Μύθοι και πραγματικότητες της Λογοτεχνικής Μετάφρασης

Φωτ. Γιάννης Κέμμος
Φωτ. Γιάννης Κέμμος



Σύντομο βιογραφικό

Η Έφη Γιαννοπούλου εργάζεται κατά κύριο λόγο ως μεταφράστρια και επιμελήτρια εκδόσεων. Είναι πτυχιούχος της Φιλοσοφικής Σχολής (ΕΚΠΑ) και ολοκλήρωσε το μεταπτυχιακό πρόγραμμα «Φύλο, κοινωνία, πολιτική» (Πάντειο Πανεπιστήμιο). Μεταφράζει, από τα γαλλικά, τα ισπανικά και τα αγγλικά, πεζογραφία, θέατρο και κείμενα από το πεδίο των ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστημών. Αρθρογραφεί πάνω σε θέματα που αφορούν κυρίως κριτική βιβλίου, πολιτισμική κριτική, ζητήματα φύλου κ.ά. Αυτή την περίοδο συνεργάζεται με τον σκηνοθέτη Δημήτρη Κουρτάκη ως συγγραφέας στην παραγωγή «Απούσα πόλη» για την Ελευσίνα / Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης. Ασχολείται ενεργά με την πολιτική, με έμφαση στην πολιτισμική πολιτική, την τοπική αυτοδιοίκηση, την έμφυλη ισότητα, τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.




ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ / ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

1. Είναι η λογοτεχνική μετάφραση το κύριο επάγγελμα σας; Αν όχι, με ποιες άλλες δραστηριότητες το συνδυάζετε;

Η λογοτεχνική μετάφραση (και παράλληλα η μετάφραση κειμένων από το χώρο των ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστημών) είναι το κύριο επάγγελμά μου στο βαθμό που προσδιορίζομαι από αυτό, είναι η κύρια ιδιότητα με την οποία συστήνομαι. Επίσης, όταν δεν το κάνω, μου λείπει πολύ. Δεν έχει υπάρξει ωστόσο ποτέ η κύρια πηγή βιοπορισμού μου, βιοπορίζομαι κυρίως από λιγότερο ή περισσότερο συγγενείς δραστηριότητες: από τη γλωσσική επιμέλεια και την επιμέλεια μεταφράσεων για εκδοτικούς οίκους και πολιτιστικούς οργανισμούς (κυρίως το δεύτερο και κυρίως για καταλόγους εκθέσεων, προγράμματα παραστάσεων ή πρακτικά συνεδρίων) μέχρι την επιμέλεια ερωτήσεων για τηλεπαιχνίδια (παλαιότερα) ή την αρθρογραφία και τη δημοσιογραφία.

2. Ποια είναι η σχέση σας με τους εκδότες όσον αφορά συχνότητα αναθέσεων, συμβόλαια, προθεσμίες, αμοιβές, δικαιώματα; Σε ποιο ποσοστό μεταφράζετε βιβλία που έχετε προτείνει εσείς στον εκδοτικό οίκο;

Μεταφράζω τόσο βιβλία που έχω προτείνει εγώ, όσο και προτάσεις από την πλευρά του εκδότη, και ακόμη και στη δεύτερη περίπτωση διατηρώ τη δυνατότητα να δεχτώ ή να αρνηθώ. Συχνά μια πρόταση μπορεί να είναι και μια αποκάλυψη για μένα, μια δυνατότητα να ασχοληθώ με κάτι που δεν είχα πρωτύτερα σκεφτεί αλλά που κέρδισε αμέσως το ενδιαφέρον μου. Όσο για τα υπόλοιπα, οι αμοιβές για τη λογοτεχνική μετάφραση ακόμη και αν είναι από τις υψηλότερες ή κοντά στις υψηλότερες της αγοράς, είναι ελάχιστες σε σχέση με τον κόπο και τον χρόνο που απαιτεί η μεταφραστική εργασία, το γνωρίζουμε όλοι αυτό. Δικαιώματα για τη μεταφράστρια και τον μεταφραστή δεν υπάρχουν στην ελληνική αγορά, δυστυχώς, αλλά πλέον τουλάχιστον οι εκδότες (και οι εκδότριες) με τους οποίους συνεργάζομαι συνάπτουν κανονικά συμβόλαια με τις συνεργάτιδές τους. Για τις προθεσμίες δεν θα πω τίποτα, εγώ είμαι αυτή που συχνά δεν τις τηρεί, αλλά κι από την άλλη πολλές φορές η αφόρητη πίεση που δέχεται η μεταφράστρια για να παραδώσει μια μετάφραση είναι αναντίστοιχη με τον χρόνο που θα περάσει μέχρι να εκδοθεί τελικά ένα βιβλίο. Όλα τα παραπάνω όμως είναι ζητήματα που αφορούν ένα πεδίο χωρίς πολλούς κανόνες και μια αγορά, την εκδοτική, δίχως καμία στήριξη από την πολιτεία. Εκεί θα πρέπει να εστιάσουμε, πώς θα ενισχυθεί η εκδοτική παραγωγή, πώς θα αναπτυχθεί η φιλαναγνωσία, ενώ παράλληλα διεκδικούμε αναγνώριση και καλύτερους όρους εργασίας για μας.

3. Έχετε κάποια συγκεκριμένη μέθοδο/ρουτίνα εργασίας; Σε περίπτωση που μεταφράζετε το έργο κάποιου/κάποιας εν ζωή συγγραφέως, συνηθίζετε να ζητάτε τη συνδρομή του/της και πώς;

Αν εννοούμε ως μέθοδο τον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζει κανείς ένα κείμενο, θα έλεγα πως για μένα αυτός διαφέρει ανάλογα με το προς μετάφραση έργο. Υπάρχουν περιπτώσεις που έχουν προηγηθεί πολλές αναγνώσεις και προηγούμενη έρευνα, κι άλλες που όλα αυτά συμβαίνουν παράλληλα με τη μεταφραστική δουλειά. Νομίζω πως πάντα με απασχολεί πρώτα το ύφος, το να συλλάβω τη φωνή και το ρυθμό του κειμένου, και σε δεύτερη φάση οι εκλεπτύνσεις που μπορεί να αφορούν είτε πραγματολογικά στοιχεία, είτε σημεία με μεταφραστικές δυσκολίες. Από την άλλη, νομίζω ότι ζώντας πλέον, όπως οι περισσότεροι, πολλές ώρες της μέρας, και της εργασιακής, στο διαδίκτυο, τα πάντα μπερδεύονται γλυκά. Μια απορία στο υπό μετάφραση κείμενο μπορεί να οδηγήσει σε διαδικτυακή περιπλάνηση, που είτε πλουτίζει την κατανόηση του κειμένου, είτε πλουτίζει τις γνώσεις και την ευαισθησία της μεταφράστριας γενικότερα. Αναζητώ τον/την συγγραφέα συχνά, αν και όχι πάντα, μιας και κάπου στο τέλος της μετάφρασης μαζεύονται συνήθως απορίες που μόνο εκείνος ή εκείνη μπορεί να τις λύσει. Η επαφή γίνεται συνήθως μέσω email.

4. Έχετε μεταφράσει ποτέ συλλογικά; Ποια είναι η γνώμη σας για τη συνεργατική λογοτεχνική μετάφραση;

Έχω μεταφράσει ελάχιστα συλλογικά, κυρίως με μαθήτριες και μαθητές σε σεμινάρια λογοτεχνικής μετάφρασης που έχω διδάξει, αλλά και δυο τρεις φορές σε συνεργασία με κάποιον άλλο μεταφραστή. Αγαπώ όμως πολύ τη συλλογική μεταφραστική δουλειά, κυρίως γιατί μέσα από αυτήν έμαθα να μεταφράζω. Ως μαθήτρια στη λογοτεχνική μετάφραση, έμαθα να φτιάχνω ένα εσωτερικό πολυφωνικό μεταφραστικό εργαστήριο για να προσεγγίσω κάθε κείμενο που μετέφραζα, να αμφισβητώ και να πολλαπλασιάζω τις λύσεις μου, να γίνομαι επιμελήτρια και κριτής του δικού μου κειμένου κ.ο.κ. Τα πρώτα χρόνια αυτό ήταν και πολύ συνειδητό και πολύ εμφανές για μένα όταν μετέφραζα. Τώρα νομίζω πως έχει πια με έναν τρόπο αυτοματοποιηθεί, δεν το σκέφτομαι τόσο.

5. Πώς/Πότε ξέρετε ότι έχετε κάνει μια καλή μετάφραση;

Να μια πραγματικά δύσκολη ερώτηση. Υπάρχουν φορές που ποτέ δεν είσαι βέβαιη ότι έχεις κάνει μια καλή μετάφραση, που δυσκολεύεσαι εντέλει να αποχωριστείς το μετάφρασμα, να το θεωρήσεις ολοκληρωμένο. Άλλες φορές πάλι, ακούς τη φωνή του συγγραφέα πεντακάθαρα στο κείμενό σου και τότε νιώθεις πως η προσπάθειά σου έχει πετύχει. Νομίζω πως στην πραγματικότητα αυτό που αποκαλώ εγώ καλή μετάφραση αφορά τον συντονισμό μου με το πρωτότυπο κείμενο σε βαθμό που να γίνομαι με κάποια ασφάλεια πιο δημιουργική στις επιλογές μου, αντίθετα βρίσκω πιο διεκπεραιωτική τη δουλειά μου όταν δεν καταφέρνω να συντονιστώ με τον συγγραφέα και το κείμενό του. Παραδόξως, αυτό δεν το συμμερίζονται απαραίτητα οι άλλοι. Μου έχει συμβεί, με δύο υποψήφιες μεταφράσεις προς βράβευση, να επιλεγεί εκείνη που για μένα ήταν περισσότερο διεκπεραιωτική και όχι εκείνη που πίστευα πως είχα βάλει όλο μου το ταλέντο και την έμπνευση.

6. Ποιο ήταν το έργο που, μέχρι σήμερα, απετέλεσε τη μεγαλύτερη μεταφραστική πρόκληση για εσάς; Γιατί;

Δύσκολα θα μπορούσα να πω ποιο έργο ήταν για μένα η μεγαλύτερη μεταφραστική πρόκληση. Στη δική μου αξιολόγηση θα συνωστίζονταν τουλάχιστον 3-4 για αυτή τη θέση, αλλά θα απαντήσω, επικαλούμενη και τις απόψεις άλλων, το Πέδρο Πάραμο του Χουάν Ρούλφο. Από τις δουλειές μου είναι αυτή που προκαλεί δέος κυρίως στο ισπανόφωνο κοινό, που με κοιτά με θάμβος μαθαίνοντας ότι έχω αναμετρηθεί με αυτό το κείμενο. Στο συγκεκριμένο βιβλίο θα εντόπιζα περισσότερα από ένα επίπεδα δυσκολίας. Κατ’ αρχάς την ιδιωματική γλώσσα της επαρχίας του Χαλίσκο, υποσύνολο της μεξικανικής παραλλαγής των ισπανικών. Έπειτα το ιδιαίτερο ύφος του βιβλίου, τη θραυσματική αφήγηση, τις αλλαγές στην αφηγηματική οπτική γωνία (POV), κυρίως όμως η μεγάλη δυσκολία αυτού του κειμένου είναι ότι δεν βλέπεις τις ραφές του ούτε όταν το μεταφράζεις, ότι αισθάνεσαι πως κάθε λέξη είναι αυτή που πρέπει να είναι και δεν υπάρχει ούτε μία περισσότερη, ούτε μία λιγότερη. Το Πέδρο Πάραμο είναι ένα ποίημα γραμμένο με τη μορφή μυθιστορήματος. Πρέπει να έκανα πάνω από δέκα «χέρια» δουλεύοντάς το, διαβάζοντάς και ξαναδιαβάζοντας τη μετάφραση και διορθώνοντας μικροπράγματα, προσπαθώντας να αποδώσω πλήρως το πρωτότυπο. Ήταν από τις δουλειές που δεν ήθελα να παραδώσω ποτέ, που όταν το τέλειωσα σκεφτόμουν πως κάποτε θα ξανασχοληθώ μαζί του. Από την άλλη, νομίζω ότι κάθε σπουδαίο λογοτεχνικό κείμενο είναι μια μεταφραστική πρόκληση, ζητά από τον μεταφραστή την επινόηση μιας ιδιαίτερης γλώσσας, στο βαθμό που κάθε λογοτεχνική γλώσσα είναι μια γλώσσα τεχνητή, ακόμη κι όταν φαίνεται φυσική. (Σημ.: Μιας και αναφέρθηκε εδώ, δεν θα βάλω το Πέδρο Πάραμο στην πεντάδα, κρατώντας μια θέση για κάποιο άλλο).

7. Διαβάζετε/Φυλάτε τις κριτικές που έχουν γραφτεί για τις μεταφράσεις σας; Θεωρείτε ότι υπάρχει κριτική μεταφράσεων στην Ελλάδα;

Διαβάζω τις κριτικές αλλά όχι, δεν τις φυλάω. Μάλλον διατηρώ την αισιοδοξία ότι θα παραμείνουν εσαεί διαδικτυακά προσβάσιμες (οι περισσότερες τουλάχιστον). Από την άλλη, δεν θεωρώ ότι υπάρχει κριτική μεταφράσεων στην Ελλάδα, πολύ σπάνια στα άρθρα λογοτεχνικής κριτικής βρίσκει κανείς δυο τρία ουσιαστικά λόγια για τη μετάφραση, που να υπερβαίνουν το «η μετάφραση ρέει» ή τα «λαγαρά ελληνικά». Για να απαντήσω και στο ερώτημα του αφιερώματος λοιπόν, η μετάφραση πρέπει να ρέει ή να σκοντάφτει ακριβώς όσο και το πρωτότυπο, η μεταφραστική ηθική που εγώ τουλάχιστον υπηρετώ δεν ωραιοποιεί το πρωτότυπο, δεν το φυλακίζει σε κάποιον κορσέ ρέοντος κειμένου και καλλιέπειας, αλλά επινοεί εκείνη τη γλώσσα που χρειάζεται για να ζήσει στα ελληνικά. Επιστρέφοντας στην κριτική της μετάφρασης, πιστεύω πως είναι κάτι πολύ περισσότερο από το αν πέτυχε ή δεν πέτυχε στη δουλειά του ο μεταφραστής, πως αφορά συνολικά τη σχέση μας με τη γλώσσα, το πώς διαβάζουμε τη λογοτεχνία, το πώς μέσα από τη μετάφραση εμπλουτίζονται και οι δυο. Έχω γράψει στο παρελθόν άρθρα μεταφραστικής κριτικής και είναι ένα πεδίο που με ενδιαφέρει πολύ, αλλά δεν νομίζω πως υπάρχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, εκτός και αν πρόκειται για κλασικά έργα ή/και επαναμεταφράσεις.

Πέντε μεταφράσεις μου που ξεχωρίζω (πολύ δύσκολο να διαλέξω, είναι και πολλά)

Ricardo Piglia, Τεχνητή αναπνοή, εκδ. Καστανιώτη 2004.

Pierre Bourdieu, Οι κανόνες της τέχνης: Γένεση και δομή του λογοτεχνικού πεδίου, εκδ. Πατάκης 2006.

Hugo von Hofmannsthal, Η επιστολή του λόρδου Τσάντος, εκδ. Άγρα 2009.

Martín Kohan, Ηθικές επιστήμες, εκδ. Κίχλη 2020.

 Javier Marías, Έτσι αρχίζει το κακό, εκδ. Πατάκης 2021.


ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: