Μια εβδομάδα ακόμα

Αναπαράσταση της Γης σκεπασμένης με σπείρες, από γαλλική έκδοση του «De Proprietatibus Rerum» του Bartholomeus Anglicus, 15ος αι. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας
Αναπαράσταση της Γης σκεπασμένης με σπείρες, από γαλλική έκδοση του «De Proprietatibus Rerum» του Bartholomeus Anglicus, 15ος αι. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας

Δευτέρα

Όλο το απόγευμα φύσαγε. Σήκωνε τα χαρτιά, τα καλύμματα, τράνταζε τις τέντες στην πίσω αυλή του ζαχαροπλαστείου. Εσείς θα κάτσετε εδώ; Απόρησε όταν ήρθε να πάρει παραγγελία. Κούνησα καταφατικά το κεφάλι μ’ ένα ήσυχο χαμόγελο κι έκλεισα τα μάτια. Η τελευταία εικόνα που συγκράτησα ήταν το γκαρσόνι να χώνεται με σηκωμένους γιακάδες, ασπρόμαυρο και βιαστικό στο μαγαζί, δεκαπέντε στρογγυλά τραπεζάκια άδεια και τα χέρια μου γεμάτα αίμα, ένας θεός ξέρει από πού.


Τρίτη

Από μέσα ήταν ζεστά και ήρεμα, η αίσθηση ενός καταφύγιου σε χιονισμένα βουνά. Μια σφαίρα στεγανή και μαλακή, ένα παχύ μαύρο χαλί, μια ροκοκό ταπετσαρία, ένα κινέζικο ύφασμα ή μια ινδιάνικη τοιχογραφία, να περπατάω ασταμάτητα, μ΄ ένα κύλινδρο στα χέρια μου να ανιχνεύει και να ταξινομεί αναμνήσεις, φωτογραφίες, εικόνες. Α, κι έναν προβολέα στο καπέλο μου.


Τετάρτη

Σημειώσεις από ένα ημερολόγιο. Τεκμήρια που μεταβάλλονται σε τεχνάσματα εξιλέωσης. Κάποτε τα προσωπικά μου ζητήματα κοκκίνιζαν σαν ντροπαλές διαφάνειες την ώρα της προβολής. Κι ο σφυγμός επιτάχυνε εχθρικά, πάντα λίγο πριν ξυπνήσω. Πλαγίως και σε τρίτο πρόσωπο τα τελευταία γεγονότα εξορκίζουν τη φθορά. Τώρα έχουν αποβάλει πια την ταραχή τους. Όσο επιτρέπεις στη φαντασία σου να διορθώνει το παρελθόν, τόσο κρατάς τη θλίψη στο συρτάρι.


Πέμπτη

Περπάτημα ατονάλ στα πεζοδρόμια της Αθήνας. Ή στην άκρη της παραλίας με φουσκωμένη θάλασσα. Στην κορυφή του λόφου μια καγκελόπορτα λίγο πριν τη βροχή. Μέσα από τα τζάμια του καφενείου τουρίστες με σακίδια που κατεβαίνουν την πλαγιά. Όλα τα χάλκινα πνευστά της φιλαρμονικής σε αιφνιδιαστική παραφωνία. Ανακοινώσεις της χωροφυλακής κάτω από τον καθρέφτη. Ένα χαλασμένο ρολόι. ‘Ένα κιτρινισμένος πολυέλαιος, χαλασμένος κι αυτός. Με την τσάντα στον ώμο την τελευταία μέρα του σχολείου. Μια οθόνη θερινού κινηματογράφου που αναβοσβήνει. Ένα φως που διαπερνά τις γρίλιες. Τα σπλάχνα του γλύπτη προφυλαγμένα μέσα στο μάρμαρο. Ανοχύρωτες σκέψεις σε μπλοκάκι εν κινήσει στην πίσω σειρά του λεωφορείου.


Παρασκευή

Το γκάζι φτύνοντας μέσα στην ησυχία. Είναι ένα επαρχιακό δωμάτιο με μια μικρή φλογοβόλα σόμπα. Έξω από το παράθυρο γκρίζο ταμπλό βιβάν με σκιές προϊστορικών θηρίων. Φαντάζομαι τους άντρες να πίνουν και να καπνίζουν στο καφενείο. Να λένε τίποτα σημαντικό με βραχνές φωνές. Ύστερα τα βλέφαρά μου βαραίνουν, χαμηλώνουν μέσα στη σιωπή μαζί με το ταβάνι.


Σάββατο

Πώς θα σε βρω; Ο χρόνος δαχτυλίδι, στριφογυρίζει στα χείλη ενός ποτηριού, μικρές γραμμές γδαρμένες στην ξύλινη μπάρα, στα αόρατα κύματα μιας μουσικής που γεμίζει τα πάντα. Έκατσα κι έγραψα ένα ποίημα για ένα τραπεζάκι μπαρ.


Κυριακή

Κοίταγα πάνω και είδα, καταμεσήμερο, στη μέση του ουρανού, ένα αστέρι. Μαύρο αστέρι, στρογγυλό, με μαύρες εξοχές ν’ απλώνονται στο στερέωμα. Ξεκινούσε το όνειρο, κι ήμουν ακόμη ξύπνιος. Στάχτη έπεφτε παντού με ένταση μελοδράματος. Πρόλαβα να δω δυο σκισίματα δεξιά κι αριστερά στον ουρανό που έμοιαζε κάπως με σεντόνι και πίσω του αναδύονταν σκουριασμένοι στύλοι παλιού κρεβατιού. Ο μαύρος ήλιος μας ήταν μια τρύπα στον ουρανό του κρεβατιού, μια συντελεσμένη πράξη. Κατόπιν, λιβάδια άνοιγαν πέρα, κοίταζα με ένα βλέμμα που περισσότερο ακολουθούσε παρά εστίαζε. Ο χώρος γινόταν μια αρμαθιά συναισθημάτων – σαν τους κρίκους με τα κλειδιά που βρίσκουμε και δεν ξέρουμε σε ποια πόρτα αντιστοιχούν. Ο γάμος, καλέ μου, είναι μια ολισθηρή διαδρομή, μπορείς να βρεθείς απέξω χωρίς να προλάβεις να καταλάβεις τι έγινε. Από την άλλη, αν ξεστρατίσει, είναι ολόκληρο σπίτι, ντεραπάρει σαν εκείνα τα τριαξονικά που βλέπει κανείς αναποδογυρισμένα στην Εθνική οδό, για κάποιο λόγο που εκατό αυτόπτες μάρτυρες τον περιγράφουν με εκατό διαφορετικούς τρόπους. Ποτέ δεν μαθαίνεις την ιστορία.

ΒΡΕΙΤΕ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ Γιάννη Ζέρβα ΣΤΟΝ ΙΑΝΟ.

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: