ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ / ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
Η λογοτεχνική μετάφραση έγινε κύριο επάγγελμά μου μετά τα 45. Μέχρι τότε εργαζόμουν ως δικηγόρος και είχα μεταφράσει 3-4 βιβλία από τα οποία τα δύο ήταν βιογραφίες του Τσέχωφ και του Γκόρκι. Η δικηγορία αποδείχθηκε μία ατυχής επιλογή της νιότης.
Έχω συνεργαστεί με αρκετούς εκδοτικούς οίκους (Εστία, Πόλις, Μεταίχμιο, Πατάκης, Κέδρος, Libro, Καπόν, Ψυχογιός, Μίνωας) ολοκληρώντας 46 βιβλία που εκδόθηκαν και τρία που έμειναν ανέκδοτα για λόγους που αφορούσαν τον εκάστοτε εκδότη. Πάντοτε αναλάμβανα βιβλία που πρότεινε ο εκδοτικός οίκος. Όταν κάποιος μεταφράζει επαγγελματικά, κάνοντας δύο με τρία βιβλία κάθε έτος, δεν έχει τον ελεύθερο χρόνο να διαβάζει και να προτείνει ο ίδιος βιβλία ούτε την πολυτέλεια να αρνείται προτάσεις. Θεωρώ ότι σημαντικός παράγοντας για την καλή συνεργασία με τον εκδότη είναι εκ μέρους του μεταφραστή η συνέπεια όσον αφορά την τήρηση του χρόνου παράδοσης και εκ μέρους του εκδότη η έγκαιρη καταβολή της συμφωνημένης αμοιβής. Είχα την τύχη να συνεργαστώ (τις περισσότερες φορές) με συνεπείς εκδότες που εκτιμούσαν την πνευματική εργασία των μεταφραστών και των διορθωτών/επιμελητών τους.
Τα βιβλία που μεταφράζω δεν τα διαβάζω προηγουμένως γιατί θέλω να διατηρώ ζωντανό το ενδιαφέρον για την επόμενη σελίδα. Αυτή η αντιδεοντολογική (ομολογώ) μέθοδος ενέχει τον κίνδυνο να γίνουν λάθη σε φράσεις που διευκρινίζονται αργότερα στο κείμενο. Πρέπει λοιπόν ο μεταφραστής να προσέχει διπλά και να επιστρέφει να διορθώνει προηγούμενους όρους, διαλόγους ή περιγραφές. Απαραίτητη θεωρώ επίσης τη χρήση λεξικών ακόμα και σε περιπτώσεις που νομίζει ότι ξέρει την απόδοση. Κατά τα άλλα, σημειώνω πάντα λέξεις και φράσεις των οποίων το νόημα μου δημιουργεί αμφιβολία και δεν προκύπτει από την πρώτη γρήγορη έρευνα, για να επανέλθω αργότερα στη φάση της δεύτερης ανάγνωσης. Συνηθίζω να στέλνω τις ερωτήσεις μου στους εν ζωή συγγραφείς και ομολογώ ότι οι απαντήσεις τους είναι διαφωτιστικές και με έχουν σώσει από λάθη και παραβλέψεις. Δυο τρεις φορές τους υπέδειξα κι εγώ κάποια λάθη σε βιβλία τους. Errare humanum est – αυτό ισχύει για όλους. Επίσης ένας καλός επιμελητής προσφέρει πάντα πολύτιμη βοήθεια στον μεταφραστή. Όσες φορές βρέθηκα αντιμέτωπος με ειδική ορολογία διάφορων επιστημονικών πεδίων (π.χ. ιατρική, αστροφυσική, ορυκτολογία, φυτολογία, τέχνη κ.λπ.), θεώρησα υποχρέωσή μου να βρω και να συμβουλευτώ τους αντίστοιχους ειδικούς και να μην αυτοσχεδιάσω. Στις μέρες μας το διαδίκτυο είναι εξαιρετικά χρήσιμο σε τέτοιες περιπτώσεις.
Δεν έχω μεταφράσει ποτέ συλλογικά και έτσι δεν μπορώ να εκφέρω γνώμη για τη συνεργατική λογοτεχνική μετάφραση. Φαντάζομαι ότι όταν μεταφράζουν δύο ή περισσότεροι ένα μυθιστόρημα, το κύριο ζήτημα που προκύπτει είναι αυτό του ενιαίου ύφους του λόγου αφού ο καθένας μας έχει διαφορετική γλωσσική «ιδιοσυγκρασία».
Η μετάφραση είναι μια διαρκής άσκηση ελεγχόμενης ελευθερίας. Ελευθερίας, γιατί ο μεταφραστής μπορεί και πρέπει να «γυρίσει» τη φράση στα ελληνικά, να την κόψει στα δύο (αν είναι συντακτικά δυσνόητη) ή να την ενώσει με την επόμενη (αν δεν βγάζει νόημα μόνη της), να βρει αντίστοιχες παροιμίες ή να σκαρώσει ανάλογα λογοπαίγνια (το χιούμορ είναι το πιο δύσκολα μεταφράσιμο), να ακολουθήσει το συγγραφέα στα γλωσσικά παιχνίδια του, φτάνοντας την απόδοσή του στο όριο της ερμηνείας, αρκεί το αποτέλεσμα να είναι κατανοητό στη γλώσσα στην οποία μεταφράστηκε. Και ελεγχόμενης, γιατί κάνοντας τα προηγούμενα δεν πρέπει να προδίδει το κείμενο, τη θερμοκρασία, το ύφος και τον ρυθμό του. Άρα στον άξονα πιστή μετάφραση – καλή μετάφραση, τοποθετούμαι ασυζητητί υπέρ της καλής (της όμορφης άπιστης, όπως λένε στα γαλλικά), αυτής που ρέει στα ελληνικά σαν καλό κείμενο ελληνικής λογοτεχνίας και δεν υποχρεώνει τον αναγνώστη να σταματά κάθε τόσο και να ξαναδιαβάζει ένα απόσπασμα για να καταλάβει τι εννοεί ο συγγραφέας. Παρόλα αυτά, δύσκολα σιγουρεύεται κανείς για το πόσο καλή ή κακή είναι η μετάφρασή του – αυτό το κρίνουν οι αναγνώστες, ειδικοί ή μη. Παρανοήσεις και αβλεψίες καραδοκούν πάντα και αποτελούν μέγιστη παγίδα για τον μεταφραστή. Όσο καλά κι αν γνωρίζει κανείς μία ξένη γλώσσα, θεωρώ εξαιρετικά δύσκολο έως αδύνατο να αντιλαμβάνεται όλες τις αναφορές και τις εκφραστικές διαβαθμίσεις (ελαφρότητας, σοβαρότητας, ωμότητας, χυδαιότητας ή αστειότητας), τη χροιά ενός λεξιλογίου, που πολλές φορές δεν είναι σε θέση να εκτιμήσει φερ’ ειπείν ούτε στη δική του γλώσσα. (Έτσι δικαιολογείται εν μέρει και το κοινώς λεγόμενο ότι καλύτεροι μεταφραστές είναι οι συγγραφείς.) Κατά τη διάρκεια των μαθημάτων μετάφρασης που έκανα κάποια χρόνια στο ΕΚΕΜΕΛ διαπίστωσα πόσες φορές μπορεί να βελτιωθεί το ίδιο κείμενο όταν το βλέπουν πολλά μάτια. Ωστόσο ο μεταφραστής, που εργάζεται μοναχικά και κάτω από την πίεση του χρόνου, σπάνια έχει την πολυτέλεια να υποβάλει το κείμενο στον έλεγχο ενός τρίτου ματιού ή να το αφήσει και να το ξαναπιάσει μετά από καιρό, όπως μπορεί να κάνει ο συγγραφέας. Η μετάφραση δεν προσφέρει ποτέ τη βεβαιότητα της τελείωσης· κατά τη γνώμη μου, είναι από τη φύση της καταδικασμένη να μην αγγίζει ποτέ το οριστικά τέλειο αποτέλεσμα. Θα έλεγα, λοιπόν, ότι καλός μεταφραστής είναι αυτός που α) διαθέτει γλωσσικό πλούτο, β) δεν παρασύρεται από τη σύνταξη της ξένης γλώσσας και γ) υποψιάζεται την ύπαρξη λάθους στη μετάφρασή του ανάλογα με τα συμφραζόμενα.
Μεγαλύτερη μεταφραστική πρόκληση υπήρξαν για εμένα, δίχως την παραμικρή αμφιβολία, τα βιβλία του Κλοντ Σιμόν με τον μακροπερίοδο λόγο και τις αλλεπάλληλες παρενθέσεις μέσα σε παρενθέσεις. Εδώ σπάνιζαν οι τελείες και δεν μπορούσες να σπάσεις τα κατεβατά ολόκληρων σελίδων σε μικρότερες παραγράφους γιατί θα αλλοιωνόταν ο ρυθμός ενός συγγραφέα που πήρε βραβείο Νόμπελ και γι’ αυτόν ακριβώς τον πρωτόγνωρο τρόπο με τον οποίο απέδωσε την ανθρώπινη εμπειρία στα αυτοβιογραφικά ως επί το πλείστον μυθιστορήματά του, αποτυπώνοντας εντυπωσιακά τον κυματισμό ενός αέναου παρόντος. Έτσι ήταν απαραίτητη η χρήση μετοχών και στοιχείων σύνταξης της καθαρεύουσας σε συνδυασμό με τη ζωντάνια της δημοτικής γλώσσας.
Η κριτική μεταφράσεων είναι σπάνια έως ανύπαρκτη. Ένα πρόβλημα του καιρού μας –κι όχι μόνο στη λογοτεχνική μετάφραση– είναι η ανυπαρξία διαχωρισμού του ποιοτικού έργου από το χυλό της μετριότητας που καλύπτει τα πάντα.
Πέντε μεταφράσεις μου που ξεχωρίζω: