Τα χρέη των απογόνων στα πάθη των προγόνων

Τα χρέη των απογόνων στα πάθη των προγόνων

Νίκος Κατσαλίδας, Η επέλαση των χιονιάδων. Η αντίστροφη ροή του ρεύματος, εκδ. Νίκας 2021

——————

Όταν είμαστε νέοι ασχολούμαστε με το μέλλον. Όταν γερνάμε με το παρελθόν. Και το παρόν απλώς μας φεύγει…



Με την παραπάνω σκέψη κατά νου και την προειδοποίηση, «Αυστηρώς ιδιωτικής χρήσεως νύχτες μόνο», ο Νίκος Κατσαλίδας επανέρχεται με ένα μυθιστόρημα ποταμό, την Επέλαση των χιονιάδων, για να συνεχίσει τη μακρά αφήγηση, η οποία ποτέ δεν τελειώνει γιατί ποτέ αυτή η καρδιά που πάλλει μέσα στο σώμα δεν σταματά να χτυπά με τον δικό της τρόπο για τον δικό της τόπο. Η επιστροφή στην ευτυχισμένη εποχή της παιδικής μνήμης είναι πάντοτε παρηγορία για όποια δεινά έχει ζήσει όποιος… Αν και καθόλου πρωτότυπο δεν είναι αυτό, έτσι κάνουμε όλοι και έτσι γίνεται πάντα και αδιάψευστη του Γιώργου Σεφέρη η ρήση, Η μνήμη όπου και να την αγγίξεις πονεί. Εκεί που πονεί, στο σημείο των τύπων των ήλων, εκεί ο συγγραφέας θα βάλει το δάχτυλο. Να τον θωπεύσει λες για να τον θεραπεύσει… Δεν θεραπεύεται, αλλά σαν μωρό ξεγελιέται στην τιτθή που γίνεται φάρμακο για λίγο να μην νοιώθεται η πληγή, όπως βεβαιώνει και ο Κ. Π. Καβάφης∙ κι ο πόνος κεντάει εξακολουθητικά. Εκεί σ’ αυτόν τον πόνο της πονεμένης ανάμνησης, έχει την αρχή της η αφήγηση. Την αρχή έκανε κάποτε ο Μαρσέλ Προυστ και άνοιξε τον δρόμο για να μπει η παιδική ηλικία στην ιστορία. Τα μάτια ενός παιδιού γίνονται το μέλλον. Σε Θεία Κοινωνία αναβαθμίζονται λίγες σταγόνες τσάι ή φλαμούρι και μια μικρή μαντλέν βουτηγμένη μέσα του. Άγιο δισκοπότηρο το φλυτζάνι, σώμα και αίμα το περιεχόμενο, που η ανάμνησή του επανέφερε τον χαμένο παράδεισο.
Εδώ λοιπόν είναι το μυστικό του κάθε δημιουργού. Να βρει τη μαγική σταγόνα τσαγιού που θα γλιστρήσει πρώτη στη σελίδα και θα γεννήσει το μυθιστόρημα. Άλλωστε, όπως λέει ο συγγραφέας, «Και μαγγανεύαμε ώσπου να μας πιάσει ο ύπνος… Τα κατώγια στο υποσυνείδητο σκοτάδι μούγκριζαν από σφαγμένα τέρατα … μες στους μύθους σπαρταρίζοντας, με το μαχαίρι της σελήνης βυθισμένο στο λαρύγγι, και κοκκίνιζε το χιόνι από το παιδικό οπτασιακό μας αίμα, μέσα στους βοριάδες».
Ο τίτλος του μυθιστορήματος μπαίνει με την ορμή μιας πολεμικής επιχείρησης –«επέλαση»– και ενός καιρικού φαινομένου – «χιονιάς»/ «χιονιάδων». Η επέλαση των χιονάδων, λοιπόν, ταλαντεύεται ανάμεσα στις καιρικές συνθήκες κυριολεκτικά αλλά και στις άλλες συμβολικά που μπορεί να είναι πολιτικές και εθνικές και κοινωνικές και οικονομικές και ηθικές και οικογενειακές και η σειρά είναι μακρά και ατελεύτητη.
Οι επελαύνοντες χιονιάδες συναγωνίζονται ή και συνεπικουρούνται από τους αντιπαλεύοντες ανέμους :

Και ο ένας στον άλλον μπαίνουν εναντίον οι άνεμοι (Οδυσσέας Ελύτης, Το Άξιον Εστί, ς΄) ή Κατά λυσσώντος του Βορρά λυσσών παλαίει Νότος (Αλέξ. Ραγκαβής, Διονύσου πλους). Πάντα έτσι και στον μύθο και στην Ιστορία.

Επιλέγω για παράδειγμα την ενότητα «Ένα βουνό απάνω μου», όπου ο ήρωας ζει μια εκτέλεση σαν σε όνειρο και αυτή η εμπειρία του δίνει την αφορμή να εξαπλωθεί αφηγηματικά πάνω στα βουνά, όπου αντιλαλήσανε φωνές και διάλογοι, σε μονοπάτια και περάσματα, όπου πρώτα πρώτα περπάτησαν οι θεοί κι έπειτα τα γιδοπρόβατα. Με αυτό τον τρόπο, πισοπατώντας, από την ιστορία στον μύθο και από τον μύθο στον εκτός χρόνου χρόνο καταφέρνει να επεκτείνει τη γη του σε εκτάρια ψυχής και ιδέας και να τα κάνει σύμμαχό του στην αφήγηση.

Με τον ποιητικό τίτλο «Από τη κλειδαρότρυπα του φεγγαριού είχε αφήσει κι ένα μάτι άγρυπνο ο Θεός» ένα πάλι ονειρικό κείμενο, του δίνει την ευκαιρία να κοιτάξει στα αόρατα εδάφη του Θεού… θεϊκά, λοιπόν, τα μονοπάτια που πέρασαν και έδρασαν οι πρόγονοί του και η γενιά του.

Από τον ευρύ και αδιάφορο κύκλο θα μπει στον στενό οικογενειακό. Ο άντρας που λείπει πολλά χρόνια και εκείνος, όταν επανέλθει, δεν θα τον γνωρίσουν τα παιδιά ντου: «Μην κάθεσαι ακόμα εκεί και σου τρων τα λεφτά σου οι μαύρες κούρβες». Αυτός αντί για «κούρβες» διάβασε «παλιογυναίκες», εκείνη όμως τον διόρθωσε «γιατί άλλο είναι οι κούρβες κι άλλο τα παλιογύναικα»∙ υπάρχουν κι εδώ ποιοτικές ποικιλίες. Πιο κάτω διαβάζουμε ότι ο αφηγητής έτρωγε τα σύκα «με την πέτσα». Ως εδώ καλά και απλά και ηθογραφικά, αλλά υπάρχουν κι άλλα με πρόσωπα ύποπτα, με υπόγειες και άγνωστες στους πολλούς λειτουργίες, με σπιούνους και προβοκάτορες… Κι έτσι του δασκάλου του στέρησαν τη δουλειά του, γιατί λέει διαστρέβλωνε την Ιστορία, πράγμα που καθόλου δεν έκανε. Έτσι, όμως, στην υποχρεωτική του αργία, θα του δοθεί η ευκαιρία να γράψει τραγούδια, μύθους, παροιμίες, παραμύθια και με αυτόν τον τρόπο να περισώσει τον λαϊκό πολιτισμό της περιοχής του και την αλήθεια του τόπου και των ανθρώπων, να μη χαθεί, γιατί και «εκείνος ο ανήλικος γιος που γυρόφερνε και κουβαλιότανε στην πλάτη και στους ώμους του, απάνω στα παχιά τετράδιά του, μεγάλωσε, ενηλικιώθηκε κι έχει μπροστά του όλα τα παλιά συλλεγμένα χειρόγραφα καλογραμμένα από τον αστραφτερό Parker δώρο του παππού ταξιδευτή από την Αμερική…».

Ο Νίκος Κατσαλίδας κάνει το χρονικό της πατρίδας του και της οικογένειάς του. Θα φτάσει, όπως το γράφει, στο ελληνικό, παγκοσμίως γνωστό «ηρωικό Όχι», θα συνεχίσει την αλήθεια που ο δάσκαλος πατέρας του εμποδίστηκε να διδάξει. Κι επειδή πατάει γερά στα βουνά του, μεταφέρει τη γλώσσα και τα ήθη, τη φτώχια και τη δυστυχία, την παλιά πρωτόγονη ζωή που έγινε το θεμέλιο μιας άλλης καλύτερης σημερινής.
Υπάρχουν ενότητες οι οποίες πατούν γερά στα θεμέλιά του, στα βουνά του, στα γεγονότα και στα βιώματά του, ενώ σε άλλες αφήνεται σε ονειροδράματα. Παράδειγμα ο τίτλος ή μότο επαναλαμβανόμενο «Από την κλειδαρότρυπα του φεγγαριού» με ελαφρά παραλλαγή συχνά «πάντα το ίδιο δόντι μου ’δειχνε ένας λύκος» ή «θωρώντας τα κατακτημένα κάστρα μας» ή «στο χείλος του γκρεμού ένα πελώριο δέντρο» και αρκετά ακόμα συναφή, όπου με ελαφρά στροφή της κλείδας γίνονται φανερές άλλες μικρές ή μεγάλες μεταστροφές της τύχης που του δίνει η δυνατότητα του κοιτάγματος μέσα «Από την κλειδαρότρυπα του φεγγαριού».
Οι καθημερινοί διάλογοι, η γραμματοσυντακτική δομή του λόγου, η εμπειρία ως βάση στα λόγια αφελών, βασανισμένων ανθρώπων, στους οποίους έγινε η τιμή να αναβαθμιστούν στο αφήγημα σε ήρωες, παρουσιάζουν μεγάλη δύναμη και ζωντάνια, κυριολεκτούν και μόνο στο καίριο αποβλέπουν. Ο συγγραφέας όμως που έχει κάνει και ποιητής αφήνει τις σκέψεις του να εναλλάσσονται με άλλες σκέψεις και στοχασμούς, έτσι ώστε η πληροφορία να παίζει σε πολλά επίπεδα και να υπάρχει μια ισορροπία ανάμεσα στο απλό, το σημαντικό, το βαθυστόχαστο και το ποιητικό. Ο άνθρωπος δεν είναι ποτέ ένας, άλλωστε. Είναι και ετούτο και εκείνο και τα πρώτα βιώματα, κυρίως, αυτά, δεν ξεχνιούνται, όπως έχει δείξει η επιστήμη και έχει αποδείξει η εμπειρία. Αυτά προσδιορίζουν την προσωπικότητα, αυτά κρύβονται ή φανερώνονται ανάλογα με τις περιστάσεις, αυτά γίνονται η κινητήριος δύναμη για την αφήγηση, αυτά είναι η αλήθεια του.
Η ιστορία θα έχει απογόνους. Ο Κατσαλίδας έβγαλε τις βάσεις για να ξαναγίνει το παλιό σπίτι. Οι απόγονοι έχουν χρέος απέναντι στα πάθη εκείνων που προηγήθηκαν να τα αποκαταστήσουν πλήρως.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: