Επιστολές ή «Περί άλλα...»

Στη στή­λη αυ­τή δη­μο­σιεύ­ο­νται εν­δια­φέ­ρου­σες επι­στο­λές γνω­στών καλ­λι­τε­χνών (συγ­γρα­φέ­ων, μου­σι­κών, ζω­γρά­φων,...) απευ­θυ­νό­με­νες σε φί­λους, συ­να­δέλ­φους, οι­κεί­ους ή απλώς γνω­στούς, στις οποί­ες ανα­φέ­ρο­νται σε θέ­μα­τα που ου­δε­μία σχέ­ση έχουν με το καλ­λι­τε­χνι­κό τους έρ­γο ού­τε, ει δυ­να­τόν, με τις τέ­χνες γε­νι­κό­τε­ρα. Μπο­ρεί να πρό­κει­ται για θέ­μα­τα προ­σω­πι­κά ή επι­και­ρό­τη­τας, να αφο­ρούν τρα­γι­κά συμ­βά­ντα ή να σα­τι­ρί­ζουν κα­τα­στά­σεις και αν­θρώ­πους. Το πιο ση­μα­ντι­κό κρι­τή­ριο για την επι­λο­γή τους θα εί­ναι το εν­δια­φέ­ρον που πα­ρου­σιά­ζουν, φυ­σι­κά, αλ­λά και το κα­τά πό­σο, μέ­σα από αυ­τές, δια­φαί­νο­νται πλευ­ρές της προ­σω­πι­κό­τη­τας των επι­στο­λο­γρά­φων ή των απο­δε­κτών, που απέ­χουν ή και επι­βε­βαιώ­νουν τη συμ­βα­τι­κή ει­κό­να που έχου­με δια­μορ­φώ­σει στο νου μας για τους καλ­λι­τέ­χνες αυ­τούς σαν άτο­μα.
Ως εκ τού­του, η επι­λο­γή των επι­στο­λών θα εί­ναι κα­θα­ρά υπο­κει­με­νι­κή.

ΕΠΙ­ΣΤΟ­ΛΗ ΤΟΥ
W. C. FIELDS
ΣΤΗΝ
ΚΑΡΛÓΤΑ ΜÓΝΤΙ[1]

O W.C.Fields ψαρεύοντας αργίτικα πεπόνια
O W.C.Fields ψαρεύοντας αργίτικα πεπόνια


Bel-Air, Κα­λι­φόρ­νια
12 Σε­πτεμ­βρί­ου 1939

Αγα­πη­τή Κα­τρίν­κα

Πρέ­πει εσύ να απο­φα­σί­σεις. Εάν εί­σαι σί­γου­ρη ότι ο άντρας που πρό­κει­ται να πα­ντρευ­τείς μπο­ρεί να σε φρο­ντί­ζει στα γε­ρά­μα­τά σου και εάν αυ­τό εί­ναι ό,τι πε­ρισ­σό­τε­ρο επι­θυ­μείς, τό­τε πρέ­πει να προ­χω­ρή­σεις. Έχω σκε­φτεί πο­λύ γύ­ρω από το πώς μπο­ρεί κα­νείς να προ­στα­τέ­ψει τον εαυ­τό του από τη φτώ­χεια στα γε­ρά­μα­τα, αλ­λά δεν έχω κα­τα­φέ­ρει να βρω λύ­ση. Κά­θε φο­ρά που μου μπαί­νει η ιδέα και την ανα­λύω διε­ξο­δι­κά, πά­ντα βρί­σκω ότι πολ­λά πράγ­μα­τα μπο­ρεί να συμ­βούν: Οι τρά­πε­ζες χρε­ω­κο­πούν· οι ασφα­λι­στι­κές εται­ρεί­ες χα­λά­νε· το χρή­μα έχει τά­ση για υπο­τί­μη­ση· οι με­το­χές και τα ομό­λο­γα γί­νο­νται πα­λιό­χαρ­τα· η αξία των ακι­νή­των πέ­φτει τό­σο που αφή­νεις το κρά­τος να τα που­λή­σει για να πλη­ρω­θεί ένα πρό­στι­μο· τί­πο­τα δεν εί­ναι σί­γου­ρο εκτός απ’ τον θά­να­το.
Ο κύ­ριος που σκο­πεύ­εις να πα­ντρευ­τείς εί­ναι οι­κο­νο­μι­κά φε­ρέγ­γυος; Μπο­ρεί να σε φρο­ντί­ζει όταν θα εί­ναι γέ­ρος σαν εμέ­να; Πό­σο και­ρό τού κρα­τάς συ­ντρο­φιά, ή μή­πως σε ζή­τη­σε σε γά­μο χτες το βρά­δυ όταν συ­να­ντη­θή­κα­τε για πρώ­τη φο­ρά στο ασαν­σέρ; Για­τί δεν μου μί­λη­σες γι' αυ­τόν νω­ρί­τε­ρα; Θα μπο­ρού­σα ίσως να σου δώ­σω κά­ποια συμ­βου­λή. Εί­ναι τό­σο ξαφ­νι­κό όλο αυ­τό.

Μή­πως ο πε­ρί ού ο λό­γος κύ­ριος τυ­χαί­νει να εί­ναι ο ίδιος με αυ­τόν που εί­ναι ό,τι ομορ­φό­τε­ρο έχει δει κα­νείς πο­τέ στη ζωή του, που έχει μια ωραία γυ­ναί­κα και, πό­σα ήταν, δύο παι­διά και τό­τε τον εί­χες γρά­ψει στα πα­λιά σου τα πα­πού­τσια; Θυ­μά­μαι να μου μι­λάς γι αυ­τόν όταν ήσουν εδώ. Ελ­πί­ζω ότι αυ­τός, ή όποιος κι αν εί­ναι, θα εκτι­μή­σει την κα­λο­σύ­νη σου και αυ­τή την τό­ση αγά­πη που κλη­ρο­νό­μη­σες από την Μη­τέ­ρα σου.

Ό,τι κι αν απο­φα­σί­σεις να κά­νεις, σε έχω πε­ρι­λά­βει στη δια­θή­κη μου για 25.000$ πε­ρί­που, ένα αυ­το­κί­νη­το και ένα μέ­ρος από τα υπάρ­χο­ντά μου, πε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νων και των γρα­πτών μου. Αν ξο­δεύ­εις πε­ρί τα 25$ την εβδο­μά­δα, θα σου φτά­σει για εί­κο­σι πέ­ντε χρό­νια. Τώ­ρα που ξέ­ρω τις προ­θέ­σεις σου, θα το κά­νω σε εβδο­μα­διαί­ες πλη­ρω­μές των 25 ή 30$ ώστε να μη μπο­ρεί κα­νέ­νας Ρ.Ι.[2] ή απα­τε­ώ­νας να σου τρώ­ει πα­ρα­πά­νω από αυ­τό το πο­σό κά­θε φο­ρά. Θα έχεις εξα­σφα­λι­σμέ­να για πά­ντα τα ντό­νατς και τον κα­φέ σου, πα­ντρε­μέ­νη ή ανύ­πα­ντρη, με την προ­ϋ­πό­θε­ση, βέ­βαια, ότι οι τρά­πε­ζες θα επι­βιώ­σουν. Φυ­σι­κά οι δια­θή­κες, όπως γνω­ρί­ζεις, μπο­ρούν να αλ­λα­χτούν, πράγ­μα που θα συμ­βεί αν κά­νεις κά­τι που θα με ενο­χλή­σει σφό­δρα.

Η δή­λω­σή σου για όσα πλη­ρο­φο­ρή­θη­κες ότι εί­πα στου Chasen’s[3] εί­ναι τό­σο γε­λοία που δεν αξί­ζει καν μια σο­βα­ρή διά­ψευ­ση.

Η Σού­ζυ με πλη­ρο­φό­ρη­σε πως σου έγρα­ψε ότι τα παι­διά εί­ναι ασφα­λή· συ­νε­πώς, δεν το ανέ­φε­ρα εγώ στο προη­γού­με­νο γράμ­μα μου.

Κά­νε κου­ρά­γιο τώ­ρα για­τί όλοι έχου­με τις στε­νο­χώ­ριες μας. Εγώ, για πα­ρά­δειγ­μα. Τη στιγ­μή αυ­τή ο Θεί­ος Σαμ από την Ουά­σιγ­κτον μου κά­νει μή­νυ­ση ζη­τώ­ντας 56.500$ για φό­ρους προη­γου­μέ­νων ετών˙ η υπό­θε­ση Citron[4] δι­κά­ζε­ται αύ­ριο και οι Λόιντ Ράιτ και Μί­λι­γκαν[5] κα­νό­νι­σαν να δι­κα­στώ ερή­μην. Δεν μπο­ρώ ού­τε να τους πω ού­τε να τους πά­ρω λέ­ξη. Έχω ένα μάλ­λον άλυ­το πρό­βλη­μα με την Universal. Ο φί­λος μου ο κ. Cowan μου την έφε­ρε με οχτώ δια­φο­ρε­τι­κούς τρό­πους. Κά­ποιος κ. Barry μου κά­νει μή­νυ­ση για­τί έκλε­ψα το σε­νά­ριό του στην τε­λευ­ταία μου ται­νία. Ένας άλ­λος Εσκι­μώ­ος κύ­ριος ονό­μα­τι Harry Yadkoe μου κά­νει κι αυ­τός μή­νυ­ση, λέ­γο­ντας ότι έκλε­ψα από εκεί­νον την ιστο­ρία. Μό­λις τη­λε­φώ­νη­σε η κ. Wilson και με πλη­ρο­φό­ρη­σε ότι ο Δρ. Shaw, ιδιο­κτή­της αυ­τού του σπι­τιού στο λό­φο όπου ένιω­σα τό­σο άνε­τα, επέ­στρε­ψε από τη Νό­τια Αμε­ρι­κή και θέ­λει το σπί­τι όσο πιο γρή­γο­ρα μπο­ρώ να του το αδειά­σω. Εκτός απ’ αυ­τά, όλα εί­ναι πο­λύ ήσυ­χα και σε από­λυ­τη τά­ξη.

Να εί­σαι κα­λά και προ­σπά­θη­σε να συ­γκρα­τείς τα νεύ­ρα σου και δέ­ξου τα πραγ­μα­τι­κά ει­λι­κρι­νή συγ­χα­ρη­τή­ριά μου. Ελ­πί­ζω να βρείς ησυ­χία, ηρε­μία και αγά­πη στο νέο σου εγ­χεί­ρη­μα. Με τις κα­λύ­τε­ρες ευ­χές και την εκτί­μη­σή μου για την κα­λο­σύ­νη σου.
Πά­ντα

(Υπογραφή: “The Continental One”)

The Continental Man

Ο W.C. Fields με την Μary Brian στην ταινία «Μan in the Flying Trapeze»
Ο W.C. Fields με την Μary Brian στην ταινία «Μan in the Flying Trapeze»
Tsakas 37 2

Ο W.C. Fields (πραγ­μα­τι­κό όνο­μα William Claude Dukenfield (1880-1946) όταν έγρα­ψε την επι­στο­λή αυ­τή ήταν ένας διά­ση­μος κω­μι­κός ηθο­ποιός, εί­χε γυ­ρί­σει 37 ται­νί­ες (με­γά­λου και μι­κρού μή­κους, βω­βές και ομι­λού­σες), εί­χε πα­ντρευ­τεί την ηθο­ποιό Χά­ριετ Χιουζ με την οποία εί­χε απο­κτή­σει ένα γιό και ήταν ήδη σε διά­στα­ση, χω­ρίς πο­τέ να πά­ρει δια­ζύ­γιο. Με­τά το 1936 όμως, τα προ­βλή­μα­τα υγεί­ας και αλ­κο­ο­λι­σμού εί­χαν γί­νει και προ­βλή­μα­τα στην κα­ριέ­ρα του. Πα­ρ’ό­λα αυ­τά, το 1940 κα­τά­φε­ρε να τα βρει με την εται­ρεία Universalκαι να γυ­ρί­σει άλ­λες επτά ται­νί­ες, με­τα­ξύ των οποί­ων οι πιο γνω­στές εί­ναι «My Little Chickadee», με συ­μπρω­τα­γω­νί­στρια την Μαίη Ου­έστ και «Never Give a Sucker an Even Break», μια από τις πιο αντι­προ­σω­πευ­τι­κές κω­μω­δί­ες «σου­ρε­α­λι­στι­κού» χιού­μορ, γυ­ρι­σμέ­νη πά­νω σε δι­κό του σε­νά­ριο, η οποία σή­με­ρα θε­ω­ρεί­ται κλα­σι­κή.

Η Καρ­λό­τα Μό­ντι





ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: