Μικρή κλίμακα: Κάλλια Παπαδάκη, Νικόλας Σεβαστάκης

H στή­λη αυ­τή προ­τεί­νει κά­θε μή­να σε συγ­γρα­φείς μια φρά­ση που θα απο­τε­λεί τον τί­τλο ή θα εμπε­ριέ­χε­ται σε ένα αδη­μο­σί­ευ­το πε­ζό κεί­με­νό τους (έως 250 λέ­ξεις). Ενί­ο­τε θα δί­νε­ται και μη ρη­μα­τι­κή ιδέα συγ­γρα­φής. Στό­χος της στή­λης εί­ναι αφε­νός να δη­μιουρ­γη­θεί μια δε­ξα­με­νή συλ­λο­γής πρω­το­γε­νούς υλι­κού και αφε­τέ­ρου μια εν προ­ό­δω χαρ­το­γρά­φη­ση της ελ­λη­νι­κής πε­ρί­πτω­σης στο το­πίο της σύγ­χρο­νης ελ­λη­νι­κής μι­κρο­μυ­θο­πλα­σί­ας.

Στους (δύο) συγ­γρα­φείς αυ­τού του τεύ­χους έχει δο­θεί η φρά­ση:
«πρώ­τη σου φο­ρά στη Σα­γκάη;».

————————————————————————

Γιανγ­κ­τσέ

Το μα­κρύ πο­τά­μι δια­σχί­ζει την πα­λά­μη σου, τα πα­ρα­κλά­δια του μι­κροί πα­ρα­πό­τα­μοι ελ­πί­δας και συμ­φο­ράς, μαρ­τυ­ρούν τις περ­σι­νές, ξαφ­νι­κές νε­ρο­πο­ντές και τις μα­κριές πε­ριό­δους ξη­ρα­σί­ας. Στις αρ­θρώ­σεις των δα­κτύ­λων σου, μι­κρές χα­ραγ­μα­τιές των ονεί­ρων σου και στην ανά­στρο­φη στίγ­μα­τα από κα­λο­καί­ρια που πέ­ρα­σαν.

Χθες, στ’ ανά­ντη της πα­λά­μης μου φύ­τρω­σε μια τό­ση δα, κόκ­κι­νη αγριε­λιά, με τρε­μά­με­νο δά­χτυ­λο την άγ­γι­ξες και ψέλ­λι­σες· «πρώ­τη σου φο­ρά στη Σα­γκάη;»

Κάλ­λια Πα­πα­δά­κη

Μικρή κλίμακα: Κάλλια Παπαδάκη, Νικόλας Σεβαστάκης

Μη­χα­νές πτή­σης

Πέ­ρα­σε χρό­νια στο υπνο­δω­μά­τιο: παι­διό­θεν με επι­σκέ­ψεις για­τρών, συ­σκευ­ές οξυ­γό­νου, σι­γα­νές κου­βέ­ντες και πό­νο, πό­νο στα κόκ­κα­λα, στα σπλά­χνα, στις κλει­δώ­σεις. Ώσπου βρέ­θη­κε μια νέα θε­ρα­πεία. Δεν θα ήταν πια μο­νί­μως κλι­νή­ρης. Μπό­ρε­σε να γνω­ρί­σει και τα υπό­λοι­πα δω­μά­τια που τα βρή­κε πιο φω­τει­νά απ’ το δι­κό του.
Ευ­τυ­χώς κα­τοι­κού­σε σε σπί­τι πα­λαιού τύ­που με ωραία κα­γκε­λω­τή πε­ρί­φρα­ξη και κή­πο απ’ όπου ακου­γό­ταν το σφύ­ριγ­μα του παπ­πού, λυ­πη­μέ­να τρα­γού­δια που ο γέ­ρος τα δια­σκεύ­α­ζε στα­θε­ρά προς το πιο λυ­πη­τε­ρό. Με τον και­ρό το άρ­ρω­στο παι­δί θα απο­κτού­σε δι­καιώ­μα­τα σε λί­γο ήλιο αφού η πά­θη­σή του απαι­τού­σε σκί­α­ση και δρο­σιά εσω­τε­ρι­κού χώ­ρου, το εί­δος της αρ­γο­σά­λευ­της ζω­ής δί­χως γε­γο­νό­τα: ζωή χω­ρίς ζωή θα την βά­φτι­ζε μέ­σα του, όταν κά­ποια στιγ­μή ανα­κά­λυ­ψε πως με τις λέ­ξεις μπο­ρείς να κερ­δί­σεις πολ­λές δεύ­τε­ρες ευ­και­ρί­ες. Η ελά­χι­στη εξω­τε­ρι­κή κί­νη­ση τις άφη­νε να ορ­γιά­ζουν. Και εκτός από τις λέ­ξεις, τα όνει­ρα, αρ­χέ­γο­να και ασφα­λή πτη­τι­κά μέ­σα για την κα­θη­λω­μέ­νη σάρ­κα.

Ένα χά­ρα­μα εί­δε στον ύπνο του την Αμε­ρι­κα­νί­δα συγ­γρα­φέα Περλ Μπακ που εί­χε ζή­σει στην Κί­να τη δε­κα­ε­τία του ΄30. Θυ­μό­ταν το όνο­μά της σε μια γω­νία της βι­βλιο­θή­κης του παπ­πού. Αφού του συ­στή­θη­κε, τον άφη­σε να τη ζυ­γώ­σει και τον ρώ­τη­σε: πρώ­τη σoυ φο­ρά στη Σα­γκάη; Πρέ­πει να της απά­ντη­σε κά­τι έξυ­πνο και ίσως αστείο, για­τί απο­κλεί­ε­ται να αρ­κού­νταν σε ένα απλό όχι. Σπά­νια όμως μπο­ρού­σε να ανα­σύ­ρει με ακρί­βεια τα λό­για του από τον βα­θύ, πρω­ι­νό ύπνο. Ξύ­πνη­σε όταν ο παπ­πούς άρ­χι­σε να σφυ­ρί­ζει τα Παι­διά της Σα­μα­ρί­νας. Το αγα­πη­μέ­νο του.

Νι­κό­λας Αλ. Σε­βα­στά­κης

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: