«Ο εραστής της Λαίδης Τσάτερλι» και μια ανασκαφή

Τα πράγματα και η απώλειά τους*

H Λαίδη στην κινηματογραφική εκδοχή του Pascale Ferran (2006)
H Λαίδη στην κινηματογραφική εκδοχή του Pascale Ferran (2006)



Εκείνο το καλοκαίρι στις ανασκαφές της Κοζάνης, δούλευα κι έμενα στο ίδιο σπιτάκι με την Α. και την Α. Δεν θα τις ξεχωρίσω για τις ανάγκες του κειμένου, έτσι κι αλλιώς όλα τα κάνανε ίδια και μαζί. Σαν ένα άτομο. Το διαμέρισμα που μέναμε ήταν, στην ουσία, μια σοφίτα που είχε μόνο ένα δωμάτιο με ένα διπλό κρεβάτι που μοιράζονταν οι δύο φίλες κι εγώ, πάντα λίγο αποτραβηγμένη απ’ την παρέα τους, κοιμόμουν σ’ ένα ράντζο στο χαμηλότερο σημείο της σοφίτας – εκεί που το ταβάνι λίγο ακόμη και θα με σκέπαζε όπως κοιμόμουν.

Ένα απόγευμα γυρνώντας από τη βόλτα μου στην πόλη, τις βρίσκω να κρατάνε κάτι στα χέρια τους και να χασκογελάνε. Πλησιάζω και βλέπω πως στα χέρια τους κρατάνε το βιβλίο που διάβαζα εκείνον τον καιρό, τον Εραστή της Λαίδης Τσάτερλι του Ντ. Χ. Λώρενς. Τον είχαν πάρει από το κρεβάτι μου που ήταν αφημένο και τώρα διάβαζαν αποσπάσματα περιπαθώς και χαχανίζοντας σε κάθε ερωτική περιγραφή σαν να διάβαζαν το φθηνότερο άρλεκιν (που γι’ αυτά έχω άλλες ιστορίες).

Όχι δε σε σιχαίνομαι. Ήταν τόσο καλό κι όμορφο αυτό που έγινε, για μένα. Δεν ξέρω για σας… Κόλλησε το σώμα του πάνω της και με τα χέρια του, την αγκάλιασε, φιλώντας την με πάθος στο στόμα. Εκείνη, έννοιωσε τώρα τη βελούδινη γλώσσα του μέσα στη φάτνη του στόματός της, όπως πριν λίγο είχε νιώσει την ψωλή του μέσα στα σπλάχνα της.

«Μα τι διαβάζεις, τι είναι αυτό; Πορνό;»

Έχω μια αμυδρή εντύπωση ότι όντως προσπάθησα να τους εξηγήσω τι ακριβώς είναι το βιβλίο, χωρίς να θυμάμαι όμως τι είπα. Έχω επίσης στο σώμα μου ανάμνηση εκείνη την αίσθηση ντροπής και κοκκινίσματος, γιατί άραγε; Δεν πήραν δα και το ημερολόγιό μου. Κι όμως, αισθάνθηκα παραβιασμένη, πώς παίρνεις κάτι που βρίσκεται πάνω στο κρεβάτι το δικό μου, έστω στο ράντζο μου, τι είναι πια κοινόχρηστο και τι ιδιωτικό; Το βιβλίο μου είναι προσωπική μου υπόθεση, πώς χώνουνε έτσι τη μύτη τους στα πράγματά μου!

Δυστυχώς δεν με θυμάμαι να τα λέω αυτά.

Θυμάμαι, όμως, εκείνες να μουρμουρίζουν και να πετάνε υπονοούμενα για τις επόμενες δέκα ημέρες όπως ο Τζόι στα Φιλαράκια – στην περίπτωσή μας, βέβαια, με μουσική υπόκρουση την Άννα Βίσση και τις Τσούλες της (το τραγούδι που έβαζε 3 φορές την ώρα ο μοναδικός σταθμός που πιάναμε στην ανασκαφή).

Όμως εγώ φορούσα ακουστικά.



*Το όνομα της στήλης είναι εμπνευσμένο από τη φράση του David Grossman
«τα βιβλία είναι το μοναδικό μέρος στον κόσμο, όπου μπορούν να συνυπάρχουν τα πράγματα και η απώλειά τους».

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: