Μύθοι και πραγματικότητες της Λογοτεχνικής Μετάφρασης

Μύθοι και πραγματικότητες της Λογοτεχνικής Μετάφρασης


Σύντομο βιογραφικό

Η Άννα Παπασταύρου γεννήθηκε στην Αθήνα. Μεταφράζει ιταλική, αγγλική και γαλλική λογοτεχνία επί τριάντα και πλέον χρόνια. Έχει τιμηθεί, μεταξύ άλλων, με το Κρατικό Βραβείο Μετάφρασης (2009) για την Ιστορία σαν παραμύθι (Questa storia) του A. Baricco και με το βραβείο “Pier Paolo Pasolini” για το σύνολο του μεταφραστικού της έργου. Το 2001 κυκλοφόρησε το μυθιστόρημά της Τέλος κακό, όλα καλά (η μετάλλαξη), από τις εκδ. Πατάκη. Από το 2003 μέχρι το 2011 δίδαξε λογοτεχνική μετάφραση στο ΕΚΕΜΕΛ και από το 2013 μέχρι το 2014 στο Ιταλικό Μορφωτικό Ινστιτούτο. Συμμετείχε επίσης στο Atelier Européen de Traduction (Ορλεάνη).



ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ / ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

1. Είναι η λογοτεχνική μετάφραση το κύριο επάγγελμα σας; Αν όχι, με ποιες άλλες δραστηριότητες το συνδυάζετε;

Η λογοτεχνική μετάφραση είναι το κύριο και αποκλειστικό επάγγελμά μου εδώ και πάνω από 30 χρόνια. Τα προηγούμενα χρόνια της ενήλικης ζωής μου ασχολήθηκα με πολλές και ποικίλες δραστηριότητες (στον τραπεζικό χώρο, τον χώρο των πολυεθνικών, της εκπαίδευσης στον τομέα των ξένων γλωσσών, της τέχνης και σε πολλούς άλλους). Πιστεύω ότι αυτή η εμπειρία με βοήθησε ιδιαιτέρως στη μετάφραση, τουλάχιστον στο κομμάτι της έρευνας, κάνοντάς με παράλληλα να αντιληφθώ τη μεγάλη σημασία που είχε για μένα η μετάφραση ως μέσο έκφρασης και δημιουργίας.

2. Ποια είναι η σχέση σας με τους εκδότες όσον αφορά συχνότητα αναθέσεων, συμβόλαια, προθεσμίες, αμοιβές, δικαιώματα; Σε ποιο ποσοστό μεταφράζετε βιβλία που έχετε προτείνει εσείς στον εκδοτικό οίκο;

Έχω εξαιρετική σχέση με τους εκδότες μου. Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι είμαι πια «παλιά» στο χώρο και έχω την πολυτέλεια να επιλέγω τους εκδότες με τους οποίους ξέρω ότι μπορώ να συνεργάζομαι καλά. Στο παρελθόν είχε τύχει να έχω δυσάρεστες εκπλήξεις, είτε μεγάλες καθυστερήσεις στην πληρωμή της μετάφρασης είτε αθετήσεις συμφωνιών και, το κυριότερο και συχνότερο, μη τήρηση των υποχρεώσεων που αφορούν δικαιώματα. Αυτό το κεφάλαιο είναι ίσως το μόνο που δεν αντιμετωπίζεται στη χώρα μας με τον δέοντα σεβασμό στο πρόσωπο του μεταφραστή.
Συνήθως μεταφράζω βιβλία που μου ανατίθενται από τους εκδοτικούς, οι οποίοι με γνωρίζουν και ξέρουν τι μπορώ να αποδώσω καλύτερα, τι είναι με άλλα λόγια αυτό που «μου ταιριάζει». Τυχαίνει βέβαια να προτείνω βιβλία δικής μου επιλογής, αν και σε μικρό ποσοστό, κυρίως γιατί τα προτεινόμενα από τους εκδοτικούς είναι πολλά και δε μου αφήνουν χρονικά περιθώρια για άλλες προτάσεις.

3. Έχετε κάποια συγκεκριμένη μέθοδο/ρουτίνα εργασίας; Σε περίπτωση που μεταφράζετε το έργο κάποιου/κάποιας εν ζωή συγγραφέως, συνηθίζετε να ζητάτε τη συνδρομή του/της και πώς;

Εργάζομαι αδιάλειπτα, επτά μέρες τη βδομάδα, το λιγότερο ένα οκτάωρο. Αυτό το τηρώ ακόμα και στις διακοπές ή στο ταξίδι – το λάπτοπ με συντροφεύει πάντα. Αυτό ως προς τον χρόνο της δουλειάς. Όταν έχω να μεταφράσω έργο εν ζωή συγγραφέων (και εφόσον χρειαστώ τη συνδρομή τους), συνηθίζω να επικοινωνώ μαζί τους είτε με email είτε τηλεφωνικά, αν αυτό είναι δυνατό. Η αλήθεια είναι ότι γενικά δεν το κάνω, παρά μόνο αν πρόκειται για κάτι που δεν μπορώ να κατανοήσω ή να βρω με την αναζήτηση.

4. Έχετε μεταφράσει ποτέ συλλογικά; Ποια είναι η γνώμη σας για τη συνεργατική λογοτεχνική μετάφραση;

Δεν έχω μεταφράσει ποτέ λογοτεχνικό έργο συλλογικά. Δεν το επιδίωξα και δε νομίζω ότι θα το επιδιώξω. Νομίζω ότι, ενώ για την απόδοση ενός δοκιμίου, μιας επιστημονικής μελέτης ή όποιου άλλου σχετικού κειμένου, μπορεί και, πολλές φορές ενδείκνυται, να μεταφραστεί συλλογικά, η μετάφραση / απόδοση ενός λογοτεχνήματος προϋποθέτει τη σχέση συγγραφέως / μεταφραστή. Αυτή η σχέση είναι προσωπική, εσωτερική, συναισθηματική θα έλεγα, και δεν μπορεί να σπάσει σε πολλά πρόσωπα. Δεν κατακρίνω, φυσικά, τους συναδέλφους που εφαρμόζουν αυτή την πρακτική, ωστόσο δε νομίζω ότι μου ταιριάζει.

5. Πώς/Πότε ξέρετε ότι έχετε κάνει μια καλή μετάφραση;

Πολύ δύσκολη ερώτηση. Θα μπορούσα να πω ότι το ξέρω όταν πια η μετάφραση έχει πάρει τον δρόμο της και έχει την αποδοχή του αναγνωστικού κοινού ή των κριτικών (οι οποίοι βέβαια σπάνια ασχολούνται με τη μετάφραση, καθώς επικεντρώνονται συνήθως στο ίδιο το βιβλίο). Τυχαίνει ωστόσο να νιώσω ότι έκανα μια καλή μετάφραση στην τελευταία επιμέλεια, όταν πια διαβάζω μεγαλόφωνα όλο το βιβλίο και «το ακούω» σαν να μου το διαβάζει κάποιος άλλος. Τότε αναγνωρίζω αν ρέει πραγματικά όπως θα ήθελα να ρέει, αν η γλώσσα έχει αποδώσει το πνεύμα του αρχικού κειμένου και το ύφος του συγγραφέα, με την προϋπόθεση βέβαια, ότι έχω λύσει και όλες τις δυσκολίες και τις απορίες που είχα στη διαδρομή.

6. Ποιο ήταν το έργο που, μέχρι σήμερα, απετέλεσε τη μεγαλύτερη μεταφραστική πρόκληση για εσάς; Γιατί;

Σίγουρα δεν είναι ένα ούτε δύο! Πάντως, αν ήθελα να επιλέξω ένα και μόνο, θα έλεγα ότι είναι το Middlesex του Jeffrey Eugenides, (το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδ. Πατάκη). Ήταν η πρώτη μου γνωριμία με τον συγγραφέα και υπήρξε καταλυτική για τη μεταφραστική μου πορεία. Ένα έργο δύσκολο που αντλεί από ένα σωρό επιστημονικά πεδία, συνδυάζοντας αυτές τις πληροφορίες με μια σπουδαία λογοτεχνική γραφή, η οποία είναι πραγματικά καθηλωτική. Θεωρώ ότι οφείλω πολλά στο βιβλίο αυτό, καθώς και στον ίδιο τον συγγραφέα, τον οποίο γνώρισα και με βοήθησε όταν τον χρειάστηκα. Αυτό το βιβλίο μού άνοιξε τον δρόμο για να μεταφράσω και τα άλλα έργα του και να τον γνωρίσω ακόμα καλύτερα.

7. Διαβάζετε/Φυλάτε τις κριτικές που έχουν γραφτεί για τις μεταφράσεις σας; Θεωρείτε ότι υπάρχει κριτική μεταφράσεων στην Ελλάδα;

Διαβάζω τις κριτικές. Η αλήθεια είναι ότι στη χώρα μας είναι ελάχιστες έως ανύπαρκτες. Σπάνια θα δει κανείς μια εμπεριστατωμένη και εκτενή κριτική μετάφρασης. Τις περισσότερες φορές μάλιστα δεν γίνεται καμία αναφορά στη μετάφραση ενός βιβλίου. Σε αυτό συμβάλλουν εν μέρει και οι ίδιοι οι εκδοτικοί, οι οποίοι είτε δεν προβάλλουν τον μεταφραστή μη βάζοντας το όνομά του σε εμφανές σημείο στο βιβλίο, είτε δεν τον αναφέρουν πουθενά όταν διαφημίζουν τα βιβλία σε περιοδικά, εφημερίδες, μέσα κοινωνικής δικτύωσης κ.λπ. Όταν δω μια σοβαρή κριτική, τη διαβάζω με πολλή ευχαρίστηση και τη λαβαίνω σοβαρά υπόψη μου.


Πέντε μεταφράσεις μου που ξεχωρίζω

Jeffrey Eugenides, Middlesex, εκδ. Πατάκη 2013.

Alessandro Baricco, Ιστορία σαν παραμύθι (Questa storia), εκδ. Πατάκη 2008.

Erri De Luca, Το βάρος της πεταλούδας (Il peso della farfalla), εκδ. Κέλευθος 2015.

Don DeLillo, Americana, εκδ. Gutenberg 2021.

Elif Shafak, Το νησί των χαμένων δέντρων (The Island of Missing Trees), εκδ. Ψυχογιός 2024.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: