Περί ερμηνείας και ρητορείας

Ψηφίδες ενός ιστορικού χάρτη της μεταφραστικής θεωρίας

[ ΕΝΟΤΗΤΑ Β΄ : ΑΚΑΙΡΕΣ (ή και ΑΣΚΟΠΕΣ) ΣΚΕΨΕΙΣ ]

Μέρος Α΄

Πήτερ Μπρίγκελ, ο Πρεσβύτερος: «Ο Πύργος της Βαβέλ», περ. 1563. Μουσείο Ιστορίας της Τέχνης, Βιέννη.
Πήτερ Μπρίγκελ, ο Πρεσβύτερος: «Ο Πύργος της Βαβέλ», περ. 1563. Μουσείο Ιστορίας της Τέχνης, Βιέννη.
Florio Ritratto

Ο Φλόριο φαίνεται πως ήταν όνομα και πράμα. Αν υπήρχε κάτι που, αντί να ειπωθεί απλά με πέντε λέξεις, μπορούσε να λεχθεί σχοινοτενώς με δεκαπέντε, το προτιμούσε. Ο John Florio (1565-1605), ή και Ιωάννης Ανθηρός, όπως θα μεταγλωττίζαμε το όνομά του, ήταν ένας ιταλικής καταγωγής μεταφραστής, διάσημος στην εποχή του, εγκατεστημένος στην Αγγλία, που μας άφησε αποδόσεις στα αγγλικά ορισμένων σημαντικών κειμένων της ιταλικής και γαλλικής γραμματείας. Η μετάφρασή του από τα γαλλικά των Essais του Μονταίν τού εξασφάλισε την «αθανασία», όχι τόσο χάριν της ποιότητάς της, αλλά επειδή την διάβασε ο Σαίξπηρ και από το δοκίμιο Περί των Κανιβάλων (Of the Cannibals), με τις αναφορές στον «ευγενή άγριο», εμπνεύστηκε τον χαρακτήρα του Κάλιμπαν, στο τελευταίο έργο του The Tempest.
Έτσι λοιπόν, ο λόγος για τον οποίο μνημονεύουμε τον Φλόριο δεν είναι η ποιότητα του μεταφραστικού του έργου, για το οποίο η κρίση των μεταγενεστέρων δεν ήταν και πολύ ευμενής. Βλέπετε ο Φλόριο –το υπαινιχθήκαμε εξ αρχής– ήταν επιρρεπής στο διανθίζειν, όπως άλλωστε μας λέει και το όνομά του.

Πολλοί μελετητές έχουν επισημάνει αυτή την τάση του προς την υπερβολή: Εκεί όπου ο Μονταίν μιλά για «το κύρος του προσώπου του και την αυστηρότητα των λόγων του», ο Φλόριο μας δίνει «το συντριπτικό κύρος του παρουσιαστικού του και η επιβλητική αυστηρότητα των λόγων του». Η αναφορά του Μονταίν στην κάθοδο των μυρίων με τις απλές λέξεις «οι δέκα χιλιάδες έλληνες στη μακρά και διάσημη υποχώρησή τους», γίνεται «οι δέκα χιλιάδες έλληνες στη μακρόσυρτη και πολυτραγουδισμένη υποχώρησή τους». Η φράση «ένα τέτοιο συνονθύλευμα βιβλίων» γίνεται «ένα τέτοιο άχρηστο χρονοβόρο και αποβλακωτικό συνονθύλευμα βιβλίων». Ο Φλόριο προχωρά και παραπέρα, αλλάζοντας και το νόημα κατά το δοκούν: Μιλώντας για την αμφιλεγόμενη μετάφραση της Βίβλου στα αγγλικά από τον Ουίκλιφ τον 15ο αιώνα, ο Μονταίν αναφέρεται στα σφάλματα [erreurs] του Ουίκλιφ, αλλά ο Φλόριο μεταφράζει «οι απόψεις [opinions] του Ουίκλιφ». [1]
Όμως, ας μην παρασυρθούμε: Ο Τζών Φλόριο δεν ήταν κάποιος αδαής, κακός μεταφραστής. Μάλλον είχε διαμορφώσει μια δική του ιδιόρρυθμη άποψη για τη μετάφραση που θα μπορούσαμε να την περιγράψουμε ως δημιουργική μεταγραφή, ή και σφετερισμό του πρωτοτύπου με σκοπό τη μετάδοση ιδεών. Δεν ήταν οπωσδήποτε τυχαίος ο Φλόριο: ήταν μια σπουδαία προσωπικότητα, που, εκτός από μεταφραστής, ήταν και οικοδιδάσκαλος γόνων επιφανών αγγλικών οικογενειών, συντάκτης λεξικών, οδηγών κοινωνικής συμπεριφοράς, απανθισμάτων γνωμικών και παροιμιών, γραμματέας του Γάλλου πρέσβη στο Λονδίνο και φίλος του Τζιορντάνο Μπρούνο. Υπήρξε μάλιστα συνοδός του τελευταίου κατά την επίσκεψή του στην Αγγλία, το 1583, όπου ο εκ Νόλης της Καμπανίας ορμώμενος σοφός της Αναγέννησης, πήγε για να διαλεχθεί με τους καθηγητάδες της Οξφόρδης επί της κοπερνίκειας θεωρίας.

Ο Μπρούνο, στο κείμενό του «Το Δείπνο της Τετάρτης των Τεφρών» (La Cena de le Cenere), που τον έβαλε σε μπελάδες με την Ιερά Εξέταση, αναφέρει πως πήγε μαζί με τον Φλόριο στο σπίτι του Γάλλου πρέσβη, ο οποίος παρέθεσε το δείπνο εκείνο, και πώς κάθονταν πλάι-πλάι ενώ ο Μπρούνο συζητούσε με κάποιους από τους δόκτορες με τους οποίους θα είχε τον επίσημο διάλογο στην Οξφόρδη λίγες μέρες αργότερα.[2]
Όπως ξέρουμε ο Μπρούνο κατέληξε στην πυρά – το 1600. Ήταν οπωσδήποτε μια επικίνδυνη εποχή για τους διανοουμένους στην Ευρώπη, για τους φιλόσοφους, τους επιστήμονες και, βέβαια, για τους μεταφραστές ανάμεσά τους.
Γιατί συχνά πυκνά οι μεταφραστές βρίσκονταν στο στόχαστρο της Ιεράς Εξέτασης, όσο και οι επιστήμονες. Άλλωστε για τον Τζιορντάνο Μπρούνο η επιστήμη δεν θα μπορούσε να υπάρξει χωρίς τη μετάφραση. Μας το λέει σε μια φράση που διέσωσε ο φίλος του, ο Φλόριο, στα αγγλικά. Βρίσκεται στην Εισαγωγή της μετάφρασης των Δοκιμίων του Μονταίν και λέει ότι: «όπως μου έλεγε ο παλιός μου φίλος ο Νολάνος, και δίδασκε δημόσια, από τη μετάφραση προέρχονται όλες οι επιστήμες» ([as] my olde fellow Nolano tolde me, and taught publikely, that from translation all Science had it's of-spring).
Ο Φλόριο, σ’ αυτό το κείμενο, που δημοσιεύεται λίγο μετά τη θανάτωση του φίλου του, χρησιμοποιεί τη φράση αυτή για να επιχειρηματολογήσει εναντίον εκείνων που θεωρούν ότι η μετάφραση είναι μια δραστηριότητα επικίνδυνη, που προκαλεί διασάλευση της τάξης. Με το επιτηδευμένο ύφος του μας λέει: «Ορισμένοι θεωρούν ότι μια τέτοια μεταστροφή [του κειμένου] σημαίνει την καταστροφή των Πανεπιστημίων. Του Θεού η σοφία να επικρατήσει μέσα τους και να τους συγκρατήσει από καταγγελίες και καταδίκες. Θα ήταν μια δυσμενής τροπή, αν η μετατροπή των βιβλίων σήμαινε την ανατροπή των βιβλιοθηκών». (Some holde that such conversion is the subversion of Universities. God holde with them, and withholde them from impeach or empaire. It were an ill turne, the turning of Bookes should be the overturning of Libraries).[3]
Η μετάφραση, σε συνδυασμό με την τυπογραφία εκείνη την εποχή, διασπείρει σ’ ένα πολύ ευρύτερο κοινό καινοφανείς ιδέες και, ακόμη χειρότερο, ειδωλολατρικές φιλοσοφίες του αρχαίου κόσμου. Υπήρχαν όντως άνθρωποι, συχνά σε θέσεις εξουσίας, οι οποίοι, τον 16ο αιώνα, έβλεπαν με καχυποψία όλη αυτή την «μετατροπή των βιβλίων» (the turning of books) στις διάφορες καθομιλούμενες γλώσσες της Ευρώπης, σαν απειλή για τα Πανεπιστήμια και τις Βιβλιοθήκες, των ιδρυμάτων δηλαδή που ως τότε διαφύλασσαν τη μία και μόνη ορθή γνώση, διατυπωμένη κυρίως στο περιορισμένο πεδίο των δύο καθαγιασμένων παλαιών γλωσσών, ήγουν των ελληνικών και των λατινικών, τις οποίες, βέβαια, δεν μίλαγε ο απλός λαός.
Γίνεται έτσι αμέσως αντιληπτό ότι η μετάφραση έδρασε σαν επιταχυντής του νέου πνεύματος της Αναγέννησης που αποτελεί το κεντρικό στοιχείο του πολιτισμού μας, αλλά γίνεται επίσης αντιληπτό ότι η μετάφραση, την εποχή εκείνη, ήταν μια πολλαπλώς επικίνδυνη υπόθεση. Γιατί αν οι υψηλά ιστάμενοι έβλεπαν τον κίνδυνο της διαστροφής της γνώσης εξαιτίας της μετάφρασης, αυτό σήμαινε ότι οι ίδιοι οι μεταφραστές διέτρεχαν το κίνδυνο να προκαλέσουν την οργή των ισχυρών. Όσοι, λοιπόν, καταπιάνονταν με τη δουλειά της μετάφρασης έπρεπε να είναι πολύ προσεκτικοί. Περπατούσαν σε τεντωμένο σκοινί. Τα σφάλματα πληρώνονταν πολύ ακριβά.

Dolet

Κανένας μεταφραστής ίσως δεν πλήρωσε βαρύτερο τίμημα για τρεις μόνο λέξεις από ό,τι ο Ετιέν Ντολέ.
Ο Étienne Dolet (1509-46) στη μετάφραση ενός διαλόγου που αποδιδόταν στον Πλάτωνα, με τίτλο «Αξίοχος», συνάντησε το όντως σκολιό εδάφιο που αναφέρεται στον θάνατο:

Ότι περί μεν τους ζώντας ουκ εστίν, οι δε αποθανόντες ουκ εισίν· ώστε ούτε περί σε νυν εστίν, ου γαρ τέθνηκας ούτε ει τι πάθοις, έστε περί σε· συ γαρ ουκ έσει.

Το οποίο θα μπορούσαμε να αποδώσουμε σχεδόν λέξη προς λέξη κάπως έτσι:

Ότι για τους μεν ζωντανούς δεν υπάρχει, οι δε αποθανόντες δεν υπάρχουν· ώστε ούτε για σένα τώρα υπάρχει, αφού δεν πέθανες, ούτε αν πάθεις κάτι θα υπάρχει για σένα· γιατί εσύ δεν θα υπάρχεις.

Δηλαδή, ο θάνατος είναι ανύπαρκτος: Γιατί για τους ζωντανούς δεν υπάρχει, αλλά ούτε και για τους πεθαμένους αφού αυτοί δεν υπάρχουν πια. Έτσι και για σένα Αξίοχε δεν υπάρχει αφού δεν έχεις πεθάνει. Κι αν συμβεί να πεθάνεις, πάλι δεν θα υπάρχει για σένα αφού εσύ πια δεν θα υπάρχεις.
Ο Ντολέ απέδωσε το εδάφιο ως εξής:

Pour ce qu'il est certain que la mort n'est point aux vivants: et quant aux defuncts, ilz ne sont plus: donques la mort les attouches encore moins. Parquoy elle ne peult rien sur toy, car tu n'est pas encores prest à deceder; et quand tu seras décédé, elle n'y pourra rien aussi, attendu que tu ne seras plus rien du tout.[4]

Ο μεταφραστής εδώ φαίνεται πως θέλησε να μεταδώσει πιο εμφατικά το «συ γαρ ουκ έσει» στο τέλος του εδαφίου, και στο tu ne sera plus πρόσθεσε τις τρεις λέξεις rien du tout, δηλαδή «απολύτως τίποτε».
Αυτές οι τρεις μονοσύλλαβες γαλλικές λέξεις σφράγισαν τη μοίρα του Ντολέ, καθώς ήταν προφανές ότι έθεταν σε αμφισβήτηση την αθανασία της ψυχής. Δεν ήταν η πρώτη φορά που ο μεταφραστής μας προκαλούσε τους ευσεβείς· είχε συλληφθεί και φυλακισθεί επανειλημμένα κατηγορούμενος για αθεΐα. Όμως εδώ η απόδειξη ήταν σαφής, πέραν πάσης αμφιβολίας.
Ο Ντολέ καταδικάστηκε σε θάνατο ως αιρετικός και στις 3 Αυγούστου 1546, ημέρα των 37ων γενεθλίων του, στραγγαλίστηκε στην πλατεία Μωμπέρ του Παρισιού και στη συνέχεια κάηκε μαζί με τα βιβλία του.
Καθ’ οδόν προς τον τόπο της εκτέλεσής του, εκφράζοντας αυτό που θα ονομάζαμε «πνεύμα της Αναγέννησης», συνέθεσε ένα λογοπαίγνιο στα λατινικά, που συνέδεε το όνομά του με το τρίτο ενικό του ρήματος doleo (πονώ, χτυπιέμαι): Non dolet ipse Dolet, sed pia turba dolet (δεν χτυπιέται ο ίδιος ο Ντολέ, αλλά το πλήθος των ευλαβών ανθρώπων).

Βέβαια, κάθε λάθος δεν πληρώνονταν κατ’ αυτό τρόπο. Μάλιστα αν ήταν ηθελημένο και έβρισκε υποστηρικτές, μπορούσε να αποφέρει μεγάλα οφέλη και να δοξάσει το όνομα του μεταφραστή. Γιατί λίγα χρόνια πριν την καταδίκη του Ντολέ ένας άλλος μεταφραστής που πρόσθεσε κι εκείνος κάτι, στη μετάφραση ενός οπωσδήποτε πολύ σημαντικότερου κειμένου, όχι μόνο δεν κατέληξε στην πυρά (μολονότι πολλοί ισχυροί στη Ευρώπη θα το θέλανε πολύ), αλλά – κερδίζοντας την εύνοια των ηγεμόνων της περιοχής του καθώς και σημαντικό λαϊκό έρεισμα – επέφερε μια δογματική «μεταστροφή» που άλλαξε τη ροή της ιστορίας του κόσμου.

Ο λόγος για τον Μαρτίνο Λούθηρο, που το 1522 δημοσίευσε τη μετάφρασή του από τα ελληνικά στα γερμανικά της Καινής Διαθήκης, προσθέτοντας τη λέξη «μόνον» σε μια φράση της προς Ρωμαίους Επιστολής του Αποστόλου Παύλου.
Συγκεκριμένα, στη φράση «λογιζόμεθα οὖν πίστει δικαιοῦσθαι ἄνθρωπον χωρίς ἔργων νόμου» (3.28) [στη λατινική μετάφραση του Ιερώνυμου arbitramur hominem iustificari ex fide absque operibus] ο Λούθηρος παρεμβάλλει τη λέξη «μόνον» μετά το πίστει ή, στα λατινικά, τη λέξη sola και δίνει τη γερμανική φράση »Wir halten, daß der Mensch gerecht werde ohn des Gesetzes Werke, allein durch den Glauben«, δηλαδή ο άνθρωπος σώζεται (χωρίς [ohne] τα έργα του νόμου) από την πίστη και μόνο: allein durch den Glauben.[5] Πάνω σ’ αυτό το allein στηρίζεται ένας από τους πυλώνες της Μεταρρύθμισης και του Προτεσταντικού θρησκευτικού δόγματος – το sola fide, που ουσιαστικά καθιστά την διαμεσολάβηση της εκκλησίας (δηλαδή του Πάπα και του Καθολικισμού) περιττή για την σωτηρία του ανθρώπου.
Φυσικά αυτό ξεσήκωσε θύελλες. Όμως ο Λούθηρος, απτόητος το 1530 συνέταξε μια ανοιχτή επιστολή για να υπερασπιστεί τη μετάφρασή του –το Sendbrief vom Dolmetschen– όπου αναφέρει μεταξύ πολλών άλλων: «ξέρω πολύ καλά ότι στο τρίτο κεφάλαιο της προς Ρωμαίους Επιστολής η λέξη solum/μόνον δεν βρίσκεται ούτε στο ελληνικό ούτε στο λατινικό κείμενο – οι παπικοί δεν χρειαζόταν να μου το μάθουν αυτό. Είναι γεγονός ότι τα τέσσερα γράμματα s-o-l-a δεν είναι εκεί. Κι αυτοί γαϊδουροκέφαλοι κάθονται και τα κοιτάνε όπως οι αγελάδες μια καινούρια πόρτα στο στάβλο, χωρίς να καταλαβαίνουν ότι μεταδίδει την έννοια του κειμένου – γιατί αν πρόκειται η μετάφραση να είναι σαφής και ρωμαλέα (klar und gewaltiglich) τότε η λέξη αυτή πρέπει να βρίσκεται εκεί. Ήθελα να μιλήσω γερμανικά, όχι λατινικά ούτε ελληνικά, αφού γερμανικά μιλάω στη μετάφραση. Και είναι στη φύση της γλώσσας μας, όταν μιλάμε για δύο πράγματα, αναφέροντας το ένα καταφατικά και το άλλο αρνητικά, να χρησιμοποιούμε τη λέξη allein (μόνο) μαζί με τη λέξη nicht (όχι, δεν) ή kein (όχι, καθόλου)».[6]
Τελικά ο Λούθηρος κέρδισε το στοίχημα και μετά από την προσθήκη της λέξης allein (μόνον, sola), που δεν απαντάται στο πρωτότυπο, ο κόσμος μας άλλαξε για πάντα.

Leonardo Bruni 2

Είναι προφανές ότι όλη η εποχή της νεωτερικότητας είναι συνυφασμένη με το έργο της μετάφρασης. Από την πρώιμη φάση αυτής της ιστορικής περιόδου γίνεται αντιληπτή η σημασία μιας νέας ανάγνωσης των κειμένων της αρχαίας γραμματείας που θα έδινε την «ορθή ερμηνεία» όπως το έθεσε και ο Λεονάρντο Μπρούνι στο πρώτο κείμενο «μεταφρασεολογίας» της σύγχρονης εποχής με αυτόν ακριβώς τον τίτλο: De Interpretatione Recta.
Ο φλωρεντίνος λόγιος και πολιτικός Leonardo Bruni (π. 1370-1444) με πλούσιο συγγραφικό, ιστορικό και μεταφραστικό έργο θεωρείται μία ιδρυτική μορφή του ουμανισμού καθώς και ο πρώτος «μοντέρνος ιστορικός», καθώς αυτός πρώτος πρότεινε την βασική περιοδολόγηση της ιστορίας σε αρχαίους, μέσους (σκοτεινούς) και νεότερους χρόνους, που χρησιμοποιούμε ακόμα, ενώ μας έδωσε, μέσα από τη φράση studia humanitatis (η μελέτη της ανθρωπότητας), και τον όρο «ανθρωπισμός».
Όπως αναφέρει και ο σπουδαίος δάσκαλος των ημερών μας, ο Μπερμάν, στον Μπρούνι οφείλουμε και την χρήση της λέξης traductio (μετάφραση) στις σύγχρονες ρωμανικές γλώσσες, καθώς ως τότε, ακολουθώντας τα λατινικά οι πιο συνήθεις όροι ήταν “interpretari”, “vertere”, “convertere”, “latine reddere” ή και, στην ύστερη αρχαιότητα, “translatere” που είχε αρχικά τη σημασία της μετατόπισης, της υλικής μεταφοράς στο χώρο. Όπως αναφέρει ο Μπερμάν, ενδεχομένως η εισαγωγή του όρου traductio προήλθε από… μεταφραστικό σφάλμα, καθώς ο Μπρούνι χρησιμοποίησε τη μετοχή tradotto για να αποδώσει το traductum σε λατινικό κείμενο, όπου είχε την σημασία της «μετακίνησης» μιας ρήσης από ένα συγγραφέα σε άλλο με την έννοια της αντιγραφής, ή λογοκλοπής.[7]
Οι μεταφράσεις έργων του Αριστοτέλη στα λατινικά από τον Μπρούνι έθεσαν ένα νέο πρότυπο, όπου ο μεταφραστής ανοίγει διάλογο με το πρωτότυπο, με τις πηγές της γνώσης, και οφείλει να αρθεί στο ύψος του συγγραφέα του πρωτοτύπου, θέτοντας έτσι και νέες, πολύ υψηλές, απαιτήσεις για τον ίδιο το μεταφραστή.
Ο Μπρούνι ξαναπιάνει τη συζήτηση με τους αρχαίους Ρωμαίους, τους πρώτους που ασχολήθηκαν συστηματικά με το θέμα της μετάφρασης, καθώς καταπιάστηκαν σοβαρά με τη μελέτη των έργων της γραμματείας μια άλλης γλώσσας. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Μπρούνι παραλαμβάνει τη σκυτάλη από τον Κικέρωνα που είχε δηλώσει ότι «μετέφρασα τον Αισχίνη και τον Δημοσθένη όχι ως διερμηνέας αλλά ως ρήτορας» [“nec converti ut interpres, sed ut orator”].[8]
Αυτό βέβαια ενώ εξυψώνει το μεταφραστή, τον στέλνει στο πεδίο της αβεβαιότητας. Πάντως, ο Μπρούνι συνολικά μας εισάγει σε μια νέα ιστορική φάση. Κατορθώνει να ξεφύγει από την στεγνή αναπαραγωγή κάποιων απόψεων των Λατίνων συγγραφέων ως θέσφατα για τη συγκρότηση μιας τεχνικής, ενός εγχειριδίου (vade mecum), που θα μπορούσαμε να πούμε ότι ήταν η κύρια τάση κατά τον Μεσαίωνα, και θέτει τις βάσεις για τη δημιουργία μιας μεθόδου της μετάφρασης.
Ωστόσο, η interpretatione recta ή η τέλεια μετάφραση (perfetta traduzione, όπως έχει αποδοθεί ο όρος του Μπρούνι στα ιταλικά[9]), μας διαφεύγει. Κι αυτό θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι απόρροια του έργου του ίδιου του Μπρούνι, η προσφορά του.

***

Αλλά αρκετά για σήμερα αγαπητέ αναγνώστη. Θα συνεχίσουμε σε άλλη ευκαιρία και με άλλες ψηφίδες αυτής της ιστορίας…

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: