Μια κυριακή στο εγγύς μέλλον
Το κρέας λείπει πάλι απ’ το τραπέζι
Δεν τα κατάφερε ο πατέρας
καλά στις συνεντεύξεις
Η μάνα έχει αδύναμη καρδιά
Αρνείται να μπει νοσοκομείο
λες και νοσοκομείο υπάρχει
Σχολειό δημόσιο επίσης δεν υπάρχει
―χαίρομαι εγώ―
κι ας ανεβαίνω σκάλες με τα παλιά παπούτσια
Κάνουμε αγώνα με τ’ αδέρφια
Απ’ όταν έφυγε ο μικρότερος
όποιος μοιράσει περισσότερα φυλλάδια
τρώει μία πατάτα παραπάνω
Σήμερα ας χαρούμε με τ’ αντίδωρα
Είναι Κυριακή κι όλα καλά
Από Δευτέρα θα δούμε τι μας ξημερώνει
Της υπερορίας
στον παππού μου
Παλικάρι θυμαρίσιο αλαφροΐσκιωτα πατάς τη γη
Αγιογραφείς με το αμπέχονο
στο κράτος δίνεις τα παιδιά σου
Μετά για ’κείνο είσαι εχθρός
Πριν βαρεθείς στις διακοπές
παλιννοστείς σε ελληνικά νεκροταφεία
Το πλήθος ανασταίνει τ’ όνομά σου
Μ’ αυτό ξεδιάντροπα βαφτίζει εγγονούς
Ωχρός κι εξαντλημένος
κάτω από τη μηλιά χαμογελάς
Κανένα χάσμα δεν μας χωρίζει πλέον
Παίζουν παιδιά μες στις αυλές
και στην καρδιά σου
Οι μπούκλες
Δεν αγαπώ τις μπούκλες
ατίθασο έχουν χαρακτήρα
Η χωρίστρα που ’φτιαξα στραβώνει
Τόσο εκνευριστικά τις αναδεύει ο γαρμπής
Κοιτώ τον γιο μου ανέμελο
(μου μοιάζει στα μαλλιά)
Στην άμμο χτίζει κάστρα
κι ύστερα, στη θάλασσα βουτά με το κεφάλι
Τον περιμένω να επιστρέψει στην πετσέτα
Με λίγο αλάτι και τη χτένα
τον χαρακτήρα τους
με τον δικό μου θα ταιριάξω
Μπακαλιάροι σκορδαλιά
Έτσι, με πλαίσιο γύρω το ταβάνι,
πολύ θ’ αρέσω.
Κ. Καρυωτάκης, «Εμβατήριο πένθιμο και κατακόρυφο»
Προγόνους είχα ένδοξους
Δεν ήταν στόχος εύκολος για τον Αγαρηνό
Αλεύρι, αλάτι, ζάχαρη δε φόρεσαν
τη μύτη τους δεν πούδραρε το μπέικινγκ
Εάν φαγώθηκαν κατόπιν μεταξύ τους
κι αν ήπιανε μια θάλασσα από δάνεια
Ήταν μικροί που τους ορέχτηκε μεγάλος
Ήρθε η σειρά μου πια τ’ ανάστημα να υψώσω
σ’ όποιον τη δήθεν τέχνη του βαφτίζει λευτεριά
Το κίτρινο κουρκούτι θα φορέσω
Έτσι, με πλαίσιο γύρω το τηγάνι,
πολύ ν’ αρέσω
Του Ευαγγελισμού τα ευχάριστα
έχω να πω στους μπακαλιάρους
Λαζαρέτο
Σε μια αιωνιότητα πόνου εκτίθεται
η νυχτοπεταλούδα παγιδευμένη στο κεχριμπάρι
Φύεται σαν επίπονη φωτογραφία
καταδικασμένη να επαναλαμβάνει τον εαυτό της
Όπως το φάντασμα δεν αποδέχεται τον ρόλο του
βιώνει ένα συναίσθημα αφοπλισμένης βόμβας
Ας μοιάζει ακόμη να ’ναι ζωντανή
Σε κεχριμπάρι κίτρινο κατοικεί η ψυχή μας