Ο αετός σηκώνει τον αέρα

Χρήστος Κεχαγιόγλου: «Άκρη των νερών»
Χρήστος Κεχαγιόγλου: «Άκρη των νερών»

1. στην Εθνική οδό μετά το Κιάτο είμαι πάλι τώρα. δεν νυχτώνει, είναι μεσημέρι, και το φως, ο ήλιος από πάνω μου ωραία κι αυτός υπάρχει, φαίνεται. φαίνεται το φως πως με φωτίζει χωρίς πάθος, τη διαδρομή μου ως την Πάτρα, ως το Ρίο, ως το Αντίρριο, ως το Μεσολόγγι, αυτή τη διαδρομή απέξω κι αυτός την ξέρει, κάθε μέρα και χωρίς εμένα ο ήλιος και το φως του την επιτηρούν, τη σκέφτονται. αυτοκίνητο κι ο ήλιος πια στη δικιά του διαδρομή από αρχαίο άρμα πολύ πιο γρήγορο, πολύ πιο ενήμερο. αυτοκίνητο εναέριο, στους αετούς μου δίπλα, στης ζωής μου τις μικρές διαδρομές σημάδι, θεός ίσως.


2. στο Ρίο κοιμάμαι τώρα σ’ ένα όμορφο μαγειρευτό φαΐ μπροστά, σ’ ένα όμορφο απλό εστιατόριο, σ’ ένα όμορφο παλιό ξενοδοχείο. είναι κρέας λεμονάτο, το ίδιο ακριβώς που και στα Καμένα Βούρλα άλλα χρόνια πριν σταματώντας, την ίδια χαρά, την ίδια απόλαυση ένοιωθα, να κοιμηθώ κι εκεί ήθελα στο λεμονάτο αυτό δίπλα, στον εαυτό μου εκείνον τον επίσης απλό, παλιό, όμορφο. απέξω όλα τα δύσκολα, πολύ μακριά μου για λίγο των πόλεων η αγνωμοσύνη, της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης, της Πάτρας η τις περισσότερες ώρες χωρίς όνομα καθημερινότητα. η αλαζονεία.


3. αγκαλιάζω έναν καταρράκτη. το νερό του το αηδόνι θέλω πολύ να το αγαπήσω, να το κάνω δικό μου, να το πάρω μαζί μου στο σπίτι μου, να το ακούω κάθε μέρα να κελαηδάει, να κατεβαίνει με δύναμη αλλά χωρίς κακία, να πέφτει σε άλλο νερό προηγούμενο πάνω, σε λεία βράχια από τη δική του ροή φτιαγμένα, σε βυθό κάτω―κάτω να κατακάθεται, ν’ ανακατεύεται όλο το νερό, να μένει εκεί, εκεί για λίγο να μένει, να ηρεμεί. εδώ, στο σπίτι μου μέσα, στη ζωή μου.


4. Ελλάδα μικρή μου, κι εσύ εδώ, μ’ αυτό το νερό τον αέρα να μένεις, σ’ ενός δωματίου μόνο ολόκληρη τη σιωπή, τα λίγα λόγια, τα χαρτιά αυτά εδώ τα χάρτινα, τα τιποτένια, τα τίποτα. ποια μυρωδιά σου, ποια γεύση σου, εσύ να πεις, εσύ να διαλέξεις, ποιον ουρανό, ποια ώρα, ποια εποχή. και την πιο τρελή σου στιγμή αν θέλεις φέρ’ την εδώ, πάνω από τις γρίλιες, με το υπόλοιπό σου απέξω λίγο να μπαίνει, να σε ψάχνει, να σε θυμάται. εσύ όμως μ’ εμένα μόνο τώρα εδώ.


5. χωριά μέσα στα χωριά, το ίδιο σκληρά παλιότερα, το ίδιο δυσκολεμένα, το ίδιο αρχαία κι ασταμάτητα. από την Κυπαρισσία πάνω, από τον Αετό, ιπτάμενη νοσταλγία και τρύπα στον Χρόνο χωρίς βυθό πουθενά, χωρίς ανθρώπινο όριο. ο παππούς μου, βέβαια, στην Ωραία του Πύλη αθάνατος, γλυκομίλητος, σοφός. ο παππούς μου εκεί μαρμαρωμένος αλλά χαμογελαστός. κι αυτός εδώ, να, δίπλα μου νέος, πριν τον πατέρα μου πολύ, πριν από μένα. πριν απ’ όλα.



____________
    ( Από τη νέα ποιητική συλλογή του Σωτήρη Κακίση που θα κυκλοφορήσει από τις εκδ. Βακχικόν )


 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: