Μικρή Κλίμακα: Χρήστος Μαρτίνης, Θέμης Πάνου, Γεωργία Συλλαίου, Δήμητρα Χ. Χριστοδούλου

H στήλη αυτή προτείνει κάθε μήνα σε τρεις-τέσσερις συγγραφείς μια φράση που θα αποτελεί τον τίτλο ή θα εμπεριέχεται σε ένα αδημοσίευτο πεζό κείμενό τους (έως 250 λέξεις). Ενίοτε δίνεται και μη ρηματική ιδέα συγγραφής, μια μουσική ή μια φωτογραφία. Στόχος της στήλης είναι αφενός να δημιουργηθεί μια δεξαμενή συλλογής πρωτογενούς υλικού και αφετέρου μια εν προόδω χαρτογράφηση της ελληνικής περίπτωσης στο τοπίο της σύγχρονης ελληνικής μικρομυθοπλασίας.

_________

Στους τέσσερις συγγραφείς αυτού του τεύχους έχει δοθεί η φράση: «κοίτα να είσαι σύντομος», του Δ. Σολωμού.

Μικρή Κλίμακα: Χρήστος Μαρτίνης, Θέμης Πάνου, Γεωργία Συλλαίου, Δήμητρα Χ. Χριστοδούλου


Σου λέω φοβερός συνάδελφος

Κοίτα να είσαι σύντομος, μου είχε πει θυμάμαι μετά από μια συνάντηση που ‘χε τραβήξει καμιά ώρα χωρίς λόγο. Αυτός κοίταζε να είναι σύντομος και εντός θέματος. Όχι σαν άλλους που άλλο ρωτάς κι άλλο απαντάνε. Στα μίτινγκ ήξερε ρωτούσε τα σωστά, χώρια που μοιραζότανε μετά και σημειώσεις. Και το πουκάμισο καλοσιδερωμένο. Ούτε μπαινόβγαινε στα γραφεία κουτσομπολιά και τέτοια. Καλημέρα, καλησπέρα, συντόμευε, τέλος. Για τα δικά του έλεγε τα βασικά: αν είχε παντρευτεί, πόσα παιδιά, ποιος είχε αρρωστήσει από γρίπη. Έστελνε τα μέιλ του στην ώρα τους, ήξερε να φτιάχνει και διαγράμματα για τις παρουσιάσεις. Α, το πιο σημαντικό: κούπα δεν άφηνε άπλυτη και τις καρέκλες τις επέστρεφε στη θέση τους. Τα μεσημέρια έβγαζε ένα ροζ ταπεράκι πλαστικό με το φαΐ του. Έτρωγε κοιτώντας βιντεάκια στο λάπτοπ και χαμογελούσε με σφιγμένα χείλη. Τι έβλεπε δεν ξέρω, δεν τον ρώτησα. Σου λέω, φοβερός συνάδελφος. Ταίριαζε με τον χώρο, αν και κάπνιζε πολύ. Πάντα στο μπαλκόνι βέβαια, μιλώντας στο τηλέφωνο. Τη μέρα που δεν ήρθε στη δουλειά πιστέψαμε πως είχε βάλει άδεια. Τρεις μέρες πέρασαν, την τρίτη μέρα μας ειδοποίησε ανεπίσημα το έιτς-άρ πως τους καλέσανε γιατί χρειάζονταν την σύμβαση για τις ασφάλειες και κάτι κληρονομικά. Ούτε αυτό δεν μάθαμε από μόνοι μας για εκείνον. Μας το ανακοίνωσαν.

Χρήστος Μαρτίνης



Άσπρες κάλτσες

Με τα μάτια καρφωμένα στο πάτωμα, με δήθεν κατάνυξη, στα μάρμαρα του πρόναου, αμέσως θα έβλεπα τις άσπρες κάλτσες. Άμα καθόμουνα πλάι στην πόρτα, οπωσδήποτε θα έβλεπα τα μαύρα λουστρίνια, αλλά η Στέλλα δεν ήρθε. Πόζα να κρατήσεις, ο Φαίδων με είπε, να σε μιλήσει πρώτη, και κοίτα να είσαι σύντομος, να πεις με γεια τα παπούτσια, και μόνο αυτό, κιμπάρης να είσαι. Να την φιλήσω στο στόμα ήθελα εγώ όχι να την μιλήσω, να της το δείξω ήθελα ότι την λαχταρώ αλλά, αλλά η Στέλλα δεν ήρθε. Ώσπου να τελειώσει η λειτουργία της Σταύρωσης, εγώ άσπρες κάλτσες δεν είδα, σαν τον σκύλο περίμενα, αλλά δεν ήρθε.
Την άλλη μέρα, Μεγάλο Σάββατο του 1977 στον αυλόγυρο των δώδεκα Αποστόλων, την είδα να μιλάει στη Βικτωρία στη φίλη της και άκουσα να την λέει για τα καινούργια της παπούτσια που δεν ήξερε, δεν ήξερε, αυτό ήτανε το θέμα, με τι κάλτσες να τα βάλει, κι αυτός ήτανε ο λόγος που εχθές βράδυ Μεγάλης Παρασκευής στην εκκλησία δεν ήρτε.
Στάθηκα εκεί δίπλα στις ορτανσίες και περίμενα να γυρίσει να με διεί να την πω καλημέρα, Στέλλα. Ματαίως. Ο Ανάργυρος από την έκτη τάξη εμφανίστηκε και μαζί και οι τρεις πήγανε να ρίξουνε τις δάφνες μέσα στο ναό.
Ανάσταση δεν είδα εκείνη τη χρονιά, που ήμουνα εννιά χρονών, ή έστω αυτήνα που περίμενα. Βλαξ και αφελής αγνοώντας πως στα κορίτσια αρέσει να κάμουν καπρίτσια με τις αναμονές και τα περίμενε, αν και ρώτησα να μάθω, ρώτησα αλλά, αλλά δεν έμαθα.

Θέμης Πάνου


Το ενυδρείο

Κάθιδρος ο υποψήφιος, αναδεύεται στο άβολο κάθισμα, μη ξέροντας πώς να βολέψει χέρια και πόδια. Ο χαρτοφύλακας με τα πτυχία του, τις συστατικές επιστολές και λοιπά εισιτήρια για την είσοδό του στον κόσμο των εργαζομένων έχει γλιστρήσει στο πάτωμα. Με τα μάτια κλειστά επαναλαμβάνει τον πρόλογο στον οποίο έχει εναποθέσει πολλές ελπίδες για την επιτυχή έκβαση του εγχειρήματός του. Σε λίγο θα τον εκφωνήσει σε μια αδέκαστη επιτροπή – δεν πρέπει επ’ ουδενί να χάσει τον ειρμό.
Η μέχρι τώρα κλειστή πόρτα επιτέλους ανοίγει και εμφανίζεται ο προηγούμενος υποψήφιος, εμφανώς καταβεβλημένος από την διαδικασία που έχει προηγηθεί. Κατηφής, του κάνει νόημα να παίρνει γρήγορα σειρά. Ο δικός μας υποψήφιος, με σαφώς αναπτερωμένο ηθικό, (δεδομένου ότι όπως φαίνεται ο προηγούμενος τα έκανε θάλασσα), μπαίνει στην αίθουσα με το κεφάλι ψηλά. Αντιλαμβάνεται όμως ότι έχει ξεχάσει τον πολύτιμο χαρτοφύλακα. Επίσης, ότι από την επιτροπή τον χωρίζει ένα εντυπωσιακών διαστάσεων ενυδρείο. Χρειάζεται κιάλια για να δει την έκφραση των κριτών του. Απορρυθμίζεται. Γέρνει προς τα πίσω, ταλαντεύεται, γέρνει πάλι προς τα μπροστά, σηκώνει και κατεβάζει τα χέρια σε ένδειξη αδυναμίας.

«Κοίτα να είσαι σύντομος», ακούει μια φωνή.

Σύντομος; Βεβαίως. Άλλωστε, είναι πανέτοιμος. Ανοίγει το στόμα, το ξανακλείνει, το ανοίγει πάλι και ούτω καθεξής. Βλέπει τα ψάρια να μιμούνται την παντομίμα του, η απάθειά τους τον μαγνητίζει.

«Τέλειωνε, φίλε», ακούγεται πάλι η φωνή.

«Αυτά είχα να πω. Μόνο μια ερώτηση, σας παρακαλώ: Τα ψάρια σας είναι τροπικά; Αυτά τα… τα… τα…»

«Πιράνχας».

Γεωργία Συλλαίου


Αδόκιμη απαγγελία

«Ήλθα να σας παραδώσω αυτό από τον γιο σας», της είπα και έτεινα προς το μέρος της το πακέτο. «Είναι το σύνολο των χειρογράφων του και επιθυμεί να φροντίσετε για την έκδοσή τους. Με πληροφόρησε ότι περιέχει και επιστολή με τις σχετικές οδηγίες». «Ήσασταν μαζί του λίγες ώρες πριν αυτοπυροβοληθεί. Και όλα τα τελευταία χρόνια. Γιατί να μην αναλάβετε εσείς αυτό το οχληρό καθήκον; Εγώ γνωρίζω μόνο από κηπουρική και λίγη μελισσοκομία». «Ο κυριότερος λόγος είναι ότι ήθελε να τα διαβάσετε. Ισχυριζόταν ότι ποτέ δεν διαβάσατε αυτά που έγραφε και σε όσες δημόσιες αναγνώσεις χρειάστηκε να παρευρεθείτε παίρνατε πάντα έναν επιδεικτικό υπνάκο στην καρέκλα σας». «Διάβολε! Πώς μπορεί να έχει την αξίωση να τον διαβάζουν; Οι δεσμοί αίματος δεν δημιουργούν τέτοιου είδους υποχρεώσεις!» «Μα είναι δίπλα σας πια, θα ήταν κρίμα να…». «Αφελείς εκβιασμοί! Τέλος πάντων. Μιας κι ήλθες, διάβασέ τα μου εσύ. Μα κοίτα να είσαι σύντομος!» Έτσι πέρασα λίγες ώρες διαβάζοντας αγχωτικά και χωρίς την τήρηση του ρυθμού και των παύσεων λίγα ποιήματα από κάθε χειρόγραφο του φίλου μου πάνω από τον οικογενειακό του τάφο.

Δήμητρα Χ. Χριστοδούλου

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: