Για τη Σμύρνη και τη μουσική ζωή της πριν το 1922

Ελληνίδες της Σμύρνης. Χαρακτικό του Γάλλου ζωγράφου και χαράκτη Jacques de Saint Sauveur περί το 1800 (Συλλογή Α. Καλυβιώτη)
Ελληνίδες της Σμύρνης. Χαρακτικό του Γάλλου ζωγράφου και χαράκτη Jacques de Saint Sauveur περί το 1800 (Συλλογή Α. Καλυβιώτη)


Αφορμή για την ενασχόλησή μου με τα τραγούδια της Σμύρνης, υπήρξε η απόκτηση το 1978 - 79, ενός παλαιού δίσκου 78 στροφών ηχογραφημένου στην Θεσσαλονίκη το 1910. Περιέχει δύο ηχογραφήσεις Σμυρνέικων τραγουδιών, και εικονίζεται στο εξώφυλλο του βιβλίου Θεσσαλονίκη – Η μουσική ζωή πριν το 1912. Μετά τα δημοσιεύματα των Παναγιώτη Κουνάδη - Σπύρου Παπαϊωάννου το 1980 στο περιοδικό Μουσική, που αναφέρονταν στις προ του 1922 ηχογραφήσεις Σμύρνης-Πόλης, άρχισα τη συστηματική συλλογή τέτοιων δίσκων. Υπήρχε βέβαια μέσα μου το σαράκι του συλλέκτη. Με τον καιρό το υλικό που αποκτήθηκε διογκώθηκε, και οι γνώσεις μου σχετικά με το αντικείμενο πολλαπλασιάστηκαν. Θεώρησα λοιπόν σκόπιμο όλα αυτά να μεταφερθούν σε βιβλία, και να μην παραμένουν κλειδωμένα σε κάποιο συρτάρι. Έτσι το 2002 κυκλοφόρησε το βιβλίο μου Σμύρνη, η μουσική ζωή 1900-1922. Η διασκέδαση, τα μουσικά καταστήματα, οι ηχογραφήσεις δίσκων. Πάντα βέβαια η ενασχόλησή μου μ’ αυτό το αντικείμενο ήταν ερασιτεχνική και ποτέ επαγγελματική.
Ταξίδεψα για πρώτη φορά στη Σμύρνη το 1985 σε αναζήτηση ντοκουμέντων. Δεν βρήκα ούτε έναν παλαιό δίσκο ή κάποιο άλλο σχετικό αντικείμενο για να αγοράσω. Η νέα Σμύρνη ελάχιστα θύμιζε την προ του 1922. Συγκινητικό, ήταν το ότι ένα βράδυ κάθισα στην παραλία, σε ένα εστιατόριο το οποίο στεγαζόταν σε παλαιό κτήριο που σώθηκε από την πυρκαγιά. Αργότερα πήγα άλλες δύο φορές, χωρίς πάλι να βρω κάποιο τεκμήριο.

Η Σμύρνη ήταν σημείο συνάντησης Ανατολής - Δύσης, σπουδαίο λιμάνι και οικονομικό κέντρο. Συνέρρεαν εκεί παντός είδους ταξιδιώτες, έμποροι και άλλοι, που οπωσδήποτε ζητούσαν να ακούσουν τραγούδια από τις πατρίδες τους. Εκτός αυτού στη Σμύρνη κατοικούσαν Έλληνες, Τούρκοι, Αρμένιοι και Εβραίοι, που είχαν τις δικές τους μουσικές. Τα μουσικά σχήματα της Σμύρνης συνεπώς, ήταν υποχρεωμένα να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις όλων των πελατών τους. Έτσι διέθεταν ένα πλουσιότατο «πολυεθνικό» ρεπερτόριο. Ο πολυπολιτισμικός χαρακτήρας της Σμύρνης που εμφανίζεται στα τραγούδια της, αποτυπώθηκε και στους δίσκους της εποχής. Οι τότε εταιρείες δίσκων στα πλαίσια περιοδειών που έκαναν για να κάνουν ηχοληψίες, πραγματοποίησαν ηχογραφήσεις και στη Σμύρνη. Σε πολλές περιπτώσεις Σμυρνιοί καλλιτέχνες για να ηχογραφήσουν, μετέβαιναν στην Κωνσταντινούπολη. Στα καταστήματα της Σμύρνης πωλούνταν δίσκοι όλων των γνωστών εταιρειών της εποχής, όχι μόνο με τραγούδια που ηχογραφήθηκαν επί τόπου, αλλά με ό,τι σύγχρονο κυκλοφορούσε στην Ευρώπη.

Αναφορικά με τα τραγούδια που κυκλοφορούσαν τότε μεταξύ των Ελλήνων της Σμύρνης, μπορούμε να πούμε ότι υπήρχε ένας ταξικός διαχωρισμός. Άλλα τραγούδια κυκλοφορούσαν στα λαϊκά στρώματα, και άλλα στις ανώτερες οικονομικά τάξεις. Παρατίθεται η μαρτυρία της κ. Θάλειας Αρώνη-Μελισάκη που γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1912 και ήταν γόνος εύπορης οικογένειας. Αναφερόμενη λοιπόν η κ. Αρώνη στο γνωστό σμυρνέικο τραγούδι «Έλλη», μας λέει: «Αυτά τα τραγούδια τα τραγουδούσε η λαϊκή τάξις της Σμύρνης, η εργατική τάξις, με άλλα λόγια. Η αστική τάξις τραγουδούσε περισσότερο σε ευρωπαϊκό στυλ, οπερέτες διάφορες…». Ο διαχωρισμός αυτός όμως δεν ήταν απόλυτος. Πολλά «ελαφρά» τραγούδια που είχαν ήδη γίνει επιτυχίες στην Ευρώπη, «εισάγονταν» στη Σμύρνη και αφού αποκτούσαν ελληνικά λόγια, γίνονταν επιτυχίες. Αυτές οι ελληνόφωνες πλέον επιτυχίες διαδίδονταν και στις λαϊκές τάξεις. Τέτοια τραγούδια μεταξύ των άλλων ήταν η «Σμυρνιοπούλα» (είναι το ιταλικό «Nanninella») και το «Δεν σε θέλω πιά” (το ιταλικό “’Mbraccia a me”). Τώρα όσον αφορά την πολυσυζητημένη σχέση των λαϊκών τραγουδιών της Σμύρνης και της Πόλης με τα ρεμπέτικα, άποψή μου είναι ότι αυτά δεν μπορούν να θεωρηθούν «ρεμπέτικα» με τη σημερινή έννοια του όρου. Κατά την άποψή μου πάντα, πρέπει να τα αποκαλούμε «πρώιμα ρεμπέτικα» ή «ρεμπέτικα πρώτης γενιάς». Μετά το 1922 και μέχρι το 1938 τα τραγούδια αυτά τροφοδοτούν την δημιουργία των «Σμυρνέικου ύφους» ρεμπέτικων. (Είναι τα αποκαλούμενα σήμερα «Σμυρνέικα» τραγούδια, που τα έγραψαν στην Ελλάδα οι πρόσφυγες Μικρασιάτες μουσικοί, Παπάζογλου, Σκαρβέλης και άλλοι). Ταυτόχρονα συμβάλλουν, σε μικρότερο όμως βαθμό, στην δημιουργία των «Πειραιώτικων» ρεμπέτικων, αυτών δηλαδή που καθιέρωσε από το 1932 πρώτος ο Μάρκος Βαμβακάρης.

Τα τραγούδια-επιτυχίες της εποχής δεν κυκλοφορούσαν μόνο στη Σμύρνη, αλλά οπωσδήποτε στην Κωνσταντινούπολη και στις άλλες μεγάλες πόλεις της Μικράς Ασίας. Όπως όμως η Κωνσταντινούπολη έγινε γνωστή για το ότι άνθισε σ’ αυτήν η λόγια οθωμανική μουσική, έτσι και η Σμύρνη χαρακτηρίστηκε ανεξίτηλα από τα τραγούδια της και τους περίφημους «Σμυρνέικους αμανέδες». Προσωπικά οι αμανέδες με γοητεύουν, και ιδιαίτερα ο «Μανές Γαλάτα» και το «Σμυρνέικο μινόρε». Περικλείουν ένα πάθος αλλά και μία νοσταλγία για την Ανατολή. Από τους Σμυρνιούς τραγουδιστές αμανέδων δυστυχώς δεν έχουμε φωνητικό δείγμα από όλους. Από τους γνωστούς πολύ καλός είναι ο Κώστας Νούρος, ο οποίος όμως ηχογράφησε δίσκους μετά το 1922 στην Αθήνα.

Η μουσική ζωή που υπήρχε στη Σμύρνη πριν το 1922, δεν συνεχίστηκε πλέον με τη μορφή που την γνωρίζουμε. Συναντάμε βέβαια αργότερα στη δισκογραφία τούρκικα μουσικά σχήματα (του Ismirli “Santuri” Recep και άλλων), να ηχογραφούν παραδοσιακές μελωδίες της περιοχής. Όμως αυτή η «κοσμογονία» που υπήρχε πριν το 1922, με τη συνεχή παραγωγή τραγουδιών, τελειώνει οριστικά με τη Μικρασιατική Καταστροφή. Τα τελευταία χρόνια υπάρχει ενδιαφέρον από Τούρκους ιδιώτες ερευνητές για την προ του 1922 μουσική ζωή της Σμύρνης. Στα πλαίσια αυτού του ενδιαφέροντος το 2012 μεταφράστηκε στα τούρκικα και κυκλοφόρησε το βιβλίο Σμύρνη – Η μουσική ζωή 1900 - 1922. Την μετάφραση έκανε ένας Τούρκος γιατρός από τη Σμύρνη, ο Yilmaz Okyay. Ο Yilmaz έμαθε ελληνικά μόνος του, γιατί ο πατέρας του, που είχε γεννηθεί και μεγαλώσει στη Θεσσαλονίκη, μιλούσε την ελληνική γλώσσα. Σήμερα η έκδοση αυτή συμπεριλαμβάνεται στη βασική τούρκικη βιβλιογραφία που αφορά τη Σμύρνη.


Επιστολή του καταστήματος μουσικών οργάνων Filippucci στη Σμύρνη, ταχυδρομημένη το 1914.


Το θέμα των τραγουδιών που κυκλοφορούσαν στη Σμύρνη πριν το 1922, δεν ήταν δυνατόν να εξαντληθεί μέσα σε λίγες σελίδες του πρώτου βιβλίου Σμύρνη – Η μουσική ζωή. Έτσι προέκυψε η ανάγκη συγγραφής ενός δεύτερου βιβλίου –σαν συμπλήρωμα του πρώτου– με θέμα όλα τα τραγούδια που ακούγονταν στη Σμύρνη και όχι μόνον τα λαϊκά. Στο πλαίσιο αυτής της έρευνας κυκλοφόρησε ήδη ένα βιβλίο με τίτλο Τα τραγούδια της Σμύρνης 1 – Ο Τσακιτζής. Πραγματεύεται τα λαϊκά τραγούδια (ελληνόφωνα και τουρκόφωνα) που αφορούν τον Τσακιτζή, γνωστό λησταντάρτη της περιοχής Σμύρνης - Αϊδινίου, ο οποίος είχε γίνει τραγούδι πριν από τον θάνατό του.

Υπάρχουν επίσης ακόμα πολλά κενά σε εμπορικούς καταλόγους δίσκων της εποχής. Ελλιπείς είναι και οι πληροφορίες για πολλούς συντελεστές της μουσικής κίνησης της πόλης, τραγουδιστές και άλλους. Συνεπώς η έρευνα που αφορά τις προ του 1922 ηχογραφήσεις της Σμύρνης και Κωνσταντινούπολης, δεν έχει τελειώσει. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι ακόμα δεν έχει εμφανισθεί έστω και ένας κύλινδρος, απ’ εκείνους που ηχογράφησε περί το 1900 στη Σμύρνη ο Εγιούμπ Σάμπρι. Ας ελπίσουμε ότι στο μέλλον θα βρεθούν περισσότερα στοιχεία, που θα συμπληρώσουν τα ήδη υπάρχοντα.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: