Lee Van Cleef

O Lee Van Cleef (1971)
O Lee Van Cleef (1971)


Πο­τέ δεν εί­πα –απ’ έξω ή από μέ­σα– «Θε μου».
Όπο­τε τρό­μα­ζα,
έφτυ­να τα δό­ντια για να φαί­νο­μαι γέ­ρος.
Όπο­τε πο­νού­σα,
άφη­να τη σιω­πή μου να ξε­ρι­ζώ­σει τα δέ­ντρα,
τις λεύ­κες, ει­δι­κά, με τον πα­ρή­γο­ρο φλοιό.
Όταν λι­γο­ψυ­χού­σα,
έλιω­να τα χρη­στι­κά κλει­διά
και χύ­τευα τη ρά­βδο που ξέ­ρει
πού εί­ναι το νε­ρό το θυ­μω­μέ­νο.
Όταν δεν με χω­ρού­σε ο τό­πος,
θυ­μό­μου­να τη λάμ­ψη του φεγ­γα­ριού
μέ­ρες επτά πριν γεν­νη­θώ.
Όπο­τε το κορ­μί βυ­θι­ζό­ταν σαν άγκυ­ρα
στα σπλά­χνα της πιο βρώ­μι­κης θά­λασ­σας,
σι­γο­ψι­θύ­ρι­ζα τρα­γού­δια στε­ρια­νά,
την «Πα­πα­λά­μπραι­να» και άλ­λα.
Εί­μαι σκλη­ρός σου λέω.

ΥΓ.: Κι αν κά­πο­τε, δυo-τρεις φο­ρές, τα κλά­μα­τα με πή­ραν,
κα­νείς δεν το κα­τά­λα­βε, γί­ναν κρυ­φά του κό­σμου.
Ήταν για τ’ ανα­πά­ντε­χα τα λό­για της υπαί­θρου
και για το φυ­σο­κά­λα­μο που τα ’φτυ­νε εντός μου.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: