Ο Λουντέμης, ο Ροντάρι και η Αμερική

Ο Μορμόλης του Διονύση Φωτόπουλου
Ο Μορμόλης του Διονύση Φωτόπουλου

Τα πράγματα και η απώλειά τους*

Δεν ξέρω αν εσείς το συνηθίζετε να δίνετε ονόματα σε ό,τι σας περιβάλλει. Δηλαδή, υποθέτω πως δίνετε ονόματα σε ζώα, ίσως και σε κάποια κουκλάκια σας αγαπημένα όταν ήσασταν μικροί. Οι ακραίες περιπτώσεις, όπως η υποφαινόμενη, τείνουν να δίνουν όνομα σ’ οτιδήποτε έχει πρόσωπο ή έχουν μια καθημερινή επαφή μαζί του – ονόματα σε ρούχα, ονόματα σε φλιτζάνια, σε διακοσμητικά κ.λπ. Ευτυχώς η μούρλα αυτή καλύπτεται καλά στον χώρο του θεάτρου, γιατί, αλίμονο, το θέατρο έχει γεννήσει κι έναν Μορμόλη, κι «ο Μορμόλης…. ειν’ Μορμόλης κι εμείς είμαστε εμείς». Τι θέλω να πω μ’ όλα αυτά; Ότι στο θέατρο δεν δίνουμε μόνο ονόματα σε πράγματα που υπάρχουν αλλά και σε πράγματα που δεν υπάρχουν. Όπως φωνές.

Κατερίνα την είχαμε ονομάσει τη φωνή στο gps που μας πηγαινοέφερνε στα χωριά της Πέλλας για να παίξουμε στα εκεί σχολεία μια παράσταση βασισμένη σ’ ένα ισλανδικό παραμύθι που είχε μεταγράψει ο Τζάνι Ροντάρι στα Παραμύθια απ’ όλον τον κόσμο, ένα παραμύθι με μάγισσες, ξόρκια, πρίγκιπες που κοιμούνται και κόρες ξυλοκόπων που λύνουν τα μάγια.

Λίγο πριν τις οχτώ το πρωί, λοιπόν, η Κατερίνα μάλλον δεν είχε πιει καφέ, γιατί με τίποτα δεν κατάφερνε να βρει το σχολείο που ψάχναμε. Και δώσ’ του κύκλους γύρω-γύρω απ’ τον Εξαπλάτανο. Κάποια στιγμή συναντούμε μία κυρία στον δρόμο, καθαρίστρια, σταματάμε να τη ρωτήσουμε, όλο χαρά αυτή ήθελε πολύ να μας εξυπηρετήσει. Μας λέει:

— Θα πάτε δεξιά και θα δείτε μετά από λίγο ένα πολύχρωμο σπίτι, είναι το σπίτι του Λουντέμη. Από εκεί όλο αριστερά.

Να μην τα πολυλογώ, αυτή η φράση έμεινε στην ιστορία. Γιατί ναι μεν εμείς ακολουθήσαμε τις οδηγίες της κυρίας, αλλά το σπίτι του Λουντέμη ήταν εν τέλει στην άλλη άκρη του χωριού απ’ το σχολείο και στην πραγματικότητα δεν χρειαζόταν ως οδόσημο. Από τότε με τον Α. και τη Χ., που παίζαμε μαζί, τα μετράμε όλα σε απόσταση από το σπίτι του Λουντέμη.

Αποκορύφωμα όταν τον περασμένο Νοέμβριο βρισκόμουν για λίγο διάστημα στην Αμερική, στο Πρίνστον, με πήρε τηλέφωνο ο Α. να με ρωτήσει πώς μου φάνηκε μια μικρού μήκους που έκανε, κι όταν του είπα πού βρίσκομαι, με ρώτησε:

— Δηλαδή από το σπίτι του Λουντέμη, πόσο μακριά είσαι;


Ο Μ. Λουντέμης


Υ.Γ. Αχ, κι όλα τα χρόνια ο μπαμπάς μου φαγωνόταν να διαβάσω αυτά τα τεράστια, βαριά βιβλία του Λουντέμη με το σκληρόδετο εξώφυλλο, απ’ την εποχή που δούλευε πλασιέ βιβλίων πόρτα–πόρτα. Κι εγώ, που τόσο πολύ αγαπούσα πάντα τα βιβλία και τα διάβαζα, από αντίδραση ήταν τα μόνα του σπιτιού που σνόμπαρα, ενώ είχα ακόμη και βιβλίο για τη Βοτανολογία ξεφυλλίσει. Ε, και θα το παραδεχτώ, αν και αρχίζω να μη νιώθω καλά μ’ αυτό. Ακόμη δεν έχω διαβάσει Λουντέμη. Άντε καλά, μόνο την Οδό Αβύσσου αριθμός 0.



*Το όνομα της στήλης είναι εμπνευσμένο από τη φράση του David Grossman «τα βιβλία είναι το μοναδικό μέρος στον κόσμο, όπου μπορούν να συνυπάρχουν τα πράγματα και η απώλειά τους».

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: