Αλλαγή καιρού
Τη μέρα που συναντηθήκαμε έπνεαν άνεμοι
εμπιστοσύνης και
πλώρη έβαλα για το ταξίδι
ακουμπισμένη στον ώμο σου
―νυστέρι ήθελε κάποιος να μας απομακρύνει.
Μπαίναμε βγαίναμε στη βάρκα
ξεκούμπωτοι
το χρόνο καταργούσαμε·
το βλέμμα σου σύχναζε στο βλέμμα μου
τα χέρια μου χαϊδεύαν τα δικά σου
ώσπου μια μέρα
Δευτέρα απόγευμα ήτανε
είδα πως άλλες συνήθειες είχες αποκτήσει
τα μπράτσα σου φυλάγονταν
τα μάτια σου ξεπόρτισαν απ’ τα δικά μου.
Κι άκουσα τη φωνή σου να καταργεί
μέρες παλιές
μήνες παλιούς και
συλλαβές.
Δεν έχουμε τίποτε να πούμε;
Ραγδαία μεταβλήθηκε ο καιρός.