Ροή

Μeissen

                    «Είσαι φτιαγμένος από θρυμματισμένη πορσελάνη»
                                Μ. Ρ.

Ακούω το αθόρυβο που μου εναποθέτεις
προσεκτικά
πέλμα της γάτας στη φθορά
κι ύστερα σκυμμένη πάνω απ’ τη ρωγμή της πορσελάνης
μ’ ένα πινέλο αποκαθιστάς την εξωφρενική
μανιφακτούρα με τα τεμνόμενα σπαθιά

        *
Τίποτα δεν ανέλαβα
ούτε τον γρόμπο στα φτερά
ούτε και των γραμμάτων μου τον αναλφαβητισμό
πασχίζοντας ωστόσο
ενώ έξω ο κόσμος κυβερνά
Έτσι ολισθαίνοντας
ακόμη και το δυστύχημα να λεξικογραφώ
όλο τον Μάρτιο στα δάχτυλα απ’ έξω


Πορσελάνινες φιγούρες του Μeissen
Πορσελάνινες φιγούρες του Μeissen


Γέρος

Ας αποκοιμηθεί
Ας πυροβολήσει μετά
τον ύπνο
Ας βάψει
από το γαλάζιο αίμα της καρδιάς του
το βασίλειο του δάσους

Η ωραία κοιμωμένη
με τη φυσικότητα του ανύπαρκτου ανάμεσά τους
αναμένει να της κάνει
έρωτα

Τον ξυπνάει με τα μαρμαρένια στήθια της
― προμήνυμα κι αυτά
της γης και
του λατομείου


E
΄ Αρρένων

Μα τι κάνει
και κορδώνεται
τελευταίος στη σειρά
και περιμένει
«Μεταβολή!» να τους πει
ο Κιολέογλου
Να φανεί πρώτος;
«Πρώτος» και «δεύτερος»
δεν έχει στη σειρά
Μόνο διαταγές και τσαλίμια ο σημαιοφόρος
και οι παραστάτες
Βηματίζει λοιπόν σταθερά
με το βλέμμα φιξαρισμένο στο σύννεφο

Κλάνει πάνω
από το μπόι του

Παρελαύνει


Ηis master voice

Και τι κατάλαβα;
Άφησα τη μουσική
για τη δισκογραφία
και βρέθηκα με
Σι μπεμολ
και με το σολ στην πλάτη;

Άφησα στο κεπέγκι το κλειδί
να ψάξεις τ’ αποφόρια μου
Μ΄ όλα τα μάλλινα
και δυο παλτά πάω στον Άδη
Και τι κατάλαβε
ένα σκυλί από την Ιστορία;
Γαβγίζει ανιστόρητο
μπρος στο ορμέμφυτο υπακοής
θέτοντας προ των ευθυνών της τη ζωή

Τώρα δεν νιώθω τίποτα
στο εστιακό μου βάθος

Κι ακούγομαι απ’ το χωνί


Sistina

Άπλωσα το χέρι
αλλά όχι προς το δάχτυλο του Δημιουργού
Στον καθρέφτη το άπλωσα
για να το συναντήσω
στον επίγειο θόλο

Είδωλα το ένα του άλλου
προετοιμάζουν τον άνθρωπο του Θεού


Επέστρεψα

Επέστρεψα σ’ εσένα με δάνειο από το Παρακαταθηκών
Λήγει η σύμβαση
κι ανανεώνεται αυτόματα διαρκώς
Άλλοτε σου πούλαγα τοις μετρητοίς
Τώρα, σε «πρόγραμμα»,
ξοφλάω τα κτηθέντα
Τη βλάβη σου
όμως δεν αποκαθιστώ με τα τερτίπια
Δεν έχω αφήσει ιδιότητα για ιδιότητα
Το Απερίγραπτο πάντως, εκεί
Και τελείωσαν οι λέξεις

Σαν να μην έχω μέσα μου
όργανα και μυαλό
Σαν να μην έχω άλλη «εφαρμογή»
Ανίδεος και ηλεκτρονικά
Το νόημα το έδειχνες κάθε φορά εσύ
Τι λες να κάνεις σχετικά;
Πόσο θα περιμένω την τελεσιδικία;
Πιστόλι, ποιο;
Η αθωότητα είναι βραδυφλεγής


Εθνική εορτή

Μην τον κοιτάς
Ο πατριώτης κοροϊδεύει
τα μούτρα του
Μην του πεις τίποτα
αν δεν κοιτάξεις
τα δικά σου

Χτυπημένη
στο δεξί φτερό η Δόξα
δεν «γράφει» στην κάμερα
δεν «τραβάει» ξανά

«Ίσως τώρα που δεν υπάρχει πια επιτάφια στήλη
δεν υπάρχει πια απουσία ούτε λήθη»


Χερσαία επιχείρηση

Όταν πηγαίνω σε ένα
ορισμένο σημείο του
δωματίου
βλέπω τη μάνα μου
Σε άλλο βλέπω τον πατέρα μου να τη βλέπει
Σε άλλο βλέπω τον Ηλία και την Ελένη
― κόσμο πολύ και αγνώστους
Ο ένας βλέπει τον άλλον
― κύκνοι που γλιστράνε στα νερά
Η Αχερουσία, η Κάρλα, η Κωπαΐδα
που αποξηράνθηκαν
Η Λογοτεχνία, τα δάκρυα των νεκρών στις στοές της Γάζας

Εσένα δεν βλέπω στο δωμάτιο
Κρατάς τα κλειδιά
Κλειδώνεις το νοσοκομείο από πάνω
και φεύγεις



Μίλησα με τον τρόπο
που άρχισα να παίζω
Έγραψα για να γίνω σοβαρός




_______________

Ποιήματα από την νέα συλλογή του Γ. Β. με τίτλο: Ροή αέρα ― Τετράδια χειρωνακτικής γραφής, που θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Πατάκη.

Ροή
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: