συμπλέκονται, (αλληλο)συμπληρώνονται και, εντέλει, (αλληλο)καταργούνται. Και στο τέλος της σελίδας, σιωπούν. Κάπως σαν να επιβάλλεται μια παύση διαρκείας (του στίχου, της μουσικής – και της συναισθηματικής ζωής). Η νεκρική σιγή –ή, αλλιώς, η ηχηρή σιωπή του τέλους– σφραγίζει και τα είκοσι τέσσερα ποιήματα.
Ο αναγνώστης ή η αναγνώστρια μένουν με την ισχυρότατη πεποίθηση ότι αυτό που μόλις παρακολούθησαν είναι κάτι παραπάνω από μια απλή –μουσικόφιλη– αισθηματική αφήγηση, ένα φιλόδοξο libretto για ένα απλώς χαριτωμένο μουσικό μελόδραμα δύο προσώπων. Τα πράγματα έρχεται να ξεδιαλύνει (ή και να περιπλέξει) η ίδια η ποιήτρια, με το εισαγωγικό σημείωμα που υπογράφει. Εκεί, μας δίνει ένα κάπως λοξό κι απρόσμενο κλειδί για την ανάγνωση των ποιημάτων:
Τα ποιήματα παρουσιάζονται στο εισαγωγικό σημείωμα του βιβλίου ως στιγμιότυπα ενός φανταστικού δεύτερου βίου της ποιήτριας. «Αν μου δινόταν η δυνατότητα να ζήσω τη ζωή μου από την αρχή, θα γεννιόμουν σ’ ένα φρεσκοασβεστωμένο ωδείο, κι εκεί, ανάμεσα στους λευκούς του τοίχους, θα πάλευα ν’ ακούσω τις εσωτερικές μου φωνές, τους ψιθύρους και τις κραυγές των ανθρώπων που θα γινόμουν» σημειώνει η Λάια Ηλιού. Τα ποιήματα της Ηλιού φαίνεται να είναι, λοιπόν, επεξεργασμένα στιγμιότυπα από τη ζωή της, από ένα οριακά και (καθ)οριστικά διασπασμένο εσωτερικό σύμπαν· άρα, θα τολμήσουμε, σε’αυτό το σύντομο κριτικό σημείωμα, να υποθέσουμε πως είναι μια απόπειρα κατάθεσης του βίου, μια απόπειρα αυτοβιογράφησης.
Σύμφωνα με τις σύγχρονες προσεγγίσεις στη Θεωρία της Λογοτεχνίας, Βίος και Εαυτός του αυτοβιογραφικού κειμένου δεν προηγούνται της γραφής, αλλά αποκτούν μορφή και σημασία μέσω της αυτοβιογράφησης και της αυτοαναφοράς. Έτσι κι εδώ, στα είκοσι τέσσερα αυτά ποιήματα, η αναδρομική (αυτο)αφήγηση διατρέχεται ακριβώς από την ιδέα της επανα-βίωσης των γεγονότων («Περίμενε ώρες απροσμέτρητες έξω απ’ το άσπρο ωδείο») και απολήγει σε μια χάρτινη «αναγέννηση» της κεντρικής ηρωίδας, υποδεικνύοντας ένα σημείο μηδέν του ποιητικού λόγου· που δεν εποφθαλμιά, όμως, μια εκτός κειμένου πραγματικότητα. Τα ποιήματα αυτής της συλλογής, με λίγα λόγια, δεν είναι το μέσο, αλλά ο τρόπος μιας βαθιάς εξομολόγησης. Η αυτο-βιο-γραφούμενη εντέλει Λάια Ηλιού ίσως και να μην υπάρχει καν ως αυτοδύναμη μορφή, αλλά μόνο ως παράγωγο των αυτοβιογραφικών της ποιημάτων.

Λάια Ηλιού
Η φυσική κατάληξη του ωδείου (και των φαρμάκων)

Έμμετρη στους κανόνες,
μα αφύσικη σαν ιστορία:
Ανέκαθεν τα θεωρεία
κλαίγανε αντί πληρωμής.
Τώρα ο μίστερ και η μις
ξεθώριασαν σαν άσματα.
Πλέον μόνο φαντάσματα
πλανιούνται επί της σκηνής.
«κλειστόν λόγω ανακαινίσ-
εως » θα γράφει στους αιώνες.

*

Τη νεκρική σιωπή λησμόνει
η μις που κείται εδω νεκρή
(Είθισται οι εκ τάφου όνοι
να γίνονται Λουκιανοί):

«Έμεινα δίχως πνοή και ξέχασα
πως με περίμενες στο ωδείο·
ούτε που άκουσα τα έγχορδα νεκρά
είναι τα πράγματα για τους νεκρούς στρυφνά –
δεν το κατάλαβα πώς με έκοψε
η σφαίρα του στα δύο·
νεκρός αυτός κι εγώ νεκρή
πικρή πικρή
πικρή η ζωή των θεατών στα θεωρεία – »

Η κηδεία της έγινε
σε λαϊκή απογευματινή.
(Δεν πρόφτασε να υπολογίσει πόσα του οφείλει από τη σύντομη, τη φευγαλέα της καριέρα)
Η μις σφοδρά εφαρμακώθη και απείλει
να ριφθεί εις το λιμάνι.
Ξεθώριασε (και η απειλή και η μανιέρα).
Ο μίστερ και η μις επήγαν στράφι.
Αναρωτιέμαι ποιος θα γράφει
στους αιώνες για αυτούς;

¦
ν

κι ο σκηνοθέτης σημειώνει:

«Περίμενε ώρες απροσμέτρητες έξω απ’ το άσπρο ωδείο ντουφεκίζοντας.
(Ή μάλλον πιο σωστά: τ υ φ ε κ ί ζ ο ν τ α ς.
Γιατί είχε πάντοτε μαζί του το γνωστό σε όλους μας “τυφέκιον”.
Φίλος ακριβός, σωματικός και ευθύς, από τα παιδικά μας
χρόνια)».

Βουίζουνε τα έγχορδα νεκρά,
πρόβα ορχήστρας βυθισμένη
που απαιτούσε μάτια υγρά.
Εκείνη: ωραία κοιμωμένη.
Εκείνος χαιρετά στρατιωτικά.

<---

[ Από την ποιητική συλλογή Ώρα ανάπαυσης, εκδ. Λαμπιόνι, 2022 ]

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: