Πριν και μετά την οθόνη

Ο ήρεμος Μισέλ – Μιχάλης Δημόπουλος
Πριν και μετά την οθόνη



1. Γνώρισα τον Μιχάλη Δημόπουλο στα μέσα της δεκαετίας του 1960, στις πρωινές προβολές της Κυριακής στο «Άστυ», την Κινηματογραφική Λέσχη των αδελφών Μητροπούλου. Ήμασταν και γείτονες, μέναμε και οι δυο κοντά στην εκκλησία της Αγίας Σοφίας στο Νέο Ψυχικό, έτσι παίρναμε το ίδιο λεωφορείο για την επιστροφή μας από την οδό Κοραή – [24 για την Φιλοθέη και 47 για Παλιό Ψυχικό] και μας χώριζε μία στάση: «Ντάλια» για μένα και «Φάρος» για κείνον. Καμιά φορά παίρναμε το ίδιο λεωφορείο για να κατέβουμε στην Ακαδημίας. Ήμασταν οι πιστοί της 7ης Τέχνης, και μάλιστα στην διάρκεια του στρατιωτικού καθεστώτος, το «Άστυ» λειτουργούσε ως μικρή όαση, μια και τα μέλη της λέσχης είχαν την εντύπωση ότι ξέφευγαν (πλασματικά βέβαια) από τη χρόνια βλακεία (και αποβλάκωση) και τις γελοιότητες των συνταγματαρχών. Πολλές ταινίες που προβάλλονταν στην οθόνη της υπόγειας αίθουσας, είχαν μεταφερθεί με τους διπλωματικούς σάκους των ξένων πρεσβειών κι έτσι δεν λειτουργούσε ο μηχανισμός της λογοκρισίας. (Η άλλη λέσχη των Ρούσσου Κούνδουρου και Γιάννη Μπακογιανόπουλου λειτουργούσε στο Κολωνάκι, στον κινηματογράφο Embassy, αλλά όχι τόσο συστηματικά και όπως αυτή του «Άστυ»).

2. Ο Michel Démopoulos εκτός από « καθοδηγητής» μου στον κινηματογράφο υπήρξε και δάσκαλος μου στα Γαλλικά. Με υπομονή και με αργό ρυθμό μου έδειχνε τον δρόμο προς την γαλλική γλώσσα αλλά και στην σύγχρονη καλλιτεχνική παραγωγή της Γαλλίας. Πήγαινα στο σπίτι του, όπου συνάντησα και τους γονείς του που μοίραζαν την ζωή τους ανάμεσα στο Νέο Ψυχικό και το Menton της Νότιας Γαλλίας. Προσηνείς και ευγενικοί είχαν την φωτογενή προφορά της Côte d’ Azur.

3. Το καλοκαίρι του 1973 πήγα με τη σύζυγο μου, την Αντίκλεια, στο Παρίσι· ο Μισέλ μας φιλοξένησε για μερικούς μήνες στο διαμέρισμα της οδού 14, Rue Poirier de Narçay, Paris 14e, Porte d’ Orléans. Στο ίδιο διαμέρισμα συγκατοικήσαμε με την φωτογράφο Dominique Isserman ( στην αρχή της λαμπρής της καριέρας στη φωτογραφία μόδας) και την αδελφή της, την Aline που κι αυτή προσπαθούσε να βρει ένα δρόμο στον χώρο του κινηματογράφου. Ακόμη μια φορά, o Michel υπήρξε γενναιόδωρος και υποστηρικτικός για την «κατάκτηση» της καλλιτεχνικής ζωής στην πόλη του φωτός, από εμάς τους νεοφερμένους στην γαλλική πρωτεύουσα.

Πριν και μετά την οθόνη



4. Προς το τέλος της δεκαετίας του 1970 λειτουργούσα ως απεσταλμένος του περιοδικού Σύγχρονος Κινηματογράφος (Σ. Κ.) και έστελνα ανταποκρίσεις από κινηματογραφικά φεστιβάλ (π.χ. Παρισιού) και κάποια άρθρα για την σχέση ψυχικής υγείας και κινηματογράφου. Ο Μισέλ είχε γυρίσει στο μεταξύ στην Αθήνα.

5. Αρχές του χρόνου του 1980, με την επιστροφή μου από το Παρίσι είχαμε συλλάβει την ιδέα, το σχέδιο να μετασχηματιστεί το περιοδικό Σύγχρονος Κινηματογράφος σε μονάδα «κρούσης και δράσης» όπως τα Cahiers du Cinéma. Δηλαδή να αποκτήσει επαγγελματικό χαρακτήρα με εκδοτική συνέπεια και συνέχεια, και παράλληλα να οργανώσει φεστιβάλ, δραστηριότητες και παρεμβάσεις. Έτσι έγινε η προσπάθεια να δημιουργηθεί ένα θεσμικό εκδοτικό στήριγμα, στην αρχή με τον Αντώνη Καρκαγιάννη (εκδόσεις «Ολκός») και μετά με τον Τάσο Φαληρέα («Ρop eleven»), και να οργανωθούν ραδιοφωνικές εκπομπές στο Γ΄ πρόγραμμα (περίοδος Μαρίας Μαυρουδή – Μάνου Χατζηδάκι), επικεντρωμένες στον κινηματογράφο με τη φιλοδοξία της πρωτοτυπίας και της έρευνας. Τα «φεστιβάλ» όπως τα «δεκαπενθήμερα των La Quinzaine des Cahiers du Cinéma (4/1952-), οργανώθηκαν στην Αθήνα αλλά και στην Πάτρα, όπου είχα την ευκαιρία να παρουσιάσω και την ταινία του Carl Dreyer «ο Λόγος», σε μια επεισοδιακή προβολή στο κεντρικό θέατρο της πόλης. Δυστυχώς, η όλη προσπάθεια δεν μπόρεσε να ολοκληρωθεί και το σχέδιο έμεινε μετέωρο.
Και σ’ αυτή την φάση, η ηρεμία του Μισέλ Δημόπουλου αποδεικνυόταν συχνά σωτήρια και πέρα από την επιτυχή ή όχι πραγμάτωση του προτάγματος μας (project) ήταν μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα περίοδος για την τύχη στη χώρα μας των λόγων/ λογισμών (discourses) και των αφηγημάτων για τον κινηματογράφο — και όχι μόνο στο διάστημα 1960-1990.

6. Στα μέσα του 1970, στο Παρίσι, βρισκόμαστε σε σπίτια και καφενεία και για μία περίοδο πίναμε συχνά καφέ με το Θόδωρο Αγγελόπουλο. Οι συζητήσεις με τον τελευταίο επικεντρώνονταν στις μελλοντικές ταινίες του και κυρίως στην επιδίωξη του να εισαγάγει την ψυχανάλυση στην αρχαία τραγωδία και στη συνέχεια στον κινηματογράφο. Η επιμονή του ήταν ισοπεδωτική, αλλά ο Μ.Δ. κρατούσε μια ήρεμη άμυνα. Βέβαια στη συνέχεια γυρίστηκε το ντοκιμαντέρ του Μ.Δ για τις διαδικασίες παραγωγής της ταινίας «Ο θίασος». Στο κείμενο μου στον «Σ.Κ.» έγραψα για την μοναδική κινηματογραφική απόπειρα παραγωγής του Μ.Δ., στο οποίο θεώρησα ότι κινήθηκε με ρυθμό τζαζ σε σχέση με την συμφωνική προσέγγιση του Αγγελόπουλου. Μετά από αυτήν την απόπειρα ο Μ.Δ. στράφηκε σε άλλα πεδία του κινηματογράφου / κινηματογραφικής βιομηχανίας: κριτική, οργάνωση αφιερωμάτων και φεστιβάλ, προώθηση παραγωγών… όπου η συμβολή του υπήρξε μακροχρόνια, συνεπής και γόνιμη.

Πριν και μετά την οθόνη

7. Αν γίνει μία πρώτη αποτίμηση του επαγγελματικού βίου του Μ.Δ. είναι σαφές ότι τα προαναφερόμενα γεγονότα είναι σαφώς έκκεντρα και περιφερειακά από το κύριο σώμα των δραστηριοτήτων του ωστόσο θεωρώ ότι ρίχνουν ένα φως (μικρού προβολέα) στο «ήθος και το ποιόν» του ανδρός. Θα ήθελα να επισημάνω τη συμβολή του στην διαμόρφωση λόγων/λογισμών για το κινηματογράφο στην Ελλάδα και στην διάδοση της κινηματογραφοφιλίας (cinéphillie / l'amour du cinéma , en français – πολύ κομψή έκφραση!) στην χώρα μας. Με τις κριτικές του στην Αυγή και με τα κείμενα του στον «Σ.Κ.» δημιουργούσε έναν «καλό μέσο όρο ποιότητας», καθώς απόφευγε την έντονη θεωρητικοποίηση, φρόντιζε τη διαπαιδαγώγηση του μέσου θεατή και πληροφορούσε για την τύχη του κινηματογράφου σε διεθνές επίπεδο.
Χωρίς να αποκλείει τις διαφορετικές προσεγγίσεις και ιδεολογίες, προσπαθούσε να καλλιεργεί έναν ανοιχτό και γενναιόδωρο κατευθυντήριο προσανατολισμό για τα διάφορα είδη του κινηματογράφου.
Δεδομένου ότι στην περίοδο 1960-1990, στην Γαλλία οι διάφορες ομάδες βρίσκονταν σ’ ένα είδος θεωρητικού, ιδεολογικού και πολιτικού «πολέμου» γύρω από την αισθητική και πολιτική ανέλιξη του κινηματογράφου (βλ. περιοδικά Cahiers du Cinéma, ça, Ρositif…) και οι ίδιες ομάδες δοκίμαζαν να εφαρμόσουν τα μείζονα θεωρητικά εργαλεία στην μελέτη του κινηματογράφου( ψυχανάλυση, μαρξισμός, δομισμός,…), ο Μ.Δ. που είχε την ευκαιρία να τα σπουδάσει και να τα δει να εφαρμόζονται, κράτησε μια στάση επιλεκτική και πραγματιστική.
Ωστόσο, τη στιγμή που αποφάσισε να επιστρέψει στην Ελλάδα, βρέθηκε με ένα κεφάλαιο γνωσιακό, επιστημονικό και πολιτιστικό που του έδινε μια ευχέρεια κινήσεων που σίγουρα δεν θα είχε αν έμενε στην Γαλλία. Παρ’ όλο που δεν πήγε σε ελληνικό σχολείο και έπρεπε και να γράφει στα ελληνικά και να εποπτεύει το περιοδικό «Σ.Κ.», μπόρεσε να ξεπεράσει αυτή δυσκολία με πολλή υπομονή και κομψότητα. Σ΄ αυτό το πνεύμα, βοήθησε τον «Σ.Κ.» να παίξει έναν ιδιαίτερο ρόλο στην καλλιτεχνική και διανοητική αρένα: τον ρόλο του εισαγωγέα νέων σχημάτων θεωρίας και ανάλυσης (π.χ. Ψυχανάλυση, Σημειολογία, θεωρία του Αλτουσέρ, αναλύσεις του Λακάν, Λιοτάρ κ.α.).
Μ’ αυτό τον τρόπο ο «Σ.Κ.» ευθυγραμμιζόταν με το Παρίσι, όμως οι λοιπές συνάφειες (πολιτιστικές, επιστημονικές, και πολιτικές) δεν ήταν οι ίδιες, με αποτέλεσμα να επωμίζεται ένα τεράστιο βάρος και καθήκον σε επίπεδο επιστημολογικό και δεοντολογικό. Το γεγονός ότι επιχειρήθηκε ένα άνοιγμα σε καινοτόμες θεωρητικές αναζητήσεις ήταν σχεδόν μια «θεωρητική ανάσα», παρ' όλα τα προβλήματα εγκυρότητας και συστηματικής μεταφοράς στα «καθ' ημάς» γνώσεων και προσεγγίσεων. Υπήρχε πολύ επιστημονικός και ιδεολογικός ενθουσιασμός και σχετική υποτίμηση των πολύπλοκων ζητημάτων που σχετίζονται με τα όρια και τις συμβάσεις των προτεινομένων σχολών θεώρησης και ανάλυσης.
Θα χρειαστεί έρευνα στον χώρο της ιστορίας των θεωριών και της ιστορίας των ιδεών για να αποτιμηθεί η συμβολή του «Σ.Κ.» στην μεταβολή του διανοητικού πεδίου στη χώρα μας στα τελευταία 60 χρόνια.

8. Ο Μισέλ (έτσι πάντα τον αποκαλούσαμε γιατί βρίσκαμε «εξωτικό» το δισυπόστατο της καταγωγής του) παρέμεινε ένα ορόσημο στον χώρο του κινηματογράφου γιατί έφερνε το καινούργιο χωρίς θόρυβο, γιατί λειτουργούσε σε διεθνές επίπεδο χωρίς εντάσεις, γιατί ήταν έτοιμος να ψάξει για ισχυρά επιχειρήματα με γαλήνιο τρόπο.

Πριν και μετά την οθόνη



________________

Τις φωτογραφίες τράβηξε ο Δημοσθένης Αγραφιώτης  (1973-4) στο σπίτι του στο Παρίσι, Rue Mouffetard 104.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: