Έξι ποιήματα

Έξι  ποιήματα


[ Άτιτλo Ι-ΙV ]

Ι

Βρήκα τον εαυτό μου στη φωτογραφία
πίσω σειρά, αριστερά
Πρόσεξα όχι τις λεπτομέρειες
αλλά τα συγκινητικά καθέκαστα προσώπου
και τρόμαξα
Και είδα έναν φασουλή
ανάσκελα σαν το μανίκι ενός κουλού
Πέρασα μέσα του το χέρι μου
να τον ορθώσω
και να μαγέψω τα παιδιά
Με τον αντίχειρα να δώσω και καμιά κατραπακιά στη φασαρία
Έραψα ύστερα ποδιά
να μην φανεί ο υποκινητής στη φόδρα
με το τακούνι μου χτύπησα το παρκέ
να φοβηθεί ο φόβος μου
και με επιδέξιους χειρισμούς
έκανα το παιχνίδι ευτυχισμένο
χωρίς τα λόγια μου η παράσταση
χωρίς να είμαι υπόχρεος στο ποίημα
Μιμήθηκα τη θύελλα και τη φωτιά
το θρόισμα έξω μιας μηλιάς
και τη βουή του κύματος που σβήνει τα δράματα ενός ναυαγού θεού
στην άμμο της Μυκόνου

Μα πρώτα να τσαλακώσω το γκοφρέ χαρτί για την κορώνα
Στ’ άχρηστα να πετάξω το σκήπτρο και τα αισθήματα
και ν’ αποσύρω ίσως την κατραπακιά
να μ’ αγαπήσει ο λύκος όταν τον υποδύομαι
να του ζητήσω απόδειξη αγοράς για το γκοφρέ χαρτί
Γιατί φοράς γυαλιά;
Γιατί τα νύχια σου είναι γαμψά;
Ως γηγενής διαμόρφωσα έναν τρόπο με το ζώο

Τέσσερα τα ριζώματα των Σοφών
και οι πεσσοί που παίζουν τα παιδιά του Ηρακλείτου
Μειώνω λέξεις συνεχώς μιας γεωμετρίας αρχαϊκής που έδειξε
πώς να τετραγωνίζεται ο κύκλος
πώς ο Αιών γίνεται παράγοντας θνητός
Αλλά να πάρω σοβαρά και τον Εμπεδοκλή;
Ξυπόλυτος δοκίμασε την υπομονή της Αίτνας
Έκανε όσα δεν κάνουν οι Σοφοί

ΙΙ

Πατρίδα
οι ιαχές, οι υλακές
των επαναπατρισμένων σου
η περιττή διαμαρτυρία απάτριδων
Γλιστράμε όλοι στη νεροτσουλήθρα σου
Τσουλάμε
Κι εσύ, σουρτούκα
η δύστροπη ταμίας των ΕΛΤΑ
με το νεροπίστολο στο ντουλαπάκι
τα ψεύτικα χαρτιά
μακραίνεις τη σκιά σου
στους εξωτικούς προορισμούς του κότσυφα

Εν τω μεταξύ, έξω έχει «πετάξει» τα φύλλα της η κουτσουπιά
συλλαβή προς συλλαβή
Δεν πρόφτασαν να πέσουν τα περσινά
Και πέταξε
Δέντρο του Ιούδα
Κουτσουπιά - πατρίδα
Αυτοφυής της μεσογειακής χλωρίδας

Ποιος μ’ εξουσιοδοτεί στο φυτολόγιο της γλώσσας σου;


ΙΙI

Πρόσωπα που απευθύνθηκα
στο πλάι
Μάτια που στην ίριδα είδα
το ακροάσιμο
Ίαση για την αχρωματοψία και την κωφότητα
Την κατακρήμνιση τόσων και τόσων
Την καρωτίδα μου έως βαθιά

Να μη μιλάτε πλέον
Να με παραγκωνίσετε
Αχαρακτήριστο
Αχρείαστο μέσω Φρανκφούρτης
που καταφθάνω
από το ένα στο ένα

τόσο μονότονο

ΙV

Αμέτρητες φορές
ανάμεσα στον ύπνο και τον ύπνο
Νεκροφανής
απ’ όπου προσπορίζομαι
τα προς το ζην
έλα και πάρε μου το
έλα και πάρε το

θα κοιμηθώ
Ο ύπνος που αναπνέει δεν μου επιστρέφει τα δικαιολογητικά

Ο ληξίαρχος και το αρχείο
Το roll top του
και οι δρύινες προθήκες δεκαετιών
πριν το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο

…να μην είμαι το προικισμένο τέρας
αλλά της επανάληψης ο βαθύτερος γνώστης

V

Café Müller

Παρ’ όλες τις αναβολές της δικάσιμης
μου δέσατε μια πέτρα στο λαιμό
όταν με τις παλάμες μου
έγδερνα τους τοίχους
και σκούνταγα τραπεζοκαθίσματα
να βγω από την ιστορημένη ένταση των καφενείων

VI

Ξέρω τα λόγια σου
δύστροπες συλλαβές
με την προφορά σου
του Τούρκου
με την ανάγνωση ανάποδα
Αλλά δεν είσαι η καρκινική επιγραφή
δεν είμαι η μαρμαρένια γούρνα
να πλένουν ανομήματα τα πρόσωπά μου

Δέν είμαι όνομα
να γυρίζω μέσα έξω
τη νύχτα
και να καίγομαι
Εγώ
να σε περιορίσω ήθελα
Να περιστρέφομαι
γύρω
Ο δορυφόρος
που τραβάει όλο σου
τον μαγνήτη
Το τόπι
που το ρουφάει το σκοτάδι της γλώσσας μου
Η χαρτονένια υδρόγειος της Universal Pictures
πριν τα ζενερίκ

Έκαψες το σελιλόιντ
δεν αποτύπωσα την εικόνα μου
πέραν της οποίας δεν θα μπορούσα να είμαι εικόνα

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: