Ο τίτλος κάλλιστα θα μπορούσε να ήταν και «ειδικές ερμηνείες κριμάτων».
Στο πεδίο της δημιουργίας, τα του ανθρώπου ορισμένες φορές μοιάζουν ασυνήθιστα, δεν σημαίνουν την υποβολή του νοήματός της μα τη μεταφορά του ως κάτι ανθρωπίνως δυνατό, τα της ζωής όμως είναι όλες τις φορές καθαυτά, συσταίνονται και διαμορφώνονται όχι με νόημα αλλά προς νόημα.
Το αληθές ίσως να ’ναι κι ασυνείδητη επιρροή μα όχι κάτι πολιτισμικά συγκρινόμενο. Εκτός από τα θανάσιμα αμαρτήματα υπάρχει και ο θάνατος. Γνώση που δεν επιρρωνύεται μέσω συμμόρφωσης.
Κάθε τίμιος στιχοδίαιτος χρησιμοποιεί την ποιητικότητα ως επιδέξιος χρήστης του μπούμερανγκ: το πράγμα δεν φτάνει ποτέ στον αγύριστο. Οι υπόλοιποι, αγέλαστες μαζορέτες με αμοιβή μια μαρτυρία εκ του πιεστηρίου.
Λέω πως οι δραματικές πνευματικές αλλαγές δεν προκαλούν εξαφάνιση μα πρόοδο εξαφάνισης. Υπάρχει μια εγκαιρότητα λάθους. Την παρατηρεί κανείς να ξεδιπλώνεται, σχεδόν με σύνεση, στους μπελάδες που κομίζει κάθε περίοδος αναταραχής, όπως η τρέχουσα. Οι προοδευτικοί είναι τόσο επαναστάτες που έρχονται στα λόγια των κριτικών τους, επιβεβαιώνουν ό,τι τίθεται ως αιτιολογούμενο ή ως αποδιδόμενο. Η ψευδαίσθηση παραμένει ίδια από την εποχή της πρώτης ιχνογράφησης σε σπήλαιο. Δεν υπάρχει λοιπόν περίοδος που δεν επιδέχεται διασαφηνιστική επανάληψη. Και στην τρέχουσα, όπου ιεροποιείται η σύσταση και απαξιώνεται η δοκιμασία, η σύσταση ταυτίζεται με τη δοκιμασία, το ιερό κρίνεται ως πρόθεση και η ιερότητα ως τακτοποίηση εκκρεμότητας· πιθανώς χρειάζεται κάτι παραπάνω.
Το παραμικρό σκίρτημα (δηλαδή διανοητικό, πνευματικό σκίρτημα) καπελώνεται από τη συνείδηση, της οποίας το άλγος είναι πιο αβάσταχτο από εκείνο της ποίησης, σε σημείο που ακριβώς αυτό το συνειδησιακό άλγος αντικαθιστά την ποίηση. Έτσι το αποκαλούμενο «επαναστατικό πνεύμα» τακτοποιείται σε επάλξεις ισχυρότατης άμυνας δεχόμενο επίθεση από την ιδεολογία νοήματος που η ανάλυσή του ανακυκλώνει.
Εάν η ποίηση, η τέχνη της ποίησης, είναι θεμελιωτική, αυτό σημαίνει πως δεν ανοίγει χώρο και χρόνο μα πως φέρει χώρο και χρόνο. Η διαδικασία, ακόμα και το όραμα, αντικατάστασης κάποιας ποίησης από μια νέα καθιστά αυτή την ποθητή νέα ποίηση μη ποίηση για τον απλούστατο λόγο πως μόνο η μη ποίηση μπορεί να αντικατασταθεί, η ποίηση είναι αναντικατάστατη γιατί είναι, γίνεται, υποδεκτική, φέρει τον χαμό της.
Το ποίημα εάν αποτελούσε πράγματι συνομιλία η επιτυχία της οποίας καθοριζόταν από την αναμενόμενη έκβασή της, δεν θα μπορούσε να φέρει δείκτη ή σημείο αναφοράς εκτός του πλαισίου του, να φέρει περιεχόμενο που αναλύεται σε πάγια σιωπή, σε μη πεποιθησιακή κενότητα που επιδέχεται πρόβλημα ακόμα και δίχως προβληματισμό. Η ποίηση βρίσκεται εκτός πλαισίου επειδή αποκτά διαρκώς πλαίσιο ή διαρκώς το διευρύνει, μα κι επειδή όντας λόγος αληθινός (δηλαδή λόγος που τείνει να γίνει αληθινός) δεν είναι αντικειμενικός, ούτε υποκειμενικός, καθώς ό,τι θεωρείται αντικειμενικό μπορεί να θεωρηθεί υποκειμενικό είναι ό,τι θεωρείται υποκειμενικό μπορεί να θεωρηθεί αντικειμενικό. Αυτές οι δύο όψεις είναι παροδικές και η μία αντικαθιστά αενάως την άλλη, δίχως να μπορεί η μία να υπερβεί την άλλη. Το αντικειμενικό χρειάζεται να καταβυθιστεί στις αιτίες και τις συνέπειες των υποκειμενικών λόγων και το υποκειμενικό ν’ ανυψωθεί στις αιτίες και τις συνέπειες του αντικειμενικού. Και το αντίθετο. Ιδεώδες χάσιμο χρόνου ή γνωριμία με το απτότερο; Όλοι οι κόποι αμείβονται μα κανένας τόσο καλά όσο ο άδικος.
Η ποίηση είναι προς επίτευξη, δεν αποτελεί νοηματικό κόμβο, πλαισιακή διεξαγωγή ή ισχυρισμό που εμπλουτίζεται όσο επιμένει ο εκφορέας της.
Το ποίημα είναι περιεχόμενο, εντούτοις κάθε λογοτεχνική ιδεολογία θέλει το ποίημα ολικά εξαρτώμενο από μια αναγνωστική τοποθέτηση με την οποία μπορεί κανείς να επιδιώκει μακροημέρευση των επιδιώξεων που συστήνουν εφησυχασμό: αποτροπή κάθε πιθανότητας ερμηνευτικού ή ουσιολογικού επαναπροσδιορισμού που μπορεί να το καταστήσει ευάλωτο σε άλλες κριτικές και αναστοχασμούς.
Μια Ιστορία παραπόνων ή εγκλήσεων δεν είναι η Ιστορία, μια Ιστορία πλαισίων δεν είναι η Ιστορία. Αυτό ισχύει και στον τομέα της ποίησης δίχως αυτή η διαπίστωση να εφαρμόζεται στη δεύτερη συμπεριληπτικά.
Η ποίηση εάν αποτελεί είδος προσπάθειας (;) είναι βέβαιο πως δεν πρόκειται για προσπάθεια συγκάλυψης αντιφάσεων ή σκοτεινών σημείων ενός διαβιοτικού συστήματος, ή, ακόμα, αποφυγή πραγματικοτήτων μέσω εναλλακτικών λύσεων. Κάτι τέτοιο αποτελεί ιδεολογικό προβλεπόμενο. Υφίσταται τίποτα που εξαιρείται από τη διάσταση της ύπαρξης; Τα πάντα κερδίζονται και χάνονται, εμπλουτίζονται και ζημιώνονται, υπάρχουν και δεν υπάρχουν αποκλειστικά στη δική της κατάσταση. Ο ιστορικός και ο κοινωνικός χαρακτήρας, οι ιστορικές και οι κοινωνικές συνθήκες, συμβάλλουν ή δεν συμβάλλουν σε κάτι που τα περιέχει ως καύσιμα ενός αέναου πεπρωμένου.
Το ποντίκι που βγαίνει από την τρύπα ενός τοίχου δεν γνωρίζει πως είναι τρωκτικό που ανήκει στην οικογένεια των θηλαστικών το οποίο διώκεται από γάτες και ανθρώπους. Το μέτρο είναι κάτι αποκρουστικό μόνο όταν αρνείται κανείς την αλήθεια, δηλαδή τη συνθήκη που περιέχει όλα τα μέτρα, τις διαβαθμίσεις, τις εναλλαγές και τις διακυμάνσεις. Ένα ποίημα, λοιπόν, δεν είναι απόδειξη πλαισίου μα ούτε και συνθήκης τεκμήριο.
Η ιδεολογία και η ιδεολογικότητα υπάγονται σε κανόνα που η εξαίρεσή του παραμένει ανεύρετη: όσο εντονότερη ή εκτενέστερη η σημασιακή προοπτική, τόσο πιο ανάξιο λόγου αποδεικνύεται το αίτημα που διακηρύττει. Εκείνο το δέος, ο περισπασμός στο αγίνωτο που μ’ επικλήσεις κάποια μέρα θα είναι γινωμένο. Αυτάρεσκη περιφρόνηση προς το τεκμήριο. Έτσι, εκείνο στο οποίο επιμένει κανείς τον εμποδίζει να ζήσει. Δεν είναι λοιπόν όλα τα ποιήματα βγαλμένα από κάποια ζωή, από κάποιον θάνατο επίσης.
Η ιδιωτική σφαίρα και η κοινωνική τελούν υπό πλήρη σύγχυση από τότε που ο εαυτός δέθηκε κόμπο με τη βουλή του. Κι εξακολουθεί να είναι δεμένος.
Κάθε σημείο αδυναμίας ανάγεται σε σημείο αναλογίας, κάθε εκφραστική επιτυχία είναι απέλπιδα προσπάθεια σύγκρισης της ιδεολογικής της επιτυχίας. Η άποψη πως η «ποίηση» εναντιώνεται στον στοχαστικό και τον ηθικό ολοκληρωτισμό είναι τελεσφόρος τρόπος συγκάλυψης του στοχαστικού και ηθικού ολοκληρωτισμού, μ’ αυτόν τον «ποιητικό» μανδύα ο ολοκληρωτισμός συγκαλύπτεται, εδραιώνεται όλο και περισσότερο στο μέσο στο οποίο υποτίθεται πως εναντιώνεται. Εάν υπάρχει, λοιπόν, πολιτικο/ιδεολογική διάσταση στην τέχνη της ποίησης αυτή έχει να κάνει αποκλειστικά με την τεχνοκαπηλεία. Εξάλλου ποτέ άλλοτε η ιδεολογική παραπληροφόρηση δεν ήταν τόσο εξωφρενική, θα ήταν παράδοξο να μη διαθέτει παρακλάδι στον τομέα της ποίησης, να μην εξαπλώσει ένα παγκόσμιο δίκτυο «ποίησης».
Όλα αυτά τα στοιχεία αναφέρονται εδώ ως έχουν, ως στοιχεία μη ποιητικά, ως επιφανειακές μυθολογίες που ένα σύστημα ντιρεκτίβων, χρηματοδοτήσεων και διαστρεβλώσεων βάλθηκε για σχεδόν μια εικοσιπενταετία να θεσμοποιήσει. Δεν συνδέω λοιπόν αυτά τα φαινόμενα ούτε στο ελάχιστο με την ποίηση (ούτε στο παρελθόν τα συνέδεσα με την ποίηση και την κριτική της μα τα εξέθεσα εκτενώς ως μη σχετικά) κι εδώ τα παραθέτω καθ’ υποχρέωση εκτός κριτικής της ποίησης καθώς όλα μαζί συνθέτουν ένα δόγμα το οποίο ερμηνεύει ως πρωτοβουλιακή ελευθερία τη συγκράτηση ή την εγκατάλειψη κάθε διερεύνησης ετέρων δογμάτων και ιδεών, ώστε να απαλλάσσεται από αληθινές μα και ψεύτικες συμπληγάδες.
Στην ποίηση κάθε επαλήθευση είναι επανάληψη μα κάθε διάψευση είναι τομή, προσεγγίζει κοντύτερα στη γνώση, το αντίθετο συμβαίνει στην «ποίηση» όπου σημαντικότερο όλων είναι η επιτυχής έκφραση κάποιας συμμετοχικής ευόδωσης.
Δεν είναι αλήθεια, επίσης, πως υφίσταται πάντα κάποιο «διακύβευμα» ― λατρεμένο μέσο αποφυγής του περιεχομένου από το ενενήντα εννέα τοις εκατό όσων γράφουν― εφόσον κάθε φορά μετά τη διαδικασία της λεκτικής και εκφραστικής του χρήσης το κείμενο ―που όφειλε να γίνει ποίημα― ολοκληρώνεται με πλήρη επαναφορά στην ίδια απόφαση, στην ίδια προαίρεση, καθώς αποτελεί πρόσχημα, ανάδειξη εξιδανικευμένης αδυναμίας.
Οι γραφιάδες τονίζουν πως τίποτα σημαντικό δεν μπορεί και δεν πρέπει να μένει μακριά από την υποτιθέμενη «κοινή σφαίρα», πως η υπερίσχυση είναι ένα όραμα ιδιαίτερα αποδοτικό γιατί δεν υπάρχει τυραννία πιο βάναυση και πιο χυδαία από εκείνη της υπέρβασης: όχι εκείνης της παράταιρης έκπληξης στην οποία οδηγεί αργά ή γρήγορα κάθε τυφλή απόγνωση, εκείνου του αποτρόπαιου στιγμιότυπου της αλήθειας που εκπλήσσει μόνο ως ψέμα ―χρήσιμο μεταξύ «συνανθρώπων» κόντρα στις απειλές που η αιωνιότητα στρέφει εναντίον της― μα εκείνης της γενναιόδωρης αγανάκτησης που συναντάται μονάχα στην αθάνατη αξιοπρέπεια της ανυπαρξίας.
Μια απόλυτα προετοιμασμένη γλώσσα, όπως κάθε ιδεολογική, συνήθως «γειωμένη» ή «φτεροκόπος», δεν λειτουργεί αυθεντικά, διότι είναι ήδη από κάτι καθορισμένη, από την αρχή της, από τον νόμο μιας στόχευσης, λέει πάντοτε αυτό που ήθελε να πει εξαρχής, εκφράζει πάντοτε εκείνο που ποτέ δεν γίνεται να μην εκφράσει, υποβαθμίζει δηλαδή τη γλώσσα σύροντάς την στο επίπεδο του εαυτού που την επισυνάπτει στην πρότερη εμπειρία αντί να δημιουργεί γλώσσα από τη νέα εμπειρία εντός ποιήματος· εφόσον δίνει δεσμευτικά έμφαση στην υπευθυνότητα, στην αυτοτέλεια μιας υποχρέωσης, καταλήγει εξαρτώμενη από την ιεραρχία που έχει προκαθορίσει την υπόσχεση που έχει δώσει στον εαυτό της.
Η ποίηση είναι ελεύθερη και πολύ λίγη γιατί ελευθερώνεται αδιάλειπτα από ποιητές, οι οποίοι είναι πολύ λίγοι, υπερβαίνει οτιδήποτε ο άνθρωπος αμφισβητεί και ανανεώνει μήπως και νιώσει αληθινός, υπερβαίνει τις ενέργειες που κάνει για να καταστήσει εντάξιμη τη φαντασία του σε καθετί που δείχνει αληθινό. Εάν το κείμενο χρήζει ερμηνείας μία φορά, το πλαίσιο χρήζει χίλιες και μάλιστα η ερμηνεία του δεύτερου υπόκειται σε ερμηνεία του πρώτου.
Το πλαίσιο δεν είναι τίποτα περισσότερο από επιπλέον μα μη πλεονάζον κείμενο, αναγκαίο για εξέλιξη και διερμηνεία, θέτει ―όταν είναι πράγματι ποιητικό― τη δημιουργία του ποιήματος σε όρια εκτροπής, σε ανάγκη επανερμήνευσης ή συγκριτικής αναίρεσης, όταν όμως το πλαίσιο συγκροτείται μόνο από λεκτικά κι εκφραστικά υποστηρίγματα του θέματος ή, ακόμα χειρότερα, της άποψης που το καθιστά κεντρικό το θέμα, τότε δεν πρόκειται για ποίηση μα για έκθεση άποψης που φέρει καλολογικά στοιχεία ― εκτός κι αν σχολιάζουμε ποίηση που γράφτηκε πριν την πρώτη μοντερνιστική περίοδο.
Ένα νόημα δεν καθορίζεται με περισσότερη ακρίβεια όταν περιορίζεται το εύρος της ερμηνείας του. Άλλο πράγμα η αναλυτική απλοποίηση και άλλο πράγμα η μείωση της ασάφειας. Όσο αφορά τα δεδομένα, υπάρχουν και τα μη διδακτά.
Ο ποιητής επικυρώνει το πέρας μιας κατάρρευσης τα πρόθυρα της οποίας έπονται παρά την ολοκληρωτική του καταδοχή.
Σεπτέμβριος 2024