Η 17η Γεωργική Αποικία

Βραχογραφία από το Σπήλαιο Λασκό (Γαλλία)
Βραχογραφία από το Σπήλαιο Λασκό (Γαλλία)


Σε είδα χτες ύστερα από πολύ καιρό, ενώ, τις περισσότερες φορές, δεν δίνω σημασία στα ομοσπονδιακά δελτία. Σταματώ, βέβαια, τη δουλειά και παριστάνω ότι ενδιαφέρομαι, τρυπώνοντας δεξιά κι αριστερά, καθώς οι υπόλοιποι συνωστίζονται μπροστά στην κοντινότερη οθόνη. Κι έτσι μου δίνεται η ευκαιρία να κυκλοφορώ ανάμεσά τους με τα χέρια στις τσέπες και το βλέμμα καρφωμένο στις εικόνες από τη Μητρόπολη, παριστάνοντας ότι ακούω προσεκτικά τα χαρμόσυνα νέα για την ανακάλυψη ενός σωτήριου εμβολίου, ή τις λεπτομέρειες κάποιας καινούργιας υγειονομικής απειλής. Στην ουσία, βρίσκω ευκαιρία για να ρίξω καμιά ματιά στους γύρω μου και να κρυφακούσω τις συζητήσεις τους. Η χθεσινή διπλανή μου, παραδείγματος χάριν, κέντρισε το ενδιαφέρον μου γιατί κρατούσε στην αγκαλιά της ένα μωρό με τουμπανιασμένη κοιλιά και το κουνούσε νευρικά προσπαθώντας να το ησυχάσει. Είπε ότι λίγο πιο πέρα στεκόταν ο άντρας της και μου έδειξε έναν ψηλό με κουρελιασμένα ρούχα. Μ’ αυτά και μέσα σ’ όλα αυτά περνώ τις μέρες μου από τη στιγμή που έφτασα στη 17η Γεωργική Αποικία, στο νησί Μπέρλερς, σε κάποιο απομακρυσμένο σημείο του νότιου ημισφαιρίου. Έχεις ιδέα που πέφτει αυτό το μέρος; Πάντως εγώ σε είδα χθες στη στεγασμένη οθόνη του τομέα θερμοκηπίων- κηπευτικών. Αλλά, η αλήθεια είναι ότι είχα την πρώτη μου «επαφή» μαζί σου πριν από έναν μήνα, εξαιτίας ενός δέματος, από αυτά που στέλνουν εδώ πέρα διάφοροι σύλλογοι, πάνω στο χάρτινο περιτύλιγμα του οποίου ξεχώρισα το πρόσωπό σου ανάμεσα σε καμιά δεκαριά άλλων γυναικών, που είχαν όλες ίσια μαλλιά και ολόλευκα δόντια. Άνοιξα το δέμα και βρήκα μέσα μερικά ζεστά ρούχα κι ένα ζευγάρι ανθεκτικά άρβυλα∙ περισσότερο χρήσιμα από οτιδήποτε άλλο αν το καλοσκεφτείς. Ομολογώ ότι φύλαξα το περιτύλιγμα του δέματος νιώθοντας συγκινημένος, όχι μόνο επειδή ξανάβλεπα το πρόσωπό σου ύστερα από καιρό, αλλά και λόγω του ότι έτεινα να το συνδέσω με μια αίσθηση φροντίδας και ενδιαφέροντος για το άτομό μου. Δεν έχω βέβαια την αφέλεια να πιστεύω ότι, αφού έπλεξες με τα χεράκια σου πουλόβερ και κάλτσες, τύλιξες γεμάτη στοργή το δέμα, φροντίζοντας να φθάσει στα χέρια μου. Υπήρξα, βλέπεις, γρανάζι της μηχανής και ξέρω ότι, αφού ξοδέψει λίγο από τον χρόνο και το χρήμα της για να παράγει μαζικά αυτά τα προϊόντα, η ομοσπονδιακή βιομηχανία, τα προωθεί σε εθελοντικούς συλλόγους, αρμόδιους να τα διανείμουν στις αποικίες. Είμαι σε θέση, λοιπόν, απαλλαγμένος από συναισθηματικές αυταπάτες, να σε φανταστώ, πριν ασχοληθείς με την εθελοντική δουλειά σου, να ποζάρεις μαζί με τις φίλες σου για τα απαραίτητα φωτογραφικά στιγμιότυπα των κοινωνικών δικτύων. Ωστόσο, γλυκιά και φιλάνθρωπη Νόρα, δεν σου κρύβω ότι το χαμόγελό σου πάνω σε εκείνο το κομμάτι χαρτί υπήρξε για εμένα σημαντικό, επειδή αφέθηκα συνειδητά στην ψευδαίσθηση ότι κάποια σαν εσένα, στην άλλη άκρη της γης, ίσως να με σκέφτεται το βράδυ, λίγα δευτερόλεπτα πριν την πάρει ο ύπνος. Η ιδέα αυτή, ή καλύτερα η αίσθηση ζεστασιάς που δημιούργησε η ιδέα αυτή μέσα μου, υπήρξε όλο αυτό το διάστημα ένα είδος καταφυγίου, το όποιο αναγκάστηκα να απαρνηθώ πρόσφατα∙ μπροστά στην οθόνη με τα επίκαιρα από την Μητρόπολη. Στην αρχή ξεχώρισα απλώς τον ήχο του ονόματός σου ανάμεσα σε διάφορες ανούσιες λέξεις του ρεπορτάζ, πράγμα που κέντρισε σε τέτοιο βαθμό το ενδιαφέρον μου, ώστε να πλησιάσω για να βλέπω καλύτερα. Ύστερα, διέκρινα το πρόσωπό σου, έτσι γλυκό και χαμογελαστό όπως το θυμόμουν, να εναλλάσσεται με τη φιγούρα σου, τη φυτεμένη ανάμεσα σε ένα σμάρι κουστουμαρισμένων ομοσπονδιακών. Δεν πρόλαβα να ακούσω και να δω πολλά, γιατί το διάλειμμα τελείωσε κι αναγκάστηκα να γυρίσω στο θερμοκήπιο. Κράτησα, όμως, την ανάμνηση σου μέχρι το τέλος της βάρδιας κι ύστερα πήρα ότι υπήρχε για φαγητό και αναχώρησα για το καταφύγιό μου, νιώθοντας μια έντονη ανάγκη να αναμασήσω την εικόνα σου μακριά από τους υπόλοιπους του τομέα μου. Κατά τα άλλα θα πρέπει να έμοιαζα πραγματικά ηλίθιος όλη τη χθεσινή μέρα, έτσι όπως περιέφερα ένα αφηρημένο χαμόγελο μέσα στη σκοτεινή σπηλιά μου. Α, βέβαια, η σπηλιά μου! Θα σου φανεί παράξενο, αλλά μονόχνοτοι σαν εμένα, σαλοί, γυναίκες με τρομοκρατημένα βλέμματα, εξαθλιωμένα ζευγάρια, οικογένειες ολόκληρες, ή και αδέσποτα παιδιά που σύρθηκαν μέχρι εδώ προσπαθώντας να διασωθούν από κάθε είδους εκμετάλλευση, ανακαλύπτουν σπηλιές στις πλαγιές και στήνουν εκεί ολόκληρα σπιτικά. Αν απορείς για το γεγονός ότι κανείς εδώ δεν νοιάζεται να μας καταδιώξει ή να μας πείσει να γυρίσουμε στα κέντρα φιλοξενίας, φτάνει να σου πω ότι το ομοσπονδιακό συσσίτιο είναι η μοναδική επιλογή μας προκειμένου να τραφούμε. Έτσι, ακόμα κι εγώ, ο οποίος δεν φημίζομαι για την επιδεξιότητά μου σε τέτοια θέματα, είχα την ευκαιρία να ψάξω με την ησυχία μου και να ανακαλύψω ένα φυσικό καταφύγιο πράγμα ανακουφιστικό γιατί, εξαιτίας του, απαλλάχτηκα από τον μπελά της οικοδόμησης μιας καλύβας από ξύλα και λάσπη όπως κάνουν αρκετοί εδώ γύρω. Δεν σου κρύβω ότι κάθομαι συχνά εδώ τα βράδια και ανακαλώ εκείνο το παλιό επίμονο ενδιαφέρον σου για το αν κατόρθωσα τελικά να εντοπίσω τις γεωγραφικές συντεταγμένες των περιφραγμένων εκτάσεων, εκείνων των μυθικών εκτάσεων με τους απέραντους σιτοβολώνες, τους θηριώδεις λαχανόκηπους, τα διάφανα μακρινάρια των ηλιακών θερμοκηπίων, τις ατέλειωτες δεντροστοιχίες από λαδοπράσινες ελιές και οπωροφόρα, διάστικτα με χρωματιστούς καρπούς. Υπάρχουν αλήθεια, ρωτούσες κάθε λίγο, τέτοια μέρη; Οχυρά; Κυκλωμένα από αχανείς ζώνες ασφαλείας και φυλασσόμενα από υπερσύγχρονα συστήματα παρακολούθησης, τόσο ευαίσθητα ώστε να εντοπίζουν τον επίδοξο εισβολέα από χιλιόμετρα μακριά; Μήπως οι φήμες για τους απέραντους κοιτώνες εργατών γης, που υπάρχουν σε αυτές τις εκτάσεις, δεν είναι παρά ένας τρομακτικός αστικός μύθος κατασκευασμένος από τους δασκάλους μας μόνο και μόνο για να είμαστε υπάκουοι; Σίγουρα θα θυμάσαι για ποιο πράγμα μιλάω. Θα θυμάσαι ότι επέμενες να φέρνεις στο μυαλό σου εκείνη τη μονίμως επικρεμάμενη απειλή ότι ένα σοβαρό παράπτωμα, ένα επιπόλαιο αλλά αρκετά επιβαρυντικό στραβοπάτημα θα μπορούσε να εκτροχιάσει το μέλλον σου, να απειλήσει τη θέση στο ασφαλές αστικό περιβάλλον που εξασφάλισε για εσένα η μητέρα όλων μας, η προνοητική μας Ομοσπονδία. Αν όχι, προσπάθησε να ανακαλέσεις την ασαφή απειλή που σε κρίσιμες στιγμές διαχεόταν στην ατμόσφαιρα καθώς μια γλυκομίλητη δασκάλα, με αφορμή κάποιο μικρό ή μεγάλο παράπτωμα, εξηγούσε, με γαλήνια φωνή, αντιστρόφως ανάλογη προς όσα περιέγραφε, ότι οποιοσδήποτε από εμάς, όχι αρκετά υπάκουος, θα μπορούσε μέσα σε μια νύχτα να μεταμορφωθεί σε «εργάτη γης», ή «χειρωνάκτη». Και παρότι δεν κατανοούσαμε επακριβώς το νόημα αυτών των λέξεων, ερμηνεύοντας τον αποτροπιασμό με τον οποίον προφέρονταν, καταφέρναμε να μαντέψουμε τη χυδαιότητα και την ευτελή φύση αυτών των πλασμάτων, καταφέρναμε ακόμα και να τα εικονοποιούμε σαν τέρατα με κέρατα, βράγχια, φολιδωτή επιδερμίδα, η ακόμα και σαν ανθρώπινα όντα με πρόσωπα μισοσαπισμένα από κάποια φοβερή ασθένεια, που έσερναν πίσω τους μια λεπτή μαύρη ουρά με σάρκινο τρίγωνο στην άκρη της και είχαν χέρια ροζιασμένα, πληγιασμένα, τυλιγμένα με κουρέλια εξαιτίας της σκληρής, της ταπεινής, της εξευτελιστικής ζωή τους, στην οποία ο οποιοσδήποτε από εμάς θα μπορούσε να διολισθήσει αν δεν ήταν αρκετά προσεκτικός.

Όμως εγώ, που τα λέω όλα αυτά, δεν υπήρξα καθόλου προσεκτικός. Ίσως επειδή δεν είχα ιδέα για τις επαφές σου με τον περιβόητο Επιθεωρητή του Β’ Αστικού Τομέα της Δ’ Περιφέρειας. Ώσπου, αυτός ο ίδιος κατά τη διάρκεια της ανάκρισής μου, την οποία ανέλαβε προσωπικά, μου διηγήθηκε τα πάντα για την απροσδόκητη γνωριμία σας. Σε πρωτοείδε, λέει, επιστρέφοντας στο σπίτι από το γραφείο, ακριβώς απέναντί του, να διασχίζεις τη διάβαση με ταχύ βηματισμό, αφοσιωμένη στην οθόνη του κινητού σου, τραβώντας κάθε λίγο πίσω από το δεξί σου αφτί μια ενοχλητική τούφα από τα μαλλιά σου (ομολογώ ότι αυτή του η περιγραφή με έπεισε ότι μιλούσα για σένα περισσότερο από οτιδήποτε άλλο μέχρι εκείνη τη στιγμή). Ισχυρίστηκε ότι λόγω της επαγγελματικής του ιδιότητας διαθέτει την κατάλληλη εκπαίδευση, ώστε να αντιδρά με εκείνον τον τρόπο που οι εκπαιδευτές του αποκαλούσαν pulse impact, προσδιορίζοντας μια αστραπιαία αντίδραση σε χρονικό διάστημα ενός καρδιακού παλμού. «Ναι», σκέφτηκε εκείνη τη μέρα, καθώς ακινητοποιούσε το σώμα του στη μέση της διάβασης, «κάτι τέτοιο θα πρέπει να είχαν στο μυαλό τους οι εκπαιδευτές χρησιμοποιώντας τον όρο». Δευτερόλεπτα πριν από το συμβάν, πρόλαβε να διακρίνει τα οβάλ νύχια σου, βαμμένα στο χρώμα του βύσσινου κι αυτό τον συγκίνησε βαθιά. Το σώμα του χτύπησε με δύναμη πάνω στο δικό σου, σωριάστηκες στην άσφαλτο και κύλισες, σχεδόν, στο πλάι. «Με συγχωρείτε, με συγχωρείτε…», μουρμούρισε όσο πιο ένοχα μπορούσε να υποδυθεί, καθώς σε βοηθούσε να μαζέψεις τα πράγματά σου. Η μικρή διάρκεια αυτής της συνάντησης θα φαινόταν απογοητευτική σε οποιονδήποτε, εκτός αν επρόκειτο για κάποιον με τη δική του εκπαίδευση. Αφού πήρε, λοιπόν, στα χέρια του μια χαρτονένια συσκευασία σε σχήμα κύβου, γεμάτη παλιομοδίτικα cd με έργα του Gustav Holst,


και σου την έδωσε για να την ξαναβάλεις στην τσάντα σου, εντόπισε το καρό ασπρόμαυρο πορτοφόλι σου και, ανοίγοντάς το, σχεδόν ταχυδακτυλουργικά, καθώς εσύ προσπαθούσες να μαζέψεις μερικά πεταμένα καλλυντικά, φωτογράφησε με το κινητό του την ταυτότητά σου. Δεν ξέρω αν το θυμάσαι, αλλά αυτός ισχυρίζεται ότι, στο τέλος, σου πρόσφερε το πορτοφόλι ψελλίζοντας «Με συγχωρείτε…». Και τότε εσύ, σχεδόν χωρίς να τον βλέπεις, κούνησες το χέρι δεξιά κι αριστερά, εννοώντας «δεν πειράζει, μην ανησυχείτε». Μετά τον προσπέρασες για να διασχίσεις τη διάβαση και να στρίψεις στην πρώτη κάθετη. Όπως ήταν αναμενόμενο το δίκτυό του δεν άργησε να ανακαλύψει κάθε λεπτομέρεια που σε αφορούσε, ακόμα και τη σχέση σου μαζί μου, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη συνέχεια. Το επόμενο διάστημα η είδηση της απόσπασής μου από το πανεπιστήμιο στο οποίο εργαζόμουν έπεσε στο κεφάλι μου σαν κεραυνός εν αιθρία. Εκείνη την ημέρα, αυτόπτες μάρτυρες θα πρέπει να πληροφόρησαν τον Επιθεωρητή του Β’ Αστικού Τομέα της Δ’ Περιφέρειες ότι στάθηκα μπροστά στο λακωνικό κείμενο, με το οποίο μου ανακοινώθηκε το γεγονός, σφίγγοντας τις γροθιές, ώσπου να ασπρίσουν οι αρθρώσεις μου. Θα χρειαζόταν τώρα να μεταφέρω το γραφείο μου στο Ιστορικό Μουσείο, ή, τέλος πάντων, στο κτήριο που κάποτε οι άνθρωποι συνήθιζαν να αποκαλούν έτσι, πριν οι πόρτες του σφαλιστούν για το κοινό και πριν τα εκθέματά του καλυφθούν με μεγάλα ταμπλό, ή θαφτούν σε λαβυρινθώδη υπόγεια∙ πολύ πριν, δηλαδή, το μέρος αυτό αρχίσει να φιλοξενεί το Κέντρο Κωδικοποίησης-Κρυπτογράφησης Ομοσπονδιακής Κληρονομιάς. Σύμφωνα με τις εντολές, όφειλα να παρουσιαστώ εκεί και να αναλάβω τα νέα μου καθήκοντα, εγκαταλείποντας, λίγο πριν από την ολοκλήρωσή της, μια μακροχρόνια έρευνα με θέμα τους Έλληνες κλασικούς για να καταπιαστώ με την εντατική κωδικοποίηση μιας παρτίδας βυζαντινών κειμένων, σχετικά μικρής σε όγκο, αν αναλογιστεί κανείς τα μεγέθη που διαχειρίστηκε στο παρελθόν το εν λόγω Κέντρο. Στην αρχή, ήμουν κάτι παραπάνω από έξαλλος. Φλυαρούσα, μάλιστα, δεξιά κι αριστερά ότι χάρη σε αυτό το τελευταίο καπρίτσιο κάποιων υψηλόβαθμων με αστραφτερά δόντια, αναγκαζόμουν να παρατήσω τη δουλειά του, να πετάξω, δηλαδή, στα σκουπίδια τους κόπους χρόνων και να προσαρμοστώ σε κάτι ενοχλητικά νέο, για το οποίο δεν έδινα δεκάρα και, πάνω από όλα, να περνώ τον χρόνο μου ως μίζερος κωδικογράφος, με αποκλειστικό σκοπό το καμουφλάρισμα κειμένων πίσω από πολύπλοκα σύμβολα, προκειμένου να διασφαλίσω ότι η πρόσβαση σε αυτά θα ήταν αδύνατη. Ωστόσο, καθώς επιχειρούσα μια πρώτη γνωριμία με το καινούργιο μου υλικό, βρέθηκα μπροστά σε κάτι απροσδόκητα ενδιαφέρον, εξαιτίας του οποίου ένιωσα την καρδιά του να χτυπά ακατάστατα, τόσο ώστε να μην καταφέρω να αντισταθώ στον πειρασμό να αγγίξω με τα ίδια μου τα δάχτυλα τη φθαρμένη επιφάνεια πάνω στη οποία διαφαίνονταν αχνά, αραδιασμένα με τάξη, τα λοξά καλλιγραφικά ψηφία του παλιού αλφαβήτου, καθώς σχημάτιζαν ελληνικές λέξεις, περιστοιχισμένες από μια έγχρωμη εικονογράφηση γεμάτη αρχιγράμματα, αναπαραστάσεις ζώων και φυτών, σκηνές κυνηγιού και καλαίσθητες εικόνες εφήβων και γυναικών με αμφίεση εποχής. Για ένα διάστημα αφέθηκα να ζήσω στιγμές αληθινής ευτυχίας ενόσω βουτούσα στην καρδιά του κειμένου για να ανασύρω αρχαίες ονομασίες πτηνών, μοναστηριακές συνταγές μαγειρικής, περιγραφές γεωργικών καλλιεργειών, πανάρχαιες μετεωρολογικές προβλέψεις, οδηγίες για το κλώσιμο και το βάψιμο του μαλλιού, υφαντουργικές λεπτομέρειες επεξεργασίας και πλέξης, μελισσοκομικές εργασίες, ημερολογιακούς κύκλους κίνησης των πλανητών, αστρολογικά σχεδιαγράμματα, καταγραφές αδέξιων τυπογραφικών αποπειρών και δεκάδες άλλες λεπτομέρειες από τη ζωή και τις ασχολίες κάποιου μοναχού που υπέγραφε με το όνομα Πορφύριος ο Ρόδιος. Κολυμπώντας σε αυτόν τον κόσμο ένιωσα συχνά την ανάγκη να ευχαριστήσω όποιον προνοητικό Θεό εργάστηκε για τη διάσωση αυτού του ημερολογίου. Ένιωθα κάτι παραπάνω από ευγνώμων για τη γενναιόδωρη φλυαρία με την οποία ο συντάκτης φρόντιζε να περιγράφει ακόμα και την πιο ασήμαντη ασχολία, λες και από αυτήν την εντατική καταγραφή εξαρτιόταν η ομαλή ροή της καθημερινότητάς του. Αλλά, πάνω από όλα, στεκόμουν έκθαμβος μπροστά σε έναν θησαυρό από δεκάδες άγνωστους γραμματικούς τύπους, που έπρεπε να αναγνωριστούν και να τεκμηριωθούν, και άλλους τόσους οι οποίοι τεκμηρίωναν εκκρεμείς καταγραφές παλαιότερων ερευνών. Όταν ο πρώτος ενθουσιασμός καταλάγιασε κυριεύτηκα από απόγνωση, επειδή έχοντας στη διάθεση μου αυτό το σπάνιο κείμενο, θα αναγκαζόμουν να το κρυπτογραφήσω και ύστερα να το παραδώσω στους αρχειοθέτες των υπογείων. Συνειδητοποιώντας ότι αδυνατούσα να το αποχωριστώ, αποφάσισα να κάνω ό,τι ακριβώς περίμενε από έναν επιπόλαιο σαν εμένα ο Επιθεωρητής του Β’ Αστικού Τομέα της Δ’ Περιφέρειας. Βάλθηκα, δηλαδή, να κατασκευάσω ένα αντίγραφο, τόσο πειστικό ώστε να δύναται να αντικαταστήσει το γνήσιο στον αρχειακό χώρο του υπογείου. Προφανώς, έκαναν όλοι τους τα στραβά μάτια, ώστε να κατορθώσω να προμηθευτώ τα απαιτούμενα υλικά, αφήνοντάς με να πιστεύω ότι λαμβάνω προφυλάξεις έμπειρου συνωμότη. Ειλικρινά, τώρα που το σκέφτομαι, δεν ξέρω πως μου πέρασε από το μυαλό ότι θα κατάφερνα όχι μόνο να μελετήσω αλλά και να διασώσω το ημερολόγιο από τη σκόνη και τα σκοτάδια, κληροδοτώντας το, ένας Θεός ξέρει με ποιον τρόπο, στις επόμενες γενιές. Προς αυτήν την κατεύθυνση άρχισα να αξιοποιώ τις βιβλιοδετικές οδηγίες του Πορφύριου του Ρόδιου, επιδεικνύοντας ενθουσιασμό νεοφώτιστου και αοριστολογώντας στις ηλεκτρονικές συζητήσεις μου μαζί σου περί πανάρχαιων τεχνικών βυρσοδεψίας, κερώματος συρραπτικής κλωστής, παλαίωσης τυπογραφικών εκτυπώσεων κ.ο.κ.. Κι έτσι πιάστηκα στο δόκανο που ο Επιθεωρητής ετοίμασε για εμένα παρέχοντας εν αγνοία μου στους αόρατους διώκτες μου τα πειστήρια που αναζητούσαν. Αλλά θα έπρεπε να έβλεπες αργότερα εμένα τον επαναστάτη σου, ενώ κλαψούριζα σαν μισοκακόμοιρος, ίδρωνα κι έτρεμα σύγκορμος υποκρινόμενος, χωρίς ίχνος αξιοπρέπειας, μια φανταστική ψυχική ασθένεια, προκειμένου να τους πείσω να με λυπηθούν και να με οδηγήσουν στο ανάλογο ίδρυμα. Υποθέτω ότι στην αρχή είχαν αυτό ακριβώς στο μυαλό τους, αλλά βλέποντάς με να προσποιούμαι τον άρρωστο, πείστηκαν ότι αν μου έκαναν το χατίρι, θα ήταν σαν να με έστελναν διακοπές στο αγαπημένο μου θέρετρο. Χάρη σε αυτό το κακό θέατρο δεν αναγκάστηκα να ζήσω την υπόλοιπη ζωή μου πίσω από μια τζαμαρία, φορώντας αιωνίως τις πιζάμες μου, ξαπλωμένος σε μια ξύλινη σαιζ λονγκ, μαζί με ένα κοκτέιλ πολύχρωμων χαπιών, ικανό να με απαλλάσσει από τον ίδιο μου τον εαυτό. Χάρη σε αυτό το κακό θέατρο πήρα τον δρόμο για τις αποικίες κι έγινα εργάτης γης (χωρίς λέπια, βράγχια και φολιδωτή επιδερμίδα), σε ένα δυσπρόσιτο σημείο του πλανήτη, όπου οι κλοπή σπόρων για ιδιωτική καλλιέργεια τιμωρείται με ισόβια φυλάκιση. Κατά συνέπεια, είμαι σε θέση να σε διαβεβαιώσω ότι οι περιφραγμένες εκτάσεις, οι μυθικές εκτάσεις με τους απέραντους σιτοβολώνες, τους θηριώδεις λαχανόκηπους, τα διάφανα μακρινάρια των ηλιακών θερμοκηπίων και τις ατέλειωτες δεντροστοιχίες από λαδοπράσινες ελιές και οπωροφόρα, υπάρχουν. Υπάρχουν και, καθώς ο ήλιος δύει στη 17η Γεωργική Αποικία, είμαι σε θέση, καθισμένος στην είσοδο της σπηλιάς μου να βλέπω μια από αυτές να απλώνεται στα πόδια μου, ενόσω «απολαμβάνω» τη μουχλιασμένη μερίδα της υπηρεσίας συσσιτίου, που θα μου προκαλούσε σκορβούτο, αν δεν συνοδευόταν από ένα στρογγυλό χαπάκι συμπυκνωμένων φυτικών ινών. Συνειδητοποιώ όμως μόλις τώρα ότι, ειδικά σήμερα, παρασυρμένος από την κακή μου διάθεση, δεν κατόρθωσα να πω δυο κουβέντες στον γείτονά μου∙ έναν εξαθλιωμένο και ντροπαλό Ροβινσώνα, με όψη καλυμμένη από ψαρά γένια και μαλλιά, που έφθασε στο λημέρι μου πριν από λίγο κι έτεινε το χέρι για να μου παραδώσει το περιτύλιγμα του δέματός του, αμίλητος κι έτοιμος να το βάλει στα πόδια, αμέσως μόλις αποδέχτηκα την προσφορά του. Μετανιώνω, ξέρεις, επειδή, χαμένος στο ονειροπόλημά μου, δεν έκανα το παραμικρό για να τον ευχαριστήσω για τη γενναιόδωρη χειρονομία του∙ μια από τις πολλές που συμβαίνουν εδώ καθημερινά από ανθρώπους πεπεισμένους ότι χρειάζομαι το χαρτί περισσότερο από τους ίδιους και ότι είμαι σε θέση να το αξιοποιήσω για τη σωτηρία τους. Θα σου φανεί περίεργο και υπερβολικά ριψοκίνδυνο, αλλά, το πρώτο διάστημα, όταν ακόμα έμενα στους κοιτώνες, κάποιοι φρόντισαν να φτάσει στα χέρια μου μια δεσμίδα μολυβιών, μάρκας Faber No2, από εκείνα τα παλιά που σταμάτησαν να παράγονται λόγω έλλειψης ζήτησης. Δεν έχω ιδέα τι θα γίνει όταν αυτά τα μολύβια τελειώσουν. Προς το παρόν με διασώζουν καθημερινά από όσα θα μπορούσα να πάθω αν ζούσα αφημένος στο έλεος των συνθηκών. Ωστόσο, χθες, επιστρέφοντας εδώ, δεν σταύρωσα ούτε μισή παράγραφο ημερολογιακής καταγραφής και δεν κατόρθωσα να συγκεντρωθώ στιγμή στη δουλειά μου για τη 17η Γεωργική Αποικία. Κι αυτό επειδή, μετά τον πρώτο ενθουσιασμό για το παράδοξο «συναπάντημά μας», η μορφή σου Νόρα επέστρεφε συνεχώς στο μυαλό μου, εναλλασσόμενη με κάποιες κινήσεις του σώματός σου που θύμιζαν γνώριμη εθιμοτυπική τελετή, από αυτές στις οποίες έχω παραβρεθεί πολλές φορές κατά την διάρκεια της «πολιτισμένης» μου περιόδου. Αμυδρές υποψίες, διογκούμενες όσο περνούσαν οι ώρες, άρχισαν να βασανίζουν το μυαλό μου, προκαλώντας μου αϋπνία και οδηγώντας με νωρίς σήμερα το πρωί στα θερμοκήπια για να ψευτοδουλεύω περιμένοντας με αγωνία το άνοιγμα της οθόνης στο μεγάλο υπόστεγο. Ώσπου, την ώρα του διαλείμματος, είδα τις υποψίες μου, αυτές που μέχρι εκείνη τη στιγμή έτεινα να θεωρώ αποκυήματα μιας αγωνιώδους νύχτας, να επιβεβαιώνονται η μια μετά την άλλη. Ναι, οι εθιμοτυπικές μικρές υποκλίσεις σου προς τους αξιωματούχους, αυτές που προκάλεσαν τον χθεσινοβραδινό ετεροχρονισμένο πανικό μου, δεν ήταν παρά μέρος μιας τελετής παρασημοφόρησης. Της δικής σου παρασημοφόρησης, επειδή, σύμφωνα με ένα λογύδριο, εκφωνημένο από τον πανταχού παρόντα Επιθεωρητή του Β’ Αστικού Τομέα της Δ’ Περιφέρειας, συνέβαλλες τα μέγιστα για τη σύλληψη ενός εγκληματία, ενός δημόσιου κίνδυνου σαν και του λόγου μου∙ κάποιου διατεθειμένου να υπεξαιρέσει ένα τεράστιας αξίας ιστορικό κειμήλιο, σαν το Ημερολόγιο του Πορφύριου του Ρόδιου! Υποθέτω, Νόρα, ότι αυτή η ιστορία θα εκτόξευσε την καριέρα σου. Που να βρίσκεσαι άραγε αυτή τη στιγμή; Αλωνίζεις σε κάποιο εμπορικό κέντρο ή ξεροψήνεσαι κάτω από τη λάμπα κανενός σολάριουμ; Αλλά όχι, ενόσω εγώ καταχωρώ την πίκρα μου σε αυτό εδώ το αξιοθρήνητο γράμμα, ίσως να πίνεις τσάι στο σαλόνι σου καθισμένη δίπλα στον Επιθεωρητή σου, μπροστά στο αινιγματικό χαμόγελο καμιάς, εδώ και δεκαετίες, εξαφανισμένης από προσώπου γης Λίζα ντελ Τζοκόντο. Όμως θα σταματήσω εδώ αυτό το γράμμα, που ούτως ή άλλως δεν επρόκειτο να λάβεις ποτέ, και ίσως το καταστρέψω χωρίς να το τιμήσω με μια δεύτερη ανάγνωση. Θα το καταστρέψω και δεν θα σου ξαναγράψω απολύτως τίποτα, γιατί κρίνε μόνη σου αν αξίζει να σπαταλώ τα πολύτιμα υλικά μου σε γράμματα σαν αυτό εδώ, κινδυνεύοντας να οδηγηθώ μια ώρα αρχύτερα στο μοναδικό πράγμα που λείπει για να θεωρηθώ ένας τέλειος Homo Erectus. Τι λες; Δεν θα έχω γίνει πλέον ένας τέτοιος την ημέρα που θα αναγκαστώ να σκαλίσω τα πρώτα μου σύμβολα πάνω στο τοίχωμα της σπηλιάς μου;

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: