Η πρωτοπορία ως πολιτιστικό διακύβευμα

«Φσντασιομετρική τέχνη». Συνεργασία Θάνου Μούρραη- Βελλούδιου και Ανδρέα Εμπειρίκου.Φωτογραφία του δεύτερου, Αθήνα, δεκαετία του 1950
«Φσντασιομετρική τέχνη». Συνεργασία Θάνου Μούρραη- Βελλούδιου και Ανδρέα Εμπειρίκου.Φωτογραφία του δεύτερου, Αθήνα, δεκαετία του 1950
Ο δωδεκάλογος του πρωτοπόρου/ριακού

1. Σύντομη επιτέλεση - τελετή με χαρτιά εμπνευσμένη από την θρησκεία Σίντο/Ιαπωνία (βλέπε ψηφιακά αρχεία του «Παρνασσού»).

2. Πρωτοπορία: κείμενα, βιβλία, περιοδικά, τεκμηριωτικές καταγραφές, βιβλιοθήκες (ειδικευμένες και γενικές) ασχολούνται με την ιδιοτυπία αυτού του φαινομένου. Τι απομένει να λεχθεί; Η επόμενη έκδοση (2025) της Ευρωπαϊκής Ένωσης Ιστορικών Τέχνης είναι αφιερωμένη στο δίπολο: «Πρωτοπορία- Πόλεμος», δεδομένης της στρατιωτικής καταγωγής της λέξης-όρου: avant-garde / εμπροσθοφυλακή και συνάμα της ανάδυσης των περιφερειακών πολεμικών συγκρούσεων στις αρχές της νέας μας χιλιετίας.1 Η έκδοση αυτή θα ασχοληθεί και με το ζήτημα των ρητορικών σχημάτων της «πολεμικής τέχνης» στο χώρο της τέχνης (εικαστικής και μη). Διαφαίνεται λοιπόν ότι υπάρχει ακόμη χώρος για τη διατύπωση ερωτημάτων για την πρωτοπορία σε σχέση με τα συμφραζόμενα της παγκόσμιας γεωπολιτικής συγκυρίας.

3. Κατ' αρχήν πόσο αναγκαίο και πόσο έγκυρο είναι στο πλαίσιο διαμόρφωσης μιας σύγχρονης προβληματικής, να γίνεται αναφορά στον όρο «πρωτοπορία»; Πρωτοπορία σε ποιο επίπεδο: τοπικό, εθνικό, παγκόσμιο, διεθνές, διεθνικό; Ποια προσέγγιση μεταξύ των προσφερομένων και δοκιμασμένων διεκδικεί το χαρακτηριστικό χρίσμα της πιο κατάλληλης, της πιο τελέσφορης, της πιο διεισδυτικής θεώρησης αυτού του πεδίου έρευνας; Ποια μπορεί να είναι η συνεισφορά της κριτικής θεωρίας; Ποιοι είναι οι προσανατολισμοί της έρευνας στο χώρο της πρωτοπορίας και ακόμη και σ' αυτόν των ψευδοπρωτοποριών; Βέβαια, πάντα υπάρχει και προσφέρεται η κλασσική, γραμμική και χρονολογική προοπτική ανάλυσης των εικαστικών τεχνών από το 1850 μέχρι σήμερα, όπως αυτή διαμορφώθηκε στο λεγόμενο δυτικό κόσμο. Έτσι μπορεί να προταθεί μια γενεαλογία σχολών, ρευμάτων και τάσεων: ιμπρεσιονισμός, κυβισμός, nabi, φουτουρισμός, dada, εξπρεσιονισμός, σουρεαλισμός, αφαιρετικός εκφραστικισμός (abstract expressionism), εννοιολογική τέχνη κλπ. και να απαριθμηθούν παράλληλα και αντίστοιχα τα ονόματα των καλλιτεχνών - ηρώων που με τις δράσεις τους πραγμάτωσαν τα προαναφερόμενα κινήματα. Παράλληλα, μπορεί να γίνει και μια γεωγραφική - χωρική παρουσίαση της πρωτοπορίας σε την αναφορά στις πόλεις που την εξέθρεψαν: Παρίσι, Βερολίνο, Νέα Υόρκη, Λονδίνο, Σάο Πάολο, Τόκιο, Λος Άντζελες...

4. Πέρα από την προηγούμενη θεώρηση, προσφέρεται κάποια διαφορετική προσέγγιση που θα πριμοδοτούσε περισσότερο την ασυνέχεια στις πρωτοβουλίες που φιλοδοξούν να ονομαστούν «πρωτοποριακές» και όχι να επιμείνει στην εσωτερική συνέχεια (ιστορική και μορφολογική); Μια δυνατή απάντηση στο ερώτημα αυτό θα μπορούσε να ξεκινήσει ήδη με μια οριοθέτηση ―αν όχι έναν ορισμό― της πρωτοπορίας. Πιο συγκεκριμένα, αν θεωρήσουμε ότι τη χωροεπικράτεια της τέχνης συνθέτουν καλλιτέχνες, θεσμοί, αγορά, συλλέκτες, κριτικοί, ιστορικοί, αισθητικοί φιλόσοφοι, πολιτικο-πολιτιστική συγκυρία, κοινωνικές ομάδες - δηλαδή ο αποκαλούμενος κόσμος της τέχνης (artworld), σ' αυτό το πλαίσιο και σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο ένας συνδυασμός προσώπων, ομάδων και οργανωτικών δομών, διεκδικούν και διατείνονται με τις καλλιτεχνικές (συν)εργασίες τους ότι διαμορφώνουν καταστάσεις ασυνέχειας και ρήγματος σε σχέση με τα καθιερωμένα του χώρου αυτού και ότι αποκτούν έτσι μέσα σ' αυτόν μια δεσπόζουσα θέση. Με άλλα λόγια, η πρωτοπορία συνδέεται μ' ένα πολιτιστικό διακύβευμα που δεν περιορίζεται στο επίπεδο της διατύπωσης ή της εξαγγελίας αλλά πραγματώνεται σ' όλη την έκφανσή του εν μέσω του κόσμου της τέχνης.2

5. Οι έρευνες που αποτέλεσαν τα θεμέλια του προαναφερόμενου προγράμματος κατέδειξαν την πολλαπλότητα των εγχειρημάτων, τις διαφορές στις κλίμακες του χρόνου και του χώρου, την ποικιλία της κοινωνικής και θεσμικής καταγωγής των πρωταγωνιστών, την ιδιαιτερότητα των κρίσιμων αποφάσεων και στρατηγικών από μέρους των ατόμων ή θεσμών που πρωταγωνιστούν. Σ' αυτή την οπτική, είναι δύσκολο να διατυπωθούν γενικοί κανόνες σχετικά με τη σύλληψη και πραγμάτωση εγχειρημάτων με αναφορά στην «πρωτοπορία». Η διαπίστωση αυτή συνεπάγεται ότι κάθε φορά που τίθεται το ζήτημα της πρωτοπορίας απαιτείται μακροχρόνια και εξαιρετικά τεκμηριωμένη έρευνα πριν μορφοποιηθούν διαπιστώσεις, διατυπώσεις και συμπεράσματα για τη γέννηση και την ανέλιξη ενός πρωτοποριακού προτάγματος (project). Το γεγονός ότι ήδη έχουν εκπονηθεί πολλές έρευνες και σε διαφορετικές χώρες, επιτρέπει να υπάρχει ένας πρώτος καμβάς απ' όπου οι νέες προσπάθειες μελέτης μπορούν να αντλήσουν μεθοδολογικά εργαλεία και να αναζητήσουν πρώτα συμπεράσματα για μελλοντικές συγκρίσεις για την ανάδυση και την ανέλιξη των πρωτοποριών.

6. Έχει διατυπωθεί και το ερώτημα, σε ποιο βαθμό το φαινόμενο της πρωτοπορίας είναι ένα μοναδικό ιστορικό φαινόμενο ή, αντίθετα, η πρωτοπορία επαναλαμβάνεται ως παραλλαγή στις ιστορικές διαδρομές των κοινωνιών; Αν δεχθούμε την πρώτη εκδοχή ως σημείο εκκίνησης, δηλαδή την εμπειρία των τελευταίων 200 χρόνων του διεθνοποιημένου κόσμου μας, η πρωτοπορία για να υπάρξει αυτή καθαυτή προϋποθέτει κάποιες ελάχιστες συνθήκες. Ενδεικτικά μπορούν να αναφερθούν: η ιστορική διαμόρφωση και η πολιτιστική μορφοποίηση της νεοτερικότητας (modernity)3 που μεταξύ άλλων προβλέπει την διακίνηση ανθρώπων, πραγμάτων και ιδεών όλο και πιο γρήγορα σ' όλον τον πλανήτη, την άσκηση κυριαρχίας ακόμα και στην ίδια τη «φύση», την πριμοδότηση του μέλλοντος, την καθολική επιβολή τεχνολογικών προτύπων και συστημάτων και πριν απ' όλα την επινόηση της νεοτερικής τέχνης (modern art), που θέτει ως θεμελιακό ερώτημα «τι είναι η ίδια η τέχνη;». Και από τις δύο απαντήσεις - εκδοχές, την νεοτεριστική (modernist), ή νεοτεριστικισμός (modernism) και την «μετανεοτερική» (post-modern) παραλλαγή, η μεν πρώτη μένει πιστή στα υψηλά πολιτιστικά πρότυπα (high culture) ενώ η δεύτερη συνομιλεί και «συνεξετάζεται» με την πολιτιστική βιομηχανία (από τη διαφήμιση μέχρι τις πλαστικές διακοσμήσεις, και από τα βίντεοπαιχνίδια μέχρι τα θεματικά πάρκα διασκέδασης). Εξάλλου η κυριαρχία των ισχυρών κρατών ή επιχειρήσεων ή και των δύο συνδυαστικά σε παγκόσμιο επίπεδο δεν περιορίζεται στην χρήση στρατιωτικής βίας ή εμπορικής διείσδυσης αλλά στην καθιέρωση και επιβολή πολιτιστικών και αισθητικών προτύπων (από τη μόδα των ρούχων μέχρι τη μουσική, από τη ζωγραφική μέχρι τα τατουάζ). Σ' αυτό το πνεύμα, η στρατηγική ανάδειξη των πρωτοποριών εγγράφεται σε μια σειρά από στοχοθεσίες ή και φιλοδοξίες (π.χ. οι πόλεις - φάροι της τέχνης όπως το Παρίσι, και η Νέα Υόρκη, η ικανότητα ανανέωσης μιας ισχυρής παράδοσης όπως το ankoku butoh, η μεταβολή της όποιας αρνητικής δημόσιας εικόνας μιας χώρας όπως η προσπάθεια της Ισπανίας ανάμεσα στους δύο παγκόσμιους πολέμους να δημιουργήσει μια νεοτερική καλλιτεχνική παραγωγή που ίσως θα έσβηνε το φασιστικό χαρακτήρα του καθεστώτος, η χρηματοδότηση από την CIA της διεθνούς προώθησης του ρεύματος του αφαιρετικού εκφραστικισμού (abstract expressionism) της Νέας Υόρκης, η χρηματοδότηση με υπόγειο και μυστικό τρόπο περιοδικών υψηλών προδιαγραφών διανοητικής παραγωγής όπως το «Encounter» στην Αγγλία). Εντέλει διαπιστώνεται ότι η πρωτοπορία διαπερνά τα πολλαπλά «γεω-γενεο-λογικά» στρώματα της κοινωνικοπολιτιστικής πραγματικότητας κι' έτσι η όποια απλοποίηση της νομοτέλειας που καθορίζει την ύπαρξή της κινδυνεύει να καταντήσει παραποίηση ή απλοϊκότητα.

7. Η προσέγγιση της πρωτοπορίας ως πολιτιστικό διακύβευμα, πέρα από την πληθώρα των αρχείων και τεκμηρίων στην οποία πριν απ' όλα στηρίζεται και από την οποία θεμελιώνει τα συμπεράσματά της, οδηγεί και στη διατύπωση των ερωτημάτων και υποθέσεων για την υπόσταση και την ανέλιξη της ίδιας της πρωτοπορίας σε διαφορετικά περιβάλλοντα και κάτω από διαφορετικές ιστορικές συγκυρίες - ακριβώς αυτή η πολλαπλότητα και η ποικιλότητα επιτρέπουν την τελειοποίηση των ερευνητικών πρακτικών με στόχο την συστηματική και τεκμηριωμένη κατανόηση των πρωτοποριών.

8. Στην δεκαετία του 1960 ο έλεγχος της αγοράς Τέχνης έγινε διεθνής, γενικός και «ολοκληρωτικός», σ' αυτήν την καθολική συνθήκη η αντίδραση ήλθε για παράδειγμα από το «κίνημα» νεο-νταντά (neo-dada) και το fluxus.4 Σ' αυτές τις δύο προσπάθειες διαφαίνονται στοιχεία πρωτοπορίας και πολλές μελέτες έχουν δείξει τη μορφή και τις ριζοσπαστικές αναζητήσεις των έργων και των δράσεων αλλά και τις στρατηγικές των πρωταγωνιστών, προκειμένου να δημιουργήσουν μια ριζικά νέα ή ανατρεπτική εκδοχή της τέχνης ή κι ακόμη την αναίρεσή της ή και το ξεπέρασμά της ως κοινωνικό ιδίωμα και πρόταγμα. Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, στη διεθνή αρένα της τέχνης μορφοποιείται η «διακήρυξη» για την σύγχρονη τέχνη (contemporary art) που στην ουσία δεν ήταν παρά μία δήλωση πρωτοκαθεδρίας του σύγχρονου (χρονολογικά) σε σχέση με το νεοτερικό (ιδεολογικά) στοιχείου, καθώς η τέχνη καλείται να αποτελέσει εργαλείο και μοχλό στο πλαίσιο των οικονομικών επιδιώξεων των ισχυρών Οργανώσεων (Organizations), επιχειρήσεων και θεσμικών αναπτυξιακών πρωτοβουλιών, της υπερδιεθνοποίησης και παγκοσμιοποίησης της καλλιτεχνικής επικράτειας. Ταυτόχρονα, η ανάδειξη των νέας κοπής επιμελητών (curators) ως ισχυρών παραγόντων στην υπερεθνική σκηνή, η εμφάνιση φιλόδοξων συλλεκτών (π.χ. στις αραβικές χώρες της Μέσης Ανατολής) ή επιθετικών δημιουργών μιας παράλληλης αγοράς, πρωτογενούς ή/και δευτερογενούς (π.χ. η Κίνα), όπως επίσης η θεώρηση του καλλιτεχνικού ενεργήματος ως έχοντος τον ίδιο ή παρόμοιο ειδικό χαρακτήρα με ένα επιστημονικό άρθρο - ένα είδος (υπέρ) ακαδημαϊκής ασημαντότητας (academic triviality), δηλαδή η εγκατάλειψη της φιλοδοξίας της τέχνης να αναφερθεί στα μέγιστα και στα κρίσιμα ζητήματα που άρχισε ήδη από τη δεκαετία του 1960 με τη λεγόμενη «κρίση» της τέχνης, όλα τα προηγούμενα λοιπόν υπονοούν ότι η τέχνη, τουλάχιστον στην κυρίαρχη μορφή της έχει υποστεί μια ουσιαστική μεταμόρφωση. Σ' αυτή την νέα συνθήκη του λεγόμενου χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού (financial capitalism) αναζητείται μια απάντηση, και πιθανόν μια ανατρεπτική διεκδίκηση μιας πιο αυτόνομης έκφρασης των καλλιτεχνών, ωστόσο τίθεται εδώ το ερώτημα αν θα έχει η όχι τον χαρακτήρα ή μόνο κάποιες από τις αποχρώσεις της πρωτοπορίας. Απάντηση δεν μπορεί να δοθεί παρά μετά από ενδελεχή έρευνα για τα τεκταινόμενα και ζητείται επειγόντως μια τέτοια ερευνητική προσπάθεια .

9. Ο προηγούμενος ισχυρισμός στοχεύει στον διεθνή ορίζοντα, τι θα μπορούσε να λεχθεί ή να ισχύει για τον ελλαδικό χώρο σε αναφορά με το «φλέγον» ζήτημα της πρωτοπορίας; Το βασικό και ίσως απλοϊκό ερώτημα που αναδύεται εδώ: «υπήρξε ή υπάρχει πρωτοπορία στην χώρα μας; Ποιας «κοπής» ή υφής πρωτοπορία; Και ποια επιστημολογική θεμελίωση μπορεί να απαντήσει σε ερωτήματα εμπνευσμένα από την περιπέτεια της πρωτοπορίας στον Ελλαδικό ή ελληνικό χώρο; Δεδομένου ότι η νεοελληνική καλλιτεχνική σκηνή κατακλύζεται από την μεταφορά - εισαγωγή πολιτιστικών σταθερότυπων (patterns) και καλλιτεχνικών αντιλήψεων (conceptions), το αίσθημα του συνεχούς «ξεπεράσματος από τα πράγματα» λόγω της μεγάλης ταχύτητας των πραγματικών ή παραπλανητικών καινοτομιών, η αναφορά στο ισχυρό «ένδοξο» παρελθόν και στη διαχρονική εμβέλεια των πολιτιστικών επινοήσεων των Ελλήνων όπως και η συνακόλουθη υποτίμηση του μέλλοντος και η μη έγκαιρη αναγνώριση του ουσιαστικά νέου αλλά και η επιβεβαίωση της χίμαιρας της προόδου, όλα αυτά δείχνουν όλο και πιο καθαρά, ότι το αμάρτημα της αργοπορίας χάνει όλο και πιο πολύ την επιδραστική του ισχύ, και ότι οι επιδιώξεις και οι πρωτοβουλίες για την πρωτοπορία εμφανίζονται αβέβαιες και ασυνεχείς. Είναι σαφές πως αυτή η υπόθεση θα πρέπει να ελεγχθεί για διάφορες καλλιτεχνικές επικράτειες (εικαστικά σε σχέση με την μουσική) και διάφορες χρονικές στιγμές (δεκαετία του 1960 σε σχέση με την περίοδο της οικονομικής κρίσης 2008-2015). Πέρα από την προηγούμενη συνολική διάγνωση σε παγκόσμιο επίπεδο, στον Ελλαδικό χώρο θα μπορούσε να τεθεί το ερώτημα: υπήρξαν ή υπάρχουν περιπτώσεις καλλιτεχνών (ανδρών ή γυναικών) για τους οποίους ο γενικός ορισμός ίσως δεν ισχύει σε όλη την εμβέλειά του, αλλά που ωστόσο με το έργο ή τη δράση τους τίμησαν τον χαρακτηρισμό του «πρωτοποριακού»; Δύο περιπτώσεις από τον χώρο των εικαστικών και επιτελεστικών τεχνών θα ήταν χρήσιμα παραδείγματα και ταυτόχρονα αφορμές για συστηματική διερεύνηση. Η πρώτη είναι του Γεράσιμου Σκλάβου και η δεύτερη του Θάνου Μούρραη - Βελλούδιου.

10. Ο πρώτος ξεκίνησε στο Παρίσι μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, όπου οι αγωνιώδεις προσπάθειες από τους καλλιτέχνες και από τον υπόλοιπο κόσμο της «τέχνης» μοιάζουν σαν μια απελπισμένη προσπάθεια να επανακτηθούν τα σκήπτρα της πρωτοπορίας ή τη χαμένη πολιτιστική λάμψη της πόλης του φωτός. Η στρατηγική του Γεράσιμου Σκλάβου να κινηθεί προς την αφαιρετική τέχνη, συνδυάζοντας ταυτόχρονα τη γεωμετρική νομοτέλεια και την εκφραστικότητα της πειθαρχημένης τεχνικής τού ανοίγει τη δίοδο προς την πρωταρχικότητα και το αρχέτυπο. Ωστόσο, την ίδια στιγμή στην άλλη όχθη του Ατλαντικού, η γλυπτική γίνεται κινητική, τα υλικά επιλέγονται από την καθημερινή ζωή, το πολύτιμο δίνει τη θέση του στο εφήμερο, το αιώνιο στο ευτελές, επίσης, το άυλο αρχίζει να εκδιώκει το υλικό. Είναι εντέλει ένας «πρωτοποριακός» καλλιτέχνης και σε ποιο κοινωνικό και γεωγραφικό πλαίσιο; Τι θα ήταν η συνεισφορά του σε μια ελληνική εκδοχή της πρωτοπορίας;5 Εδώ ενδιαφέρει η περίπτωση του Γ. Σκλάβου στο σταυροδρόμι των ισχυρών πρωτοποριών και η αγωνία του να μορφοποιήσει το έργο του μέσα από αυτές και πέρα από τις γεωγραφικές συντεταγμένες του βίου του.

Γεράσιμος Σκλάβος, «Δελφικό φως» ― Δελφοί 2001. (Φωτογραφία Δ.Α.).

11. Η δεύτερη περίπτωση, ο Θάνος Μούρραης - Βελλούδιος, ξεκίνησε από το Καμπαρέ Βολτέρ (Cabaret Voltaire), όπου βίωσε τις εκδηλώσεις του Dada και επανήλθε στην Ελλάδα για μια σειρά από δράσεις (διάτεχνες και πολύτεχνες} με επιστέγασμα τη μορφοποίηση της φαντασιομετρικής τέχνης. Σε πρώτη ανάγνωση του βασικού του βιβλίου που φέρει τον ίδιο τίτλο, διαφαίνεται ότι κινείται με έναν ντανταϊστικό οίστρο αλλά ταυτόχρονα αξιοποιεί την ελληνική παράδοση την οποία θεωρεί ενιαία και συνεχή, δίνοντας έμφαση όμως στην παγανιστική της εμβέλεια. Οι αναζητήσεις του και η συνεργασία με τον Ανδρέα Εμπειρίκο παραπέμπουν στον Marcel Duchamp, στον Man Ray και στην έννοια των διαμέσων (intermedia). Όλες αυτές οι ιδιοτυπίες επιτρέπουν να ονομαστεί «πρωτοποριακός» (avant-gardist) ή απλώς «πρωτοπόρος» (pioneer);6,7 Και εδώ πάλι είναι επείγον να μελετηθεί το έργο του συστηματικά για να δοθεί μια θεμελιωμένη απάντηση.

Η πρωτοπορία ως έννοια και ως πεδίο ατομικής και συλλογικής δράσης, ως γόνιμη επινόηση της νεοτερικής εποχής, αν οριστεί με αυστηρό τρόπο δηλαδή ως διακύβευμα ισχυρής πολιτιστικής εμβέλειας, αποτελεί πολύτιμο έναυσμα και οδηγεί σε ενδιαφέροντα αν όχι σε λαμπρά αποτελέσματα ή έργα. Ωστόσο, αυτή είναι απόλυτα αναγκαία σήμερα; Μήπως έχασε το εκρηκτικό και απελευθερωτικό της δυναμικό; Αρκεί μόνο να της αποδίδεται η προσήκουσα επιστημολογική προσοχή και η έγκυρη πραγματολογική φροντίδα από τον ακαδημαϊκό κόσμο; Ίσως, σαν την ελευθερία, αποσύρεται από τον κοινωνικό ορίζοντα για λίγο για να επανέλθει δριμύτερη, δημιουργικότερη και πιο απρόβλεπτη!




________
[ Εισήγηση : Ελεύθερο Πανεπιστήμιο, Φιλολογικός Σύλλογος «Παρνασσός»,17/10/2024, Στρογγυλό Τραπέζι με θέμα: «Πρωτοπορία - Μοντερνισμός - Κριτική θεωρία» www.lsparnas.gr ]
Ευχαριστίες εκφράζονται στον Γιάννη Ρηγάδη για την κριτική ανάγνωση του κειμένου.


1. Το εκδοτικό διευθυντήριο της σειράς βιβλίων με την εποπτεία της Εταιρίας Σπουδών για την Μελέτη της Ευρωπαϊκής Πρωτοπορίας και του Μοντερνισμού / European Avant-Garde and Modernism Studies (Βερολίνο και Νέα Υόρκη: Walter de Gruyter) προσκαλεί για την υποβολή περιλήψεων προκειμένου να παραχθεί ο 9ος τόμος με θέμα: “At War: The Avant-Garde and Modernism in Times of Conflict”.
2. Η προσέγγιση αυτή έχει δοκιμαστεί από ένα διεθνές δίκτυο ερευνητών και αποτυπώνεται στα βιβλία: Béatrice Joyeux-Prunel, Les avant-gardes artistiques : 1848 - 1918 & 1918-1945. Une historie transnationale, 2 τόμοι, 2.100 σσ., Folio/histoire, Gallimard 2015 και 2017.
3. Δ. Αγραφιώτης, «αναπαράσταση, νεοτερικότητα», Ύψιλον 1988
4. Bertrand Clavez (επιμ.), “George Maciunas, une révolution furtive”, les presses du réel, Ντιζόν 2009
5. Βλέπε και τις εργασίες του καθ. Βασίλη Φιοραβάντε (προσωπικό του Blog) και της δρ. Νικολέτας Τζανή σχετικά με την βιο-εργογραφία του Γεράσιμου Σκλάβου, https://www.academia.edu)
6. Περιοδικό Φαρφουλάς, τχ. 15, 2015, ειδικό αφιέρωμα στον Θ. Μ. Βελλούδιο
7. Γιάννης Βενέτης, «Η φαντασιομετρική τέχνη ως σύγχρονο συνολικό έργο τέχνης», πτυχιακή εργασία, Τμήμα Παραστατικών και Ψηφιακών τεχνών, Σχολή Καλών Τεχνών, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, Ναύπλιο, 9/2024, επόπτης επ. καθ. Αθηνά Στούρνα.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: